Λίγους μῆνες πρὶν τὴν «ἀναχώρησι» τῆς Ἀντιγόνης Βαλάκου. (ἐπανάληψις)

Λίγους μῆνες πρὶν τὴν ἔξοδο, μιλήσαμε στὸ τηλέφωνο. Ἤξερα.

Εἶχα γράψει ἕνα θεατρικὸ . Γιὰ κείνην. Τῆς τὸ εἶπα.

Οἱ τελευταῖες της λέξεις «ΔΕ ΝΟΜΙΖΩ».
«Θὰ περιμένω» ἐπέμεινα.

Γέλασε. «Ἀλλοιῶς θὰ σκίσω τὸ ἔργο».
«Ὄχι , δὲν θέλω νὰ σκίζῃς τίποτα ἂπ’ ὅ,τι γράφεις. Μ’ ἀρέσουν.»
«Τότε θὰ περιμένω» ξανὰ ἐπέμεινα.

ΞΑΝΑΓΕΛΑΣΕ .
«Εἶσαι μπὶτ μουρλὴ. Μὴ τὸ πετάξῃς…». Παυσούλα κι ὕστερα μὲ φωνούλα ποὺ ὅλο καὶ χαμήλωνε «Ξέρεις …ἦταν καλὰ πάντα. Στὸ Μεγανήσι, στὸ πλατῶ …δὲν ἦταν;»
Γιὰ τὰ καλοκαίρια στὸ Μεγανήσι μιλοῦσε, γιὰ τὰ γυρίσματά μας ἐδῶ…

Τὴν ἐγνώρισα τὸ 74. Γιὰ ἐμένα δὲν ἦταν μόνο Ἡ ἠθοποιὸς.
Ἦταν ἡ φίλη.
Ἐκράτησε τὸν υἱό μου μωρὸ στὰ χέρια της καὶ εἶπε κυττῶντας τὸν σκεπτικὰ εἶπε: «ΠΟΣΟ ΔΥΣΚΟΛΑ ΜΕΓΑΛΩΝΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Τὰ ζῶα ἀπὸ τὴν πρώτη ὥρα στέκονται στὰ πόιδα τους, Ο ΑΝΘΩΠΟΣ ΠΑΛΕΥΕΙ ΧΡΟΝΙΑ…»
Κι ὕστερα ἐσήκωσε ἐκεῖνο τὸ διφορούμενο γαλανὸ βλέμμα καὶ κυττώντας με ᾡλοκλήρωσε τὴν φράσι της «…καὶ ἂν τὰ καταφέρῃ…» Ἐσκάσαμε στὰ γέλια κι ἐκείνη μαζύ. Τὸ ἀδυσώπητο χιοῦμορ της. Σπάνο ἔιδος.

Μὲ ἐμάλλωνε στὰ πένθη μου. «…θάῤῥος στὸν θάνατο, τὰ κλάμματα μιζερεύουν τὸ μεγαλεῖο του.»

Ὅταν τῆς ἐζήτησα νὰ παίξῃ στὸ «Περὶ ἀνέμων», μού ‘κανε τὴν ζωὴ κόλασι. Ὀντισιόν. «Πρῶτα νὰ διαβάσω τί σκαρώνεις!»
Ἔγραψα – ἡ σειρὰ ἦταν ἤδη στὸν δεύτερο χρόνο, τῆς ἄρεσε, ἀλλὰ γιὰ κανέναν δὲν χαρίζεται ὅταν πρόκειται γιὰ ῥόλο. Ἔστειλα κείμενο, περιλήψεις, διαλόγους, σχεδιασμὸ χαρακτῆρος, ἐξέλιξι πλοκῆς, ἡ ψυχή μου βγῆκε.
Σὰν μαθήτρια . Περίμενα τὴν ἀπόφασί της τρώγοντας τὰ νύχια μου .

Τὴν ἤξερα καλά. Ἄλλο οἱ διακοπὲς στοῦ Μπεκοπούλου, ἄλλο τὰ βράδυα στῆς Μίνας τὴν ταράτσα, ἄλλο μαζευόμεθα στὴν βεράντα νὰ ποῦμε χαζὰ κι ἄλλο τί θὰ ὑποδυθῇ. Ἐκεῖ δὲν χαρίζετο στὸν θεό.

Ἐδιάβασέ, μοῦ ἐτηλεφώνησε. Στεγνή. «Τελικῶς τὸ κυρίως τάλαντό σου εἶναι τὸ γράψιμο. Θὰ τὸ κάνω…»
«Ἀντιγόνη…»
«Νὰ φᾷς ἕνα παγώνι», ἡ ἀπάντησις, τὸ δικό μας ἀστεῖο, τὸ βραχνό της γέλιο.

Καὶ ἐγεννήθη ἡ Ντορίνα Μαλπιέρι .

Δὲ ἐχόρταινα νὰ τὴν βλέπω .

Στὰ γυρίσματα, στὴν ὀθόνη μετά. Τόσο ἄμεση, ποὺ τὰ σύγχρονα ξεφτέρια τῶν καναλιῶν, ποὺ τρώγονταν γιὰ Ἀμερικάνικες καὶ καλὰ ἑρμηνεῖες στὴν τουβούλα, τὰ ἔχαναν. Ἡ Ἀντιγόνη Βαλάκου τοῦ Θεάτρου τοὺς ἔβαζε τὰ γυαλιὰ μὲ συγχρόνους κινηματογραφικοὺς κώδικες.Ὕστερα καὶ μία τηλεταινία. «Ξένος Ἀνάμεσά μας». Ἐνθουσιασμένη!
Δὲν προεβλήθη ποτέ.
Ἀπὸ τὸν ΑΝΤ1. Ἄγνωστο γιατί.

Τὸ τηλέφωνο ἐκτύπησε νύκτα. Ὁ Κοραής. Τὸ μαντάτο.

Σήμερα βγῆκα ἀπὸ τὸ γραφεῖο μου . Ἐδιάβαζα . Μοῦ λείπει. ΄Ὅπως σὲ ὅλους ποὺ τὴν ἐθαύμασαν, τὴν ἀγάπησαν, τὴ ἐμίσησαν.
Ἐκείνη τὴν μοναδική.
Τὴν Ἀντιγόνη Βαλάκου.
Τὸ ἄρωμα τοῦ θεάτρου. Τὴν ἄνοιξι τοῦ θεάτρου.
Τώρα μπῆκε χειμώνας. Καὶ θὰ κρατήσῃ.

Δὲν μιζερεύω μὲ κλάμματα, ὅπως εἶπε. Μὰ θρηνῶ βουβὰ τὸ φῶς της ποὺ ἐχάθη…

Κάκια Ἰγερινοῦ

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply