Ἐκλογές;;; Εὐκαιρία γιὰ …ψάρεμα!!!

Τὸ νὰ ἀποφασίσῃ κάποιος νὰ πάρῃ, ἤ νὰ μὴ πάρῃ, μέρος στὸ στημένο τους παιχνιδάκι τῶν ἐκλογῶν, εἶναι προσωπική του ἀπόφασις καὶ φέρει ὅλην τὴν εὐθύνη αὐτῆς.
Ἐὰν λοιπὸν κάποιος σπεύσῃ νὰ ψηφίσῃ, καλῶς κάνει, ἀλλὰ μετά, ἀποδεχόμενος οὐσιαστικῶς τὴν διαδικασία, θὰ πρέπη νὰ θεωρῇ εὐπρόσδεκτον καὶ τὸ ὁποιονδήποτε ἀποτέλεσμα τῆς κάλπης, εἶτε τοῦ ἀρέσῃ, εἶτε ὄχι.
Διότι αὐτὸ σημαίνει δημοκρατία καὶ αὐτὸ πράττει ὅποιος τὴν σέβεται.

Ἐὰν πάλι κάποιος ἀποφασίσῃ νὰ μὴ ψηφίσῃ, ὄχι ἀπὸ ἀδιαφορία, ἀλλὰ ἀπὸ (βαθύτατα πλέον ὑπεύθυνο καί)  συνειδητὴ ἐπιλογή, τότε οἱ ἐκλογὲς γιὰ αὐτὸν εἶναι μία θαυμασία εὐκαιρία νὰ πάῃ γιὰ …ψάρεμα.

Δὲν εἶμαι λάτρης τοῦ ψαρέματος. Περπατώντας ὅμως σὲ μία προβλήτα, πεοχθὲς τὸ ἀπόγευμα, εὑρῆκα πολλοὺς ψαρᾶδες νὰ ἔχουν ἁπλώσει τὰ καλάμια τους καὶ νὰ ἀναμένουν. Στάθηκα δίπλα σὲ τρεῖς οἰκογένειες, ἄγνωστες μεταξύ τους, ὅπως ἀπεδείχθη, νὰ χαζέψω. Φυσικὸ ἦταν ὅμως νὰ ξεκινήσῃ ἡ συζήτησις μετὰ ἀπὸ λίγο, μᾶλλον ἀπὸ ἀμηχανία.
Ὁ πλέον λαλίστατος ἦταν ὁ γηραιότερος τῆς …«παρέας».
Κουβέντα στὴν κουβέντα, φθάσαμε καὶ στὸ ἐπίμαχον: «Ψηφίσατε»;;

Ὁ μεγαλύτερος πῆρε τὸν λόγο: «Τί νά ψηφίσω κοπέλλα μου; Ὑπάρχει κάποιος γιά νά τόν ψηφίσω…»
Οἱ ἄλλοι δὲν μίλησαν στὴν ἀρχή. Ἀναφερθήκαμε, ἐγκυκλοπαιδικῶς περισσότερο, σὲ μερικὰ συμβάντα τῶν τελευταίων ἡμερῶν καὶ ἡ συζήτησις ἔληξε. Ἤμουν ἕτοιμη νὰ φύγω, ὅταν ὁ νεώτερος, δίχως νὰ μὲ κυττάξῃ, εἶπε: «ἐγὼ πάλι δὲν ψηφίζω πουλημένους…». 
Ὁ τρίτος δὲν εἶπε κάτι, ἐκείνη τὴν στιγμή… Κουνοῦσε τὸ κεφάλι.
Δὲν ἔφυγα ἀμέσως, διότι τὸ θεώρησα ἀγένεια…
Οἱ γυναῖκες ἄρχισαν νὰ γνωρίζονται καὶ νὰ μιλοῦν μεταξύ τους γιὰ τὴν οἰκονομικὴ κατάστασιν καὶ νὰ περιγράφουν τὰ ὅσα ἄσχημα βιώνουν τὰ τελευταία χρόνια. Οἱ ἄνδρες σιωπηλοί, ἀφοσιωμένοι στὸ ψάρεμα καὶ δίπλα κάτι πιτσιρίκια νὰ ἀπασχολῶνται κι αὐτὰ μὲ τὰ ψαρικά τους.
Ἐγὼ  ἄκουγα λίγο ἀφηρημένη καὶ περισσότερο ἀπελάμβανα τὴν θάλασσα…

Πέρασε ἀρκετὴ ὥρα καὶ ξαφνικά, ἐκεῖνος ποὺ δὲν εἶχε μιλήση, στρέφεται στὸν μεγαλύτερο, μὲ μία ζεστασιά, καὶ τὸν ῥωτᾶ: «Πατριώτη, ἔχεις φωτιά;;» Ἔκεῖνο τὸ «Πατριώτη» μὲ «ἐξύπνησε» καὶ μὲ ἐπανέφερε στὴν πραγματικότητα.
Ἤμουν σὲ μία προβλήτα μὲ κάτι ψαρᾶδες ποὺ δὲν μιλοῦσαν καὶ ἐγὼ δὲν ψάρευα.
Τοὺς ξανακύτταξα χαμογελώντας καὶ ἀπεφάσισα, ἐπὶ τέλους, νὰ φύγω.
Στὸ «καληνύκτα» μου ἀπήντησαν ὅλοι ἀλλὰ ὁ «πατριώτης» ἐστράφη, μὲ ἐκύτταξε στὰ μάτια καὶ μοῦ εἶπε πολὺ σοβαρά: «Κοπέλλα… Ὅλοι μας γιὰ ψάρεμα ἔπρεπε νὰ πᾶμε ἀπὸ χρόνια… Αὐτὸ τὸ γνωρίζουμε πολὺ καλλίτερα καὶ μᾶς δίνει φαγητό…
Αὐτοὺς τὸ βράδυ τοὺς βλέπεις ἀγγέλους καὶ τὸ πρωΐ διαβόλους… Δὲν ἀρκεῖ νὰ τοὺς διώξουμε πιά… Πρέπει ἐμεῖς νὰ διώξουμε ἀπὸ μέσα μας τὰ δηλητήρια ποὺ μᾶς ἐπότισαν τόσα χρόνια… Θὰ ἀνασάνουμε ὅταν θὰ καθαρίσουμε τὰ πάντα κι ἄς πεινάσουμε…»

Τί νά πῇς σέ ἕναν Πατριώτη πού μέσα σέ λίγες προτάσεις ᾡμολόγησε ὅλην τήν ἱστορία τῆς Ἑλλάδος, ἀπό τήν «ἀπελευθέρωσιν» καί μετά;
Ντράπηκα… Κατέβασα τὸ βλέμμα.
Ἐγὼ τυχαίως ἤμουν ἐκεῖ… αὐτὸς πολὺ συνειδητά.
Δὲν εἶχα οὔτε πετονιὰ γιὰ νὰ ψαρέψω… Καὶ δὲν ἔμαθα ποτέ μου νὰ ψαρεύω.
Αὐτὸς ἦταν καὶ γνώστης τοῦ ψαρέματος καὶ γνώστης τῆς πραγματικότητος. Δίπλα του τρία παιδιά, διαφόρων ἡλικιῶν,  ποὺ ἐγνώριζαν νὰ ψαρεύουν, διότι τοὺς τὸ ἐδίδαξε ὁ πατέρας τους, ὅπως ἴσως καὶ πολλὰ ἄλλα χρήσιμα, ποὺ ἐγὼ πολὺ πιθανὸν ἀγνοῶ. Ἔκτιζε ἀνθρώπους ἐλευθέρους αὐτὸς ὁ ἄγνωστος. Ἀνθρώπους αὐτάρκεις.
Τὸν ἐκύτταξα μὲ ἀγάπη καὶ σεβασμό, ἄν κι αὐτὸς εἶχε ἐπιστρέψη στὸ ψάρεμά του.
Ἕνας ἄγνωστός μου, ποὺ μοῦ ἔδινε ἕνα ἀπὸ τὰ ὡραιότερα μαθήματα.
Δὲν κοιμοῦνται οἱ Ἕλληνες λοιπόν.
Δροῦν… Ζοῦν… Ἀγνοοῦν τοὺς ῤεμπεσκέδες καὶ προχωροῦν!!!

Ἔβγαλα τὸ σημειωματάριό μου ἀπὸ τὴν τσάντα μου καὶ ἐσημείωσα τὶς σκέψεις του.
«Δὲν ἀρκεῖ νὰ τοὺς διώξουμε πιά… Πρέπει ἐμεῖς νὰ διώξουμε ἀπὸ μέσα μας τὰ δηλητήρια ποὺ μᾶς ἐπότισαν τόσα χρόνια… Θὰ ἀνασάνουμε ὅταν θὰ καθαρίσουμε τὰ πάντα κι ἄς πεινάσουμε…»
Κι ἄς πεινάσουμε… Κι ἄς πεινάσουμε…
Πόση ἐντιμότητα, ἀλήθεια, συνειδητοποίησιν ἔχουν αὐτές οἱ προτάσεις;
Πόσοι ἀπό ἐμᾶς μποροῦμε νά κατανοήσουμε τό τί εἶπε αὐτός ὁ Πατριώτης; Πόσοι μποροῦμε νά συνειδητοποιήσουμε τό τί συμβαίνει ἤδη μέσα στό μυαλό δεκάδων χιλιάδων ἀπό τούς συμπατριῶτες μας;

Πολλοὶ θὰ βγοῦν καὶ θὰ ποῦν πὼς ἡ ἀποχή, τὸ λευκό, τὸ ἄκυρο ἀνέβασε τὰ ποσοστὰ τῶν ἀνυπάρκτων κουδουνισμένων σὲ κάτι …ὑπαρκτὸ καὶ μὲ ἀντίκρυσμα. Ναί, φαινομενικῶς ἔτσι εἶναι.
Ἀκριβῶς ἔτσι.
Ὅμως στήν πραγματικότητα; Εἶναι ἔτσι;
Διότι ἡ πραγματικότης, ἡ δική μας πραγματικότης, ἡ ἄλλη, ἡ μὴ ὀρατή, ἡ μὴ παραδεκτή, ἦταν ἐκεῖ, σὲ ἐκείνην τὴν προβλήτα, μὲ τοὺς 10-12 ἀγνώστους, ποὺ ὅμως, δίχως νὰ τὸ γνωρίζουν, ἦσαν ἤδη μία οἰκογένεια. Μία δεμένη, ἀληθινή, μὲ μέλλον οἰκογένεια, ποὺ γίνεται, σιγὰ σιγά, τὸ ἀναγκαῖον κύτταρον γιὰ νὰ ἀναδιπλασισθῇ καὶ νὰ παράξῃ ἑκατομμύρια ἄλλα, μὲ στόχο, συνειδητὸ ἤ μή, τὴν γέννησιν ἑνὸς νέου σώματος καὶ μίας πραγματικῆς κοινωνίας.

Ἔφυγα χαρούμενη. Γεμάτη ἐνέργεια.
Πρὸ χθές, ἐκεῖ, σὲ ἐκείνην τὴν προβλήτα, συνειδητοποίησα, γιὰ πρώτη φορά, πὼς ὄχι μόνον δὲν χάσαμε κάτι, ἀλλὰ τώρα πιὰ μπήκαμε στὴν πραγματική μας πορεία.

Φιλονόη

φωτογραφία

 

 

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply