Ποιοί ἀνεκάλυψαν τήν γραφή εἴπαμε;; Οἱ Φοίνικες ἤ….;

Ὁ Παλαμήδης, βάσει τῶν ὅσων γνωρίζουμε, ἦταν ὁ δημιουργὸς τοῦ σημερινοῦ ἀλφαβήτου. Ὁ δὲ θάνατός του ἀνεκοινώθη …ἐγγράφως ἀπὸ τὸν ἀδελφό τους, στὸν πατέρα τους.

Ἡ γραφή, σὰν μέσον, τοὐλάχιστον ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες, ἦταν ὄχι μόνον γνωστή, ἀλλὰ καὶ βασικὸς ἐπικοινωνιακὸς παράγων.Τὸ διαπιστώνουμε ὁπουδήποτε, μὲ ὁποιονδήποτε τρόπο κι ἐδῶ, ἀλλὰ καὶ σὲ ἀμέτρητα σημεία τοῦ πλανήτου.
Καί, φυσικά, γιὰ νὰ ὑπάρξῃ γραπτὸς λόγος, πρέπει πάντα νὰ ὑπάρχῃ ἀλφάβητον. Πῶς γίνεται κάποιος νά ἔχῃ ἀλφάβητον καί νά μή δύναται νά παράξῃ γραπτό λόγο; Ἔμ;

Φιλονόη

Φοινικικὸ ἀλφάβητον, μία ἱστορικὴ ἀπάτη

α. ἀποτελεῖ ἡ φοινικικὴ γραφή «ἀλφάβητο»;

Κατὰ τὴ Γλωσσολογία ὡς «ἀλφάβητο» ὁρίζεται τὸ «σύνολο συμβόλων μὲ ὡρισμένη σειρὰ καὶ τάξῃ, ποὺ χρησιμεύουν γιὰ νὰ ἀποδίδονται οἱ στοιχειώδεις φθόγγοι μιᾶς γλώσσας, μὲ τὸν  περιορισμὸ ὁ κάθε φθόγγος ν’ ἀντιστοιχῇ σ’ ἕνα μόνο σύμβολο καὶ ἀντίστροφα». Στὴν ἀλφαβητικὴ γραφῇ ἑπομένως (δηλαδὴ τὴ γραφῇ τῶν λαῶν τῆς Εὐρώπης, τῆς Ἀμερικῆς, τῆς Αὐστραλίας ἀλλὰ καὶ ἄλλων περιοχῶν τοῦ πλανήτη) κάθε γράμμα ἀποδίδει ἕνα στοιχειώδη ἦχο.

Τοῦτο δὲν ἰσχύει στὶς ἀτελέστερες τῆς ἀλφαβητικῆς συλλαβικὲς γραφές, στὶς ὁποῖες κάθε σύμβολο ἀποδίδει μία συλλαβὴ (δύο ἢ καὶ περισσότερους ἤχους-φθόγγους), ὅπως π.χ. στὶς συλλαβικὲς ἑλληνικὲς γραφὲς Γραμμικὴ Α καὶ Β ἕνα σύμβολο ἀποδίδει τὴ συλλαβὴ κὸ (κ+ο), ἄλλο σύμβολο τὴ συλλαβὴ πὸ (π+ο) κ.ο.κ. Στὴ φοινικικὴ γραφῇ (ποὺ διαθέτει μόνο σύμφωνα καὶ κανένα φωνῆεν), στὰ ἐλάχιστα διασωθέντα δείγματά της, ἡ κατάσταση εἶναι ἀκόμα «χειρότερη», δεδομένου ὅτι κάθε σύμβολό της δὲν ἀποδίδει οὔτε κὰν μία συγκεκριμένη συλλαβή, ἀλλὰ διαφορετικές, ποὺ τὸ διάβασμά τους ἀφήνεται στὴν «ἔμπνευση» τοῦ ἀναγνώστη. Ἐτσι π.χ. ἕνα σύμφωνο μπορεῖ νὰ διαβασθῇ ὡς μπά, μπού, μπέ, μπί, μπὸ κ.ο.κ., ἢ κάποιο ἄλλο ὡς γκού, γκά, γκέ, γκὸ κ.λπ. Ἑπομένως, ἡ φοινικικὴ γραφὴ ὄχι μόνο δὲν ἀποτελεῖ ἀλφάβητο, ἀλλὰ δὲν εἶναι οὔτε κἂν ἐξελιγμένη συλλαβικὴ γραφή, τοῦ βαθμοῦ τελειότητας τῶν ἀντιστοίχων ἑλληνικῶν συλλαβαρίων.

Καὶ εἶναι πράγματι καταπληκτικὸ τὸ γεγονός, ὅτι ἔχει καθιερωθεῖ στὴν ἐπιστήμη κατὰ τὰ τελευταῖα 150 χρόνια περίπου ὁ ἀντιφατικὸς ὅρος «φοινικικὸ ἀλφάβητο», προκειμένου γιὰ μία γραφὴ ποὺ δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τὴν ἀλφαβητική. Καὶ εἶναι ἀκόμη πιὸ ἀπίστευτη ἡ ἐπιβολὴ τοῦ ἐπιστημονικοῦ δόγματος, ὅτι τὸ ἑλληνικὸ ἀλφάβητο προῆλθε ἀπὸ τὸ φοινικικό, τὸ ὁποῖο ὄχι μόνο δὲν εἶναι ἀλφάβητο, ἀλλὰ εἶναι μία ἀτελέστερος γραφὴ ἀπὸ τίς ἑλληνικὲς Γραμμικὲς Γραφὲς Α καὶ Β. Γιὰ τοὺς λόγους αὐτοὺς κατὰ τὸν προσφάτως ἐκλιπόντα πρόεδρο τῆς Ἑταιρείας Ἑλλήνων Φιλολόγων Παν. Γεωργοῦντζο ὁ χαρακτηρισμὸς ποὺ ἔδωσε ὁ καθηγητὴς Γ. Μπαμπινιώτης στὴ φοινικικὴ γραφῇ «οἰονεῖ συλλαβικὸ ἀλφάβητο» (;!) ἀπορρίπτεται καὶ πρέπει νὰ ἀντικατασταθῇ μὲ τὸ ὀρθὸ «καθαρῶς συνεπτυγμένο συλλαβικὸ» σύστημα γραφῆς (βλέπε Παν. Γεωργούντζου, Τὸ Ἀλφάβητον Ἐφεύρεσις Ἑλληνικὴ: ἄρθρο του στὸ περιοδικὸ Δαυλός, τεῦχος 142, Ὀκτώβριος 1993, σ 8242).

β. ἡ ἑλληνικότητα τοῦ ἀλφαβήτου

α) Οἱ ἀρχαιολογικὲς ἀποδείξεις

Ἡ θεωρία ὅτι τὸ Ἀλφάβητο εἶναι ἐφεύρεσις τῶν Φοινίκων συντηρήθηκε ἐκτὸς τῶν ἄλλων μὲ τὸ ἐπιχείρημα ὅτι ὡρισμένα σύμβολα τῆς φοινικικῆς γραφῆς μοιάζουν μὲ τὰ ἀλφαβητικὰ γράμματα, π.χ. τὸ ἄλεφ εἶναι ἀντεστραμμένο ἢ πλαγιαστὸ τὸ ἑλληνικὸ Α κλπ. Τὸ ἐπιχείρημα αὐτὸ φαινόταν ἰσχυρὸ μέχρι πρὸ 100 ἐτῶν περίπου, ὅταν οἱ γλωσσολόγοι καὶ οἱ ἱστορικοὶ ἰσχυρίζοντο ἀκόμη ὅτι οἱ Ἑλληνες δὲν ἐγνώριζαν γραφὴ πρὸ τοῦ 800 π.Χ.! Γύρω στὸ 1900 ὅμως ὁ Ἀρθοῦρος Ἐβανς ἀνέσκαψε τὴν ἑλληνικὴ Μινωικὴ Κρήτη καὶ ἀνεκάλυψε τίς ἑλληνικὲς Γραμμικὲς Γραφές, τῶν ὁποίων σύμβολα ἦταν ὡς σχήματα πανομοιότυπα πρὸς τὰ 17 τοὐλάχιστον ἐκ τῶν 24 γραμμάτων τοῦ ἑλληνικοῦ Ἀλφαβήτου. Μὲ δεδομένα α) ὅτι τὰ ἀρχαιότερα δείγματα τῶν ἑλληνικῶν αὐτῶν γραφῶν (Γραμμικὴ Α καὶ Β), ποὺ στὴ συνέχεια ἀνεκαλύφθηκαν καὶ στὴν Πύλο, στὶς Μυκῆνες, στὸ Μενίδι, στὴ Θήβα, ἀλλὰ καὶ βορειότερα, μέχρι τὴ γραμμή του Δουνάβεως καὶ χρονολογήθηκαν τότε πρὶν ἀπὸ τὸ 1500 π.Χ. καὶ β) ὅτι οἱ Φοίνικες καὶ ἡ γραφή τους ἐμφανίζονται στὴν ἱστορία ὄχι πρὶν τὸ 1300 π.Χ. Ὁ Ἐβανς στὸ ἔργο του Scripta Minoa διετύπωσε, πρῶτος αὐτός, ἀμφιβολίες γιὰ τὴν ἀλήθεια τῆς θεωρίας ὅτι οἱ Ἑλληνες ἔλαβαν τὴ γραφὴ ἀπὸ τοὺς Φοίνικες, ἐκφράζοντας ταὐτόχρονα τὴν ἐπιστημονικὴ ὑποψία ὅτι μᾶλλον συνέβη τὸ ἀντίθετο.

Οἱ ἀμφιβολίες γιὰ τὴν μὴ προτεραιότητα τῶν Φοινίκων ἔναντι τῶν Ἑλλήνων στὴν ἀνακάλυψι τῆς γραφῆς ἔγιναν βεβαιότητα, ὅταν ὁ καθηγητὴς Πῶλ Φῶρ, διεθνὴς αὐθεντία τῆς Προϊστορικῆς Ἀρχαιολογίας, δημοσίευσε στὸ ἀμερικάνικο ἀρχαιολογικὸ περιοδικό, ἐκδόσεως τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Ἰνδιάνας, Nestor (ἔτος 16ον,1989,σελ.2288) ἀνακοίνωσι, στὴν ὁποία παραθέτει καὶ ἀποκρυπτογραφεῖ πινακίδες ἑλληνικῆς Γραμμικῆς Γραφῆς, ποὺ εὑρέθησαν σὲ ἀνασκαφὲς στὸ κυκλώπειο τεῖχος τῶν Πιλικάτων τῆς Ἰθάκης καὶ χρονολογήθηκαν μὲ σύγχρονες μεθόδους στὸ 2700 π.Χ. Γλῶσσα τῶν πινακίδων εἶναι ἡ Ἑλληνικὴ καὶ ἡ ἀποκρυπτογράφησις τοῦ Φῶρ ἀπέδωσε φωνητικὰ τὸ συλλαβικὸ κείμενο ὡς ἑξῆς: Ἄ]RE-DA-TI. DA-MI-U-A-. A-TE-NA-KA-NA-RE(ija)-TE. Ἡ φωνητικὴ αὐτὴ ἀπόδοσις μεταφράζεται, κατὰ τὸν Γάλλο καθηγητὴ πάντοτε: «Ἰδοὺ τί ἐγὼ ἡ Ἀρεδάτις δίδω εἰς τὴν ἄνασσαν, τὴν θεὰν Ῥέαν: 100 αἴγας, 10 πρόβατα, 3 χοίρους». Ἐτσι ὁ Φῶρ ἀπέδειξε, ὅτι οἱ Ἕλληνες ἔγραφαν καὶ μιλοῦσαν ἑλληνικὰ τοὐλάχιστον 1400 χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν ἐμφάνισι τῶν Φοινίκων καὶ τῆς γραφῆς τους στὴν ἱστορία.

Ἀλλὰ οἱ ἀρχαιολογικὲς ἀνασκαφὲς στὸν ἑλληνικὸ χῶρο τὴν τελευταία 12ετία ἀπέδωσαν καὶ ἄλλες πολλὲς καὶ μεγάλες ἐκπλήξεις: Οἱ Ἕλληνες ἔγραφαν ὄχι μόνο τίς συλλαβικὲς Γραμμικὴ Α καὶ Β Γραφές τους ἀλλὰ καὶ ἕνα εἶδος γραφῆς πανομοιοτύπους μὲ ἐκείνη τοῦ Ἀλφαβήτου τοὐλάχιστον ἀπὸ τὸ 6000π.Χ. Πράγματι στὸ Δισπηλιό, μέσα στὰ νερὰ τῆς λίμνης τῆς Καστοριᾶς, ὁ καθηγητὴς Γ. Χουρμουζιάδης ἀνεκάλυψε ἐνεπίγραφο πινακίδα μὲ γραφὴ σχεδὸν ὅμοια μὲ τὴν ἀλφαβητική, ἡ ὁποία ἐχρονολογήθη μὲ τίς σύγχρονες μεθόδους τοῦ ῥαδιενεργοῦ ἄνθρακος (C14) καὶ τῆς ὀπτικῆς θερμοφωταύγειας στὸ 5250 π.Χ. Τρία χρόνια ἀργότερα ὁ ἔφορος Προϊστορικῶν καὶ Κλασσικῶν Ἀρχαιοτήτων Ν. Σάμψων, ἀνασκάπτοντας τὸ «Σπήλαιο τοῦ Κύκλωπος» τῆς ἐρημονησίδος Γιούρα Ἀλοννήσου (Βόρειες Σποράδες), ἀνεκάλυψε θραύσματα ἀγγείων («ὄστρακα») μὲ γράμματα πανομοιότυπα μὲ ἐκεῖνα τοῦ σημερινοῦ ἑλληνικοῦ Ἀλφαβήτου, τά ὁποῖα ἐχρονολογήθησαν μὲ τίς ἴδιες μεθόδους στὸ 5500-6000π.Χ. Ὁ ἴδιος ἀρχαιολόγος διενεργῶντας το 1995 ἀνασκαφὲς στὴ Μῆλο, ἀνεκάλυψε «πρωτοκυκλαδικὰ ἀγγεῖα» τῶν μέσων τῆς 3ης χιλιετίας π.Χ., ποὺ ἔφεραν πανομοιότυπα τὰ γράμματα τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἀλφαβήτου Χ,Ν,Μ,Κ,Ξ,Π,Ο,Ε. Εἶναι πρόδηλο, ὅτι οἱ ἀρχαιολογικὲς αὐτὲς ἀνακαλύψεις ὄχι ἁπλῶς προσέδωσαν ἤδη τὸν χαρακτῆρα τοῦ κωμικοῦ στὴν λεγομένη «Φοινικικὴ Θεωρία» περὶ ἀνακαλύψεως τῆς γραφῆς, ἀλλὰ ἀνατρέπουν ἐκ βάθρων ὁλόκληρο τὴν ἐπίσημο χρονολόγησι τῆς ἑλληνικῆς Ἱστορίας, ὅπως αὐτὴ διδάσκεται, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐπίσημο παγκόσμιο Ἱστορία τοῦ Πολιτισμοῦ.

β) Ἡ οἰονεὶ μαθηματικὴ ἀπόδειξις

Ἀλλὰ παράλληλα πρὸς τὴν κατεδάφισι τοῦ χαρτίνου οἰκοδομήματος τοῦ «Φοινικικοῦ» ἀλφαβήτου μὲ τὴν βοήθεια τῆς ἀρχαιολογικῆς σκαπάνης, προέκυψε κι ἕνα νέο συντριπτικὸ στοιχεῖο, ποὺ μᾶς τὸ προσέφερε ἡ ἐπὶ 20 χρόνια σεμνὴ καὶ ἀθόρυβος μελέτη τῆς ἑλληνικῆς Γλώσσης και Γραφῆς ἀπὸ ἕναν μεγάλο ἐρευνητή, τὸν Ἠλία Λ. Τσατσόμοιρο, ποὺ δυστυχῶς ἐχάθη στὶς 19 Δεκεμβρίου 1991, ἀφοῦ ὅμως προέλαβε νὰ ὁλοκληρώσῃ, λίγους μῆνες πρὶν ἀπ’ τὸν ἀδόκητο θάνατό του, τὴν ῥιζοσπαστικὴ ἔρευνά του «Ἱστορία Γενέσεως τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης -Ἀπὸ τὸν ἔλλοπα θηρευτὴ μέχρι τὴν ἐποχῇ τοῦ Διὸς- Ἡ ἀποκωδικοποίησις τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἀλφαβήτου».

Στὴν ἔρευνά του αὐτή, τὴν ὁποία ὁ ὑπογράφων τὸ παρὸν ἄρθρο εἶχα τὴν τιμὴ νὰ ἐκδώσω (ἔκδοσις «Δαυλὸς»,1991) καὶ νὰ τὴν ἐπιμεληθῶ φιλολογικῶς -ἀλλὰ καὶ νὰ συνεργασθῶ μαζύ του ἐπὶ μία δεκαετία συζητῶντας τα ἄπειρα προβλήματα ποὺ προέκυπταν στὴν πορεία της καὶ δημοσιεύοντας ὑπὸ μορφὴν ἄρθρων τμήματά της στὸν «Δαυλὸ»- ὁ ἀείμνηστος συνεργάτης μου ἀπέδειξε μὲ θαυμαστὸ τρόπο, ὅτι κάθε γράμμα τοῦ ἑλληνικοῦ Ἀλφαβήτου περιέχει μιὰ σταθερὰ κωδικὴ σημασία, τὴν ὁποία εἰσάγει κυριολεκτικὰ ἢ μεταφορικὰ ὡς ἐπὶ μέρους ἔννοια στὴν γενικὴ ἔννοια κάθε ἑλληνικῆς λέξεως στὴν ὁποία ἀνήκει. Ἔτσι τελικὰ κάθε (ἀρχαία) ἑλληνικὴ λέξις ἀποτελεῖ ἕνα οἰονεὶ ἀρκτικόλεξο [ὅπως π.χ. Δ(ημόσια) Ε(πιχείρησις) Η(λεκτρισμοῦ): ΔΕΗ], ὅπου κάθε γράμμα (ἀνάλογα μέ τὴ θέσι ποὺ κατέχει στὴν σειρὰ τῶν γραμμάτων τῆς λέξεως) δίδει ἕνα σημαντικὸ ἢ λιγώτερο σημαντικὸ νοηματικὸ στοιχεῖο της καὶ ὅλα μαζὺ δίδουν τὸν λογικὸ ὁρισμὸ τῆς ἐννοίας ποὺ ἐκφράζει ἡ λέξις. Σημειώνεται ἐδῶ, ὅτι τὴν «εἰδοποιὸ διαφορὰ» τῆς ἐννοίας δίδει συνήθως το ἀρκτικὸ γράμμα.

Δὲν ὑπάρχει ἐδῶ ἀσφαλῶς ὁ χῶρος, γιὰ νὰ παρουσιάσω τίς κωδικὲς σημασίες τῶν γραμμάτων τοῦ ἑλληνικοῦ Ἀλφαβήτου ἐν τῷ συνόλῳ τους, ὅπως ἀναλύονται στὴν ἐπαναστατικὴ αὐτὴ ἀνακάλυψιστὸν τομέα τῆς μελέτης τοῦ ἀνθρωπίνου Λόγου. Ἀλλὰ ἐνδεικτικῶς θὰ διαλέξω ἕνα μόνο ἀπ’ τὰ 24 γράμματά μας, τὸ ὑ ἢ Υ (μιὰ ποὺ αὐτὸ θεωρεῖται καὶ ὡς «ἀντιπροσωπευτικὰ ἑλληνικὸ», Υ Greacum στὸ δῆθεν «Λατινικὸ» Ἀλφάβητο, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ μία παραλλαγὴ τοῦ ἑλληνικοῦ, τῆς Χαλκίδος). Τὸ ὕψιλον λοιπόν, ὅπως καὶ τὸ σχῆμα του δείχνει, ἔχει τὴν κωδικὴ σημασία τῆς κοιλότητος ἢ (ἀνεστραμμένο) τὴν κυρτότητος καὶ αὐτὴν εἰσάγει στὶς ἔννοιες τῶν ἑλληνικῶν λέξεων ποὺ τὸ περιέχουν -καὶ κατ’ ἐπέκτασιν, ἐνίοτε, καὶ τὴν σημασία τῶν ὑγρῶν (τά ὁποῖα διὰ φυσικῆς ῥοῆς καταλήγουν καὶ γεμίζουν τὴν κοιλότητα). Προχείρως ἀναφέρω μερικὲς ὀνομασίες ἀγγείων καὶ ὑγρῶν (βλέπε τὸ σχῆμα τῆς φωτοτυπίας τοῦ ἐξωφύλλου τοῦ βιβλίου στὴ σέλ.13742, ὅπου τὸ ἀμφικωνικὸ κ-Υ-πελλο εἶναι τοῦ 2700 π.Χ. καὶ ἀπόκειται στὸ Μουσεῖο Ἡρακλείου: στὶς ἀναφερόμενες ἐκεῖ λέξεις μποροῦν νὰ προστεθοῦν καὶ πολλὲς ἄλλες ὅπως κὸτ-Υ-λη, γὸ-Υ-ττος, τρ-Υ-βλίον, π-Υ-ξίς, ἀμφορε-Υ-ς, β-Υ-τίον, λ-Υ-χνος, πρόχο-Υ-ς, σκὲ-Υος κλπ. -ὅλες μὲ τὴν σημασία τοῦ κοίλου ἀντικειμένου), ἀλλὰ καὶ πλεῖστες ἄλλες λέξεις ὅπως κ-Υ-ησις (κυρτότητα τῆς κοιλιᾶς τῆς ἐγκ-Υ-ου γυναικός), κ-Υ-μα (κυρτότητα ἢ κοιλότητα στὴν ἐπιφάνεια τῆς θαλάσσης), κρ-Υ-πτη (κοιλότης ἐδάφους), Υ- πὸ (ἡ πρόθεσις: κοιλότης κάτω ἀπὸ μία στάθμη ἢ ἐπίπεδο), Υ- πὲρ (ἡ πρόθεσις:  κυρτότης ἐπάνω ἀπὸ μία στάθμη ἢ ἐπίπεδο=Υ-ψος), ὅλες οἱ λέξεις ποὺ ἔχουν ὡς πρῶτα συνθετικά τους τίς προθέσεις Υ- πὸ καὶ Υ- πέρ, ποὺ ἀνέρχονται σὲ ἑκατοντάδες, ἀλλὰ καὶ χιλιάδες ἄλλες. Ἡ μεγαλοφυὴς αὐτὴ ἀνακάλυψις, τὴν ὁποία δυστυχῶς ἡ ἐπίσημος ἐπιστήμη ἐπὶ 8 χρόνια ἐξακολουθεῖ νὰ «ἀγνοῇ», ἂν καὶ ἀποτελῇ συνέχεια καὶ ὁλοκλήρωσι τῆς λησμονημένης Πλατωνικῆς προσεγγίσεως τοῦ προβλήματος τῆς γλώσσης («Κρατύλος»):

Διαλύει ὁριστικῶς τὴν θεωρία, ὅτι ἡ ἑλληνικὴ Γλῶσσα προῆλθε ἀπὸ ἄλλη (τὴν δῆθεν «Ἰνδοευρωπαϊκὴ»), δεδομένου ὅτι ἀποδεικνύεται ὡς ἡ μόνη μὴ συμβατικὴ γλῶσσα τοῦ κόσμου, ἡ μόνη γλῶσσα δηλαδὴ ποὺ παρουσιάζει αἰτιώδη σχέσι μεταξύ του σημαίνοντός της (λέξεως) καὶ τοῦ σημαινομένου της (τοῦ πράγματος ποὺ ὀνομάζει ἡ λέξις).

Κατ’ ἐπέκτασιν ἀποδεικνύει, ὅτι εἶναι ἡ πρώτη καὶ ἡ μόνη δημιουργηθεῖσα γλῶσσα τοῦ ἀνθρωπίνου εἴδους, ἀπὸ τὴν παραφθορὰ τῆς ὁποίας ἀπέῤῤευσαν οἱ συμβατικὲς γλῶσσες (δηλαδὴ αὐτὲς ὅπου ὑπάρχει ἀναιτιώδης σχέσις μεταξὺ σημαίνοντος καὶ σημαινομένου), ὅπως εἶναι ὅλες ἀνεξαιρέτως οἱ λοιπὲς γλῶσσες τοῦ πλανήτου.

Ἀποδεικνύει κατὰ μὴ ἐπιδεχόμενο καμμία λογικὴ ἀμφισβήτησι τρόπο, ὅτι τὸ Ἀλφάβητο ἔγινε ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες, γιὰ νὰ ἀποδώσουν μὲ τὰ κωδικὰ τοὺς 24 ἢ 27 γράμματα τίς ἔννοιες τῶν ἑλληνικῶν λέξεων -καὶ μόνον αὐτῶν.

Δεικνύει συγκριτικά, ὅτι τὰ σύμβολα τῆς φοινικικῆς γραφῆς καὶ οἱ ὀνομασίες τους («ἀλεφ»=βόδι, «μπὲθ»=καλύβα, «γκιμὲλ»=καμήλα κ.λπ.) ὄχι μόνο δὲν περικλείουν κωδικὲς ὀνομασίες, ἀλλὰ συνάπτονται ἢ παραπέμπουν σὲ πρωτόγονες ζωικὲς καταστάσεις.

γ. τὸ ἀπόσπασμα τοῦ Ἡροδότου

Ὅλοι οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες συγγραφεῖς ποὺ ἀναφέρονται στὸ Ἀλφάβητο («Γράμματα», ὅπως τὸ ἔλεγαν), τὸ θεωροῦν πανάρχαια ἑλληνικὴ ἐφεύρεσι (τοῦ Προμηθέως, τοῦ Παλαμήδου, τοῦ Λίνου κλπ.). Ἡ θεωρία τοῦ «Φοινικικοῦ» Ἀλφαβήτου πάντοτε ἐστηρίζετο καὶ στηρίζεται ἀκόμη ἀπὸ τοὺς ὑποστηρικτές της σὲ μία ἐξαίρεσι τοῦ κανόνος αὐτοῦ. Τὴν ἐξαίρεσιςη αὐτὴ ἀποτελεῖ ἕνα ἀπόσπασμα τοῦ Ἡροδότου, ποὺ ὁ ἴδιος παρουσιάζει ὡς προσωπικὴ γνώμη του («ὡς ἐμοὶ δοκέει» = ὅπως μοῦ φαίνεται…), τὴν ὁποία ἐσχημάτισε, ὅπως ἀναφέρει σὲ προηγουμένη παράγραφο, «ἀναπυνθανόμενος» (=παίρνοντας πληροφορίες ἀπὸ ἄλλους). Ἀλλά ἂς δοῦμε τὸ κείμενο τοῦ Ἡροδότου («Ἱστορία, Ἔ 58»):

«58.Οι δὲ Φοίνικες οὗτοι οἱ σὺν Κάδμω ἀπικόμενοι τῶν ἦσαν Γεφυραῖοι ἄλλα τὲ πολλὰ οἰκήσαντες ταύτην τὴν χώρην εἰσήγαγον διδασκάλια ἐς τους Ἕλληνας καὶ δὴ καὶ γράμματα, οὐκ ἐόντα πρὶν Ἕλλησι ὡς ἐμοὶ δοκέει, πρῶτα μὲν τοίσι καὶ ἅπαντες χρέωνται Φοίνικες· μετὰ δὲ χρόνου προβαίνοντος ἅμα τὴ φωνῇ μετέβαλλον καὶ τὸν ρυθμὸν τῶν γραμμάτων».

[58.Οι δὲ Φοίνικες αὐτοί, ποὺ μαζὺ μὲ τὸν Κάδμο ἀφίχθησαν, ἐκ τῶν ὁποίων καὶ οἱ Γεφυραῖοι, καὶ σὲ πολλὰ ἄλλα μέρη κατοικήσαντες τὴν χώραν αὐτὴν εἰσήγαγαν καὶ τέχνες (νέες ἢ ἄγνωστες) στοὺς Ἕλληνες καὶ μάλιστα καὶ (κάποια) γραφή, ἡ ὁποία δὲν ἦταν γνωστὴ πρὶν στοὺς Ἕλληνες, καθὼς ἐγὼ νομίζω, πρῶτα αὐτὴν τὴν γραφὴ τὴν ὁποίαν καὶ ὅλοι οἱ Φοίνικες μεταχειρίζονται· μετὰ ὅμως μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου (οἱ Φοίνικες) μετέβαλαν μαζὺ μὲ τὴ γλῶσσα (τους) καὶ τὸ εἶδος αὐτὸ τῆς γραφῆς.]

Στὸ ἀπόσπασμα αὐτὸ τὸ σημαντικώτερο εἶναι, ὅτι στὴν κρίσιμο φράσι («ἅμα τῇ φωνῇ μετέβαλλον καὶ τὸν ῥυθμὸν τῶν γραμμάτων») ἀποκαλύπτεται, ὅτι οἱ Φοίνικες-Γεφυραίοι, ποὺ πῆγαν στὴν Βοιωτία μὲ τὸν Κάδμο, ἔφεραν ἀπὸ τὴν Φοινίκη κάποια γραφή τους, ἀλλὰ καθὼς οἱ Φοίνικες ἄλλαξαν τὴν γλῶσσα τους (ἔμαθαν πιὰ δηλαδὴ τὰ Ἑλληνικὰ), ἄλλαξαν καὶ αὐτὴ τὴν γραφή τους (ἔγραφαν πιὰ δηλαδὴ μὲ τὴν ὑπάρχουσα στὴν Βοιωτία παναρχαία ἑλληνικὴ γραφή). Στὴν δήλωσι λοιπὸν αὐτὴν τοῦ Ἡροδότου οἱ μεταφραστὲς δίδουν τὸ νόημα, ὅτι οἱ ντόπιοι Ἕλληνες Βοιωτοὶ καὶ ὄχι οἱ Φοίνικες μετανάστες ἄλλαξαν τὴν δική τους γλῶσσα καὶ γραφὴ καὶ υἱοθέτησαν τὴ φοινικική!

Στὴν γενικὰ ἀσυνάρτητο αὐτὴν ἀναφορὰ στὸ Ἀλφάβητο, ὅπως διεσώθη, εἶναι προφανεῖς καὶ οἱ παρεμβάσεις-ἀλλοιώσεις ποὺ ἀκολουθοῦν στὸ κείμενο καὶ ποὺ διεπράχθησαν ἄγνωστο ἀπὸ ποιούς καὶ πότε. Ἀλλὰ ἂς δοῦμε τὴν ὕποπτο συνέχεια τοῦ κειμένου, ὅπως ἔφθασε σ’ ἐμᾶς:

«Περιοίκεον δὲ σφέας τὰ πολλὰ τῶν χώρων τοῦτον τὸν χρόνον Ἑλλήνων Ἴωνες οἱ παραλαβόντες διδαχὴ παρὰ τῶν Φοινίκων τὰ γράμματα, μεταῤῥυθμίσαντες σφέων ὀλίγα ἐχρέωντο, χρεώμενοι δὲ ἐφάτισαν, ὦσπερ καὶ τὸ δίκαιον ἔφερε εἰσαγαγόντων Φοινίκων ἐς τὴν Ἑλλάδα, Φοινίκηια κεκλῆσθαι».

[Κατοικοῦσαν δὲ πέριξ αὐτῶν (τῶν Φοινίκων) στὰ περισσότερα μέρη κατ’ ἐκεῖνο τὸν χρόνο (τοῦ Κάδμου) ἐκ τῶν Ἑλλήνων Ἴωνες, οἱ ὁποῖοι παραλαβόντες διὰ τῆς ἐπαφῆς ἢ καὶ διδασκαλίας παρὰ τῶν Φοινίκων τὴν γραφή τοὺς ἀλλάξαντες τὴν μορφὴ τῆς γραφῆς αὐτῶν oλίγα μετεχειρίζοντο. Μεταχειριζόμενοι δὲ αὐτὰ εἶπαν, καθὼς ἦταν δίκαιο, ἐπειδὴ τὰ εἰσήγαγον στὴν Ἑλλάδα Φοίνικες, νὰ ὀνομάζωνται Φοινικά.]

Ἡ ἀναφορὰ αὐτή, κατὰ τῶν Η. Τσατσόμοιρο («Δαυλὸς», τ.118), ὅτι δηλαδὴ ἐκ τῶν Ἑλλήνων οἱ Ἰωνες οἱ κατοικοῦντες πέριξ τῶν Φοινίκων παρέλαβαν τὴν Φοινικικὴ γραφὴ καὶ λίγα γράμματά της μετεχειρίζοντο, ἀφοῦ τὰ ἐτροποποίησαν, καὶ χάριν τοῦ δικαίου, ἐπειδὴ οἱ Φοίνικες τὰ εἰσήγαγον στὴ Ἑλλάδα, τὰ ὠνόμασαν Φοινικικά, ἀποτελεῖ κραυγαλέα ἀντίφασι καὶ συνεπῶς πρόκειται γιὰ πλαστὴ ὑποπαράγραφο, δῆθεν ἐπεξηγηματική, ἡ ὁποία σκοπεύει νὰ καταστήσῃ ἀβαρὴ τὴν προηγηθεῖσα πληροφορία «ἅμα τῇ φωνῇ μετέβαλλον καὶ τὸν ρυθμὸν τῶν γραμμάτων». Καὶ ὅμως ἡ «Φοινικικὴ Θεωρία» ἐθεμελιώθηκε ἐξ ὁλοκλήρου καὶ συντηρεῖται ἐπάνω στὸ θεμέλιο τῆς προφανοῦς αὐτῆς πλαστογραφίας.

Ἡ «Φοινικικὴ Θεωρία» καθιερώθη στὴν Εὐρώπη σὲ μία ἐποχὴ πού, ὅπως γράφει ὁ διαπρεπὴς σύγχρονος Ἀγγλος κλασσικὸς φιλόλογος S.G.Rembroke («The Legacy of Greece,εκδ. Oxford University Press,1984), «στοὺς Φοίνικες γενικὰ ἐδίδετο ἕνας ῥόλος ἐνδιαμέσων», ποὺ ἐξέφευγε ἀπὸ οἱανδήποτε πληροφορία τῆς ἱστορίας, ἕνας ῥόλος δηλαδὴ μεταφορέων τῆς σοφίας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ τοῦ περιουσίου λαοῦ τοῦ Ἰσραὴλ στοὺς ἀπολίτιστους λαοὺς καὶ δὴ στοὺς Ἑλληνες. Αὐτὰ βέβαια εἶναι συγχωρητέα, ἀφοῦ λέγοντας περὶ τὰ τέλη τοῦ Μεσαίωνος, ὁπότε ὁ θρησκευτικὸς φανατισμὸς καὶ ὁ σκοταδισμὸς εἶχαν φθάσει σὲ τέτοιο σημεῖο, ὥστε νὰ θέλουν τὴν κόρη τοῦ Ἀγαμέμνονος Ἰφιγένεια ὡς κόρη του Ἰεφθά, τὸν Δευκαλίωνα ὡς Νῶε, τὸν Ἀπι ὡς σύμβουλο τοῦ Ἰωσήφ, τὸν Ἀπόλλωνα, τὸν Πρίαμο, τὸν Τειρεσία καὶ τὸν Ὀρφέα ὡς διαστροφὲς τοῦ Μωυσέως, τὴν ἱστορία τῶν Ἀργοναυτῶν ὡς διάβασι τῶν Ἰσραηλιτῶν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο στὴν Παλαιστίνη καὶ ἄλλα πολλὰ παρόμοια. Αὐτὲς τίς ἐπισημάνσεις τὶς κάνει ὁ Rembroke.

Καὶ καταλήγουμε ἐμεῖς: Τότε ὁ Ἑλληνισμός, εὑρισκόμενος ἀπὸ ἄποψι ἐθνικῆς αὐτοσυνειδησίας σὲ κωματώδη πνευματικὴ κατάστασι καὶ ἀπὸ ἄποψι ἱστορικῆς αὐτογνωσίας σὲ ἀφασία, ἦταν ἐντελῶς ἀνίκανος νὰ ὑπερασπισθῇ τὴν ἱστορία του καὶ τὸν πολιτισμό του, καὶ γι’ αὐτὸ δὲν ἀντιδροῦσε καὶ δὲν μποροῦσε νὰ ἀντιδράσῃ. Σήμερα μὲ τὴν ἀνοχὴ ἢ καὶ τὴ συνηγορία μας μᾶς κάνουν τὴ γλῶσσα μας «Ἰνδοευρωπαϊκὴ», τὴν γραφή μας «φοινικικὴ», τὴν Ἀθηνᾶ μας καὶ τὸν Σωκράτη μας «μαύρους» καὶ τὸν πολιτισμό μας «ἀφρικανικό». Τώρα ἄραγε σὲ ποιά πνευματικὴ κατάστασι εὑρισκόμεθα;

Δημήτρης Λάμπρου
περιοδικὸν Δαυλὸς

Σημειώσεις

Γραμμικὴ Ἑλληνικὴ γραφὴ Α’
τῆς 5ης χιλιετίας, ποὺ εὑρέθη στὰ Γιαννιτσά.
Τί μᾶς ἔλεγαν; Ὀτι οἱ Σουμέριοι ἀνεκάλυψαν τήν γραφή;
Ἂς δοῦν τὴν ἐπιγραφὴ στὰ Γιαννιτσά.

Οἱ εἰκόνες ἀπὸ ἄρθρον τοῦ  κου Ἰωάννου Λάζαρη, περιοδικὸν Δαυλός, τεῦχος 251.

Ποιοί ἀνεκάλυψαν τήν γραφή εἴπαμε;; Οἱ Φοίνικες ἤ….; ἄρθρον Ἰ. Λάζαρη

 

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply