Μάσκες, περσόνες καὶ ὑποκριτές.

(Τετράδια Συνεργείου)

Ὑπάρχουν τρία εἴδη ἠθοποιῶν: Οἱ κακοί, οἱ καλοὶ καὶ οἱ συγκλονιστικοί.

Εἶναι πολὺ εὔκολο νὰ τοὺς διακρίνεις.

Οἱ κακοὶ ἠθοποιοὶ χρησιμοποιοῦν μόνον ὅ,τι ὑπάρχει ἀπὸ τὸ λαιμὸ καὶ ἐπάνω.

«Παίζουν» μόνο μὲ τὸ πρόσωπό τους καὶ μὲ τὴν φωνή τους.

Κάνουν γκριμάτσες, γουρλώνουν τὰ μάτια τους, σουφρώνουν τὰ χείλη, σηκώνουν τὰ φρύδια, συνοφρυώνονται, κλαῖνε, ῥουθουνίζουν καὶ ἀπαγγέλλουν.

Οἱ καλοὶ ἠθοποιοὶ «παίζουν» μὲ ὁλόκληρο τὸ σῶμα τους.

Ἔχουν χέρια καὶ δάκτυλα, πλάτη καὶ κοιλιά, γεννητικὰ ὄργανα καὶ ὀπίσθια, πόδια καὶ πατοῦσες. Ἡ φωνή τους εἶναι χρωματισμένη σωστά, τονισμένη σωστά, ἀρθρωμένη σωστά.

Οἱ συγκλονιστικοὶ ἠθοποιοὶ «παίζουν» μὲ τὸν χῶρο καὶ τὸν χρόνο ποὺ τοὺς περιβάλλει.

Τὸ σῶμα τους, ὁλόκληρο τὸ σῶμα τους, κάθε τους κίνηση, δὲν ἔχει σκοπὸ νὰ ἐπιδείξει τὶς ὑποκριτικὲς ἱκανότητες τοῦ ὑποκειμένου. Τὸ σῶμα τους χειραγωγεῖ τὸν χωροχρόνο, τὸν ἐξουσιάζει. Ἡ φωνή τους ὑποδηλώνει τὸ σημαινόμενο χάριν στὰ κενά, στὶς σιωπές, ποὺ ὑπάρχουν ἀνάμεσα σὲ κάθε φράση.

Ὁ συγκλονιστικὸς ἠθοποιὸς σταματάει νὰ κινεῖται, σταματάει νὰ μιλάει, καὶ ὅλος ὁ κόσμος σταματάει νὰ ἀναπνέει, περιμένοντας τὴν ἑπομένη κινήση-λέξη, γιὰ νὰ ὑπάρξει.

Θὰ μπορούσαμε νὰ τὸ περιγράψουμε καὶ ἀλλιῶς:

Ὁ κακὸς ἠθοποιὸς παίζει.

Ὁ καλὸς ἠθοποιὸς ὑποκρίνεται.

Ὁ συγκλονιστικὸς ἠθοποιὸς γίνεται.

Ὑπάρχει μιὰ κατ’ ἐπίφαση παράνοια σὲ κάθε συγκλονιστικὸ ἠθοποιὸ (καὶ κατ” ἐπέκταση σὲ κάθε καλλιτέχνη). Δὲν ἀρκεῖ νὰ δείξει ὅτι διψάει οὔτε νὰ πιστέψει ὅτι διψάει. Πρέπει νὰ διψάσει. Πάνω στὴν σκηνὴ (ἢ μπροστὰ στὶς κάμερες) δὲν εἶναι ὁ ἐαυτός του, εἶναι ἡ περσόνα του.

Ἡ λέξη «περσόνα», στὴν ἀρχική της σημασία, στὴν Ἀρχαία Ῥώμη, σήμαινε: Θεατρικὸ προσωπεῖο. Οἱ Ῥωμαῖοι κατέκτησαν στρατιωτικὰ τὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα, ἀλλὰ κατακτήθηκαν πολιτισμικὰ ἀπὸ αὐτήν. Προσωπεῖα φοροῦσαν οἱ ἠθοποιοὶ στὶς ἑλληνικὲς τραγωδίες. Ὁ Ὑποκριτὴς δὲν εἶχε πρόσωπο. Εἶχε μόνο σῶμα καὶ φωνή. Εἶχε τὸν χῶρο καὶ τὸν χρόνο, ἀλλὰ πάντα φοροῦσε μάσκα.

Τὸ πόσο δύσκολο εἶναι νὰ ἀποχωριστεῖς τὸ πρόσωπό σου μπορεῖς νὰ τὸ καταλάβεις μόνον ἂν φορέσεις μιὰν οὐδέτερη μάσκα, μιὰν κενὴ μάσκα.

Αὐτὴ εἶναι μιὰ μάσκα χωρὶς χαρακτηριστικά. Ἕνα λευκὸ -συνήθως- προσωπεῖο.

Τὸ πρόσωπό σου ἐκμηδενίζεται κι ἐσὺ πρέπει νὰ ἐκδηλώσεις τὴν θλίψη σου, τὴ χαρά, τὴν ἀπόγνωση, τὸν τρόμο, τὴν ἔκπληξη, τὸν θυμό, τὴν ἡδονή, τὸ πάθος, μὲ τὸ ὑπόλοιπο σῶμα σου, μὲ τὸν ὑπόλοιπο χῶρο, μὲ τὰ κενὰ μεσοδιαστήματα.

Μπορεῖ νά ὑπάρχει ἔνας ἄνθρωπος χωρίς πρόσωπο; Βεβαίως…

Ἀρκεῖ νὰ παρακολουθήσετε μιὰν (ὁποιαδήποτε) ταινία τοῦ πιὸ τραγικοῦ ἥρωα στὸν βουβὸ κινηματογράφο, τοῦ Μπάστερ Κῆτον.

Ὁ Κῆτον φοράει πάντα μιὰν οὐδέτερη μάσκα. Ποτὲ δὲν θὰ τὸν δεῖτε νὰ χαμογελάει, νὰ συνοφρυώνεται, νὰ κλαίει. Ὁ κόσμος καταρρέει γύρω του, σπίτια πέφτουν ἐπάνω του, τραῖνα συγκρούονται, ἡ ἀγαπημένη του τὸν ἐγκαταλείπει κι ἐκεῖνος συνεχίζει νὰ φοράει τὸ προσωπεῖο τοῦ παλιάτσου. Καὶ δεν ὑπάρχει πιὸ θλιμμένο προσωπεῖο ἀπὸ ἐκεῖνο τοῦ κλόουν, τοῦ τζόκερ, τοῦ γελωτοποιοῦ.

Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὁ ἐφευρέτης τῆς ἀντιτραγωδίας, ὁ μεγαλοφυὴς Μπέκετ, ἐπέλεξε τὸν γερασμένο Κῆτον γιὰ μιὰ ταινία μικροῦ μήκους, ὅπου τὸ πρόσωπο τοῦ «ἤρωα», ἐμφανίζεται μόνο στὸ τελευταῖο καρέ.

– Διάλειμμα για ταινία


Ὁ συγκλονιστικὸς ἠθοποιὸς σὲ πείθει, σὲ ἐξαπατᾶ, χωρὶς νὰ χρειασθῇ νὰ καταφύγῃ σὲ τεχνάσματα. Πόση ἀπόγνωση μπορεῖ νά εἰπωθῇ ἀπό ἔνα χέρι;

Στὸ «“Ἀποκάλυψη, Τώρα» ἡ μάσκα τοῦ Μπράντο εἶναι τὸ χέρι του.

Καθὼς ὁ συνταγματάρχης Κοῦρτς χαϊδεύει (ψηλαφεῖ περισσότερο), τὸ ξυρισμένο του κρανίο, σοῦ μεταδίδει ὅλη τὴν ὑπαρξιακὴ ἀπογνώση τῆς «Καρδιᾶς  τοῦ Σκότους» (τὸ ἀριστουργηματικὸ βιβλίο τοῦ Κόνραντ), μὲ μία τόσο ἁπλῆ, τόσο συνηθισμένη κίνηση. Δὲν κραυγάζει, δὲν σπαράζει, δὲν κλαίει. Μόνον ἀγγίζει τὸ κρανίο του.

Ὅταν ὁ Μπράντο ἤταν στὸ  Ἄκτορς Στούντιο, σπουδαστὴς ἀκόμη, τοὺς ζητήθηκε να κάνουν… τὶς κόττες σὲ βομβαρδισμό! Ὅλοι οἱ ἄλλοι σπουδαστὲς ἄρχισαν νὰ τρέχουν στὸν χῶρο κακκαρίζοντας καὶ πτεροκοπώντας. Ὁ Μπράντο ἔμεινε ἀκίνητος. Ἡ δασκάλα του τὸν ῥώτησέ τὶ κάνει.

«Γίνομαι κόττα», εἶπε ὁ Μπράντο.

Οἱ ὑπόλοιποι σπουδαστὲς ἔπαιξαν τὶς κόττες. Ὁ Μπράντο ἔγινε κόττα.

Αὐτὸ εἶναι ὁ συγκλονιστικὸς ἠθοποιός, αὐτὸ εἶναι ὁ συγκλονιστικὸς καλλιτέχνης:

Εἶναι ὁ ζωγράφος ποὺ γίνεται τὸ θέμα του, ἀκόμη κι ἂν αὐτὸ εἶναι μιὰ νεκρὴ φύσις. Εἶναι ὁ μουσικός ποὺ μετουσιώνεται μέσα ἀπὸ τὴν μουσική  του καὶ τοὺς στίχους του. Εἶναι ὁ συγγραφέας ποὺ πεθαίνει τὸν θάνατο τοῦ «Ἤρωός» του. Καὶ ζεῖ τὴν ζωή Του. Εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ φτιάχνει μιὰν μάσκα καὶ γίνεται ἡ μάσκα αὐτή.

Ὁ καλλιτέχνης εἶναι ἡ περσόνα του. Καὶ ὅταν τὸ κάνει σωστά, ἡ περσόνα γίνεται καθρέπτης, ὅπου ὅλοι μποροῦμε νὰ δοῦμε τὸ πρόσωπό μας.

Στόπ. Ἀλλαγὴ ἑστιάσεως, ἀλλαγὴ ἀπόψεως. Ταξείδι στὸν χρόνο.

Ποιά ἦταν ἡ πρώτη μάσκα τοῦ ἀνθρώπου;

Οἱ καθρέφτες προϋπῆρχαν τῶν μασκῶν. Ὁ ὄρθιος πίθηκος γονάτισε στὴν λίμνη γιὰ νὰ πιῇ νερὸ καὶ εἶδε τὸ πρόσωπό του. Ὅλα τὰ ζῷα ἔβλεπαν τὸ εἴδωλό τους στὸ κοιμισμένο νερό. Μόνο ὁ homo ἀντιλήφθηκε ὅτι ἔβλεπε τὸν ἑαυτό του. Μόνο ὁ homo σκέφτηκε: «Ἐγώ!»

Ἴσως νὰ ἐτρόμαξε τὴν πρώτη φορά ποὺ κατάλαβε ὅτι ἐκεῖνο ἤταν τὸ πρόσωπό του. (Ἴσως καὶ νὰ σκέφθηκε μόνο: «Θέλω ξύρισμα».)

Ὅμως τὸ ἀνθρώπινο εἶδος δημιουργήθηκε μόλις ὁ πρῶτος πίθηκος εἶπε «ἐγώ».

Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς ἀνθρωπότητος: «Ἐγώ».

Παρεμβολὴ Ε.Φ.

Ἡ ἀρχὴ τῆς ἀνθρωπότητος ἤταν ἐκεῖνο τὸ «ἐγὼ» τοῦ πιθήκου.

Τὸ τέλος τῆς ἀνθρωπότητος θὰ εἶναι τὸ «ἐγώ» ποὺ θὰ προφέρῃ γιὰ πρώτη φορὰ κάποια τεχνητὴ νοημοσύνη.

Μόλις κάποιος ὑπολογιστὴς ἀντιληφθῇ τὴν ὑπάρξή του οἱ ὄρθιοι πίθηκοι ποὺ αὐτοπροσδιορίζονται ὡς sapiens sapiens θὰ πρέπῃ νὰ μαζέψουν τὰ συντρίμμια τους καὶ τὰ ἐπιτεύγματά τους καὶ νὰ περάσουν στὰ παρασκήνια τῆς Ἱστορίας.

Τέλος παρεμβολῆς.

Μόλις συνήθισαν τὰ πρόσωπά τους οἱ sapiens ἄρχισαν νὰ φοροῦν μάσκες. Οἱ ἀρχέγονες μάσκες ἤταν χρώματα, πούπουλα, δέρματα ζῴων. Ὁ ἄνθρωπος ἔβαφε τὸ πρόσωπό του γιὰ νὰ πάρῃ μέρος στὶς τελετές. Πρωτοστάτης ἤταν ὁ μάγος, ὁ σαμάνος, ποὺ φοροῦσε τὸ προσωπεῖο τοῦ θεοῦ, ὅταν ἔπρεπε νὰ τελετουργήσῃ.

Καὶ ὅταν ἔπρεπε νὰ πολεμήσουν οἱ ἄνδρες βάφονταν, φοροῦσαν τὶς μάσκες τοῦ πολέμου.

Ὅταν πηγαίνῃ γιὰ νὰ σκοτώσῃ ὁ ἄνθρωπος γίνεται κάποιος ἄλλος. Καὶ σκοτώνει, πάντα, κάποιον ξένο. Κάποιον ποὺ δὲν εἶναι τόσο ἄνθρωπος ὅσο αὐτός.

Κόμικ:

Ὁ πρωτόγονος ἄνθρωπος φορᾶ μάσκα. Ὁ ὑπεράνθρωπος φορᾶ μάσκα. Οἱ περισσότεροι ὑπερήρωες φοροῦν μάσκα ὅταν πηγαίνουν νὰ πολεμήσουν τὸ κακό. Ἡ μάσκα τους εἶναι ἡ περσόνα τους.

Ὁ Σούπερμαν δὲν φορᾶ μάσκα. Γιατὶ ἡ περσόνα τοῦ Σούπερμαν εἶναι ὁ Κλαρκ Κέντ.Ὁ ἀληθινός του ἑαυτός, τὸ ἀληθινό του πρόσωπο, εἶναι τοῦ ὑπερήρωος. Ὁ Σούπερμαν δεν εἶναι ἄνθρωπος. Εἶναι ἐξωγήινός ποὺ ὑποκρίνεται τὸν ἄνθρωπο.

Ἐπιστροφὴ στὸν ἀληθινὸ κόσμο.

Οἱ ἀστυνομικὲς δυνάμεις καταστολῆς πάντα φοροῦν μάσκα, γιὰ νὰ μὴ τοὺς μπερδεύουμε μὲ τοὺς ἀληθινοὺς ἀνθρώπους, γιὰ νὰ ξεχνοῦν κι αὐτοὶ ὅτι εἶναι ἄνθρωποι.

Ὁ Ματατζὴς δὲν εἶναι ἄνθρωπος, εἶναι μιὰ περσόνα. Δὲν παίζει οὔτε ὑποκρίνεται, γίνεται ὁ ῥόλος του.

Δὲν ἐπιτρέπεται νὰ φιλᾷς τὸ κράνος ἐνὸς Ματατζῆ. Γιατὶ ἔτσι τὸν ἐξανθρωπίζεις ξανά, τοῦ θυμίζεις ὅτι εἶναι ἄνθρωπος, ὄχι ῥόλος, καὶ αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ καμμιὰ ἐξουσία δὲν θέλει γιὰ  τὰ ὄργανά της.Καὶ εἶναι παράξενο πῶς οἱ ἐξουσιαστὲς δὲν σκέφτηκαν ἀκόμα νὰ φορέσουν στὰ ὄργανα καταστολῆς κράνη μὲ καθρέπτες, γιὰ νὰ τοὺς κάνουν πιὸ ἀπροσώπους, πιὸ ἀπανθρώπους, πιὸ τρομακτικούς.

Ἴσως γιατὶ ἔτσι θὰ φανέρωναν τὴν ἀπάνθρωπο ἀποστολή τους. Ὄντα χωρὶς πρόσωπο, ὄντα ποὺ δὲν σὲ κοιτοῦν, ὄντα ποὺ δὲν σοῦ μοιάζουν, ὄντα ἀλλότρια.

Παύση καὶ τσιγάρο. Λίγο κρασί. Ἀνάσα.

Οἱ πολιτικοὶ δὲν φοροῦν μάσκες. Οἱ πολιτικοὶ ἔχουν ἐνστερνισθεῖ τὴν περσόνα τους. Ταὐτίζονται μὲ τὸν πλαστό τους ἑαυτὸ καὶ τὸν πιστεύουν ὡς ἀληθινό.

Ὁ πολιτικὸς εἶναι μιὰ μάσκα ποὺ ἔχει ἀποῤῥοφήσει τὸν ἄνθρωπο ποὺ κρύβεται πίσω της.

Διάλειμμα γιὰ τραγούδι:

Συνέχεια.

Οἱ λογοτέχνες ἀγαποῦν ταὶς περσόνες τους. Κάθε ἀξιοσέβαστος συγγραφέας δημιουργεῖ ἀπὸ μία (τουλάχιστον).

Ὁ Μπουκόφσκι ἔστελνε τὸν Χένρι Τσινάνσκι στὰ μπάρ, γιὰ νὰ δέρνῃ, νὰ πίνῃ καὶ νὰ πηδᾷ. Ὁ Τζόις εἶχε τὸν Στῆβεν Δαίδαλο. Ὁ Τρυφῶ τὸν Ἀντουάν. Ὁ Ἔλιοτ τὸν Προῦφοκ. Ὁ Φλωμπὲρ τὴν Μποβαρί. Ὁ Κέρουακ τὸν Σᾶλ.

Οἱ περσόνες τῶν συγγραφέων μποροῦν νὰ κάνουν ὅσα ἐκεῖνοι δὲν τολμούν.

Ὁ Ῥίπλει κάνει ὅλους τοὺς φόνους τῆς Χάισμιθ. Καὶ παραμένει γοητευτικός.

Ὁ Χάνιμπαλ τρώει ἀνθρώπους. Ἀλλὰ εἶναι γοητευτικός.

Ὁ καθηγητὴς Χοῦμπερτ ἀποπλανεῖ τὴν Λολίτα. Ἀλλὰ εἶναι τραγικός, γι’ αὐτὸ καὶ συμπαθητικός.

Ὁ Δὸν Κιχώτης εἶναι ὁλοφάνερα τρελλός. Ἀλλὰ εἶναι ἐμβληματικός.

Οἱ συγγραφεῖς εἶναι οἱ πιὸ σκιζοφρενεῖς καλλιτέχνες. Σὲ κάθε βιβλίο τους, κάθε ἥρωάς τους καὶ κάθε κομπάρσος, εἶναι μιὰ περσόνα τους. Πρέπει νὰ φορέσουν τὴν μάσκα τοῦ καθενὸς γιὰ νὰ ἀποδώσουν τὴν δική του ὀπτικὴ γωνία.

Ὁ ἠθοποιὸς γίνεται ἔνας ἄλλος κάθε φορὰ (μὲ ἐξαιρέσεις, ὅπως ὁ Πῆτερ Σέλερς ποὺ μποροῦσε νὰ γίνεται πολλοί). Ὁ συγγραφέας γίνεται ὅλοι. Δὲν παίρνει θέση σὲ ὅσα συμβαίνουν. Τὰ βλέπει μέσα ἀπὸ τὰ μάτια μιᾶς περσόνας.

Ὁ συγγραφέας μπορεῖ νὰ φορέσῃ τὴν μάσκα τοῦ ἀπολύτου Κακοῦ, εἴτε εἶναι ὁ Σατανᾶς εἴτε εἶναι ὁ Ἀδόλφος, καὶ νὰ σὲ κάνῃ νὰ τὸν κατανοήσῃς, νὰ ταυτισθῇς μαζύ του. Ὁ συγγραφέας δὲν γράφει. Ζεῖ τὴν ζωὴ τῆς περσόνας του. Καὶ μαζύ του ζεῖς κι ἐσύ.

ΣΤΟΠ. Φλόγα. Κόκκινη καύτρα καὶ καπνός. Τελευταῖο τσιγάρο, τελευταῖες λέξεις.

Τὸ πρόσωπό σου. Ὁ καθρέπτης. Ἡ μάσκα. Ἡ περσόνα σου.

Εἶσαι βέβαιος ὅτι αὐτό πού βλέπεις στόν καθρέφτη εἶσαι ἐσύ;

Μήπως εἶναι μόνο μιά μάσκα; Ἡ περσόνα πού ζεῖ τήν ζωή σου;

Ἂν ἐκείνη ζῇ τήν ζωή σου, νομίζεις καί ὅτι θά πεθάνῃ τόν θάνατό σου;

γελωτοποιός

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply