Δημήτριος Μοσχονησιώτης. Ἕνας ἀμνημόνευτος Ἥρως.

Ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ τῆς ἐπετείου Ἁλώσεως τοῦ Παλαμηδίου (30 Νοεμβρίου 1822) νὰ ἀφιερώσουμε κάποιες ἀράδες στὸν Πρωταγωνιστὴ τοῦ μεγάλου ἐκείνου ἐπιτεύγματος, τὸν λιγότερο καὶ ἴσως …καθόλου γνωστό, Δημήτριο Μοσχονησιώτη! 

Ὅπως συμβαίνει πάντα (κακῇ τῇ μοίρᾳ ἢ ἡ καλλιέργεια τῶν κακῶν χαρακτηριστικῶν τῆς ἑλληνικῆς ῥάτσας, ἀπὸ ἐπιτηδείους ἐξουσιαστές;) ἐκεῖνοι οἱ ὅποιοι πιστοὶ στὸ ὑπὲρ Πατρῖδος καθῆκον μάχονται ἕως ἐσχάτων καὶ δὲν λαμβάνουν τὴν πρέπουσα ἀναγνώριση, τοὐλάχιστον ἐκείνη ποὺ ἱστορικὰ τοὺς ἀναλογεῖ…

Στήν προκειμένη περίπτωση πόσοι γνωρίζουν τόν Δημήτριο Μοσχονησιώτη, χάριν τοῦ ὁποίου πάρθηκε τό Παλαμῆδι;
Πόσοι γνωρίζουν ὅτι μέ γενναιότητα καί τόλμη, ἀψηφῶντας τήν ἴδια του τήν ζωή, (« …τότε προσεφέρθη πρῶτος αὐτὸς νὰ ἐπιβῇ τῶν τειχῶν, ἂν δὲ οἱ λοιποὶ στρατιῶται ἐγγὺς τῶν τειχῶν ἀκούσωσι πυροβολισμὸν νὰ συμπεράνωσιν ὅτι ἐφονεύθη, ἂν δὲ μόνον κραυγὰς ὅτι συνελήφθη, ὅτε ἠδύναντο νᾶ ἀπομακρυνθῶσι…» Μιχαὴλ Λαμπρυνίδου , «Ἡ Ναυπλία») μπῆκε στό Κάστρο καί πῆρε μιά – μιά τίς Ντάπιες, ἐπιτυγχάνοντας ἔτσι νά ἀνοίξῃ τόν δρόμο στόν Στάϊκο Σταϊκόπουλο καὶ τοὺς ἄνδρες του, ὥστε νά πάρουν τό κάστρο καί νά ἐλευθερώσουν τό Ναύπλιο;

Ἀντιθέτως στὴν Ἱστορία ἐγράφη ὡς Πορθητὴς τοῦ Ναυπλίου ὁ Στάϊκος Σταϊκόπουλος, ἀνδριάντας τοῦ ὁποίου κοσμεῖ καὶ μιὰ πλατεία τῆς πόλεως!

Ὑπάρχει λοιπὸν μιὰ ἐπιστολή, ὅπου ὁ Δημήτριος Μοσχονησιώτης σχεδὸν ἱκετεύει τὴν βοήθεια τῆς ἑλλαδικῆς διοικήσεως, προβάλλοντας (προφανῶς μὴ ἔχοντας τὶ ἄλλο πέραν αὐτοῦ) τὴν συμβολή του στὸν Ἀγῶνα γιὰ τὴν ἐλευθερία τοῦ τόπου, ὡς ὑστάτη ἔκκληση πρὸς βοήθεια τοῦ ἰδίου καὶ τῆς οἰκογενείας του, τὴν ὁποία ὅπως ἀναφέρει οὐδὲ κἄν δύναται νὰ θρέψῃ!
Ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ φυσικὰ δὲν ἐγράφη ἀπὸ τὸν μᾶλλον ἀναλφάβητο Μοσχονησιώτη, ἀλλὰ ἀπὸ κάποιον ἐγγράμματο, ποὺ ἐξυπηρετοῦσε ἀνθρώπους ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ συντάξουν ἐπιστολὲς ἢ ἀναφορὲς πρὸς τὴν διοίκηση τοῦ τότε ἑλλαδικοῦ κράτους, ὅμως ἡ ἀξία της, ὡς πρὸς τὸ περιεχόμενο, εἶναι ποὺ ἔχει σημασία!Δημήτριος Μοσχονησιώτης. Ἕνας ἀμνημόνευτος Ἥρως.2

