Ὁ Δανεισμὸς τῆς Ἑλλάδος 1843 – 1879

του Παντελή Καρύκα

Από την πτώχευση του 1843 μέχρι το 1879 η ελληνική οικονομία ήταν εξαρτημένη από το εξωτερικό. Ο προϋπολογισμός του ελληνικού κράτους από τις αρχές της δεκαετίας του 1880 ήταν ελλειμματικός. Το 1882 το έλλειμμα έφτανε τα 7,6 εκ. δραχμές για να φτάσει το 1886 τα 66,5 εκ. δραχμές, λόγω της κρίσης της Αν. Ρωμυλίας. Συνολικά στη δεκαετία 1882-92 τα συνολικά ελλείμματα των ελληνικών προϋπολογισμών έφτασαν τα 303,6 εκ. δραχμές.

Είναι ενδεικτικό ότι στα 45 έτη από το 1833 μέχρι το 1878 ο μέσος όρος του ελλείμματος έφτασε τα 5,2 εκ. κατ’ έτος, ενώ στο διάστημα 1879-92 τα 36,2 εκ. δραχμές κατ’ έτος. Συνολικά λοιπόν το ύψος των ελλειμμάτων από το 1833 μέχρι το 1892 έφτασε συνολικά τα 471 εκ. δραχμές. Το διαμορφούμενο αυτό έλλειμμα ήταν και τότε, όπως και το αντίστοιχο σημερινό, πέρα από κάθε δυνατότητα κάλυψης με τακτικά έσοδα του κράτους. Μέχρι δε το 1879 η Ελλάδα ήταν εκτός του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Το 1879 η Ελλάδα έγινε τελικά δεκτή στο σύστημα, όχι γιατί αυξήθηκε η φερεγγυότητά της, αλλά λόγω της και τότε μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης που μάστιζε τις ευρωπαϊκές αγορές. Έτσι άρχισε ο ανεξέλεγκτος δανεισμός. Στην περίοδο 1879-1893 συνήφθησαν εννέα δάνεια, ονομαστικής αξίας, συνολικού ύψους 640 εκ. χρυσών γαλλικών φράγκων.

Στην πραγματικότητα η Ελλάδα έλαβε 465 εκ. Από αυτά τα οκτώ συνήφθησαν από τις κυβερνήσεις του Χ. Τρικούπη. Και τότε οι δανειστές της Ελλάδας ήταν οι μεγάλοι οίκοι της Ευρώπης.
Βασικοί εξωτερικοί δανειστές της Ελλάδας ήταν ο οίκος Χάμπρο του Λονδίνου, o οίκος Compoir d’ Escompte de Paris, η Nationabank fur Deutschland του Βερολίνου. Μεγάλο μέρος των «δανεικών» επίσης προερχόταν από Έλληνες κεφαλαιούχους, οι οποίοι όμως δάνειζαν το ελληνικό κράτος μέσω των χρηματιστηρίων του εξωτερικού. Το 1892, υπολογίζεται ότι περίπου οι Έλληνες κεφαλαιούχοι είχαν στη κατοχή τους χρεόγραφα του ελληνικού δημοσίου ονομαστικής αξίας 60-80 εκ χρυσών φράγκων.

Ένα από τα παράδοξα της υπόθεσης ήταν τα δάνεια αυτά εκδόθηκαν με τιμή έκδοσης, κατά μέσο όρο, της τάξης του 72,6%. Δηλαδή η Ελλάδα εκταμίευε αυτό το ποσοστό του συνολικού ποσού του δανείου, ενώ συμφωνούσε να αποπληρώσει το 100%. Υπ’ αυτές τις συνθήκες το επιπλέον επιτόκιο δανεισμού έφτανε το 4-6%. Βάσει αυτών των πραγματικά αποικιοκρατικών όρων δανεισμού η Ελλάδα έφτασε στο σημείο να πληρώνει ασταμάτητα τόκους, χωρίς να μπορεί να εξοφλήσει ποτέ το κεφάλαιο.
Έτσι στη δεκαετία 1882-93 η Ελλάδα είχε κατορθώσει να εξοφλήσει το πραγματικό της χρέος, αλλά όχι το ονομαστικό, από το οποίο το αρχικό κεφάλαιο δανεισμού είχε μειωθεί μόλις κατά 5%. Κατ’ επέκταση η εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους ανέβηκε κατακόρυφα. Το 1861 η Ελλάδα κατέβαλε κατά έτος 1,2 εκ. για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους, για να φτάσει τα 17,3 το 1879 και τα 55 εκ. το 1892. Με τον τρόπο αυτό το έλλειμμα των προϋπολογισμών αυξάνονταν αυτόματα με γεωμετρικό τρόπο, ώστε η Ελλάδα να χρειάζεται δάνεια για να πληρώσει τα δάνεια, ότι ακριβώς δηλαδή συμβαίνει και σήμερα.
Η ετοιμόρροπη δημοσιονομική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας προκαλεί ερωτήματα σχετικά με ποιες εγγυήσεις οι ξένοι οίκοι συνέχιζαν να δανείζουν – και τότε την Ελλάδα όπως και τώρα. Γιατί και τότε και τώρα κεφάλαια από το εξωτερικό συνέρρεαν στην Ελλάδα. Γιατί όπως τότε και τώρα η Ελλάδα δεν έφτασε στη χρεωκοπία εν μια νυκτί. Το έλλειμμα ήταν θεόρατο στην Ελλάδα και το 1890-91-92, πριν δηλαδή την πτώχευση. Το ίδιο και τώρα το έλλειμμα άρχισε να διογκώνεται από το 1981 και διογκώθηκε δραματικά από το 1989-90 και έπειτα. Αυτό δε, όπως και τότε, το γνώριζαν και οι ξένοι επενδυτές και οι Έλληνες πολιτικοί. Και ο μεν Τρικούπης είχε ένα αναπτυξιακό όραμα, οι σύγχρονοι διάδοχοί του πιο όραμα είχαν ή έχουν αλήθεια ;

του Παντελή Καρύκα

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply