Τὰ παράπλευρα θύματα.

Μόλις εἶχα τελειώσῃ μὲ κάποια ὑποχρέωσί μου, ὅταν ἄκουσα κάποιαν γυναίκα νὰ οὐρλιάζῃ σπαρακτικῶς «Βοήθεια, βοήθεια, βοήθεια….»
Ὅλοι μας, κι ἐγὼ ἀλλὰ καὶ πολὺς κόσμος ἀπὸ τὴν γειτονιά μας σηκώθηκε στὸ πόδι. 
Τὸ μόνο ποὺ πρόλαβα νὰ δῶ ἦταν ἕνα ἀγροτικὸ αὐτοκίνητο ντὸ ὁποῖον προσπαθοῦσαν κάποιοι γείτονες νὰ σταματήσουν, τοὺς ὁποίους πολλαπλῶς προσπάθησε νὰ πατήσῃ ὁ ὁδηγός του, ποὺ ὅμως τελικῶς διέφυγε, διασχίζοντας ἀνάποδα κάποιον μονόδρομο. 
Ἡ ἐπομένη εἰκόνα ποὺ εἶδα ἦταν ἡ κυρία Ἄλφα πεσμένη στὴν ἄσφαλτο, ποὺ πάσχιζε νὰ σηκωθῇ, καταματωμένη. 

Τρέξαμε ὅλοι. Ἄλλος καθάριζε τὰ αἵματα τῆς γυναίκας, ἄλλος μάζευε τὰ πράγματά της, ποὺ ἦταν σκόρπια στὸ πεζοδρόμιο καὶ στὴν ἄσφαλτο, ἄλλος, γιὰ τὴν ἀκρίβεια μία περαστικὴ νοσοκοκόμα, τῆς ἔδιδε τὶς πρῶτες βοήθειες…. Μία ἀνθρώπινος κινητικότης, ἀπὸ κάθε γείτονα, ποὺ μὲ τὸν δικό του τρόπο, πάσχιζε νὰ προσφέρῃ κάποια βοήθεια στὴν μόλις κτυπημένη καὶ λεηλατημένη κυρία Ἄλφα. 

Ἡ ὁμάδα ΔΙΑΣ ἔφθασε μέσα σὲ ἐλάχιστα λεπτά, μὲ τέσσερις μηχανές, ἕνα περιπολικὸ ἐπίσης κι ἕνας ἀστυνομικὸς ἀπὸ τὸ τοπικὸ τμῆμα ἀσφαλείας. Καταθέσεις, κινητοποίησις, ἐντοπισμὸς τῶν στοιχείων τοῦ δράστου, μέσα σὲ μερικὰ λεπτά, μὲ βάσι τὸν ἀριθμὸ τοῦ αὐτοκινήτου του. 

Πήραμε τὴν γυναικούλα, τὴν πήγαμε στὸ τμῆμα τῶν πρώτων βοηθειῶν, τῆς ἔκαναν μερικὰ ῥάμματα καὶ καταλήξαμε στὸ τμῆμα ἀσφαλείας τῆς περιοχῆς μας γιὰ νὰ δώσῃ κατάθεσι. 
Κι ἐκεῖ ἦταν ποὺ κατάφερα νὰ ἡρεμήσω λίγο, μετὰ ἀπὸ τὶς τόσο ἔντονες στιγμὲς ἀγωνίας ποὺ ὅλοι μας βιώσαμε. 

Σὰν ταινία πέρασαν ἀπὸ ἐμπρός μου ὅλα αὐτὰ ποὺ ζήσαμε ἀπὸ κοινοῦ. Ὅλα. Ὁ κύρ-Κώστας ποὺ μπῆκε ἐμπρός στὸ αὐτοκίνητο γιὰ νὰ σταματήσῃ μὲ τὸ σῶμα του τὸν κλέφτη. Ὁ Χρῆστος ποὺ ἄνοιξε τὴν πόρτα τοῦ ὁδηγοῦ πρὸ κειμένου νὰ τὸν τραβήξῃ ἔξω καὶ νὰ τὸν ἐμποδίσῃ ἀπὸ τὸ νὰ διαφύγῃ. Κάποιοι ἄλλοι γείτονες, τῶν ὁποίων τὰ ὀνόματα μοῦ διαφεύγουν, ποὺ πιάστηκαν ἀπὸ τὴν καρότσα ἤ ποὺ κράταγαν τὴν καρότσα, στὴν προσπάθειά τους νὰ σταματήσουν τὸν κλέφτη. Μία μὴ συντονισμένος προσπάθεια, ποὺ ὅμως συντονίστηκε ἀπὸ τὸ ἔνστικτο τῆς ἐπιβιώσεως. Μόνον. 
Ὅλοι αὐτοί, δίχως νὰ ἔχουν προηγουμένως συνεννοηθῇ μεταξύ τους, ὁ κάθε ἕνας μόνος του, ἀλλὰ ταὐτοχρόνως ὅλοι μαζύ, πάσχιζαν νὰ σταματήσουν τὸν ἐγκληματία καὶ νὰ τοῦ ἀποκόψουν τοὺς δρόμους διαφυγῆς. 

Μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ταραχὲς ποὺ ἔχω βιώσῃ ἔως σήμερα ἦταν ἡ παραπάνω ἐμπειρία. 
Ἡ κυρία Ἄλφα γύρω στὰ ἑβδομήντα, μία γυναικούλα σὰν ὅλες αὐτὲς ποὺ ὅλοι μας γνωρίζουμε. Σὰν τὴν μάνα μας ἤ σὰν τὴν θεία μας ἤ σὰν τέλος πάντων ὁποιοδήποτε προσφιλές μας πρόσωπο. Κτύπησε δῆλα δὴ ὁ ἀλήτης στὴν καρδιὰ τῆς γειτονιᾶς μας. Κι ὅταν λέω καρδιά, δὲν ἀναφέρομαι στὸ γεωγραφικὸ κέντρο τῆς γειτονιᾶς, ἀλλὰ σὲ ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀκόμη καὶ σήμερα στηρίζουν καὶ δομοῦν τὶς κοινωνίες μας. Ἐκείνους τοὺς «περιττούς» κατὰ τοὺς κρατοῦντες, ποὺ πρέπει νὰ ἐκλείψουν, διότι ἀποτελοῦν βάρος. Ἐκείνους ποὺ ἐὰν δὲν ὑπῆρχαν, δὲν θὰ ὑπήρχαμε κι ἐμεῖς. 

Κάτι τελευταῖο πρὶν σᾶς ἀφήσω. 
Στὴν ἀσφάλεια, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς καταθέσεως, συζητοῦσα μὲ τὸν ἀστυνομικὸ ποὺ ἔφθασε ἀμέσως μετὰ τὸ ἐπεισόδιον. «Γιατί τόσο ἄμεσος ἀνταπόκρισις» τὸν ἐρώτησα ἀπορημένη. 
Κούνησε τὸ κεφάλι του μὲ ἔνα ἐλαφρὺ μειδίαμα… «Ἡλικιωμένη γυναίκα. Αὐτὸ νὰ σκέπτεσαι. Ποιός ἀπό ἐμᾶς, ὅσο ἀναίσθητος κι ἐάν εἶναι, μπορεῖ νά ἀγνοήσῃ μίαν ἡλικιωμένη γυναίκα».
Μὲ ἀναστάτωσε. Ναί, μὲ ἀναστάτωσε. 
Εὐτυχῶς, δὲν ἔχουν τελειώσῃ ὅλα, σκέφθηκα. 
Εὐτυχῶς!

Φιλονόη. 

Υ.Γ.1. Ὁ ἀλήτης ἀθίγγανος, σεσημασμένος, μὲ φάκελο. Ἡ ἐνημέρωσις ἐλήφθῃ ἀπὸ τὴν ἀσφάλεια, διότι εἴχαμε καταγράψῃ τὸν ἀριθμὸ τοῦ αὐτοκινήτου του καὶ παραλλήλως οἱ μαρτυρίες τὸν «φωτογράφισαν».  Νά πιστέψω πώς ἔχουν λυσσάξῃ κάποιοι καί δέν ξέρουν ἀπό ποῦ νά ξεκινήσουν τό πλιάτσικο; 

Υ.Γ.2. Ὁ τίτλος ἀναφέρεται στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖον πλέον μαθαίνουμε νὰ διαβιοῦμε. Τὰ παράπλευρα θύματα ὅμως εἶναι οἱ πολλοί, οἱ πάρα πολλοὶ εὐάλωτοι ἄνθρωποι τῶν κοινωνιῶ μας, ποὺ τελικῶς ἀποδυναμώνονται ὅλο καὶ περισσότερο λόγῳ τῶν ἀναγκεφάλων νομοθετημάτων.  Πῶς θά τούς προστατεύσουμε;

Υ.Γ.3. Στὴν γειτονιά μου, πρὸ ἑνὸς ἔτους περίπου, ἕνα ἀστεῖο τροχαῖο, ἔβγαλε στὸν δρόμο ὅλους σχεδὸν τοὺς γείτονες. Δίχως τραυματισμό, δίχως κραυγές, μόνον μὲ ἕνα ΜΠΑΜ. Εἶχα θυμώσῃ πολὺ ἄσχημα. Πάρα πολύ. Θεώρησα τότε πὼς καλὰ τὰ παθαίνουμε ὅλα αὐτὰ ποὺ παθαίνουμε. Τώρα ὅμως διεπίστωσα κάτι ποὺ μὲ ξάφνιασε εὐχάριστα. Ὅσοι τότε εἶχαν βγῇ στὸν δρόμο γιὰ νὰ καμαρώσουν τὶς στραπατσαρισμένες λαμαρίνες, τώρα δὲν κούνησαν οὔτε βλέφαρο. Μεταξὺ αὐτῶν, τῶν τότε, ἕνας πρώην ἀστυνομικός, μέγας κουτσομπόλης καὶ ῥουφιάνος. Τώρα ὅμως στὸν δρόμο βρέθηκαν ΜΟΝΟΝ ὅσοι νοιάζονται. Καλοὶ καὶ «κακοί». Μόνον αὐτοὶ ποὺ νοιάζονται. Λίγοι, ἀλλὰ ἄξιοι προσοχῆς καὶ θαυμασμοῦ. Αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους πλέον τοὺς νοιάζομαι, μόνον καὶ μόνον γιὰ τὸ ἐνδιαφέρον ποὺ ἔδειξαν στὸ θύμα. Ἄλλος ἔστερξε νὰ φέρῃ λίγο νερό, ἄλλος λίγο ὀξυζενέ, ἄλλος λίγο βαμβάκι. Μία γυναικούλα, πάμπτωχη, ἔφερε ἕναν δίσκο μὲ βαμβάκι καὶ νερό, μαζὺ μὲ μπόλικες χαρτοπετσέτες κι ἕνα παυσίπονο. Στενοχωριόταν ποὺ δὲν εἶχε νὰ φέρῃ κάτι ἄλλο. Τί μπορῶ λοιπόν νά πῶ γιά ὅλους αὐτούς τούς ὑπέροχους ἀνθρώπους; Καί τί μπορῶ νά πῶ γιά τά κουτσομπολίστικα ὑπανθρωπίδια πού ἐξαφανίστηκαν;

Ἡ παραπάνω φωτογραφία ἀπὸ ἐδῶ, δὲν διαφέρει καὶ πολὺ ἀπὸ τὴν εἰκόνα ποὺ ἀντικρύσαμε. 

Leave a Reply