Διαβάζουμε λοιπὸν:

Πρὸς τὴν Σεβαστὴν Διοίκησιν

Ὁ ὑποσημειούμενος ἠγωνίσθην μὲ ὅλην μου τὴν δυνατὴν προθυμίαν εἰς τὸν ὑπὲρ τῆς Ἐλευθερίας τῆς Πατρῖδος ἱερὸν ἀγῶνα, διὰ διάστημα τριῶν ἤδη χρόνων, ὑπὸ διαφόρους. Κατὰ τὸ 1822, μετὰ τοῦ μακαρίτου κυρίου Θάνου, εἰς διάστημα 7 μηνῶν, χωρὶς νὰ λάβῳ κανένα μισθόν, ἐσυντρόφευσα τὸν ῥηθέντα ἐξ Ἄργους εἰς τὰ πλοῖα καὶ ἐγὼ διέμενα πολεμῶν κατὰ τῶν ἐχθρῶν, ἕως οὐ οὖτοι κατεδιώχθησαν. Μετὰ ταῦτα συνενώθην μετὰ τοῦ καπετᾶν Στάϊκου Σταϊκοπούλου, ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν τοῦ ὁποίου ἐδούλευσα ἕνδεκα μῆνας, χωρὶς ποτὲ νὰ λάβῳ οὒδ “ ὀβολόν.
Ὅτε δὲ ἔγινε ἡ ἕφοδος Παλαμηδίου, ἐγὼ πρῶτος πηδήσας ἔνδον τοῦ τείχους, ἐγὼ πρῶτος καὶ μόνος ἐμβῆκα εἰς ὅλας τάς δάπιας, καὶ ἀναβαίνων τὴν κλίμακα καὶ μὲ τὰ ἐργαλεῖα ἀνὰ χεῖρας ἤνοιγα τάς θύρας καὶ εἰσήρχοντο οἱ λοιποὶ (ὡς φαίνεται ἀπὸ τὸ ἐσώκλειστον ἀποδεικτικὸν καὶ καθὼς ἠμποροὺν καὶ ὅλοι ὅσοι τότε εἰς τὴν ἕφοδον παρῆσαν). Μετὰ δὲ τὴν ἕφοδον, μ’ὅλον ὅτι ὁ καπετὰν Στάϊκος κατὰ τὴν στιγμὴν ἐνῶ εἴμεθα πλησίον εἰς τὰ τείχη τοῦ Παλαμηδίου μου ὑπεσχέθη, ἐπὶ παρρησία ὅλων τῶν συντρόφων, ἐὰν ἔμβω πρῶτος να μοῦ δίδῃ ἀμοιβὴν τοῦ κινδύνου τὰ ἴδια του τὰ ὅπλα καὶ τάς πιστόλας του, πέντε μερίδια ἀπὸ τὰ λάφυρα τοῦ Παλαμηδίοὺ καὶ χίλια γρόσια δῶρον, μ’ ὅλον τοῦτο ἀφοῦ ἐμβήκαμεν μέσα εἰς τὸ Παλαμήδι δεν ἔλαβα εἰμὴ μόνον διὰ τὸν ἑαυτόν μου καὶ τοὺς δέκα συντρόφους μου γρόσια 101 καὶ 25.

Ἀλλ’ ὅταν τοῦ ἐζητοῦσα τὸ δῶρόν μου, μοῦ ἔλεγε συχνὰ ὅτι ἡ Διοίκησις θέλει γνωρίσει τοὺς κόπους μου καὶ θέλει μὲ ἐπιβραβεύσει. Ἤδη λοιπὸν ὅπου δὲν ἔχω ἄλλον πόρον πλέον τροφῆς, λαμβάνω τὸ θάρρος νὰ ἀναγγείλῳ ταῦτα εἰς τὴν Σεβαστὴν Διοίκησιν καὶ νὰ τὴν παρακαλέσῳ νὰ γνωρίσῃ τὰ δίκαιά μου καὶ τοὺς ἀγῶνας μου καὶ νὰ συγκατανεύσῃ εἰς τὸ νὰ προνοήσῃ καὶ δι’ ἐμὲ πόρον τινά, δι’ οὗ νὰ ἠμπορῷ νὰ θρέψῳ ἐμαυτὸν καὶ τὴν οἰκογένειάν μου. Ὁμοίως νὰ μὲ τιμήσῃ καὶ μὲ ἔνα ἀνάλογον βαθμὸν ἀξιώματος τῶν ἐκδουλεύσεων ὅπου ἔκαμα καὶ κινδύνων ὅπου ὑπέφερα.

Ὥν δ’ εὔελπις ἐπὶ τῶν αἰτήσεών μου, μένω εὐσεβάστως

Τῇ 15 Μαρτίου 1825 ὁ εὐπειθὴς πατριώτης

Ναύπλιον δούλουσας ταπηνὼς δημήτριως μωσχουνησότης

Τί  νά φταίῃ ἄραγε;
Γιατί ἡ «πατρίδα» παθαίνει ἐπιλεκτική ἀμνησία γιά κάποιους ἀγωνιστές πού ἂν μή τί ἄλλο θά μποροῦσαν νά μείνουν στίς ἑστίες τους καί στήν ζωή τους, μακρυά ἀπό τήν ἀβεβαιότητα ἐνός ἀνίσου ἀγῶνος  (μὲ τὴν ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία τὰ ἔβαλαν) καί μαζύ τους νά σύρουν στήν προσφυγιά (μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται) καί τίς οἰκογένειές τους;
Δὲν ξέρω, δὲν θέλω νὰ δόσῳ ἀπαντήσεις…
Ἄς δόσῃ ὁ καθεὶς ποὺ θὰ διαβάση τὶς σειρὲς αὐτὲς ὅ,τι νομίζει «σοφότερο» ἢ …ὀρθότερο…

Τὴν ἐπιστολὴ Μοσχονησιώτη τὴν βρήκαμε στον ἰστότοπο: ἀργολικὴ βιβλιοθήκη

Ἀπὸ ἐδῶ διαβάζουμε :

Ὑπάρχει στὰ Γενικὰ Ἀρχεῖα τοῦ Κράτους σῴζεται μιᾷ αἰτήση – ἀναφορᾷ τοῦ Δημητρίου Μοσχονησιώτη. Στην ὀπισθία ὄψη τῆς αἰτήσεως ὑπάρχει ὁ ἀριθμὸς 982 καὶ ἀναγράφεται τὸ ὄνομα Δ. Μοσχονησιώτης μὲ τὴν ἑξῆς ἐπισημείωση, γραμμένη ἀπὸ ἄλλο χέρι: «Τὸ ὑπουργεῖον τοῦ Πολέμου νὰ ἐξετάσῃ καὶ νὰ ἀναφέρῃ, 19 Μαρτίου 1825, Ναύπλιον, 5135, ὁ προσ (ωρινός) Γεν. Γραμμ. (ὑπογραφὴ δυσανάγνωστος)». Οἱ ἀριθμοὶ 982 καὶ 5135 σχετίζονται μᾶλλον μὲ τὸ πρωτόκολλο.
Ἡ αἰτήση εἶναι γραμμένη ἀπὸ ἐγγράμματο γραφέα, πολὺ καλὸ γνώστη τῆς ἐλληνικής, ποὺ ἀπέδωσε μὲ τὴν πέννα του ὅσα θὰ τοῦ ἐξέθεσε ὁ ἴδιος ὁ Μοσχονησιώτης. Ἴσως μάλιστα ὁ γραφέας νὰ ἤταν κάποιος συμπατριώτης του, ποὺ θὰ εἶχε φοιτήση στὴν περίφημη Ἀκαδημία τῶν Κυδωνιῶν, μὲ δασκάλους τὸν Βενιαμὶν τὸν Λέσβιο καὶ τὸν Θεόφιλο Καΐρη, καὶ τὰ σωστὰ ἑλληνικά του τὸν εἴχαν ὁδηγήση, πρόσφυγα τώρα καὶ τὸν ἴδιο, νὰ βγάζῃ τὸ ψωμί του ὡς ἀναφορογράφος μέσα στὸ Ναύπλιο.

Ὄσο γιὰ τὸν ἴδιο τὸν ἀγράμματο ἀγωνιστή, ἡ ἴδια ἡ ὑπογραφή του, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἀναπόφευκτα ὀρθογραφικά του λάθη, τὴν διακοπὴ τῆς συνεχείας τῆς γραφῆς σὲ ἀπροσδόκητο σημεῖο (στὴν ἐπάνω σειρὰ γράφει δημη καὶ στὴν κάτω -τριως), τὴν αὐτόβουλη ἔκφραση ὑποταγῆς (δουλοῦσας ταπηνῶς), ἀποπνέει τὸν κόπο καὶ τὴν προσπάθεια ποὺ φαίνεται πὼς κατέβαλε γιὰ νὰ καταφέρῃ νὰ τὴν βάλῃ ἐπιτέλους ἐπάνω στὸ χαρτί. Ἡ γραφή του ἀγνοεῖ τὴν ὑπάρξη τῶν κεφαλαίων γραμμάτων καὶ εἶναι καθαρὰ φωνητική, φέρει δηλαδὴ ἔκδηλα τὰ φαινόμενα τοῦ λεσβιακοῦ γλωσσικοῦ ἰδιώματος τῶν Κυδωνιῶν, ὅπου τὸ ὄμικρον ἐκτείνεται σὲ οὒ (δούλους, μωσχουνησότης). Εἶναι γνωστὸ πὼς οἱ Ἀϊβαλιῶτες καὶ οἱ Μοσχονησιῶτες ἤταν στὴν πλειοψηφία τους Μυτιληνιοί, ποὺ ἀπὸ τὴν γειτονικὴ Λέσβο ἄρχισαν νὰ ἐγκαθίστανται στὶς Κυδωνιὲς (ἢ Ἀϊβαλί) περὶ τὰ μέσα τοῦ 16ου αἰῶνος.

Δὲν εἶναι γνωστὴ ἡ ἀπάντησις τῆς  Σεβαστῆς Διοικήσεως, οὔτε καὶ διαθέτουμε ἄλλες πληροφορίες γιὰ τὴν περαιτέρῳ τύχη τοῦ Δημητρίου. Μοσχονησιώτου.
[ Ὁ Δημήτριος Μοσχονησιώτης γεννήθηκε στὶς Κυδωνίες ( Ἀϊβαλί) τῆς Μικρᾶς Ἀσιάς. Στὶς 2 Ἰουνίου 1821, οἱ Τοῦρκοι κατέστρεψαν τὴν πόλη γιὰ νὰ ἐκδικηθοῦν τοὺς Ἕλληνες ποὺ εἴχαν πυρπολήση ἕνα πλοῖο τους (δίκροτο) στὴν Ἐρεσό, στὶς 27 Μαΐου 1821. Μεταξὺ αὐτῶν ποὺ σώθηκαν ἀπὸ τὴν σφαγή, ἤταν καὶ ὁ Δημήτριος Μοσχονησιώτης καθὼς καὶ ὁ πατέρας του Νικόλαος. Κατέφυγαν στὸ Ναύπλιο, ὅπου ἐντάχτηκαν στὶς Ἑλληνικὲς δυνάμεις. Ὁ Δημήτριος ὑπηρέτησε ἀρχικὰ ὑπὸ τὶς διαταγὲς τοῦ Ὀπλαρχηγοῦ Θάνου καὶ κατόπιν – κατὰ τὴν ἁλώση τοῦ Παλαμηδίου – ὑπὸ τὸν Στάϊκο Σταϊκόπουλο ὡς Ἐνωμοτάρχης. Ὁ Δημήτριος Μοσχονησιώτης μαζὺ μὲ τὸν πατέρα του Νικόλαο, εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ σχεδίασαν καὶ ὑλοποίησαν- μὲ τὴν ἔγκριση τοῦ Σταϊκοπούλου- τὸ σχέδιο τῆς ἐκπορθήσεως τοῦ Παλαμηδίου, τὴν παραμονὴ τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα στὶς 30 Νοεμβρίου 1822].

Ἐπισκεφθεῖτε τὴν σελίδα νὰ διαβάσετε ὁλόκληρο τὸ σχετικὸ κείμενο τοῦ Δικηγόρου- Συγγραφέα Τάκη Α. Σαλκιτζόγλου, γιὰ νὰ γνωρίζουμε, ἂν μὴ τὶ ἄλλο, τὴν Ἱστορία τοῦ τόπου μας, ὡς ἐλάχιστο φόρο τιμῆς σὲ ἐκείνους ποὺ ἀγωνίσθηκαν γιὰ νὰ μποροῦμε ἐμεῖς σήμερα νὰ νοούμεθα …ἐλεύθεροι, ἀλλὰ κυρίως γιὰ νὰ ἀποφύγουμε νὰ ἐπαναλάβουμε λάθη ποὺ μᾶς καταδικάζουν σὲ ἕνα μέλλον ἀβέβαιο… !

Ἑλλὰς αἰώνιον

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply