Ἡ ῥάτσα…

Ατελείωτε Νίκο Καζαντζάκη…ατελείωτε Ἒλληνα,άξιε απόγονε εκείνων των Ἒλληνων που δόξασαν την χώρα μας,στα πέρατα του κόσμου!
Ὀλα τα έχεις πει…όλα!!

Ἡ ῥάτσα...

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ – Η ΡΑΤΣΑ

Ἡ Κραυγὴ δὲν εἶναι δική σου. Δὲν μιλᾶς ἐσύ, μιλοῦν ἀρίφνητοι πρόγονοι μὲ τὸ στόμα σου. Δὲν πεθυμᾶς ἐσὺ· πεθυμοῦν ἀρίφνητες γενεὲς ἀπόγονοι μὲ τὴν καρδιά σου. Οἱ νεκροί σου δὲν κοίτουνται στὸ χῶμα. Γενήκαν πουλιά, δέντρα, ἀγέρας. Κάθεσαι στὸν ἴσκιο τους, θρέφεσαι μὲ τὴ σάρκα τους, ἀναπνὲς τὸ χνότο τους..

Γενήκαν ἰδέες καὶ πάθη, κι ὁρίζουν τὴ βουλή σου καὶ τὴν πράξη σου.
Oι μελλούμενες γενεὲς δὲ σαλεύουν μέσα στὸν ἀβέβαιο καιρό, μακρυὰ ἀπὸ σένα. Ζούν, ἐνεργοῦν καὶ θέλουν μέσα στὰ νεφρὰ καὶ στὴν καρδιά σου.
Τὸ πρῶτο σου χρέος πλαταίνοντας τὸ ἐγώ σου εἶναι, στὴν ἀστραπόχρονη τούτη στιγμὴ ποὺ περπατᾶς στὴ γῆ νὰ μπορέσεις νὰ ζήσεις τὴν ἀπέραντη πορεία, τὴν ὁρατὴ καὶ τὴν ἀόρατη, τοῦ ἑαυτοῦ σου.
Δὲν εἶσαι ἕνας· εἶσαι ἕνα σῶμα στρατοῦ. Μιὰ στιγμὴ κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο φωτίζεται ἕνα ἀπὸ τὰ πρόσωπά σου. Κ’ εὐτὺς σβήνει κι ἀνάβει ἄλλο, νεώτερό σου, ξοπίσω σου.

Ἡ ράτσα σου εἶναι τὸ μεγάλο σῶμα, τὸ περασμένο, τὸ τωρινὸ καὶ τὸ μελλούμενο. Ἐσὺ εἶσαι μιὰ λιγόστιγμη ἔκφραση, αὐτὴ εἶναι τὸ πρόσωπο. Ἐσὺ εἶσαι ὁ ἴσκιος, αὐτὴ τὸ κρέας.
Δὲν εἶσαι λεύτερος. Ἀόρατα μυριάδες χέρια κρατοῦν τὰ χέρια σου καὶ τὰ σαλεύουν. Ὅταν θυμώνεις, ἕνας πρόπαππος ἀφρίζει ἀπὸ τὸ στόμα σου· ὅταν ἀγαπᾶς, ἕνας πρόγονος σπηλιώτης μουγκαλιέται· ὅταν κοιμᾶσαι, ἀνοίγουν οἱ τάφοι μέσα στὴ μνήμη καὶ γιομώνει βουρκόλακες ἡ κεφαλή σου.
Ἕνας λάκκος αἷμα εἶναι ἡ κεφαλή σου, καὶ μαζώνουνται κοπάδια κοπάδια οἱ γίσκιοι τῶν πεθαμένων καὶ σὲ πίνουν νὰ ζωντανέψουν.

«Μὴ πεθάνεις γιὰ νὰ μὴ πεθάνουμε!» φωνάζουν μέσα σου οἱ νεκροί.
«Δὲν προφτάσαμε νὰ χαροῦμε τίς γυναῖκες ποὺ πεθυμήσαμε· πρόφτασε ἐσύ, κοιμήσου μαζί τους! Δὲν προφτάσαμε νὰ κάνουμε ἔργα τίς ἰδέες μας· κάμε τίς ἐσύ! Δὲν προφτάσαμε νὰ συλλάβουμε καὶ νὰ στερεώσουμε τὸ πρόσωπο τῆς ἐλπίδας μας· στερεωσὲ τὸ ἐσύ!

Τέλεψε τὸ ἔργο μας! Τέλεψε τὸ ἔργο μας! Μέρα νύκτα μπαινοβγαίνουμε στὸ κορμί σου καὶ φωνάζουμε. Ὄχι, δὲ φύγαμε, δὲν ξεκορμίσαμε ἀπὸ σένα, δὲν κατεβήκαμε στὴ γῆς. Μέσα ἀπὸ τὰ σωθικὰ σοῦ ξακολουθοῦμε τὸν ἀγῶνα. Λύτρωσέ μας!»
Δὲ φτάνει ν’ ἀκοῦς μέσα σου τὴ βουὴ τῶν προγόνων. Δὲν φτάνει νὰ τοὺς νοιώθεις νὰ παλεύουν μπροστὰ ἀπὸ τὸ κατώφλι τοῦ νοῦ σου.
Ὅλοι χύνονται νὰ πιαστοῦν ἀπὸ τὸ ζεστὸ μυαλό σου, ν’ ἀνέβουν πάλι στὸ φῶς της μέρας.
Μὰ ἐσὺ νὰ ξεδιαλέγεις. Ποιός πρόγονος νὰ γκρεμιστεῖ πίσω στὰ τάρταρα τοῦ αἱμάτου σου καὶ ποιός ν’ ἀνηφορίσει πάλι στὸ φῶς καὶ στὸ χῶμα.

Μὴ τοὺς λυπᾶσαι! Κάθου ἄγρυπνος στὴν καταβόθρα τῆς καρδιᾶς σου καὶ ξεδιάλεγε. Τοῦτος ὁ ἴσκιος, νὰ λές, εἶναι ταπεινός, σκοτεινός, σὰ ζῶο· νὰ φύγει! Τοῦτος εἶναι σιωπηλὸς καὶ φλεγόμενος, πιὸ ζωντανὸς ἀπὸ μένα· ἂς πιεῖ τὸ αἷμα μου ὅλο!

Φώτισε τὸ σκοτεινὸ αἷμα τῶν προγόνων, σύνταξε τίς κραυγές τους σὲ λόγο, καθάρισε τὴ βούλησή τους, πλάτυνε τὸ στενό τους ἀνήλεο μέτωπο· αὐτὸ εἶναι τὸ δεύτερό σου χρέος.

Γιατί δὲν εἶσαι μονάχα σκλάβος. Εὐτὺς ὡς γεννήθηκες, μιὰ νέα πιθανότητα γεννήθηκε μαζί σου, ἕνας λεύτερος σκιρτημὸς τρικυμίζει τὴ μεγάλη ζοφερὴ καρδιὰ τοῦ σογιοῦ σου.
Φέρνεις, θὲς δὲν θές, ἕνα νέο ρυθμό. Μιὰ νέα ἐπιθυμία, μιὰ νέα ἰδέα, μιὰ θλίψη καινούργια. Θὲς δὲ θές, πλουτίζεις τὸ πατρικό σου σῶμα.

Κατὰ ποὺ θὰ κινήσεις; Πῶς θ’ ἀντικρύσεις τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο, τὴν ἀρετὴ καὶ τὸ φόβο; Ὅλη ἡ γενεὰ καταφεύγει στὸ στῆθος σου καὶ ρωτάει καὶ προσδοκάει μὲ ἀγωνία.
Ἔχεις εὐθύνη. Δὲν κυβερνᾶς πιὰ μονάχα τὴ μικρὴ ἀσήμαντη ὕπαρξή σου. Εἶσαι μιὰ ζαριὰ ὅπου γιὰ μιὰ στιγμὴ παίζεται ἡ μοῖρα τοῦ σογιοῦ σου.

Κάθε σοῦ πράξη ἀντικτυπάει σὲ χιλιάδες μοῖρες. Ὡς περπατᾶς ἀνοίγεις, δημιουργὰς τὴν κοίτη ὅπου θὰ μπεῖ καὶ θὰ ὀδέψει ὁ ποταμὸς τῶν ἀπογόνων.
Ὅταν φοβᾶσαι, ὁ φόβος διακλαδώνεται σὲ ἀναρίθμητες γενεὲς κ’ ἐξευτελίζεις ἀναρίθμητες ψυχὲς μπροστὰ καὶ πίσω σου. Ὅταν ὑψώνεσαι σὲ μιὰ γενναία πράξη, ἡ ράτσα σου ὁλάκερη ὑψώνεται κι ἀνδριεύει.

«Δὲν εἶμαι ἕνας! Δὲν εἶμαι ἕνας!» Τ’ ὅραμα τοῦτο κάθε στιγμὴ νὰ σὲ καίει.
Δὲν εἶσαι ἕνα ἄθλιο λιγόστιγμο κορμὶ· πίσω ἀπὸ τὴν πήλινη ρεούμενη μάσκα σου ἕνα πρόσωπο χιλιοχρονίτικο ἐνεδρεύει. Τὰ πάθη σοῦ κ’ οἱ ἰδέες σου εἶναι πιὸ παλιὰ ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ τὸ μυαλό σου.

Τὸ σῶμα σου τὸ ἀόρατο εἶναι οἱ πεθαμένοι πρόγονοι κι οἱ ἀπόγονοι οἱ ἀγέννητοι.
Τὸ σῶμα σου τ’ ὁρατὸ εἶναι οἱ ἄνδρες, οἱ γυναῖκες, καὶ τὰ παιδιὰ ποὺ ζοῦν τῆς ἐδικῆς σου ράτσας.
Μονάχα ἐκεῖνος λυτρώθηκε ἀπὸ τὴν κόλαση τοῦ ἐγώ του ποὺ νοιώθει νὰ πεινάει, ὅταν ἕνα παιδὶ τῆς ράτσας του δὲν ἔχει νὰ φάει, καὶ νὰ σκιρτάει πασίχαρος, ὅταν ἕνας ἄνδρας καὶ μιὰ γυναῖκα τοῦ σογιοῦ του φιλιοῦνται.
Ὅλα τοῦτα εἶναι μέλη τοῦ μεγάλου ὁρατοῦ κορμιοῦ σου. Πονᾶς καὶ χαίρεσαι σκορπισμένος ὡς τὰ πέρατα τῆς Γῆς μέσα σὲ χιλιάδες ὁμοαίματα κορμιά.
Ὅπως μάχεσαι γιὰ τὸ μικρό σου σῶμα, πολέμα καὶ γιὰ τὸ μεγάλο. Πολέμα ὅλα τοῦτα τὰ κορμιά σου νὰ γίνουνε δυνατά, λιτά, πρόθυμα. Νὰ φωτιστεῖ ὁ νοῦς τους, νὰ κτυπάει ἡ καρδιά τους φλεγόμενη, γενναῖα, ἀνήσυχη.

Πὼς μπορεῖς νά ‘σαι δυνατός, φωτεινός, γενναῖος, ἂν οἱ ἀρετὲς τοῦτες δὲν τρικυμίζουν ὁλάκερο τὸ μεγάλο σου σῶμα;
Πὼς μπορεῖς νὰ σωθεῖς, ἂν δὲν σωθεῖ ὁλάκερό σου τὸ αἷμα;
Ἕνας ἀπὸ τὴν ράτσα σου νὰ χαθεῖ, σὲ συντραβάει στὸ χαμό του. Ἕνα μέλος τοῦ κορμιοῦ καὶ τοῦ νοῦ σοῦ σαπίζει.

Νὰ ζεῖς βαθειά, ὄχι σὰν ἰδέα, παρὰ ὡς σάρκα κ’ αἷμα τὴν ταυτότητα τούτη.

Εἶσαι ἕνα φύλλο στὸ μέγα δέντρο τῆς ράτσας. Νὰ νοιώθεις τὸ χῶμα ν’ ἀνεβαίνει ἀπὸ τίς σκοτεινὲς ρίζες καὶ ν’ ἀπλοκαμιέται στὰ κλαριὰ καὶ στὰ φύλλα.

Ποιός εἶναι ὁ σκοπός σου; Νὰ μάχεσαι νὰ πιαστεῖς στερεὰ ἀπὸ τὸ κλαρί, κ’ εἴτε σὰ φύλλο, εἴτε σὰν ἀνθός, εἴτε σὰν καρπός, νὰ σαλεύει μέσα σου, ν’ ἀνανεώνεται καὶ ν’ ἀναπνέει ὁλάκερο τὸ δέντρο.
Τὸ πρῶτο σου χρέος, ἐκτελῶντας τη θητεία σου στὴ ράτσα, εἶναι νὰ νοιώσεις μέσα σου ὅλους τους προγόνους.
Τὸ δεύτερο, νὰ φωτίσεις τὴν ὁρμὴ τους καὶ νὰ συνεχίσεις τὸ ἔργο τους.
Tο τρίτο σου χρέος, νὰ παραδώσεις στὸ γιὸ τὴ μεγάλη ἐντολὴ νὰ σὲ ξεπεράσει.

(Ἀπὸ τὴν ΑΣΚΗΤΙΚΗ)

ΥΓ. Ο Νίκος Καζαντζάκης (18 Φεβρουαρίου 1883 – 26 Οκτωβρίου 1957) ήταν Έλληνας μυθιστοριογράφος, ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και πολιτικός. Πιθανότατα ο σημαντικότερος αλλά και ο πιό αμφιλεγόμενος Έλληνας συγγραφέας και φιλόσοφος του 20ου αιώνα, γνωστότερος για τα έργα του Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά και Ο Τελευταίος Πειρασμός που έχουν γίνει και ταινίες.
Είναι ο περισσότερο μεταφρασμένος σύγχρονος Έλληνας συγγραφέας.

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply