Ἔβλεπα τὸν Τσᾶβες προχθὲς καὶ συγκινήθηκα βαθύτατα!
Τὶ τὸν θεό του ἐπικαλεῖτο, τί γιὰ τὴν ζωὴ ποὺ ζητοῦσε νὰ τοῦ δοθῇ περισσότερη, τὶ τελεία στάσις μετανοημένου ἦταν αὐτη! Ἡ ἀπόλυτος αὐτοκατάργησις!
Εἰλικρινῶς, μόνον ἐμπρὸς στὸν θάνατο ἀποκαλύπτεται ἡ πραγματική μας ταὐτότης!
Μόνον ὁ φόβος τοῦ θανάτου εἶναι ἱκανὸς νὰ μᾶς μεταμορφώσῃ σὲ ὄντα δίχως βούλησιν καὶ δίχως σθένος!
Κι αὐτὸ ποὺ εἶδα στὸ πρόσωπο τοῦ Τσᾶβες προχθές μὲ ἀπεγοήτευσε!
Τί εἶναι ὁ θάνατος; Τί εἶναι ἡ ζωή; Τί ἀκριβῶς φοβόμαστε; Γιατί φοβόμαστε ὅταν γνωρίζουμε (ἐπιβεβαιωμένον αὐτό) πώς θά πᾶμε σέ παραδείσους μέ ἤ χωρίς πιλάφια; Γιατί ὁ θάνατος μπορεῖ νά μᾶς καταστήσῃ ἀνικάνους ἀκόμη καί νά κουνήσουμε τό δάκτυλό μας;
Γιατί ὅλα ἀρχίζουν καί τελειώνουν μέ τόν θάνατον; Τί στό καλό; Μήπως σταμάτησε ἡ Γῆ νά γυρίζῃ ἤ μήπως ἡ ἀνθρωπότης μᾶς ἐτελείωσε;
Κι ἀπό τήν ἄλλην, τί ἐρευνοῦν τόσοι καί τόσοι ἐπιστήμονες ἀνᾷ τόν πλανήτη; Μήπως τόν θάνατο δέν πασκίζουν νά καταλύσουν; Μήπως πρός αὐτήν τήν κατεύθυνσιν δέν στρέφονται ὅλων τῶν εἰδῶν οἱ ἔρευνες;
Εἶναι ὁ θάνατος κάτι πού ἀνατρέπεται; Σταματᾶ; Ἀλλάζει;
Στὸν πλανήτη Γῆ πάντως δὲν ὑπάρχει περίπτωσις νὰ ἀλλάξῃ κάτι στὶς σχέσεις ἀνθρώπου καὶ θανάτου. Αὐτὸ τὸ γνωρίζουμε. Εἶτε τὸ ἀποδεχόμεθα εἶτε ὄχι, εἴμαστε θνητοί, φθαρτοί, βρωτοί! Ἄρα ἔχουμε ἡμερομηνίαν λήξεως!
Τί θά μποροῦσε νά κάνῃ τόν θάνατο ἀνεκτό; Νά καταργήσῃ τήν τρομοκρατία πού ἀσκεῖ; Νά τόν κάνῃ φίλο μας;
Μόνον ὁ τρόπος διαβιώσεώς μας μπορεῖ νὰ κάνῃ κάτι τέτοιο!
Ἡ συνείδησίς μας! Ἡ διαρκὴς αἴσθησις πὼς πράττουμε πάντα αὐτὸ ποὺ ἐμεῖς ἐπιλέξαμε κι ὄχι αὐτὸ ποὺ ἄλλοι μᾶς ὁρίζουν! Ὅταν σὲ ὅσα μᾶς ἀφοροῦν παραμένουμε δίκαιοι καὶ ἔντιμοι, τότε μόνον ἡ ἀθανασία μᾶς ἀναμένει!
Ὅμως ὅταν ζοῦμε κατὰ τὸ πῶς ἀκριβῶς ἐμεῖς πιστεύουμε, αὐτὸ ἔχει τιμήματα. Καθημερινὲς μάχες. Ἀγῶνες!
Καὶ κάθε ἀγώνας φέρνει συναισθήματα χαρᾶς, ἐκστάσεως ἤ καὶ βαθυτάτου πόνου. Ἱκανοποίησις καὶ αὐτοαποδοχή! Ἤ ἀπογοήτευσις καὶ ἀπμόνωσις!
Σὲ κάθε περίπτωσιν ὅμως εἶναι θέμα προσωπικῆς ἐπιλογῆς τὸ ἐὰν θὰ, ἤ δὲν θά, περάσουμε στὴν ἀθανασία.
Τί σημαίνει ἀθανασία; Σημαίνει ἀπαραιτήτως πώς δέν ὑπάρχει θάνατος;
Σημαίνει πὼς κάποιος ξεπέρασε τὸν θάνατο!
Μποροῦμε ὅμως ἐμεῖς νά τόν ξεπεράσουμε; Μποροῦμε νά γίνουμε ἀθάνατοι; Μποροῦμε νά γίνουμε κάτι πού οὐδεῖς ἄλλος ἔχει γίνει;
Πιστεύω πὼς ναί. Μποροῦμε! Ὄχι διὰ τῆς λογικῆς ὁδοῦ ὅμως!
Παραδείγματα ἁπλᾶ:
Γιατί ἰσχυριζόμαστε πώς ὁ Ἀριστοτέλης παραμένει ζωντανός;
Εἶναι τό σῶμα του ζωντανό; Εἶναι ἀνάμεσά μας;
Ὄχι βέβαια! Εἶναι ὅμως τὸ πνεῦμα του ἐδῶ. Ὁ μέγιστος λόγος του! Εἶναι αὐτὸς ὁ ἄτιμος λόγος του ποὺ μᾶς δίδει τὸ ἔναυσμα νὰ γίνουμε καλλίτεροι ἄνθρωποι. Συνειδητοποιημένοι! Ἤ ὀρθότερα, Ἄνθρωποι!
Τό ἴδιο δέν αἰσθανόμαστε γιά τόν Κυναίγειρο; Γιά τόν Μιλτιάδη; Γιά τόν Θεμιστοκλῆ; Γιά τόν Νικηταρᾶ; Τόν Γέρο μας; Τόν Καραϊσκάκη;
Δέν τούς αἰσθανόμεθα ὡς ζωντανούς νά μᾶς καθοδηγοῦν καί νά μᾶς συμβουλεύουν; Δέν τούς νοιώθουμε κάπου ἐδῶ γύρω νά «παρακολουθοῦν» τά δικά μας ἔργα καί νά μᾶς κρίνουν;
Μήπως αὐτό ἀκριβῶς δέν εἶναι κάτι ἀπό ἀθανασία;
Κάποτε, πρὸ ἀρκετῶν ἐτῶν, φοβόμουν τὸν θάνατο. Φαντάζομαι ὅπως κι ὅλοι μας.
Ἀκόμη καὶ σήμερα θὰ ἀντιδράσω στὴν βία, πρὸ κειμένου νὰ αὐτοπροστατευθῶ. Ἀλλὰ σὰν ἰδέα, σὰν κατάληξις δὲν μὲ τρομάζει διόλου πλέον.
Ἔχω ἀποδεχθεῖ τὴν θνητή μου φύσιν καὶ διόλου δὲν τὴν πολεμῶ.
Ὅμως τί κάνω ἐγώ γιά νά μπορέσω νά ἀφήσω τό στίγμα μου στόν πλανήτη; Τόν κοπρίζω σκέτο ἤ κάνω κάτι περισσότερον;
Ζῶ κατά συνείδησιν; Ἤ ὄχι; Κλείνω τά μάτια μου τίς νύκτες ἥρεμη, ἀσφαλής, μέ ἀπόλυτον πεποίθησιν πώς ἔχω κάνει στήν διάρκεια τῆς ἡμέρας τά καλλίτερα πού μποροῦσα νά κάνω, ἤ ἔχω τήν παρέα τῶν κενῶν πού μέ κυνηγοῦν γιά νά μέ κατασπαράξουν;
Σπέρνω; Ἐὰν σπέρνω ἔχει σημασία τό ἐάν θά καταφέρω νά θερίσω ἐγώ ἤ κάποιοι ἄλλοι;
Διότι κακὰ τὰ ψέμματα, στόχος τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ σπορά.
Πρὸ τοὐλάχιστον εἴκοσι ἐτῶν, κάπου στὰ ὀρεινὰ τῆς Κρήτης, ἕνας παπποῦς (πολὺ παπποῦς, κοντὰ στὰ 100!!!) ἐφύτευε μίαν ἀμυγδαλιά.
Στάθηκα ξαφνιασμένη καὶ τὸν κυττοῦσα, μάλλον εἰρωνικά. «Τί κάνει;» σκεπτόμουν. «Πιστεύει πώς θά προλάβῃ νά τήν δῇ δένδρο;»
Ἐπλησίασα καὶ τὸν ἐρώτησα. Ὁ παπποῦς, παρακάμπτοντας τὸ νεαρὸν τῆς ἡλικίας μου (καθῶς καὶ τὴν θρασύτητα ποὺ σίγουρα διέθετα τότε), χαμογέλασε καὶ ἀπήντησε: «Ὁ ἄνθρωπος παιδί μου, ἐὰν δὲν πίστευε πὼς εἶναι ἀθάνατος, δὲν θὰ ἔκανε τίποτα. Κουτσούρι θὰ ἦταν. Θὰ περίμενε μόνον νὰ πεθάνῃ. Ἔτσι κι ἐγὼ φυτεύω γιατὶ θέλω νὰ τὸ δῶ νὰ καρπίζῃ.»
Ξαφνιάστηκα μὲ τὸν λόγο τοῦ παπποῦ καὶ ντράπηκα.
Σήμερα συμπληρώνω ἐκεῖνες τὶς σκέψεις τοῦ γέροντος μὲ τὰ παρακάτω:
«Ἐὰν ὁ ἄνθρωπος δὲν πίστευε κατὰ βάθος πὼς εἶναι ἀθάνατος, τίποταε δὲν θὰ ἔκανε. Κουτσούρι θὰ ἔμενε. Θὰ περίμενε μόνον τὸν θάνατον. Σπέρνω σήμερα καὶ γιατὶ ἐλπίζω πὼς θὰ δῶ νὰ καρπίζουν, ἀλλὰ καὶ γιατὶ θὰ καρπίσουν οὔτως ἤ ἄλλως, καὶ θὰ τὰ δοῦν ἄλλοι.»
Ἐάν λοιπόν ὁ Τσᾶβες ἔσπειρε καλά, ὑπάρχει περίπτωσις νά μή καρπίσουν οἱ σπόροι του; Ὑπάρχει περίπτωσις νά μή βλαστήσουν;
Τί φοβᾶται λοιπόν καί ἀντιμετωπίζει τόν θάνατον κατ’ αὐτόν τόν τρόπο;
Ἤ μήπως τώρα πιά δέν εἶναι ὁ Τσᾶβες πού ξέραμε ἀλλά κάποιο ὄν πού τό ἐλέγχουν τά φάρμακα καί οἱ χημειοθεραπεῖες;
Τί σοῦ κάνει ὁ φόβος τοῦ θανάτου τελικῶς; Σέ καταλύει ἤ σέ δυναμώνει;
Ἀποποίηση εὐθύνης
Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.