«Εἴμαστε οἱ μόνοι ποὺ ἔχουμε τὸ προνόμιον νὰ λέμε τὸν οὐρανὸ «οὐρανὸ» καὶ τὴν θάλασσα «θάλασσα»…

Ὅπως τὴν ἔλεγαν ὁ Ὅμηρος καὶ ὁ Πλάτων…»

Κάπως ἔτσι κλείνει τὶς σκέψεις του ὁ Μεγάλος μας Ὀδυσσέας Ἐλύτης, λίγο μετὰ τὴν παραλαβὴ τοῦ βραβείου ΝΟΜΠΕΛ.
Βλέπετε, μία μορφὴ σὰν αὐτὸν τὸν Ἄνθρωπο, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ μὴν πολεμᾶ ἔως τὴν τελευταία του ἀνάσα γιὰ ἐλευθερία καὶ γλῶσσα…
Διότι ἡ Πατρίδα μας θὰ εἶναι ἐλεύθερη, πραγματικὰ ἐλεύθερη, ὅταν ΟΛΟΙ μας θὰ γνωρίζουμε τὴν γλῶσσα μας, τὴν ἱστορία μας καὶ δὲν θὰ ὑπάρχουμε ὑπὸ τὶς ἐντολὲς ἄλλων, ἀλλὰ θὰ ἄρχουμε στὴν σκέψιν μας καὶ στὴν ζωή μας, ἐλεύθεροι κι ἀξιοσέβαστοι!

Μακράν τοῦ σήμερα αὐτά πού σᾶς γράφω; 

Ἴσως.. Μὲ μίαν πρώτη ματιά, ἴσως.. Πολὺ μακράν..
Διότι σήμερα ἄλλα βλέπουμε καὶ βιώνουμε, ἀπὸ αὐτὰ ποὺ περιγράφω ἤ ποὺ θὰ θέλαμε νὰ ὑπάρξουν ζωντανὰ ἐντός μας καὶ γύρω μας…
Διότι διιαπιστώνουμε κάθε στιγμὴ τὴν ἐπιβεβλημένην, ἀπὸ ἐξωτερικοὺς παράγοντες, πραγματικότητα, ποὺ μᾶς σκοτεινιάζει τὴν σκέψιν καὶ μᾶς κάμπτει τὴν θέλησιν καὶ τὴν πίστη στὸ ἀποτέλεσμα…

Διότι ἀντιλαμβανόμαστε κάθε τὶ ποὺ μᾶς καθιστᾶ ὅλο καὶ περισσότερο ὑποτελεῖς…
Διότι συνειδητοποιοῦμε τὴν κάθε ὑπογραφὴ ποὺ μᾶς χώνει σὲ ὅλο καὶ πιὸ σκοτεινὲς φυλακές…
Κι ὅμως…
Ἐὰν ὁ Ἐλύτης ἀπὸ τότε ἀντιλαμβανόταν τὴν ἀξίαν κάποιων παραγόντων, ὥς βασικούς,  σήμερα πού εἶναι Ἀνάγκη, πραγματική ἀνάγκη, ὑπάρχει περίπτωσις νά μή ξεκινήσουμε ἀπό αὐτά, τά λίγα, τά μικρά ποὺ μᾶς ἀναλογοῦν;

Λίγα μαθήματα λοιπὸν ᾶπὸ τὸν μεγάλο μας ποιητὴ κι ἄνθρωπο…
Λίγα, ἔτσι γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ἀνοίξουμε ἕνα ἀκόμη παράθυρο πρὸς τὸ αὔριο.

Διότι ἐλευθερία δίχως Πατρίδα, ἱστορία καὶ γλῶσσα δὲν θὰ ὑπάρξῃ!
Διότι ὅλα αὐτὰ μαζὺ συμπληρώνουν τὴν ἀνάγκη τῆς συνειδητότητος…
Διότι γιὰ νὰ κερδίσουμε τὸ Ὅλον, πρέπει νὰ δομήσουμε τὰ ἐπὶ μέρους!

Φιλονόη.

Ας διδαχθούμε από τον Μικρό και Μέγα Ποιητή μας, Οδυσσέα Ελύτη:

«Αγαπητοί φίλοι,Περίμενα πρώτα να τελειώσουν οι επίσημες γιορτές που προβλέπει η «Εβδομάδα Νόμπελ” και ύστερα να ‘ρθω σ’ επαφή μαζί σας. Το έκανα γιατί ήθελα να νιώθω ξένιαστος και ξεκούραστος. Ξεκούραστος βέβαια δεν είμαι.

Χρειάστηκε να βάλω τα δυνατά μου για να τα βγάλω πέρα με τις απαιτήσεις της δημοσιότητας, τις συνεντεύξεις και τις τηλεοράσεις.Αλλά ένιωθα κάθε στιγμή ότι δεν εκπροσωπούσα το ταπεινό μου άτομο αλλά ολόκληρη τη χώρα μου. Κι έπρεπε να την βγάλω ασπροπρόσωπη. Δεν ξέρω αν το κατάφερα. Δεν είμαι καμωμένος για τέτοια. Για τιμές και για δόξες.

Τη ζωή μου την πέρασα κλεισμένος μέσα σε 50 τετραγωνικά (μέτρα), παλεύοντας με τη γλώσσα. Επειδή αυτό είναι στο βάθος ή ποίηση: μια πάλη συνεχής με τη γλώσσα.

Τη γλώσσα την ελληνική που είναι η πιο παλιά και η πιο πλούσια γλώσσα του κόσμου.

Ό, τι και να πει ένας ποιητής, μικρό ή μεγάλο, σημαντικό ή ασήμαντο, δεν φέρνει αποτέλεσμα, θέλω να πω δεν γίνεται ποίηση αν δεν περάσει από την κρησάρα της γλώσσας, αν δεν φτάσει στην όσο γίνεται πιο τέλεια έκφραση.

Ακόμα και οι πιο μεγάλες ιδέες, οι πιο ευγενικές, οι πιο επαναστατικές, παραμένουν σκέτα άρθρα εάν δεν καταφέρει ο τεχνίτης να ταιριάσει σωστά τα λόγια του.

Μόνον τότε μπορεί ένας στίχος να φτάσει στα χείλια των πολλών, να γίνει κτήμα τους. Μόνον τότε μπορεί να ‘ρθει και ο συνθέτης να βάλει μουσική, να γίνουν οι στίχοι τραγούδι. Και για ένα τραγούδι ζούμε, στο βάθος, όλοι μας. Το τραγούδι που λέει τους καημούς και τους πόθους του καθενός μας. Τόσο είναι αλήθεια ότι το μεγαλείο και η ταπεινοσύνη πάνε μαζί, ταιριάζουν.

Ταπεινά εργάστηκα σ’ όλη μου τη ζωή. Και η μόνη ανταμοιβή που γνώρισα πριν από τη σημερινή, ήταν ν’ ακούσω τους συμπατριώτες μου να με τραγουδούν.

Να τραγουδούν το ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ που μου χρειάστηκε τεσσάρων χρόνων μοναξιά και αδιάπτωτη προσπάθεια, για να το τελειώσω. Δεν το λέω για να περηφανευτώ. Δεν έρχομαι σήμερα για να σας κάνω τον σπουδαίο. Κανείς δεν είναι σπουδαίος από εμάς. Από εμάς, άλλος κάνει τη δουλειά του σωστά κι άλλος δεν την κάνει.

Αυτό είναι όλο.

Όμως θέλω να μάθετε, όπως το έμαθα κι εγώ στα 68 μου χρόνια: μόνον αν κάνεις σωστά τη δουλειά σου, ο κόπος δεν θα πάει χαμένος.

Ξέρω, μαντεύω, ότι πολλοί από εσάς περίμεναν άλλα πράγματα από εμένα, ζητώ συγγνώμην που δεν θα τους ικανοποιήσω. Αν είχα το ταλέντο του ομιλητή, του δάσκαλου, του ηγέτη, θα είχα ίσως αφιερωθεί στην πολιτική. Τώρα δεν είμαι παρά ένας γραφιάς που πιστεύει σε ορισμένα πράγματα. Κι αυτά τα πράγματα θέλει να τα γνωρίσει και στους άλλους, να τα βγάλει από μέσα του, να τα κάνει έργο.

Εμένα μου έλαχε ν’ αγαπήσω τον τόπο μου όπως τον αγαπάτε κι εσείς. Να τι είναι που μας ενώνει απόψε όλους εδώ πέρα. Η αγάπη μας για την Ελλάδα. Βέβαια, υπάρχουν πολλοί τρόποι ν’ αγαπά ένας λαός τη χώρα του.

Αλλά για τον ποιητή, πιστεύω, υπάρχει μόνον ένας: ν’ ανήκει σ’ ολόκληρο το λαό του.

Πάνω από τις διαιρέσεις και τις διχόνοιες, ο ποιητής να στέκει και ν’ αγαπά όλον τον λαό του, ν’ ανήκει, το ξαναλέω, σ’ όλο τον λαό του. Δεν γίνεται αλλιώς.

Η πατρίδα είναι μία. Ο καθένας στον τομέα του ας έρθει και ας κάνει κάτι, όπως αυτός το νομίζει καλύτερα.

Όμως ο πνευματικός άνθρωπος βλέπει το σύνολο. Θέλω να πιστεύω πως ίσως κι ο ξενιτεμένος, το ίδιο. Για εμάς η Ελλάδα είναι αυτές οι στεριές οι καμένες στον ήλιο κι αυτά τα γαλάζια πέλαγα με τους αφρούς των κυμάτων. Είναι οι μελαχρινές ή καστανόξανθες κοπέλες, είναι τ’ άσπρα σπιτάκια τ’ ασβεστωμένα και τα ταβερνάκια και τα τραγούδια τις νύχτες με το φεγγάρι πλάι στην ακροθαλασσιά ή κάτω από κάποιο πλατάνι.

Είναι οι πατεράδες μας κι οι παππούδες μας με το τουφέκι στο χέρι, αυτοί που λευτερώσανε την πατρίδα μας και πιο πίσω, πιο παλιά, όλοι μας οι πρόγονοι που κι αυτοί ένα μονάχα είχανε στο νου τους – όπως κι εμείς σήμερα: τον αγώνα για τη λευτεριά.

Είπε ένας Γάλλος ποιητής, ο Ρεμπώ, πως η πράξη για τον ποιητή είναι ο λόγος του.
Κι είχε δίκηο. Αυτό έκανε ο Σολωμός, που για να γράψει το αθάνατο ποίημα του “‘Ελεύθεροι Πολιορκημένοι”, έσωσε και παράδωσε στη φυλετική μας μνήμη το Μεσολόγγι και τους αγώνες του. Αυτό έκαναν ο Παλαμάς, ο Σικελιανός, ο Σεφέρης.

Στα φτωχά μου μέτρα το ίδιο πάσχισα να κάνω κι εγώ.

Πάσχισα να κλείσω μέσα στην ψυχή μου, την ψυχή όλου του ελληνικού λαού.

Να δω πόσο μοιάζανε όλοι οι αγώνες του, από την αρχαία εποχή ίσαμε σήμερα, για το δίκιο και για τη λευτεριά.

Κι αυτό θα κάνω όσα χρόνια μου δώσει ο Θεός να ζήσω. Αυτή είναι η πράξη μου. Και το γεγονός ότι έφτασαν να την αναγνωρίσουν οι ξένοι, είναι μια νίκη.

Όχι δική μου νίκη. Δική σας.

Γι’ αυτό σας ευχαριστώ. Κι αν μου το συγχωρείτε να σας δώσω μια γνώμη – ακούστε την: όσο καλά κι αν ζείτε σ’ αυτή τη φιλόξενη, την ευγενική χώρα, όσο κι αν νιώθετε καλά και στεριώνετε, και κάνετε οικογένεια – μην ξεχνάτε την πατρίδα μας, και προ παντός, τη γλώσσα μας.

Πρέπει να ‘σαστε περήφανοι, να ‘μαστε όλοι περήφανοι, εμείς και τα παιδιά μας για τη γλώσσα μας.

Είμαστε οι μόνοι σ’ ολόκληρη την Ευρώπη που έχουμε το προνόμιο να λέμε τον ουρανό “ουρανό” και τη θάλασσα “θάλασσα” όπως την έλεγαν ο Όμηρος και ο Πλάτωνας πριν δυόμισι χιλιάδες χρόνια

Δεν είναι λίγο αυτό.

Η γλώσσα δεν είναι μόνον ένα μέσον επικοινωνίας.

Κουβαλάει την ψυχή του λαού μας κι όλη του την ιστορία και όλη του την ευγένεια.

Χαίρομαι κι αυτή τη στιγμή που σας μιλάω σ’ αυτή τη γλώσσα και σας χαιρετώ, σας αποχαιρετώ μάλλον, αφού η στιγμή έφτασε να φύγω.

Όμως ένα κομμάτι της ψυχής μου σας το αφήνω μαζί μ’ ένα μεγάλο ευχαριστώ που με ακούσατε.

Μακάρι να μπορούσε να σας μείνει, να το κρατήσετε, σαν ένα μικρό φυλαχτό από την πατρίδα».

πηγή

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

3 thoughts on “«Εἴμαστε οἱ μόνοι ποὺ ἔχουμε τὸ προνόμιον νὰ λέμε τὸν οὐρανὸ «οὐρανὸ» καὶ τὴν θάλασσα «θάλασσα»…

  1. Ενα λιτο αλλα εγκαρδιο ‘ευχαριστω’ για το δακρυ που αυθορμητα εκυλησε με την αναγνωσι του μηνυματος του Ελυτη για Πατριδα και Ελληνιδα Φωνη.

Leave a Reply