«Ἀπὸ σήμερα ἀλλάζω φοῦρνο!»

Μοῦ τὸ ἔστειλε φίλη, τῆς ὁποίας κάποια φίλη τὸ δημοσίευσε. 
Δυστυχῶς μὲ τσάκισε! Καὶ εἶναι ἀληθές!!! (Ὄχι, δὲν μπορῶ νὰ ἐλέγξω τὴν ἀλήθεια τοῦ συγκεκριμένου περιστατικοῦ!!! Μπορῶ ὅμως νὰ σᾶς διαβεβαιώσω πὼς ἀνάλογα περιστατικὰ ἔχω ζήσῃ κι ἐγώ, ἀρκετὲς φορές. Ὄχι μὲ γνωστοὺς ἀπαραιτήτως.)
Ξέρετε πόσους φούρνους πρέπει νά ἀλλάξουμε λοιπόν ὅλοι μας; Ξέρετε μόνον ἀπό ποιούς ὀφείλουμε νά ἀγοράζουμε τό ψωμί μας;

Ὅσο γιὰ τὸν Γιάννη…
Ἔχω τὴν αἴσθησι πὼς αὐτὸς εἰδικῶς ἔχει καταλάβῃ πολὺ περισσότερα ἀπὸ πολλοὺς ἄλλους…

ΤΙΠΟΤΑ, ΑΠΟ ΣΗΜΕΡΑ ΑΛΛΑΖΩ ΦΟΥΡΝΟ

Παραμονή Πρωτοχρονιάς, βραδάκι, κατέβηκα να πάρω μια βασιλόπιττα από το φούρνο της γειτονιάς. 
Βγαίνοντας, έξω από την πόρτα του μαγαζιού, καθισμένο στα σκαλιά, σχεδόν κουβαριασμένο, είδα τον Γιάννη, γείτονα, πρώην βιοτέχνη και νυν άστεγο. 
Τον καλησπέρισα και προσπάθησα να ανταλλάξω δυο λόγια μαζί του. Ομολογώ, πάντως, πως ένοιωσα αμηχανία, βλέποντας τον σε πραγματικά απελπιστική κατάσταση.
– Χρόνια Πολλά, Γιάννη. Πως είσαι;
– Νηστικός και με ύπνο στο παγκάκι, πως λες να είμαι;
– Ας ελπίσουμε να αλλάξουν τα πράγματα 
– Μεγάλη γυναίκα, πιστεύεις στα θαύματα;
– Μην τα παρατάς. προσπάθησε να βρεις ένα κατάλυμα..
– Ναι και μια δουλειά… να ξαναγίνω άνθρωπος.
– Δεν εννοούσα αυτό, ο Δήμος έχει κάποιους ξενώνες
– Ξέρεις πόσοι είμαστε στον δρόμο; Κοντεύουμε να σας φτάσουμε σε αριθμό.
-Η εκκλησία μήπως;
– Εντάξει οι παπάδες μας δίνουν ένα πιάτο φαΐ, φροντίζουν για το κράτος, μην αρχίσουν και τους πεθαίνουν άνθρωποι από την πείνα!!!
– Μην είσαι άδικος, κάποιοι από αυτούς πιστεύουν σε αυτό που κάνουν. Θες να έρθεις σπίτι, να φας απόψε μαζί μας;
– Δεν θα είσαι καλά!!! Μήπως θέλεις να σας κάνω και ποδαρικό;
– Γιάννη, ως γειτόνισσα σε καλώ, άλλωστε δεν θα έχω ξένους, μόνον τον γιο μου και τα ανήψια μου.
– Πήγαινε στο σπιτάκι σου και κοίτα να το χαρείς όσο το έχεις ακόμα κι άσε με εμένα.

Βλέποντας πως δεν πρόκειται να τον μεταπείσω, τον καληνύκτισα, βάζοντας στο χέρι του κι ένα μικρό χαρτονόμισμα.
– Καλή χρονιά μου είπε. Να θυμάσαι πως για αυτούς εκεί επάνω, είμαστε μονον φύρα.

Σήμερα που κατέβηκα πάλι στο φούρνο, μετά τις ευχές, με ρώτησε ο καταστηματάρχης.
– Καλά πως μπορείς και πιάνεις κουβέντα με αυτόν τον απατεώνα;
-Ποιόν;
– Τον Γιάννη.
– Γιατί απατεώνας Ορέστη;
– Ξέρεις πόσα χρωστάει στο ΙΚΑ και στην Εφορεία; Μέχρι και τον ΦΠΑ δεν έδινε.
– Τις γαζώτριες που είχε στη δούλεψή του τις πλήρωνε;
– Ναι ο βλάκας, αφού δεν είχε δουλειά τις κρατούσε μέχρι τέλους!!! Τι να σου δώσω;
– Άσε Ορέστη, τίποτα. Από σήμερα, αλλάζω φούρνο….

Νίκη Βίκου

Δὲν εἶμαι ὑπὲρ τῆς φοροδιαφυγῆς γενικῶς, ὅταν κι ἐφ΄ ὅσον τὸ κράτος εἶναι δίκαιον καὶ ἠθικόν. Ἀντιθέτως λοιπὸν θὰ ἔλεγα. Εἶμαι ὑπὲρ τῆς φορολογήσεως, ἐὰν κι ἐφ΄ ὅσον οἱ φόροι μου στηρίζουν ἕνα κράτος ἰσοῤῥοπημένο ποὺ κυνηγᾶ τοὺς (πραγματικοὺς) ἀπατεῶνες, ποὺ τιμωρεῖ παραδειγματικῶς τοὺς (πραγματικοὺς) καταχραστὲς καὶ ποὺ δὲν ἀνέχετια τὴν (πραγματικὴ) ἀδικία.
Εἶμαι λοιπὸν ὑπὲρ τῆς πληρωμῆς φόρων, σὲ ἕνα δίκαιον κράτος,.

Ὅμως… Εἶμαι καὶ ὑπὲρ τῆς μὴ πληρωμῆς σὲ ὅσα ἀξιώνουν οἱ «κυβερνῶντες» μας, γενικῶς καὶ εἰδικῶς, ἐφ΄ ὅσον ἀποδεδειγμένα καὶ ἀδικοῦν καὶ στοχοποιοῦν καὶ ἐξαθλιώνουν τοὺς συμπολῖτες μου. Σὲ ἕνα εὐνομούμενο σύστημα, ὁ πολίτης ὀφείλει νὰ πληρώνῃ τοὺς φόρους του καὶ τὶς εἰσφορές του. 
Ἀλλὰ εὐνομούμενον. Ὄχι ληστρικό!

Γιὰ ὅσον καιρὸ λοιπὸν θὰ παραμένουν αὐτὰ τὰ κτήνη (μὲ ὁποίαν κομματικὴ μουτσούνα θὰ ἐνδύονται) στὴν «ἐξουσία» ναί, εἶμαι κατὰ τῆς κάθε εἰσφορᾶς. 
Ὁ φόρος πρέπει κι ὀφείλει νὰ εἶναι λόγος συμμετοχῆς κι ὄχι μέσον ἐξαθλιώσεως. 
Σήμερα αὐτὰ ποὺ μᾶς ἀξιώνουν εἶναι γιὰ νὰ μᾶς ἐξαθλιώσουν. Ὄχι γιὰ νὰ συμμετέχουμε. 
Ἐγὼ τοκογλύφους καὶ τράπεζες καὶ ἐκπροσώπους των δὲν ταΐζω. Ἐσεῖς ἀποφασίστε τὴν δική σας πορεία. 

Φιλονόη

φωτογραφία

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply