Ὁ τελευταῖος τῶν Ἑλλήνων, Πλήθων ὁ Γεμιστός!!!

Πλήθων…
Ὁ μέγιστος τῶν φιλοσόφων, μετὰ τὴν καταστροφὴ τοῦ Ἕλληνος λόγου ἀπὸ κάθε ἀμόρφωτο καὶ φανατικό
Πλήθων, ὁ ἄνθρωπος ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ θέσῃ τὰ θεμέλια στὴν ἀναγέννησιν τοῦ Ἕλληνος…
Αὐτὸς ποὺ δὲν μπόρεσε, διότι τὸ σκοτάδι ἦταν βαρύτερο ἀπὸ τὸ Φῶς….

Δὲν ἤμασταν ἕτοιμοι τότε νὰ ὑποδεχθοῦμε ἕναν τέτοιον ἄντρα. 
«Χρειαζόμασταν» μερικοὺς αἰῶνες σκλαβιᾶς γιὰ νὰ συνειδητοποιήσουμε τὸ μεγαλεῖον του καὶ τὴν Ἀνάγκη του. 
Τώρα ἴσως ἐπὶ τέλους νὰ ἔφθασε ἡ μεγάλη στιγμή… Ἴσως ὄχι ἀμέσως, ἀλλὰ συντόμως…
Τὰ λάθη τοῦ παρελθόντος ἀκόμη δὲν μᾶς ἔγιναν μαθήματα… Ἀλλὰ κοντεύουν…

Ἔτσι κι ἀλλοιῶς, ὁ μόνος δρόμος γιὰ βγοῦμε ἐμπρός, εἶναι νὰ ἐπιστρέψουμε πίσω. Στὶς πραγματικὲς ἀξίες τῆς Ἑλλάδος! Ἀξίες ποὺ μόνον Ἄνθρωποι σὰν τὸν Πλήθωνα θὰ μποροῦσαν νὰ ζωντανέψουν.

Φιλονόη.

Υ.Γ. Δὲν ἀνησυχῶ… Ξέρω πὼς κι ἕνας νέος Πλήθων καταφθάνει… Ὅλα στὴν ὥρα τους!

Πλήθων Γεμιστός: Ο τελευταίος των Ελλήνων;

Γράφει ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης, από το PRESS-GR

Διαβάζοντας τυχαία ένα απόσπασμα από μια επιστολή του Πλήθωνα Γεμιστού προς τον Δεσπότη της Πελοποννήσου Θεόδωρο, που την έγραψε 38 χρόνια πριν την Άλωση της Πόλης, ένιωσα την ανάγκη να αναφερθώ στον μεγάλο αυτό άνδρα. Η εποχή του θυμίζει σε πολλά τη δική μας, όπου επικρατεί μια γενικότερη και δικαιολογημένη απαισιοδοξία και ανησυχία για το μέλλον μας.

Σε αυτήν την επιστολή γράφει: «Αν θέλεις να κάνεις αυτό που πρέπει, τότε δεν έχεις κανένα λόγο να δένεσαι με τις αποφάσεις των προγενέστερων ούτε με τα συμφέροντα του Α ή του Β. Οφείλεις να μην πάρεις υπόψη σου τίποτα άλλο εκτός από το κοινό συμφέρον… Μην ξεχνάς, πως δεν επιτρέπεται ούτε στα άτομα ούτε στους λαούς, ούτε στα κράτη να χάσουν την τελευταία τους ελπίδα. Οι δισταγμοί δεν έχουν θέση, όταν βλέπουμε μπροστά μας τον κίνδυνο. (αιεί δ΄αμβολιεργός ανήρ άτησι παλαίει)».

Ποιος ήταν ο άνδρας; Ο Πλήθων Γεώργιος Γεμιστός (1355-1452), ήταν φιλόσοφος, επαναστάτης, ριζοσπάστης πολιτικός και βαθύς μελετητής της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Όλοι έχουμε ακούσει στο σχολείο το όνομά του αλλά… ελάχιστοι για τη ζωή και το έργο του. Γεννήθηκε στη Σπάρτη και αργότερα, όταν οι ιδέες του άρχισαν να γίνονται στόχος κάποιων σκληροπυρηνικών του οικουμενικού πατριαρχείου (που εξόντωσαν τον μαθητή του Ιουβενάλιο), εγκαταστάθηκε στο Δεσποτάτο του Μυστρά.

Ένθερμος υπερασπιστής της φυσικής και πολιτισμικής συνέχειας του Ελληνισμού. Σε μια εποχή, που στο Βυζάντιο, το Έλλην ήταν ακόμη συνώνυμο του εθνικού-ειδωλολάτρη, ο Γεμιστός ανήκε στους λίγους που έλεγαν ότι είναι Έλληνες και όχι Ρωμιοί: «εσμέν Έλληνες το γένος, ως η τε φωνή και η πάτριος παιδεία μαρτυρεί». Ήταν κατά του μοναχισμού, που στην εποχή του αριθμούσε περί τις 500.000, λέγοντας: «ο άνθρωπος πρέπει να ζει με τους άλλους σαν ένα πολίτης και όχι σαν μοναχός». Τους μοναχούς τους θεωρούσε «ανόητους, που ζητούσαν την ευδαιμονία στη φτώχεια, την αγαμία, τη νηστεία, την ακαθαρσία, την αμάθεια και την αδράνεια.

«Ένα σμήνος κηφήνων που τρεφόταν από το δημόσιο ταμείο». Στην αγιοσύνη αντέτασσε το αρχαίο κάλλος. Ζητούσε την ριζική λύση του αγροτικού ζητήματος και την απελευθέρωση του αγροτικού πληθυσμού. «Η γη ανήκει σε εκείνους που την καλλιεργούν και όχι σε εκείνους που έχουν τίτλους ιδιοκτησίας». Ζητούσε την κατάργηση των μισθοφόρων και τη δημιουργία ενός εθνικού στρατού. Ο ριζοσπαστισμός του φαίνεται από το γεγονός ότι ήταν κατά της θανατικής ποινής. «Αντί να σκοτώνουν τους καταδίκους καλύτερα να τους χρησιμοποιούν στην εκτέλεση δημοσίων έργων.»

Σε ένα από τα τελευταία έργα του, κατέληγε σε μια πολιτική και κοινωνική αναδιοργάνωση, από την οποία θα προέκυπτε μια Πολιτεία βασισμένη σε μεταρρυθμισμένη εκδοχή του αρχαιοελληνικού πνεύματος, και στην οποία Πολιτεία οι άνθρωποι «κάλλιστα τε και άριστα βιώεν, και εις όσον οίον τε ευδαιμονέστατα». Μετά το θάνατό του, οι δεσπότες της Πελοποννήσου παρέδωσαν το χειρόγραφο στον εγκάθετο από τον Μωάμεθ Β τον Πορθητή της Πόλης Πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο, ο οποίος το έκαψε δημόσια, καθώς θεωρήθηκε «ειδωλολατρικό» και «σατανικό», που περιείχε υποτίθεται στις σελίδες του «τα σαπρά των Ελλήνων ληρήματα». Κάλεσε μάλιστα όσους κατέχουν αντίγραφα, να τα καταστρέψουν και αυτά.

Παρά ταύτα, έχουν σωθεί και δημοσιευτεί αρκετά αποσπάσματα του έργου αυτού. Ο Πλήθων πέθανε στη Σπάρτη ένα χρόνο πριν την άλωση. Οι περισσότεροι μαθητές του, ανάμεσα στους οποίους και ο Βησσαρίων, έφυγαν στην Ιταλία όπου συνέβαλαν σημαντικά στην λεγόμενη Αναγέννηση. Το 1465 Ιταλοί θαυμαστές του, πήραν τα οστά του και τα μετέφεραν στο Ναό των Μαλατέστα (Tempio Malatestiano) στο Ρίμινι, όπου βρίσκονται μέχρι σήμερα: «για να βρίσκεται ο μεγάλος διδάσκαλος μεταξύ ελευθέρων ανθρώπων».

Ο πιο διάσημος μαθητής του ο Βησσαρίων, δέκα χρόνια πριν την Άλωση έγραφε στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, τότε Δεσπότη Πελοποννήσου: «Απόδωσε στο λαό την ελευθερία του και τα όπλα του. Κοίταξε να του αναπτερώσεις το φρόνημά του, είναι γενναίος, δεν του λείπει μήτε η ευγένεια της ψυχής, μήτε η σωματική ρώμη. Ότι τον έκανε να ξεπέσει, ότι τον κρατά έτσι αφοπλισμένο κι αγύμναστο είναι η απηνής φορολογία, η ωμότητα των εισπρακτόρων και η κρατήσασα του γένους μαλακία τε και βλακεία…»

Βλέποντας ο Βησσαρίων τις αλλαγές στην παραγωγή που είχαν ξεκινήσει στη δυτική Ευρώπη, καλούσε τον μετέπειτα αυτοκράτορα να στείλει μαθητές στην Ιταλία για να σπουδάσουν τις νέες τεχνικές. Ταυτόχρονα περιέγραφε δε τα τεχνικά έργα που συνάντησε στη Δύση: «… και τινάς εκλεξάμενος νέους ες Ιταλίαν πέμψαι, των τεχνών μαθησαμένους, τας αναγκαίας … Ξύλα πρίζονται αυτομάτως, μύλωνες τάχιστα τε και ως ένεστιν οξύτατα κινούνται, οι τε φυσητήρες των εν χωνείαις και διακρίσεσι μετάλλων ασκοί εντεινόμενοί τε και ανιέμενοι, μηδεμιάς χειρός υπουργούσης … Την δε ποίησιν του σιδήρου, ούτω μεν ούσαν χρήσιμον, ούτω δε αναγκαίαν ανθρώποις, ως άνευ αυτού μη τα πολεμικά, μη τα ειρηνικά τε και πολιτικά δύνασθαι καλώς έχειν, ενταύθα τις αν ευχερώς καταμάθοι … Ου μην αλλά και την ναυπηγικήν, όση τε περί τας μικράς και τριήρεις, όση τε περί τας φορτηγούς και στρογγύλας καταγίνεται νήας, ων πλείστην εν Πελοποννήσω και καλλίστην έχετε ύλην … Ταύτας τέτταρας τέχνας, άριστε δέσποτα, μηχανικήν, σιδηροποιητικήν, οπλοποιητικήν και ναυπηγικήν, ως αναγκαίας τε και χρησίμους…» (Παν. Κανελλόπουλος: «Γεννήθηκα στο 1402»)

Ο Βησσαρίων περιγράφει, ως αδαής περί την Τεχνική, αλλά οξυδερκής παρατηρητής τα τεχνικά επιτεύγματα της δυτικής Ευρώπης και ομαδοποιεί τις χρήσιμες για τη βυζαντινή κοινωνία τεχνολογικές κατηγορίες, με την ελπίδα ότι είναι δυνατόν να ξεκινήσει μια εκπαιδευτική και παραγωγική αναγέννηση στον ελλαδικό χώρο, όπου το μορφωτικό επίπεδο είχε πέσει ακόμα περισσότερο και από εκείνο του 11ου αιώνα και φυσικά ήταν πολύ κατώτερο εκείνου της ύστερης Αρχαιότητας.

Την ίδια στιγμή όμως οι βυζαντινοί λόγιοι αυτής της παρακμιακής εποχής σκιαμαχούν περί αριστοτελισμού και πλατωνισμού, ενώ οι κοσμικές και εκκλησιαστικές ομάδες εξουσίας είχαν κλείσει συμμαχίες και συνεργασίες με τους επερχόμενους Οθωμανούς (Δ.Γ. Αποστολόπουλος: «Χαλίφης αυτοκράτορας- Ρωμιός πατριάρχης»).

πηγή

φωτογραφία

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

27 thoughts on “Ὁ τελευταῖος τῶν Ἑλλήνων, Πλήθων ὁ Γεμιστός!!!

  1. Θὰ ἠδύνατο νὰ εἶναι ἕνα ὡραῖον ἄρθρον Φιλονόη, ἀλλὰ δὲν εἶναι. Εἶναι βεβαίως γεγονὸς ὅτι ὁ γεώργιος γεμιστὸς ὑπῆρξεν μεγίστη μορφὴ τῶν Ἑλληγνικῶν γραμμάτων -ὅπως ἦτο ἐξ ἄλλου καὶ ὁ προδότης Βησσαρίων – ἀλλὰ ἀποτελεῖ ὕβριν ὁ χαρακτηρισμὸς του ὡς ὁ τελευταῖος τῶν Ἑλλήνων διότι ὀλίγον μετὰ τὴν ἅλωσιν ἡκολούθησε πλῆθος γιγάντων διαλαμψάντων ἐν τοῖς γράμμασιν. Τέλος, πλὴν τῶν ἄλλων ἀνοησιῶν τὸ ἄρθρον τοῦτο ἀδικεῖ καὶ τὸν Γεννάδιον Σχολάριον, ἄλλη μεγάλη ,ορφὴ καὶ αὐτὴ τῶν Ἑλληνικῶν γραμμάτων.
    Μὲ αὐτὰς τὰς ἀνοησίας Φιλονόη, Πατρὶς δὲν στηρίζεται.
    Τέλος, δὲν ἀντιλαμβάνομαι τὴν ἐλπίδα σου περὶ ἐλεύσεως ἐνὸς Πλήθωνος, διότι ἀρκετοὶ ἔχουν ἔλθει καὶ παρέλθει ἐν τω μεταξύ ἀλλὰ τὰ μυωπικά μας μάτια δὲν κατέστη δυνατὸν νὰ τοὺς ἰδοῦν. Ὅπως δὲν θὰ ἰδοῦν καὶ τὸν ἐπόμενον.

    • Δὲν μοῦ λὲς βρὲ Νικόλαε.. Αὐτός ὁ Γενάδιος δέν εἶναι πού ἦταν χριστιανός κι ὄχι Ἕλλην;
      Αὐτόν πρέπει νά τιμῶ καί νά θαυμάζω;

      • Διάβασε, μελέτησε πρῶτα τὴν βιογραφίαν του Φιλονόη, καὶ μετὰ τὸ συζητοῦμε. Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχῃς ἄποψιν μετὰ τοιαύτης παρρησίας ὅταν ἀγνοεῖς παντελῶς τὸν βλιον καὶ τὸ ἔργον του; Καὶ κάτι ἄλλο:Δὲν γνωρίζω ἄν ἦτο Χριστιανὸς ἤ ὄχι, Ὀρθόδοξος ὅμως ἦτο ὅπως ἐπίσης καὶ ὅτι ἦτο Ἕλλην.
        Μὲ αὐτὰς τὰς ἀντιλήψεις, ἐπιμένω, Πατρὶς δὲν κτίζεται.

      • Κι ἐγὼ Νικόλαε. Τὸν βίο του, καθῶς ἐπίσης καὶ τὸν βίο πολλῶν ἄλλων, τὸν καθορίζει ἡ συνολική τους θεώρησις. Ὄχι τὰ ἐπὶ μέρους. Ἐὰν λοιπὸν ἡ συνολική του θεώρησις ἦταν τοῦ χριστιανοῦ κι ὄχι τοῦ Ἕλληνος, λυπᾶμαι, δὲν θὰ πάρω.

  2. Ἐπιμένω καὶ ἐπαναλα,βάνω ὅτι ὑπὸ πλήρη ἄγνοιαν τοῦ βίου καὶ τοῦ ἔργου τοῦ ἀνδρός – ὅστις, εἰρήσθω ἐν παρόδῳ ἦτο ἐξ ἴσου Ἕλλην ὡς καὶ ἐμεῖς – ὡς καὶ περὶ τοῦ ποῖος τὸν ὤθησε διὰ ποῖον σκοπὸν καὶ ὑπὸ ποίας συνθήκας νὰ γίνῃ κληρικὸς εἰς μεγάλην σχετικῶς ἡλικίαν, τὰ ἐρωτήματά σου δὲν ἔχουν θέσιν. Ἰδοὺ λοπὸν πεδίον δόξης λαμπρὸν Φιλονόη εἰς ἔν κρίσιμον κεφάλαιον τῆς Ἑλληνικῆς ἱστορίας τὸ ὁποῖον ὀφείλεις νὰ μελετήσῃς εἰς βάθος κλείουσα τὰ ὦτα εἰς ἐμὲ πρωτίστως καὶ εἰς ἄλλους ἀνοήτους φληναφολογοῦντας πλὴν ἀδαεστάτους δευτερευόντως.

    • Κι ἐγὼ ἐπαναλαμβάνω. Γιατί κάποιος νά ἀναλώσῆ χρόνο νά μελετήσῃ κάποιον πού ἦταν πρῶτα χριστιανός καί μετά Ἕλλην; Γιά νά σπάσῃ τά νεῦρα του;

  3. «Δὲν ἀνησυχῶ… Ξέρω πὼς κι ἕνας νέος Πλήθων καταφθάνει… Ὅλα στὴν ὥρα τους!»

    Τί στοιχεῖα ἔχετε, ἀγαπητὴ Φιλονόη, ἐπ᾿ αὐτοῦ ;
    Ἡ λογοτεχνία μας τί λέγει περὶ αὐτοῦ ;

    • Ποιά λογοτεχνία; Οἱ ἄνθρωποι πού γύρω μας διαβιοῦν δέν ἔχουν νά δόσουν τίς ἀναγκαῖες λογοτεχνίες;
      Ἀπὸ ἀρχαιοτάτων ἐτῶν σὲ στιγμὲς κρίσεως (πραγματικὲς κι ὄχι εἰκονικές) ὅσοι ἀναγκαῖοι Πλήθωνες ἀπαιτοῦντο, παρουσιάζοντο.
      Κᾶτσε νὰ δῇς τὴν πραγματικὴ κρίσιν καὶ νὰ τὸ ξανασυζητήσουμε.

      • «Ποιά λογοτεχνία; Οἱ ἄνθρωποι πού γύρω μας διαβιοῦν δέν ἔχουν νά δόσουν τίς ἀναγκαῖες λογοτεχνίες;»

        Οὐχί οὕτως· ἃ γεγράφησαν, γεγράφησαν.
        Ὁ ἔχων ὦτα . . .

        «Ἀπὸ ἀρχαιοτάτων ἐτῶν σὲ στιγμὲς κρίσεως (πραγματικὲς κι ὄχι εἰκονικές) ὅσοι ἀναγκαῖοι Πλήθωνες ἀπαιτοῦντο, παρουσιάζοντο.»

        Συμφωνοῦμε ἀγαπητή μου. Λέγω ὅμως καὶ ὅτι οἱ ἀναλογικοὶ διαλογισμοὶ δὲν ἔχουν ἀποδεικτικὴν ἰσχύν (ἴδε “Λογικὴ”, Ε. Π. Παπανούτσου, ἐκδ. Δωδώνη.)

      • Οἱ ἀναλογικοὶ διαλογισμοὶ σαφῶς καὶ δὲν ἔχουν ἀποδεικτικὴν ἰσχύν.
        Ἀποδεικτικὴν ἰσχύν, βάσει τῶν ὅσων ἐμεῖς διαθέτουμε, ἔχει μόνον τὸ ἐπιχείρημα καὶ (δευτερευόντως) ἡ ἱστορία, ποὺ ὅλως …«συμπτωματικῶς» σὲ περιόδους ἀνάγκης ἐθνικῆς ἐπιβιώσεως ἐπαναλαμβάνονται τὰ γεγονότα. Αὐτὸ δὲν συνιστᾶ σαφῶς ἀπόδειξιν, ἀλλὰ ἔνδειξιν πολλῶν ἐξ ὅσων πρόκειται νὰ συμβοῦν.
        Πλησιάζουμε, κυριολεκτικῶς, στὸ σημεῖον τῆς Ἀνάγκης γιὰ Ἐθνικὴ ἐπιβίωσιν, ὁπότε κατ’ ἐπέκτασιν θὰ ἔχουμε καὶ τὶς ἀναγκαῖες ἐμφανίσεις.

      • Ὅμως ὁ Πλήθων δὲν εἰσηκούσθη παρὰ τῶν
        «γλεντοκόπων τῆς ἐξουσίας» (κατὰ Γιανναρᾶ).

      • ; Δηλαδή, συμφώνως μὲ τὰ παραπάνω λεγόμενα, θέμα ἐθνικῆς ἐπιβιώσεως τίθεται ὅταν ἀντιληφθοῦν οἱ πολλοὶ («ὁ λαουτζῖκος») ὅτι κινδυνεύουν, καὶ ὄχι ὅταν τὸ προαντιληφθοῦν οἱ σοφοί, διότι τὸ σύμπαν (ἡ τάξις) τῶν σοφῶν, ὡς καὶ τῶν σύμπαν τῶν μαγείρων, ὡς καὶ τὸ τῶν ἐξουσιαστῶν, δὲν συναποτελοῦν καθ᾿ ἑαυτὰ ἔθνος ;

      • Θὰ ἤθελα νὰ μοῦ ἀπαντήσῃς σὲ ἕνα καὶ μόνον ἐρώτημα: ποιός ὁρίζει τήν τύχη ἑνός λαοῦ;
        Ἐπακριβῶς ὅμως… ὄχι γενικολογίες.

  4. Ἅμα τῇ συνάψει τοῦ ἑπομένου, τώρα τὸ βλέπω.
    Ἴσως ἔχῃ πρόβλημα ὁ ἱστότοπος.
    —————————————————————-
    Τί συνέβη ἀδελφὴ Φιλονόη ;
    Δὲν συνεπέρανες ὅτι ξέφυγα ἀπὸ τὸ θέμα μ’ αὐτὰ τὰ σύμπαντα ποὺ ἀνέφερα ;
    Καὶ τὸ θέμα μας ἦτο ὅτι κάποιος ἄγνωστος θεὸς τῆς Ἑλλάδος ἀποστέλλει σωτῆρες ὡς σὺ καὶ ἄλλοι τὸ (ὑπο)θέτετε · οὔτε αὐτόκλητοι εἶναι οὔτε κλητοὶ ἐξ ἀνθρώπων ὅπως τότε ποὺ ἅπαντες οἱ Ἄγγλοι κατάλαβαν ὅτι κινδύνευουν, ἐκάλεσαν τὸν Τσώρτσυλ ἀπὸ τὴν ἐξορία γιὰ νὰ τοὺς σώσῃ.
    Μήπως ὅμως ὁ θεὸς τῆς Ἑλλάδος καλεῖ σωτῆρας καὶ μέσῳ ἀνθρώπων ὡς ἔκανε ὁ τῆς Ἀγγλίας ;
    «Θεὸς εἶναι, ὅ,τι θέλει κάνει» θὰ εἴπομεν εἰς ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους.
    Συνεπῶς, οὐδόλως ἐπλησιάσαμε πρὸς τὴν λύσιν τοῦ θέματος, ἤτοι, ἡ ἐμφάνισις τοιούτων ἀνθρώπων (ὁ χρόνος ἐμφανίσεώς των, τὸ εἶδος των κ.τ.τ.) ἐξακολουθεῖ νὰ παραμένῃ ἕνα θρυλικὸν καὶ ὡραῖο μυστήριον.

      • Ἐπανάληψις:
        Θὰ ἤθελα νὰ μοῦ ἀπαντήσῃς σὲ ἕνα καὶ μόνον ἐρώτημα: ποιός ὁρίζει τήν τύχη ἑνός λαοῦ;
        Ἐπακριβῶς ὅμως… ὄχι γενικολογίες.

      • Δὲν εἶχα ᾿δεῖ αὐτὸ τὸ ἐρώτημά σου.
        ———————————————————-
        Ἐὰν δὲν γενικεύσω, θὰ κάμω ἀπόδειπνο καὶ ὄρθρο ἐπὶ τοῦ πληκτροκλογίου μου.

        Πολλοὶ παράγοντες φαντάζομαι :
        Εὔκολον εἶναι νὰ εἴπωμε τὸ «ὁ ἑαυτός του».
        Εὔκολον εἶναι νὰ εἴπωμε τὸ «οἱ ἐξουσιασταί».
        Εὔκολον εἶναι νὰ εἴπωμε τὸ «πολλὲς φορὲς καὶ ἡ ἴδια ἡ τύχη».
        Εὔκολον εἶναι νὰ εἴπωμε (ἐὰν εἴμεθα Πυθαγόριοι) τὸ «ἡ Εἱμαρμένη».
        Εὔκολον εἶναι νὰ εἴπωμε (ἐὰν εἴμεθα Σημῖται) τὸ «ὁ Θεός».
        Εὔκολον εἶναι νὰ εἴπωμε τὸ «αἱ φυσικαὶ συνθῆκαι».
        Εὔκολον εἶναι νὰ εἴπωμε τὸ «ποσοστὰ καὶ συνδυασμοὶ καὶ συντριασμοὶ ὅλων τῶν παραπάνω σύν τοῖς ἄλλοις ἅτινα εἴτε δὲν τὰ γνωρίζω εἴτε τὰ ἐλησμόνησα».

        Ἐάν δε εἴμεθα μάντεις, θὰ λέγαμε (συμφωνοῦντες μὲ τὸν Καστανέντα)
        ὅτι «ὁ κόσμος μας εἶναι μία περιγραφή». Κατὰ πῶς σκέπτομαι καὶ θέλω, οὕτως καὶ τὰ πράγματα μοῦ συμβαίνουν, ἀσχέτως τοῦ τὶ συμβαίνει ἔξω ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου.

        ; Ἀλλὰ ποῖος δύναται ν᾿ ἀναλύσῃ ὅλα τοῦτα ;

        Ἴσως ὅμως ματαιοπονοῦμε καὶ τὸν χρόνον μας χάνωμε. Τὸ λογικώτερον εἶναι νὰ ὑποθέτωμε (τοὐλάχιστον περὶ τῶν ἐπιγενομένων) ὅτι νέος τις ἄνθρωπος θὰ παραχθῇ ἀπὸ τὰ ἐργαστήρια · ἄνθρωπος μὲ κρανίο δολιχὸν καὶ λοιπὰ καλά. Ἀλλά, δῶρα ὡς ἡ ἀρετή, δὲν φαίνεται νὰ ἐξέλθουν ποτὲ ἐκ τῶν ἐργαστηρίων.
        Τοῦτο λοιπὸν συμπεραίνω, τὸ ὁποῖον καὶ οι παλαιοὶ ἔλεγον :
        Ἡ συλλογικὴ ἀρετὴ ἢ ἔλλειψις αὐτῆς ἢ τὸ ποσοστὸ ὑπάρξεώς της ἐν τῷ λαῷ καθορίζει τὴν τύχην αὐτοῦ.
        ———————————————————
        Λύσε μου καὶ ᾿σὺ μία ἀπορία, Φιλονόη :
        Ὁ Νίτσε (ὅστις «δὲν ἔβλεπε εἰς πρόσωπα ἀνθρώπων») εἶπε κάτι ποὺ ἰδίως σήμερα κανεὶς δὲν το λέγει :
        «Τότε χάλασε ἡ δημοκρατία στὴν Ἀθήνα» (ἢ γεν. εἰς τοὺς Ἕλληνας – δὲν θυμᾶμαι) «ἀπὸ τότε ποὺ ἀνεμείχθη τὸ αἷμα κυρίων καὶ δούλων.»
        Ποῦ τὰ βρῆκε αὐτὸς αὐτά;

      • Εὔκολο εἶναι νὰ ἀναζητοῦμε ἀπαντήσεις στὰ δύσκολα κι ὄχι στὰ …προφανῆ.
        Ἡ ἔννοια Ἀνάγκη σοῦ λέει κάτι;

        Υ.Γ. Δὲν χάλασε μόνον τότε (ἂν καὶ πράγματι, ἔτσι εἶναι!!), ἀλλὰ ἀπὸ πολὺ παλαιότερα. Τότε ἀποτελειώθη.

      • «Εὔκολο εἶναι νὰ ἀναζητοῦμε ἀπαντήσεις στὰ δύσκολα κι ὄχι στὰ …προφανῆ.»

        Οἱ ἐγγράμματοι τὸ ἔχουν αὐτό (τὸ κακό) · συλλογίζονται περιπλόκως.

        «Ἡ ἔννοια Ἀνάγκη σοῦ λέει κάτι;»

        Αὐτό, ἐν πολλοῖς ἐμπίπτει εἰς τὸ «φυσικαὶ συνθῆκαι».
        Καὶ ἰδού ἓν ἀνακύπτον ἐρώτημα :
        ; Δηλαδἠ, ἐὰν ἔχω ὅλα τὰ ἀναγκαῖα, καὶ τὸ βράδυ, κατόπιν κοπιώδους ἀναγκαίας ἐργασίας, εὐχαριστημένος κάθομαι πάνω στα κλαδιὰ καὶ ἀπολαμβάνω τὸ κρασί μου -ὡς ἐκεῖνος ὁ θεῖος Πλάτων ἔφῃ- τότε ὀνομάζομαι ἄνθρωπος, ἢ ἄνθρωπος τοῦ λαοῦ ποὺ τὴν ἄλλη μέρα στὶς ἐκλογὲς πηγαίνη και ψηφίζη ΚΚΕ καὶ ξυριζα καὶ ἄλλους «σκοντούφληδες καὶ βλοσυρούς» ;

        «Δὲν χάλασε μόνον τότε (ἂν καὶ πράγματι, ἔτσι εἶναι!!), ἀλλὰ ἀπὸ πολὺ παλαιότερα. Τότε ἀποτελειώθη.»

        Καὶ διὰ νὰ περάσωμε εὶς . . . ὑστερογραφικὸν θέμα, σὲ έρωτῶ :
        Πότε ξεκίνησε, λοιπόν, Φιλονόη, ἡ καταστροφή τοῦ ἀνθρώπου ;
        Διότι τὸ «ἀνάγκᾳ καὶ θεοὶ πείθονται» διετυπώθη μετά καταστροφῆς (μ.κ.)
        Εἰς αὐτό νὰ μοῦ ἀπαντήσῃς · τὰ περὶ ἀνάγκης και ἐλευθερίας τὰ διαβάζω καὶ τὰ ἀκούω ἀπὸ τὸν Χρ. Γιανναρᾶ.

      • Δὲν γνωρίζω τὶς ἀπόψεις Γιανναρᾶ, ἀλλὰ γνωρίζω πὼς γιὰ καθαρὰ ἱστορικοὺς λόγους τοποθετεῖται σὲ ἐκείνην τὴν περίοδο.
        Ἐὰν ὅμως ἀνατρέξουμε κατ’ ὁλίγα χρόνια ἐνωρίτερα θὰ διαπιστώσουμε πὼς καὶ ἡ Σεισάχθεια τοῦ Σόλωνος ἦταν μέρος αὐτῆς τῆς ἀλλοιώσεως καὶ παραλλήλως βαθμίς, ποὺ ἐπεβλήθη ἐκ τῆς πτώσεως καὶ τῆς τότε σαπίλας.
        Παρ΄ ὅλα αὐτὰ οἱ ῥίζες τοῦ (πραγματικοῦ) κακοῦ εἶναι πολὺ προγενέστερες κι ἁπλῶς, καθαρὰ ἱστορικῶς, μποροῦμε νὰ ἐντοπίζουμε κάποια δείγματά της σὲ ἐκείνην τὴν περίοδο.
        Στὸ πιὸ ἁπλὸ καὶ κατανοητὸ σκηνικό, ποὺ ἀφορᾶ στὶς δικές μας ζωές, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε πὼς συντελέσαμε ἀρκούντως στὴν γενικοτέρα καταστροφή, μὲ τὸν ὀβολόν μας, ὅταν, γιὰ δικούς μας λόγους, στὸ δικό μας «σταυροδρόμι» τῆς «Ἀρετῆς καὶ τῆς Κακίας» ἐπιλέξαμε τὸν εὔκολο δρόμο.
        Σὲ συλλογικὸ ἐπίπεδον ὅμως (γιὰ τὸ ὁποῖον καὶ σήμερα συζητᾶμε) ἡ λάθος διαδρομὴ ἐπελέγη ὅταν ἡ κάθε τοπικὴ κοινωνία ἔπαψε νὰ κυττᾷ τὴν αὐτάρκειά της καὶ πέρασε στὶς ἐξαρτήσεις. Δὲν εἶναι γενικὸ ἀλλὰ πάντα τοπικό, ποὺ ὅμως σήμερα, λόγῳ τοῦ πολιτικοῦ σκηνικοῦ, τὸ ἀντιλαμβανόμεθα σὰν ἕνα καὶ μόνον γεγονός.

      • Συμφωνῶ, ναί.
        Ἄλλωστε καὶ εἰς τὸ βιβλίον «Γένεσις» περίπου τὰ ἴδια λέγονται, ἤτοι, κἄν θεός τις ἢ θεοὶ ἢ ἐξωγήινοι (κατὰ Νταίνικεν καὶ ἄλλους) -δὲν ἔχει σημασία- νὰ ἐποίσαν τὸν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσίν των, ἐκεῖνοι οἱ πρωτόπλαστοι καὶ καλοὶ λίαν, ἐλευθέρως κὰι ὄχι ἀπὸ ἀνάγκη παρεξετράπησαν, διότι εἴχαν ὅλα τὰ ἀναγκαῖα ἐκεῖ ποὺ ἐκεῖνοι τοὺς τοποθέτησαν.
        Ὅμως, ἴσως νὰ ἐβαρύνθησαν, διότι δὲν ἦσαν φιλόσοφοι ὡς εἴμεθα ἐμεῖς.
        (Ἀφήνω ποὺ ἀργότερα ἀνεμείχθησαν μὲ τοὺς ζῳανθρώπους, ὡς λέγουσί τινες.)
        Ἀλλὰ τώρα, ἐπειδὴ ἐβαρύνθη ἡ καρδία μου, ἂς τελειώσωμε τὸν λόγον.

        ΥΓ :
        Καὶ νὰ διαβάζῃς Παπαδιαμάντη ἀρχετυπικῷ τῷ τρόπῳ !

Leave a Reply to ΝικόλαοςCancel reply