Τὸ Ἑλληνικὸ Μονακό.

Καὶ τὸ Μονακὸ Ἑλληνικὸ εἶναι!
Κάτι ἤξερε ὁ Ὠνάσης καὶ πῆγε νὰ τὸ ἀγοράσῃ!

Στὴν περιοχὴ τῶν Ἄλπεων ὁ Ἡρακλῆς ἔκτισε τὴν πόλι Ἡράκλειον τὸ Μοναχόν, ποὺ ἀπετέλεσε ἐνδιάμεσον σταθμὸ γιὰ τὰ καραβάνια τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.
Ἡ πόλις αὐτὴ εἶναι τὸ σημερινὸ Μονακό.

«Τὰ ἀρχαία χρόνια ὑπῆρχε ἕνα πολὺ σημαντικὸ πέρασμα ἀπὸ τὴν Ἰσπανία μέσῳ τῆς νοτίου Γαλλίας καὶ τὶς Ἄλπεις στὴν Ἰταλία. Αὐτὸ τὸ πέρασμα τὸ ἔλεγαν «ὁ δρόμος τοῦ Ἡρακλέους», γιατί ἀπὸ ἐκεῖ εἶχε γυρίσει πίσω ὅταν ἐτελείωσε τὴν δουλειὰ μὲ τὰ βόδια τοῦ Γηρυόνου.» 
Τὰ βόδια τοῦ Γηρυόνου ἦσαν στὴν Ἰσπανία.

Περιοδικὸ ἀναζήτησις

Θά μποροῦσε νά εἶναι κάτι ἄλλο πλήν ἀπό Ἑλληνικό;
Ὅλη ἡ Μεσόγειος Ἑλληνικὴ ἦταν.
Δὲν ἦταν Ἑλληνικὴ ὅμως διότι κάποιους ἄλλους ἐκτοπίσαμε καὶ τοὺς πήραμε τὸν φυσικὸ χῶρο, ἀλλὰ διότι ὅλα αὐτὰ τὰ ἐδάφη ἦσαν παρθένα, ἀκατοίκητα. Ὅπου λοιπὸν ὑπῆρχε κάποιο φυσικὸ ὀχύρωμα ἤ κάποιο εὔφορο ἔδαφος ἐμεῖς πηγαίναμε. Δὲν διώξαμε κάποιον, δὲν σκοτώσαμε κάποιον γιὰ νὰ τοῦ πάρουμε τὸν φυσικὸ χῶρο καὶ δὲν ἐκτοπίσαμε κάποιον.
Τὸ γιατὶ ἐκτοπισθήκαμε, διὰ τῆς βίας, εἶναι ἄλλη ὑπόθεσις.
Τὸ γιατὶ ἐπίσης ἐλάχιστοι, ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ σήμερα κατέχουν ὅλους αὐτοὺς τοὺς τόπους, δὲν τιμοῦν καὶ δὲν σέβονται τοὺς ἱδρυτὲς πολιτειῶν τους, ἐπίσης ἄλλη ὑπόθεσις εἶναι.

Φιλονόη.

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

6 thoughts on “Τὸ Ἑλληνικὸ Μονακό.

  1. Πότε ἐπιτέλους θὰ παύσωμεν Φιλονόη νὰ γράφωμεν ἱστορικὰς ἀνοησίας, ἀνακριβείας καὶ μυθεύματα; Εἰς βάρος πάντοτε τῆς Ἑλληνικότητος;
    Περὶ τοῦ Μονακὸ ἐν προκειμένῳ ἡ μοναδικὴ μαρτυρία περὶ τῆς ὀνομασίας καὶ τῆς Ἑλληνικότητός του ὑφίσταται εἰς ἕν σύντομον χωρίον τοῦ Στράβωνος (Γεωγραφικά , 4,6,3): «῾Ο δὲ τοῦ Μονοίκου λιμὴν ὅρμος ἐστὶν οὐ μεγάλαις οὐδὲ πολλαῖς ναυσίν, ἔχων ἱερὸν ῾Ηρακλέους Μονοίκου καλουμένου».
    Καὶ ἐφ’ ὅσον ἀναφερόμεθα εἰς τὸν Ἡρακλέα τὸν Ἀλήτην (=περιπλανώμενον) δράττομαι τῆς εὐκαιρίας νὰ ἀναφερθῶ εἰς πόλιν τὴν ὁποίαν ἵδρυσεν καὶ ἡ ὁποία ἔλαβε τὸ ὄνομά της ἐκ τῆς ἀναφερθήσης ἰδιότητός του ἄν καὶ κατὰ τὸν Διόδωρον τὸν Σικελιώτην τὸ ὄνομα προέρχςται ἀπὸ γυνὴν ὀνόματι Ἀλησία ἐκ τῆς ὁποίας ὁ Ἥρως ἐγέννησε τὸν Γαλάτην. Ἐγὼ πάντως προτιμῶ τὴν ἐκδοχὴν τοῦ Ἀλήτου. Γράφει ὁ Διόδωρος εἰς τὰ Γεωγραφικά του (4,6,3) ὅτι «τῆς Κελτικῆς τοίνυν τὸ παλαιόν, ὥς φασιν, ἐδυνάστευσεν ἐπιφανὴς ἀνήρ, ᾧ θυγάτηρ ἐγένετο τῷ μεγέθει τοῦ σώματος ὑπερφυής, τῇ δ’ εὐπρεπείᾳ πολὺ διέχουσα τῶν ἄλλων. αὕτη δὲ διά τε τὴν τοῦ σώματος ῥώμην καὶ τὴν θαυμαζομένην εὐπρέπειαν πεφρονηματισμένη παντὸς τοῦ μνηστεύοντος τὸν γάμον ἀπηρνεῖτο, νομίζουσα μηδένα τούτων ἄξιον ἑαυτῆς εἶναι. κατὰ δὲ τὴν ῾Ηρακλέους ἐπὶ Γηρυόνην στρατείαν, καταντήσαντος εἰς τὴν Κελτικὴν αὐτοῦ καὶ πόλιν ᾿Αλησίαν ἐν ταύτῃ κτίσαντος, θεασαμένη τὸν ῾Ηρακλέα καὶ θαυμάσασα τήν τε ἀρετὴν αὐτοῦ καὶ τὴν τοῦ σώματος ὑπεροχήν, προσεδέξατο τὴν ἐπιπλοκὴν μετὰ πάσης προθυμίας, συγκατανευσάντων καὶ τῶν γονέων. μιγεῖσα δὲ τῷ ῾Ηρακλεῖ ἐγέννησεν υἱὸν ὀνόματι Γαλάτην, πολὺ προέχοντα τῶν ὁμοεθνῶν ἀρετῇ τε ψυχῆς καὶ ῥώμῃ σώματος».
    Δι’ ὅσους δὲν γνωρίζουν ἡ πόλις εἶναι οἱ Παρίσιοι, ἡ πρωτεύουσα τῆς Γαλλίας, ὁ ἱστορικὸς πυρὴν τῆς ὁποίας ἐπιβιώνει εἰς τὰ Ἠλύσια πεδία ἤ Ἀλήσια πεδία κατὰ πολλοὺς, ἐκδοχὴ μὲ τὴν ὁποίαν δὲν εὑρίσκω λόγον νὰ διαφωνήσω.
    Τἐλος, ἀδυνατῶ νὰ ἀντιληφθῶ Φιλονόη τὶ νόημα ἔχουν σχόλια ὡς «Θά μποροῦσε νά εἶναι κάτι ἄλλο πλήν ἀπό Ἑλληνικό;» καὶ τὰ τοιαῦτα. Εἰς τὶ χρησιμεύουν ἐκτὸς τῆς γελοιοποιήσεώς μας; Ὅταν ἡ ἱστορικὴ ἀφήγησις τίθεται ἀψευδὴς τὶ χρείαν ἔχομεν αὐτῶν;
    Πρέπει κάποτε νὰ σοβαρευθοῦμε!

    • Αὐτὸ ποὺ ἀδυνατεῖς νὰ δῇς Νικόλαε εἶναι τὸ γεγονὸς πὼς μόλις τὸ 2% τῆς ἑλληνικῆς γραμματείας μᾶς ἐπέτρεψαν οἱ προσφιλεῖς σου χριστιανοὶ νὰ ἔχομεν σήμερα. Τὸ ὑπόλοιπο τὸ ἔκαναν προσάναμμα.

    • Σχόλιον ἐπὶ τοῦ ἄνωθι σχολίου, ἀπὸ τὸν Νικόλαο:
      Βλέπω Φιλονόη ὅτι ἀντὶ νὰ δίδῃς συγκεκριμένην ἀπάντησιν εἰς τὰ ἀνωτέρω καταφεύγεις –κακῶς – καὶ πάλιν εἰς τὴν παραμυθολογίαν. Πρωτίστως ὅμως ὀφείλω νὰ διορθώσω λάθος μου ἐν τῶ κειμένῳ τὸ ὁποῖον διέπραξα ἐκ παραδρομῆς. Γράφω λοιπὸν εἰς τὴν περιγραφὴν τοῦ Διοδώρου περὶ Ἀλησίας «Γράφει ὁ Διόδωρος εἰς τὰ Γεωγραφικά του (4,6,3)….». ἀντὶ τοῦ ὀρθοῦ «Γράφει ὁ Διόδωρος εἰς τὴν ‘Ιστορικὴν Βιβλιοθήκην’ (5,24,2……»
      Ἀποκατασταθείσης λοιπὸν τῆς ὁμαλότητος ἄς ἐπιστρέψωμεν εἰς τὸ προκείμενον.
      Εἶναι γνωστὸν ὅτι μέρος μόνον τῆς Ἑλληνικῆς Γραμματείας ὑφίσταται ἀλλὰ ποῖον τὸ μέγεθος τῆς ὑπαρχούσης εἶναι ἀμφίβολον ἐφ’ ὅσον δὲν γνωρίζομεν τὸν ἀκριβῆ ὄγκον τῶν ἀπωλεσθέντων. Λέγεις ὅτι εἶναι τὸ 2% ἀλλὰ ἐγὼ κάλλιστα δύναμαι νὰ προσθέσω ἄλλο ἔν 20% . Ἔχεις ἀποδείξεις νὰ τὸ ἀντικρούσῃς; Ὄχι. Λοιπὸν ἄς παύσωμεν ἐδῶ.
      Δεύτερον, εἰς ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν γεωγραφίαν τῶν περὶ ὧν ὁ λόγος περιοχῶν κατὰ τὴν ἀρχαιότητα, ἔχει ἐκτενῶς ἀναφερθεῖ ὁ Στράβων ὡς καὶ ὁ Διόδωρος ὁ Σικελιώτης τὰ ἔργα τῶν ὁποίων ἔχουν διασωθεῖ σχεδὸν ἐν τῷ συνόλῳ. Ἄλλαι πηγαὶ εἶναι ἔργα Λατίνων συγγραφέων μεταξὺ τῶν ὀποίων καὶ ὁ Ἰούλιος Καῖσαρ. Ἐγὼ λοιπὸν ἀπαντῶ μὲ βάσιν ὅ,τι ὑπάρχει. Ἄν κάποιο νομίζουν ὅτι ἡ ἱστορία κάλλιστα δύναται νὰ εἶναι προϊὸν ὀνειροπολήσεων ἤ φαντασιώσεων τοῦτο εἶναι δικαίωμά του, ἀλλὰ πάλιν τοῦτο δὲν εἶναι ἱστορία. Σοῦ ὑπενθυμίζω τὸν Θουκιδίδην λέγοντα (1,20,1) ὅτι «Τὰ μὲν οὖν παλαιὰ τοιαῦτα ηὗρον, χαλεπὰ ὄντα παντὶ ἑξῆς τεκμηρίῳ πιστεῦσαι. οἱ γὰρ ἄνθρωποι τὰς ἀκοὰς τῶν προγεγενημένων, καὶ ἢν ἐπιχώρια σφίσιν ᾖ, ὁμοίως ἀβασανίστως παρ’ ἀλλήλων δέχονται» Εἶναι, ἐπὶ παραδείγματι, δυνατὸν κάποιος νὰ μὲ πληροφορήσῃ ποῦ εἰς τὰ ὑπάρχοντα κείμενα γίνεται ἀναφορὰ περὶ τῆς πόλεως ‘Ἠράκλειον τὸ Μοναχόν’;
      Καὶ τέλος πολὺ θὰ ἤθελα νὰ γνωρίζω τὶ ἐννοεῖς λέγουσα «οἱ προσφολεῖς σου Χριστιανοί» διότι ἄν ἐννοεῖς τοὺς καθολικοδιαμαρτυρομενοτέτοιους, μόνον χριστιανοὶ δὲν εἶναι ἀλλὰ οὔτε καὶ προσφιλεῖς μου. Ὁπότε ἕωλον τὸ σχόλιον. Διὰ νὰ σὲ ἠσυχάσω σοῦ λέγω ὅτι αὐτοὶ οὐδὲν βιβλίον ἔκαυσαν, ἀπεναντίας τὰ ἔχουν συγκεντρώσει ΟΛΑ εἰς τὸ Βατικανόν (τὸ ὁποῖον ἀπὸ ἱδρύσεώς του τὸ 750 ἀπὸ τοὺς Λομβαρδοὺς καὶ μέχρι σήμερον ΓΕΡΜΑΝΟΚΡΑΤΕΙΤΑΙ ἀνελλιπῶς) ὅπου καὶ ὑπάρχουν μέχρι σήμερον. Τὸ πῶς ἔφθασαν ἐκεῖ ἀπὸ τὰς ὀρθοδόξους μονὰς καὶ τὰς ἑλληνικὰς ίδιωτικὰς βιβλιοθήκας μετὰ τὴν πρώτην ἅλωσιν τὸ 1204 εἶναι ἄλλη ἱστορία διὰ τὴν ὁποίαν ἔχει γραφεῖ πλῆθος βιβλίων τὰ ὁποία δύνασαι νὰ ἀναζητήσῃς. Σοῦ συνιστῶ ἐκεῖνο τοῦ Ἀγγέλλου Σακκέτου. Ἀδυνατῶ νὰ πιστεύσω ὅτι καὶ ἐσὺ διακατέχεσαι ἀπὸ τὴν ἀφέλειν νὰ πιστεύης τὰ παραμύθια περὶ καύσεως τῶν βιβλιοθηκῶν ἐξ οἱωνδήποτε, δὲν ἔχει σημασίαν ποίων.
      Τέλος, τὸ μοναδικὸν βιβλίον τὸ ὁποῖον ἐκάη ἀπὸ τὴν πλευρὰν τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ἐκεῖνο τοῦ Γεωργίου Γεμιστοῦ ἤ Πλήθωνος ἀπὸ τὸν Γεννάδιον Σχολάριον, ἀλλὰ ἡ καῦσις αὐτὴ ἦτο συμβολικὴ καὶ ὄχι πραγματικὴ διότι τὸ βιβλίον αὐτὸ συνεχῶς ἐκδιδόμενον μέχρι σήμερον ὑπάρχει ἀπὸ τὰς ἐκδόσεις ‘Ἐλεύθερη Σκέψις’. Σπουδαῖον ἔργον τὸ ὁποῖον σοῦ συνιστῶ ἀνεπιφυλάκτως.
      Σταματῶ ἐδῶ διότι ἐβαρέθην. Ὅμως δὲν θὰ παύσω νὰ ἐπαναλαμβάνω ὅτι κάποτε πρέπει νὰ παύσωμεν νὰ γελοιοποιοῦμε τὴν ἑλληνικότητα μὲ αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὰς φαντασιώσεις καὶ ὀνειροπολήματα. Ἡ ἱστορία εἶναι ἱστορία.

      • Νικόλαε, ἐννοῶ τὸ κάθε ἕνα, ὅπως τὸν Ἀρκάδιο, ποὺ χρησιμοποίησε τὸν Ἀλάριχο, ἤ ἀκόμη καὶ τὸν Ἰουστινιανὸ ποὺ ἔβαλε ταφόπλακες, παρέα μὲ τὸν ἄλλον «μέγα» Θεοδόσιο, στὴν ἐπιστήμη, τὸν ἀθλητισμό, τὴν ἐλευθερία.
        Ἀλλὰ φαντάζομαι πὼς δὲν τοὺς ἔχεις ὑπ’ ὄψιν σου.
        Εἶναι σὰν μία γνωστή μου, ἀπὸ τὴν Οὐκρανία, ποὺ οὔρλιαζε πρὸ ἡμερῶν γιὰ τὰ ψέμματα κατὰ τοῦ πατερούλη, αὐτὴ ἡ στάσις σου.

Leave a Reply to ΦιλονόηCancel reply