Ἡ μάχη τῆς Πύδνας (22 Ἰουνίου 168 πχ)

     
                                                    Μηδεν δεινότερον και φοβερότερον εωρακέναι φάλαγγος Μακεδονικής.
                                                                                                          Λεύκιος Αιμίλιος Παύλος, 168 πΧ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
                Tο καλοκαίρι του 168 πΧ, ο ανταγωνισμός μεταξύ Ρώμης και Μακεδονίας είχε φθά­σει στο αποκορύφωμά του. Η σύγκρουση μεταξύ των Λατίνων και των Ελληνιστι­κών κρατών, ήταν αναπόφευκτη από την πρώτη στιγμή που ο Ρωμαϊκός αετός τέντωσε φιλόδοξα τα φτερά του. Στην προσπάθειά του να φθάση πέρα από τα περιορισμένα φυ­σικά σύνορα του μικρού Λάτιου, η νέα αυτοκρατορία ήταν φυσικό να έλθη σε σύγκρου­­ση με την πάμπλουτη Καρχηδόνα της Αφρικής καθώς και τα μεγάλα και εύπορα κράτη που προήλθαν από την διάσπαση του τεράστιου Οικουμε­νι­κού Αλεξανδρινού κράτους της Ανατολής. Κάθε ένα από αυτά τα Ελληνιστικά βασίλεια-μέλη της αυτο­κρα­το­ρίας του Αλεξάνδρου του Γ΄ του Αργεάδη του μεγαλύτερου Μεγάλου της ιστορίας, παρά την ηλικία τους και την φθορά από τις αέναες μεταξύ τους και με τους άλλους Έλληνες συγκρούσεις, ήταν ένας πολύ υπολογίσιμος αντίπαλος. Όμως οι μεταξύ των Ελλήνων πόλεμοι και διαφορές για μιά ακόμη φορά θα ήταν το καταλυτικό στοι­χείο που μακροπρόθεσμα λειτούργησε υπέρ των Ρωμαίων…
                Oι Έλληνες ηγεμόνες διείδαν τον από δυσμάς κίνδυνο σχετικά νωρίς. O]βασιλιάς της Ηπείρου Πύρρος έκανε την αρχή και πολέμησε τους Ρωμαίους στην Ιταλική χερσό­νησο, και ο Φίλιππος ο Ε’ συμμάχησε με τον Αννίβα τον Καρχηδόνιο εναντίον των Ρωμαίων στον λεγόμενο πρώτο μακεδονικό πόλεμο το 215 πΧ. Τα αποτελέσματα όμως και των δύο εκστρατειών ακυρώθηκαν από τις μεταξύ των Ελλήνων αντιζηλίες. Ο δεύτερος μακε­δονικός πόλεμος δεκα πέντε χρόνια μετά, κατέληξε σε ήττα του Φιλίππου στις Κυνός Κεφαλές τον Ιούνιο του 197 πΧ. Η Ελληνορωμαϊκή σύγκρουση συνεχίσθηκε το 172 πΧ με τον τρίτο μακεδονικό πόλεμο, με πρωτοβουλία των Ρωμαίων αυτή την φορά. Ο γιός του Φιλίππου, Περσεύς στα πρώτα χρόνια του πολέμου κατάφερε να αντιμετωπί­σει με επιτυχία τρείς υπάτους που η Ρώμη έστειλε εναντίον του. Έτσι το 168 πΧ, η Σύγκλητος εξέλεξε ύπατο τον ικανότατο στρατηγό και βετεράνο των πολέμων κατά των Γερμανικών και Γαλατικών φύλων, Λεύκιο Αιμίλιο Παύλο. Αυτός μαζί με τον στρατηγό Λεύκιο Ποστούμιο Αλβίνο οδήγησε πάλι τα στρατεύματα της Ρώμης στο Ελληνικό έδαφος. Εκεί, αφού έκανε μία ψύχραιμη εκτίμηση της καταστάσεως και μετά από μιά σειρά στρατιωτικών και πολιτικών ελιγμών, έφερε για πρώτη φορά Ρωμαϊκά στρατεύματα σε μακεδονικό έδαφος, πρώτα έξω από το Δίον και στην συνέχεια καθώς ο Περσέας υποχώρησε για να αποφύγη την κύκλωση από άλλο Ρωμαϊκό σώμα, στην περιοχή κοντά στην σημερινή Κατερίνη. Η σκηνή είχε στηθεί για την τελική φάση του δράματος…
ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ
                Έτσι βρέθηκαν αντιμέτωποι το ζεστό εκείνο πρωϊνό του Ιουνίου στην όμορφη κοιλάδα της Μακεδονίας ανάμεσα από τα δύο ποτάμια τον Αίσωνα και τον Λεύκο, οι στρατοί των δύο αυτοκρατοριών. Στην βόρεια όχθη του Λεύκου, ήταν ο Περσεύς με τον στρατό του. Στα δεξιά της παρατάξεως ήταν, όπως απαιτούσε η παράδοση, το βαρύ ιππικό και δίπλα του οι Οδρύσες σύμμαχοι ιππείς υπό τον βασιλιά τους Κότυ. Λίγο πιό αριστερά οι γραμμές του πεζικού, όπου υπήρχαν μαζύ με τους Μακε­δό­νες υπασπιστές και τους άλλους Έλληνες συμμάχους του Περσέα, οι κατάξανθοι Γαλάτες μισθοφόροι. Στην άλλη άκρη ήταν το Άγημα των Μακεδόνων και οι άγριοι Θράκες οπλισμένοι με την ρομφαία, ένα όπλο σαν πλατύ δρεπάνι που αν κάποιος το χειριζόταν με δύναμη και δεξιότητα, μπορούσε να αποκεφαλίση με ένα κτύπημα τον αντίπαλο.

                Και στο κέντρο είχε ήδη λάβει θέσεις το άνθος του Μακεδονικού στρατού, οι πυκνές τάξεις των πεζεταίρων οπλισμένες με την εξάμετρη σάρισα, το ίδιο όπλο των προ­πά­πων τους που πριν διακόσια τόσα χρόνια με αρχηγό τον Αλέξανδρο ξεκίνησαν την εκστρατεία για την κατάλυση του κολοσιαίου κράτους των Αχαιμενιδών. Παραταγμένοι όπως και τότε σε βάθος δέκα έξι ζυγών σχημάτιζαν την φοβερή Μακεδονική Φάλαγγα. Εικοσι μία χιλιάδες ήταν σύνολο οι σαρισοφόροι, δέκα χιλιάδες πεντακόσιοι Χαλκά­σπι­δεςκαι άλλοι τόσοι οι επίλεκτοι Αργυράσπιδες. Επικεφαλής των Μακεδόνων ήταν ο βασιλιάς Περσεύς, που είχε αναλάβει προσωπικά την ηγεσία του ιππικού στην δεξιά πτέρυγα.
                Από την νότια όχθη φαινόντουσαν οι Ρωμαίοι να παίρνουν τις θέσεις τους στον στενό χώρο μεταξύ του Ολόκρου όρους και του ποταμού. Απέναντι στο εχθρικό ιππικό, στα αριστερά τους, τάχθηκε το δικό τους βαρύ Ρωμαϊκό και Ιταλικό ιππικό μαζύ με τους Αφρικανούς συμμάχους, τους Νουμιδούς. Πιό πίσω οι Έλληνες πελταστές με τις μα­κρυές λόγχες, οι οπλίτες της Αχαϊκής συμπολιτείας που κατά την παλαιά ελληνική συνήθεια που καταδικάζαν όλοι αλλά και όλοι εφάρμοζαν, συμμάχησαν με τους αλλοεθνείς εναντίον των άλλων Ελλήνων. Στην δεξιά πτέρυγα τοποθετήθηκαν οι πολυάριθμοι Ιταλοί σύμμαχοι Λουκανοί, Βρούττιοι, Καμπανοί, Σάμνιοι και άλλοι, σε δύο ξεχωριστά σώματα, κάτι παραπάνω από δώδεκα χιλιάδες πολεμιστές. Στο ίδιο μέρος τοποθετήθηκαν και οι είκοσι δύο πολεμικοί ελέφαντες την χρησιμότητα των οποίων είχαν μάθει οι Ρωμαίοι με οδυνηρό τρόπο από τον Πύρρο. Λίγο πιό πίσω σαν στήριγμα, είχαν μπεί οι άλλοι Έλληνες, οι ελαφροί οπλίτες από την Πέργαμο που τόσο πολύτιμοι είχαν φανεί στους Ρωμαίους όταν κατήγαγαν την μεγάλη νίκη εναντίον του Σελευκίδη Αντιόχου του Γ’ στην Μαγνησία το 191 πΧ.
                Στο κέντρο της παρατάξεως είχε τοποθετηθεί το βαρύ πεζικό των Ρωμαίων, περισσότεροι από δέκα χιλιάδες πειθαρχημένοι και καλοεκπαιδευμένοι λεγεωνάριοι, σε δύο

ξεχωριστές λεγεώνες. Από την θέση του Περσέα ξεχώριζαν οι κοόρτεις με τις βαρειές τετράγωνες ασπίδες (scutum), μπροστά οι πρίγκηπες (principes), μετά οι άστατοι (hastatii) και οι βετεράνοι τριάριοι (triarii) στο τέλος, να παίρνουν την χαρακτηριστική «πεσσοειδή διάταξη» ή «αβάκιον», ανάλογη δηλαδή με τον τρόπο που είναι τοποθετημένα τα τετράγωνα της σκακιέρας. Και σε μικρή απόσταση μπροστά από τους λεγεωνάριους άρχισαν ήδη να αναπτύσσονται σε αραιή διάταξη οι βελίτες, τα ελαφρά στοιχεία της Λεγεώνας που με βροχή ακοντίων μεριμνούσαν για την φθορά του εχθρού πρίν αυτός έλθη σε επαφή με το κύριο σώμα. Αρχηγός των Ρωμαίων ήταν όπως είδαμε, ο ύπατος Λεύκιος Αιμίλιος Παύλος, έμπειρος στρατιωτικός, μορφωμένος και ελληνο­μα­θής άνδρας και θαυμαστής του ελληνικού πνεύματος.

Η ΕΦΟΔΟΣ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ

Η μέρα είχε προχωρήση αρκετά και κανένας από τους αντίπαλους δεν έκανε το πρώ­το βήμα. Οι Ρωμαίοι έβλεπαν οτι η διάβαση του ποταμού μπροστά στους Μακεδό­νες ειδικά τώρα που δεν είχαν την αριθμητική υπεροχή, ήταν μιά επικίνδυνη υπόθεση. Ο Περσέας από την άλλη, έβλεπε τα πλεονεκτήματα της θέσεώς του και δεν ήθελε να την εγκαταλείψει εύκολα για να διακινδυνεύση επίθεση. Έτσι, και οι δύο στρατοί λίγο πρίν το μεσημέρι κουρασμένοι από την ζέστη, άρχισαν να αποσύ­ρονται από το πεδίο και να καταφεύγουν στην ασφάλεια των στρατοπέδων τους λίγο πιό πίσω.
                Όμως τότε συνέβη ένα γεγονός που οι ιστορικοί δεν κατάφεραν έως τώρα να ξεκα­θα­ρί­σουν από­λυτα, κάτι που ερέθισε τους τραχείς Θράκες. Ένα επει­σό­διο μεταξύ στρατιωτών άραγε, ή ένας «αχάλινος ίππος» που έφυγε από την μία μεριά του ποτα­μού και πέρασε στην άλλη; Κανένας δεν θα μάθει ποτέ. Αυτό που έγινε όμως έκανε τους Θράκες πολεμιστές να περάσουν το ποτάμι χωρίς διαταγή και να πέσουν ορμητικοί στα σώματα των Ιταλών απέναντί τους. (πηγή)
Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply