Τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο καὶ ὁ προστατευτισμὸς

Τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο καὶ ὁ προστατευτισμὸς

τοῦ Alain de Benoist

Ὁ βραβευμένος μὲ Νόμπελ Maurice Allais τὸ ὑπενθύμισε αὐτὸ πρὶν ἀπὸ πολὺ καιρό, δηλώνοντας τὸ 1988: «μία ἀπελευθέρωσις ὅλων τῶν συναλλαγῶν καὶ κινήσεων τῶν κεφαλαίων εἶναι ἐφικτὴ καὶ ἐπιθυμητὴ μόνον ἐντὸς τοῦ πεδίου δράσεως τοπικῶν ὁμάδων ποὺ ἑνώνουν χῶρες οἱ ὁποίες συνδέονται οἰκονομικὰ καὶ πολιτικά, καὶ μὲ ἀνάλογη οἰκονομικὴ καὶ κοινωνικὴ ἀνάπτυξη». Μὲ ἄλλα λόγια, τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο εἶναι δυνατὸν μόνον μεταξὺ τῶν κοινωνικο-παραγωγικῶν συστημάτων ποὺ ἔχουν παρόμοιες δομές. Γι ‘ αὐτὸ καὶ «ἡ συνολικὴ ἐλευθέρωσις τοῦ ἐμπορίου σὲ διεθνὲς ἐπίπεδο, ὁ δηλωμένος στόχος τοῦ Παγκοσμίου Ὀργανισμοῦ Ἐμπορίου, πρέπει ἀμέσως νὰ θεωρηθῇ μὴ-πραγματοποιήσιμη, ἐπιβλαβῆς καὶ ἀνεπιθύμητη».

Τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ εἶναι ἔνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ νέο βιβλίο τοῦ Alain de Benoist «Στὸ Χεῖλος τῆς Ἀβύσσου» (ἐκδόσεις Arktos, 2015). Πρόκειται γιὰ μία συλλογὴ πραγματειῶν γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῆς διεθνοῦς χρηματοπιστωτικῆς κρίσεως τοῦ 2008 καὶ τῶν ἐπακολούθων συνεπειῶν της. Ἡ μετάφρασις ἔγινε ἀπὸ τὴν ἀντίστοιχη δημοσίευση τοῦ κειμένου στὴν ἱστοσελίδα RightOn.

Ἐδῶ ὁ de Benoist χρησιμοποιεῖ τοὺς ὅρους free trade, liberal, καὶ protectionism (ποὺ μετέφρασα ὡς έλεύθερο ἐμπόριο, φιλελεύθερος/-ισμός, προστατευτισμός) μὲ τὸ στερεότυπο περιεχόμενο ποὺ ἔχει ἐπικρατήσει κυρίως στὸν ἀγγλοσαξωνικὸ κόσμο κατὰ τὸν 20ο αἰῶνα. Αὐτὸ τὸ περιεχόμενο δὲν ἀντιστοιχεῖ στὴν πραγματικὴ σημασία τῶν λέξεων αὐτῶν, ἀντιθέτως ἀποτελεῖ τὴν αὐθαίρετη ἀναστροφὴ τῶν σημασιῶν τους μὲ σκοπὸ νὰ προβάλῃ ὡς εὐκταῖο τὸ ἀποτρόπαιο, καὶ ἀποτρόπαιο τὸ εὐκταῖο.
Δεῖτε σχετικὴ σημείωσή μου στὸ τέλος τοῦ ἄρθρου.

———————————————————————————————-

Ὅταν ἐδημιουργήθη τὸ 1842, ἡ πολὺ φιλελεύθερη Société d’économie politique ἐπενόησε τὸ σύνθημα, «Κανεὶς δὲν εἶναι οἰκονομολόγος ἐὰν εἶναι προστατευτικός». Κάτι ποὺ δείχνει τὸν βαθμὸ στὸν ὁποῖον, μεταξὺ τοῦ φιλελευθέρου χώρου, τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο ἤδη ἐκείνην τὴν ἐποχὴ ἐθεωρεῖτο ὡς ἕνας παράγων ποὺ συμβάλλει στὴν «πρόοδο». Σήμερα, ἡ κατάστασις παραμένει ἀμετάβλητη. Ἀπὸ τὸ τέλος τοῦ Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο ἔχει γίνει τὸ κυρίαρχο οἰκονομικὸ δόγμα. Ἡ δημιουργία ἐλευθέρων οἰκονομικῶν ζωνῶν ὅπως ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωσις, ἡ NAFTA (στὴν Βόρειο Ἀμερική) καὶ ἡ Mercosur (στὴν Νότιο Ἀμερική) ὑπῆρξε μία ἀπὸ τὶς συνέπειες τοῦ ἀνοίγματος τῶν ἐθνικῶν οἰκονομιῶν. Ὁ Παγκόσμιος Ὀργανισμὸς Ἐμπορίου (WTO), ποὺ ἐτέθη σὲ λειτουργία ἀπὸ τὴν 1η Ἰανουαρίου 1995, εἶναι ἐπίσης ἀφιερωμένος στὴν προώθηση τοῦ ἐλευθέρου ἐμπορίου. Τὸ 1979, οἱ διεθνεῖς πωλήσεις ἀγαθῶν καὶ ὑπηρεσιῶν ἀντιπροσώπευαν μόλις τὸ 12% τοῦ διεθνοῦς ΑΕγχΠ· σήμερα αντιπροσωπεύουν σχεδὸν τὸ 30%.

Ἡ ἐλευθερία τῶν συναλλαγῶν βασίζεται στὴν ἰδέα ὅτι οἱ κανόνες καὶ οἱ κανονισμοὶ θὰ πρέπη νὰ εἶναι παντοῦ οἱ ἴδιοι, πρὸ κειμένου νὰ φθάσῃ σὲ ἕναν «ἁγνὸ καὶ τέλειο» ἀνταγωνισμὸ στὸν μεγαλύτερο δυνατὸ βαθμό, ὁ ὁποῖος ἐπιτρέπει στὴν «ἀόρατη χείρα» νὰ ἀσκήσῃ τὴν ἐπιρροή της σὲ κάθε ἀγορά. Στὴν ὁρολογία τῶν οἰκονομολόγων, τὸ ἰδανικὸ εἶναι τὸ «level playing field» (ἰσοπεδωμένο γήπεδο) ἀπηλλαγμένο ἀπὸ ὅ,τι μπορεῖ νὰ σταθῇ ἐμπόδιο στὸ ἐλεύθερο παιχνίδι τῆς ἀγορᾶς: τὰ σύνορα, τοὺς ἐλέγχους, τοὺς κανονισμούς, τοὺς τελωνειακοὺς δασμούς καὶ οὔτῳ καθεξῆς. Ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτή, τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι τὸ διεθνὲς ἐμπόριο, τὸ ὁποῖο εἶναι ἀφιερωμένο στὸ νὰ ἐπεκτείνῃ τὸν ἐαυτόν του ἐπ’ ἀόριστον, ἀλλὰ ἡ «ἀκαμψία» τῶν μισθῶν καὶ ἡ ἐργατικὴ νομοθεσία, ποὺ ἐκλαμβάνεται ὅτι συγκρατεῖ τὴν ἀνταγωνιστικότητα τῶν ἀνεπτυγμένων χωρῶν. Ὅσο γιὰ τοὺς ἴσους κανόνες γιὰ ὅλους, ὁ στόχος τοῦ ἐλευθέρου ἐμπορίου εἶναι τελικῶς ἡ κατάργησις ὅλων τῶν κανόνων, τοῦ ὁ,τιδήποτε θὰ μποροῦσε νὰ παρεμποδίσῃ τὴν πλανητικὴ ἐπέκταση τῆς λογικῆς τῆς πιστώσεως καὶ τοῦ κέρδους. Τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο, σὲ τελικὴ ἀνάλυση, δὲν εἶναι κάτι ἄλλο ἀπὸ τὴν ἀπόλυτη ἐλευθερία τοῦ κεφαλαίου καὶ τῆς ἰκανότητός του νὰ ἐλέγχῃ τὸν κόσμο, χωρὶς καθόλου νὰ ὑπόκειται σὲ κανόνες τὸ ἴδιο.

Ἡ γενικὴ ἰδέα εἶναι ὅτι τὸ διεθνὲς ἐμπόριο ἀντιπροσωπεύει τὴν κυρία κινητήρια δύναμη τῆς οἰκονομικῆς ἀναπτύξεως, καὶ ὅτι, ἐπομένως, θὰ δοῦμε περισσότερη ἀνάπτυξη ὅσο περισσότερο καταστείλουμε ὁ,τιδήποτε θὰ μποροῦσε νὰ τὸ διαταράξῃ. Ποὺ στὴν πραγματικότητα μεταφράζεται σὲ μία γενικὴ ὁρμὴ πρὸς τὶς ἐξαγωγές. Οἱ μελέτες ποὺ ἐξετάζουν τὸν συσχετισμὸ ἀνάμεσα στὸν βαθμὸ ἀνοίγματος τῶν οἰκονομιῶν καὶ στοὺς ῥυθμοὺς ἀναπτύξεως, ὡστόσο, δὲν ἐπιβεβαιώνουν αὐτὴν τὴν ἰδέα. Δείχνουν, ἀντιθέτως, ὅτι τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο δὲν ὀδηγεῖ ἀπαραίτητα σὲ μία ἐξίσωση τιμῶν σὲ ὅλην τὴν ἐπικράτεια, ἀλλὰ μᾶλλον ὅτι ἐὰν ὡφελῇ ὁρισμένες χῶρες (γενικῶς τὶς πλουσιότερες), βλάπτει ἄλλες πολὺ σοβαρά. Καὶ αὐτὸ διότι προκαλεῖ βαθειὰ καταστρεπτικὲς στρεβλώσεις μεταξὺ τῶν χωρῶν ποὺ ἀπολαμβάνουν διαφορετικὰ κοινωνικο-παραγωγικὰ συστήματα, γιατὶ ἡ προσαρμογὴ τῆς προσφορᾶς καὶ τῆς ζητήσεως δὲν συμβαίνει μὲ τὴν ἴδια ταχύτητα παντοῦ (θεώρημα τοῦ Mordecai Ezekiel). Ἐκτὸς αὐτοῦ, εἶναι ἀνακριβὲς νὰ βασίζονται μόνον στὸ ΑΕγχΠ (ἢ στὸ ἀκαθάριστο ἐθνικὸ προϊὸν [ΑΕΠ]) γιὰ τὴν μέτρηση τοῦ πλούτου, διότι αὐτοὶ οἱ δεῖκτες ἐξ’ ὁρισμοῦ δὲν μποροῦν νὰ λάβουν ὑπ’ ὄψιν τὰ ἀγαθὰ καὶ τὶς ὑπηρεσίες ποὺ εἶναι ἀντικείμενα συναλλαγῶν ἐκτὸς χρηματιστηρίου. «Ἡ ἐμπορευματοποίησις μιᾶς οἰκονομίας, ποὺ ἀρχικὰ κατέχει ἕναν μὴ ἐμπορικὸ τομέα» ὑπενθυμίζει ὁ Jacques Sapir, «πάντα μεταφράζεται σὲ αὔξηση τοῦ ΑΕγχΠ, ἀκόμη καὶ ὅταν ὁ πραγματικὸς πλοῦτος τῆς χώρας μειώνεται.»

Οἱ οἰκονομολόγοι, τυφλωμένοι ἀπὸ τὴν ἐμμονή τους στὰ δόγματα τοῦ οἰκονομικοῦ φιλελευθερισμοῦ, στὴν πραγματικότητα εἶναι ἀνίκανοι νὰ σκεφθοῦν τὴν συλλογικὴ διάσταση, τὶς ἐθνικὲς ἢ ἠπειρωτικὲς ὀντότητες, ἢ τὰ φαινόμενα τῆς ἐπιρροῆς καὶ δυνάμεως ποὺ πάντα εἰσέρχονται στὸν δρόμο τοῦ «ἁγνοῦ καὶ τελείου» ἀνταγωνισμοῦ. Ἐπίσης ἀρνοῦνται νὰ ἀναγνωρίσουν ὅτι τὸ ζητούμενον δὲν εἶναι ἡ κατανάλωσις (ζήτησις) ὡς ὁ στόχος τῆς οἰκονομικῆς ἀναπτύξεως (προσφορά), ἀλλὰ ἡ οἰκονομικὴ ἀνάπτυξις ὡς συνέπεια τῆς καταναλώσεως. Ἐπιπλέον δὲν βλέπουν ὅτι τὸ σύστημα τῆς προσφορᾶς καὶ ζητήσεως, ποὺ ὑποτίθεται ὅτι αὐτοπροσαρμόζεται αὐθορμήτως, στὴν καλλιτέρα τῶν περιπτώσεων μπορεῖ μόνον νὰ ἰκανοποιήσῃ τὴν ζήτηση ἐκείνη ποὺ διαθέτει ἤδη περιουσιακὰ στοιχεῖα (πρὸς ἄμεση πληρωμή), ἡ ὁποία μειώνεται ραγδαῖα. Φαντάζονται ὅτι ἡ ἀπελευθέρωσις ἢ ἡ πλήρης κατάργησις κανονισμῶν τοῦ ἐμπορίου θὰ ἐπιτρέψη σὲ ὅλους τοὺς συμμετέχοντες νὰ ἐπωφελοῦνται ἐξίσου ἀπὸ τὶς ἐμπορικὲς σχέσεις τους, ὅταν, στὴν πραγματικότητα, οἱ ἀνισότητες χειροτερεύουν σταθερά, τόσο μεταξὺ χωρῶν ὅσο καὶ στὸ ἐσωτερικό τους. Ἡ ἀρχὴ τοῦ «ἐλευθέρου καὶ ἀνοθεύτου» ἀνταγωνισμοῦ εἶναι μία ἀντίφασις: κάθε «ἐλεύθερος» ἀνταγωνισμὸς εἶναι ἀπαραιτήτως καὶ νοθευμένος, καὶ κάθε ἀνόθευτος ἀνταγωνισμὸς δὲν εἶναι πλέον «ἐλεύθερος».

Ὁ βραβευμένος μὲ Νόμπελ Maurice Allais τὸ ὑπενθύμισε αὐτὸ πρὶν ἀπὸ πολὺ καιρό, δηλώνοντας τὸ 1988: «μία ἀπελευθέρωσις ὅλων τῶν συναλλαγῶν καὶ κινήσεων τῶν κεφαλαίων εἶναι ἐφικτὴ καὶ ἐπιθυμητὴ μόνον ἐντὸς τοῦ πεδίου δράσεως τοπικῶν ὁμάδων ποὺ ἐνώνουν χῶρες οἱ ὁποῖες συνδέονται οἰκονομικὰ καὶ πολιτικά, καὶ μὲ ἀνάλογη οἰκονομικὴ καὶ κοινωνικὴ ἀνάπτυξη». Μὲ ἄλλα λόγια, τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο εἶναι δυνατὸν μόνον μεταξύ τῶν κοινωνικο-παραγωγικῶν συστημάτων ποὺ ἔχουν παρόμοιες δομές. Γι ‘ αὐτὸ καὶ «ἡ συνολικὴ ἐλευθέρωσις τοῦ ἐμπορίου σὲ διεθνὲς ἐπίπεδο, ὁ δηλωμένος στόχος τοῦ Παγκοσμίου Ὀργανισμοῦ Ἐμπορίου, πρέπει ἀμέσως νὰ θεωρηθῇ μὴ-πραγματοποιήσιμος, ἐπιβλαβὴς καὶ ἀνεπιθύμητος.».

Ὅσον ἀφορᾶ στὸ διεθνὲς ἐμπόριο, ὁ ἐλευθερο-ἐμπορισμὸς ἐπίσης βασίζεται στὴν θεωρία τοῦ «συγκριτικοῦ πλεονεκτήματος» ποὺ διετυπώθη ἀπὸ τὸν David Ricardo. Αὐτὴ ἡ θεωρία, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία κάθε χώρα ἔχει συμφέρον νὰ εἰδικευθῇ στὴν παραγωγὴ τῶν ἀγαθῶν ἐκείνων ὅπου εἶναι πιὸ ἀνταγωνιστική, βασίζεται στὴν ὑπονοουμένη ἄποψη ὅτι οἱ οἰκονομίες ὁρίζονται ἀπὸ συνεχιζόμενες κλιμακωτὲς ἀποδόσεις, κάτι ποὺ δὲν ἀνταποκρίνεται στὴν πραγματικότητα. Μία χώρα ποὺ εἶναι ἐξαιρετικὰ ἐξειδικευμένη καὶ ἐπικεντρώνεται σὲ μεγάλο βαθμὸ στὶς ἐξαγωγές, στὴν πραγματικότητα σύντομα θὰ βρεθῆ σὲ μία θέση ὅπου θὰ ἀδυνατῆ νὰ ἰκανοποιήσῃ τὴν ἐγχώριά της ζήτηση, καὶ θὰ καταλήξη ἐξαρτωμένη ἀπὸ κυμαινόμενες συναλλαγματικὲς ἰσοτιμίες, ἐπάνω στὶς ὁποίες δὲν ἔχει κάποιαν ἐξουσία. Καὶ ἔχοντας ἐγκαταλείψει τοὺς παραγωγικοὺς ἐκείνους τομεῖς ποὺ θεώρησε ὅτι ἦσαν λιγότερο ἀνταγωνιστική, ἐγκατέλειψε ἐπίσης καὶ τὴν τεχνογνωσία της, ἕναν «ἄϋλο πόρο», ποὺ θὰ ἐμποδίση τὴν μελλοντικὴ ἀνάπτυξη ὁλοκλήρου τῆς οικονομίας της.

Βεβαίως, αὐτὸ τὸ δόγμα τοῦ ἀντι-προστατευτισμοῦ εἶναι ἐπίσης πολὺ ὑποκριτικό. Οἱ ΗΠΑ, ὁ μέγας προαγωγὸς τοῦ ἐλευθέρου ἐμπορίου, οὐδέποτε ἐδίστασαν, ὅπως ὅλοι γνωρίζουν, νὰ προσφύγουν (μὲ χρήση ἀμέσων ἢ ἐμμέσων ἐπιδοτήσεων, τελωνειακῶν δασμῶν, ὑποτιμήσεων κ.λπ.) στὸν προστατευτισμὸ, κάθε φορὰ ποὺ θεωροῦν ὅτι εἶναι πρὸς τὸ συμφέρον τους νὰ τὸ πράξουν. Οἱ Ἀμερικανοί, ἰδίως, χρηματοδοτοῦν τὸ στρατιωτικο-βιομηχανικό τους σύμπλεγμα μέσῳ ἀγορῶν τοῦ δημοσίου. Καὶ οἱ Κινέζοι μαζικὰ ἐπιδοτοῦν τὶς ἐξαγωγές τους ὅταν χειραγωγοῦν τὸ νόμισμά τους, πρὸ κειμένου νὰ κατακλύζουν τὶς δυτικὲς ἀγορὲς μὲ φθηνὰ προϊόντα, καὶ οὔτῳ καθεξῆς.

Ἡ παγκοσμιοποςιησις, ἡ ὁποία πυροδότησε τὴν θεαματικὴ οἰκονομικὴ ἀπογείωση τῶν ἀναδυομένων χωρῶν (Κίνα, Ἰνδία, Βραζιλία, κ.λπ.) ποὺ εἴδαμε ἀπὸ τὸ 2000 καὶ μετά, ἔχει συνδυάσει τρεῖς παράγοντες: τὴν προοδευτικὴ μείωση τῶν τελωνειακῶν φραγμῶν, τὴν ἀπορῤῥύθμιση τῶν χρηματοπιστωτικῶν ἀγορῶν καὶ τὴν τεχνολογικὴ πρόοδο στὸν τομέα τῆς ἐπικοινωνίας καὶ μεταφορῶν. Ἡ ἐπέκτασις τοῦ ἐλευθέρου ἐμπορίου ἔχει πάει χέρι-χέρι μὲ τὴν παγκοσμιοποίηση, εὐνοώντας τὴν ἐλευθέρα κυκλοφορία τῆς ἐργασίας, τῶν ἀγαθῶν καὶ τοῦ κεφαλαίου. Αὐτὸ διευκόλυνε τὴν ἐξωτερικὴ ἀνάθεση τῆς βιομηχανίας πρὸς τὶς ἀναδυόμενες χῶρες μὲ λίγη τεχνολογικὴ ἱκανότητα, ἀλλὰ ἐξαιρετικὰ χαμηλοὺς μισθούς, καθὼς καὶ τὶς μαζικὲς ἐξαγωγὲς φθηνῶν προϊόντων, μὲ προέλευση ἀπὸ χῶρες πού, ὅπως ἡ Κίνα, οὐσιαστικὰ βασίζουν τὴν ἀνάπτυξή τους στὴν ἐξωτερικὴ ζήτηση, καὶ υποστηρίζουν τὶς ἐξαγωγές τους, κρατώντας τὰ νομίσματά τους ὑποτιμημένα. Οἱ χῶρες αὐτὲς ἔχουν σχεδὸν ἀπεριόριστα ἀποθέματα ἐργατικοῦ δυναμικοῦ στὴν διάθεσή τους, μὲ μισθοὺς 30 ἕως 80 φορὲς χαμηλοτέρους ἀπὸ ἐκείνους τῶν δυτικῶν χωρῶν. Αὐτοὶ οἱ ἐξαιρετικὰ χαμηλοὶ μισθοὶ εἶναι, φυσικά, ἕνα «συγκριτικὸ πλεονέκτημα» γιὰ τὶς ἀναπτυσσόμενες χῶρες, ἀλλὰ συνιστοῦν ἀθέμιτο ἀνταγωνισμὸ γιὰ ἐκείνους ποὺ ὑποφέρουν ἐξ αἰτίας τους.

Ἡ παγκοσμιοποίησις ἐπέτρεψε στὴν μπουρζουαζία καὶ στὶς τοπικὲς ἄρχουσες τάξεις νὰ ἀπομακρύνουν γεωγραφικὰ τὴν παραγωγὴ μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ ἀπελευθερώνονταν αὐτοὶ ἀπὸ τὰ περιοριστικὰ πλαίσια τῶν Ἐθνῶν καὶ κρατῶν, διὰ τῆς μεταμοσχεύσεως ἑνὸς αὐξανομένου μέρους τῆς παραγωγῆς αὐτῆς σὲ περιοχὲς τοῦ πλανήτου, ποὺ εἶναι τὸ λιγότερο δυνατὸν εὐσυνείδητες σὲ θέματα ὅπως μισθοί, φορολογία, κοινωνικὴ ἀσφάλισις καὶ περιβαλλοντικὴ προστασία. Ἡ ἐξέλιξις αὐτὴ ὀδηγεῖ σὲ ὁλοένα καὶ αὐξανόμενα κοινωνικὰ κόστη. Τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο, στὴν πραγματικότητα, καταστρέφει τὴν ἰσοῤῥοπία μεταξὺ παραγωγῆς καὶ καταναλώσεως. Βάζοντας χῶρες, ποὺ εἶναι σὲ ἐντελῶς διαφορετικὰ οἰκονομικὰ ἐπίπεδα καὶ μὲ διαφορετικὲς κοινωνικὲς δομές σὲ ἕναν ἰσοπεδωτικὸ ἀνταγωνισμό, δημιουργεῖ συνθῆκες ντάμπινγκ [dumbing: ἁπλοποίησις καὶ μείωσις τοῦ διανοητικοῦ περιεχομένου ἢ ποιότητος κάποιου πράγματος γιὰ νὰ γίνῃ προσιτὸ σὲ πολὺ πιὸ μεγάλες μάζες ἀνθρώπων] καὶ ἀφόρητες κοινωνικὲς στρεβλώσεις. Καθοθηγεῖ τὶς ἐπιχειρήσεις νὰ βλέπουν τοὺς μισθωτούς τους ὡς τίποτα ἄλλο ἀπὸ ἕνα κόστος καί, μειώνοντας τοὺς μισθούς τους, τοὺς ἐξωθεῖ σὲ βάναυσο, ἀπάνθρωπο ἀνταγωνισμό.

Αὐτὲς οἱ παγκοσμιοποιητικὲς καὶ ἀπορρυθμιστικὲς διαδικασίες, ποὺ ξεκίνησαν κατὰ τὴν δεκαετία τοῦ 1980 καὶ ποὺ κορυφώθησαν στὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1990, δὲν ἔχουν μόνον σκάψει μία ὅλο καὶ βαθυτέρα τάφρο μεταξὺ τοῦ χρηματοπιστωτικοῦ συστήματος καὶ τῆς πραγματικῆς οἰκονομίας. Ἔχουν προκαλέσει τὸ πλεόνασμα τῆς ἀξίας τῆς παραγωγῆς νὰ διατίθεται ὁλοένα καὶ περισσότερο σὲ μετόχους καὶ κατόχους κεφαλαίου, ἐνῶ οἱ μισθωτοὶ λάμβάνουν συνεχῶς λιγότερα. Ἐκθέτοντας τὸ ἐργατικὸ δυναμικὸ τῶν ἀνεπτυγμένων χωρῶν στὸν ἀνταγωνισμὸ ἀπὸ τοὺς ἀνεπαρκῶς ἀμειβομένους ἐργάτες τῶν ἀναδυομένων οἰκονομιῶν, οἱ ἰδιοκτῆτες τοῦ κεφαλαίου ἔχουν καταφέρει νὰ συμπιέσουν τοὺς μισθούς, ξεχνώντας ὅτι οἱ ἐργαζόμενοι εἶναι ἐπίσης καταναλωτές.

Ὑπὸ αὐτὴν τὴν ἔννοια, ἡ παγκοσμιοποίησις ἔχει πράγματι σηματοδοτήσει τὸ τέλος τοῦ Φορντικοῦ συστήματος, στὸ ὁποῖο ἦταν πρὸς τὸ συμφέρον τοῦ κεφαλαίου νὰ αὐξάνῃ σὲ τακτὰ χρονικὰ διαστήματα τὶς ἀποδοχὲς τῶν μισθωτῶν, πρὸ κειμένου νὰ μεγιστοποιηθῇ ἡ δυνατότης τους γιὰ κατανάλωση. Ἔτσι ἡ αὔξησις τῆς παραγωγῆς καὶ καταναλώσεως πήγαιναν μαζύ. Αὐτὸς ὁ «ἐνάρετος κύκλος» ἔσπασε τὴν στιγμὴ πού, πρὸ κειμένου νὰ ἰκανοποιηθοῦν οἱ ἀπαιτήσεις τοῦ ἐλευθέρου ἐμπορίου, ἐκρίθη ἀναγκαῖον νὰ μειωθοῦν οἱ μισθοὶ μὲ μοναδικὸ σκοπὸ νὰ παραμένουν «ἀνταγωνιστικοί», σὲ σχέση μὲ χῶρες ὅπου παρόμοια ἀγαθὰ μποροῦν νὰ παραχθοῦν, ἀλλὰ μὲ πολὺ χαμηλότερες ἀμοιβές. Ὑποκείμενοι στὴν ὁλοένα καὶ αὐξανομένη πίεση τῶν μετόχων – μετόχων ποὺ ἀπαιτοῦν μεγίστη ἀπόδοση στὶς ἐπενδύσεις, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο συνεπάγεται ἀπολύσεις, μείωση μισθῶν, ἐξωτερίκευση ἐργασιῶν καὶ οὔτῳ καθεξῆς — οἱ μισθωτοὶ ἔπρεπε νὰ δεχθοῦν ὅλο καὶ χειρότερες συνθῆκες ἐργασίας, πρὸ κειμένου νὰ διατηρήσουν τὶς θέσεις ἐργασίας τους. (Σὲ πολλὲς χῶρες μὲ κοινωνικὲς δομὲς παρόμοιες μὲ αὐτὲς τῆς Γαλλίας, τὸ συνολικὸ κόστος τῶν ἀσθενειῶν, λόγῳ ἐργασιακοῦ ἄγχους, ἤδη ἀντιπροσωπεύει περὶ τὸ 3% τοῦ ΑΕγχΠ τους). Τὸ βιοτικό τους ἐπίπεδο ἄρχισε νὰ μειώνεται, ἐνῶ ἡ ἀνεργία ηὐξήθη. Τὸ χάσμα μεταξὺ μέσου εἰσοδήματος καὶ διιαμέσου εἰσοδήματος διευρύνθη. Ὁ ἀποπληθωρισμὸς τῶν μισθῶν ἔχει ὀδηγήσει σὲ μιὰ σχετικὴ φτωχοποίηση τῶν ἐργατικῶν καὶ μεσαίων τάξεων, καὶ κατὰ συνέπεια σὲ μιὰ σχετική ἀποδυνάμωση τῆς ἐγχωρίου ζητήσεως. Ἐνῶ οἱ περισσότερες κυβερνήσεις ἀνέλαβαν «μεταῤῥυθμίσεις», τὰ ἐνδιαφερόμενα μέρη ἐγνώριζαν καλῶς ὅτι αὐτὲς συνίσταντο οὐσιαστικὰ στὸ νὰ κάνουν τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἐργάζονται περισσότερο καὶ νὰ κερδίζουν λιγότερα.

Ὑπὸ αὐτὲς τὶς συνθῆκες, ἡ πολιτικὴ καὶ κοινωνικὴ δυνατότης αὐξήσεως τῆς ζητήσεως γιὰ ἀγαθὰ καὶ ὑπηρεσίες δὲν ἔχει σταματήσει νὰ μειώνεται, ἀκόμα καὶ ἐὰν ἡ τεχνολογικὴ καὶ οἰκονομικὴ δυνατότης προσφορᾶς ὑπηρεσιῶν καὶ ἀγαθῶν συνέχισε νὰ αὐξάνεται. Αὐτὸ συμβαίνει κυρίως λόγῳ τῆς αὐξήσεως τῶν κερδῶν τῆς παραγωγικότητος, τῆς ὁποίας συνέπεια εἶναι ἡ αὔξησις τῆς ἀνεργίας, διότι αὐτὰ τὰ κέρδη ἐπιτρέπουν τὴν παραγωγὴ ὅλο καὶ περισσοτέρων ἀγαθῶν μὲ συνεχῶς λιγοτέρους ἀνθρώπους, καθιστώντας ταὐτοχρόνως τὴν ἐργασία ἕνα σπάνιο ἀγαθό. (Ἀπὸ τὸ 2005, τὸ Διεθνὲς Γραφεῖο Ἐργασίας παρετήρησε ὅτι ὑπῆρχε ὁλοένα καὶ λιγότερος συσχετισμὸς μεταξὺ οἰκονομικῆς ἀναπτύξεως καὶ δημιουργίας θέσεων ἐργασίας).

Τὸ κύριο ἀποτέλεσμα τῆς ἐπεκτάσεως τοῦ ἐλευθέρου ἐμπορίου, πέραν ἀπὸ τὰ βραχυπρόθεσμα ὁριακὰ ὀφέλη ποὺ μπορεῖ νὰ προέκυψαν ἀπὸ αὐτὴν (οἰκονομίες κλίμακος, ἀποτελεσματικοτέρα κατανομὴ ὁρισμένων παραγόντων τῆς παραγωγῆς, κ.λπ.), ἔχει ἐπιφέρει μείωση τῶν ῥυθμῶν ἀναπτύξεως, σὲ συνδυασμὸ μὲ μιὰ πολὺ ἰσχυρὰ αὔξηση τῆς οἰκονομικῆς ἀνισότητος σὲ ὅλες τις χῶρες. Ὁ μόνος τρόπος γιὰ νὰ ἀντισταθμίσουν οἱ χῶρες τὴν φθίνουσα ἀνάπτυξη, ποὺ ἐπιφέρει ὁ ἀποπληθωρισμὸς τῶν μισθῶν, ἡ ἔλλειψις κοινωνικῆς ἀσφαλίσεως, καθὼς καὶ ἡ συνακόλουθος μείωσις τῆς ἐσωτερικῆς ζητήσεως, ἦταν μέσῳ τοῦ δανεισμοῦ. Ὅταν οἱ μισθοὶ μένουν στάσιμοι καὶ οἱ ἐργαζόμενοι πληρώνονται ἀνεπαρκῶς, τότε ζήτησις μπορεῖ νὰ προκύψῃ μόνον μέσα ἀπὸ τὸν δανεισμὸ καὶ τὴν πίστωση. Ἀπειλούμενοι μὲ πτωχοποίηση, οἱ μισθωτοὶ βυθίζονται σὲ ὅλο καὶ μεγαλύτερο χρέος, προσπαθώντας νὰ διατηρήσουν τὸ βιοτικό τους ἐπίπεδο, ἄν καὶ τὸ πραγματικό τους εἰσόδημα μειώνεται. Πέραν κάποιου ὁρίου, ἀδυνατοῦν νὰ ἀποπληρώσουν τὰ χρέη τους, καὶ ὁλόκληρο τὸ σύστημα κινδυνεύει νὰ καταρρεύσῃ. Αὐτὸ εἶναι ποὺ συνέβη τὸ φθινόπωρο τοῦ 2008, ὅταν ἡ ἀμερικανικὴ κρίσις τῶν ἐνυποθήκων δανείων ὑψηλοῦ κινδύνου πυροδότησε τὴν διεθνὴ κρίση. Ἡ ἐκρηκτικὴ ἄνθισις τῶν πιστωτικῶν μηχανισμῶν, ποὺ ἦσαν ἀποτέλεσμα τῆς προσπαθείας νὰ διατηρηθῇ τεχνητὰ ἡ καταναλωτικὴ δυνατότης τῶν νοικοκυριῶν, μέσῳ πιστώσεως, ἀκόμη καὶ ὅταν τὰ πραγματικά τους εἰσοδήματα ἔμειναν στάσιμα ἢ μειώθησαν, τελικῶς κορυφώθη σὲ μία εὐρέως διαδεδομένη κρίση στὸν ἰδιωτικὸ τομέα (περιλαμβάνοντας τόσο τὰ νοικοκυριά, ὅσο καὶ τὶς ἐπιχειρήσεις).

Αὐτὴ ἡ κρίσις ξέσπασε στὶς ΗΠΑ ἐπειδὴ εἶναι μία χώρα ποὺ καταναλώνει περισσότερο ἀπὸ ὅσο παράγει, ἀλλὰ καὶ οἱ ἀποταμιεύσεις ἐκεῖ εἶναι ἀνύπαρκτες. Καθὼς τὰ εἰσοδήματά τους μειώνονταν, οἰ Ἀμερικανοὶ ἔμελλαν νὰ ὑπερχρεωθοῦν, καὶ αὐτὴ ἡ ὑπερχρέωσις ἔφθασε σὲ ὕψη ποὺ δὲν ἔχουν ξανασυμβεῖ. Ἀπὸ τὸ 2007, τὸ χρέος τῶν ἀμερικανικῶν νοικοκυριῶν ἀντιπροσώπευε τὸ 100% τοῦ ΑΕΠ! Μετὰ τὶς ΗΠΑ, οἱ χῶρες ποὺ ἐπλήγησαν περισσότερο ἦσαν ἐκεῖνες μὲ τὰ ὑψηλότερα χρέη καὶ αὐτὲς ποὺ ἐμπνέονται ἀπὸ τὸ ἀγγλοσαξονικὸ μοντέλο μιᾶς πολὺ ἀνοιλτῆς καὶ χρηματοπιστωτικοποιημένης οἰκονομίας: ἡ Ἀγγλία καὶ ἡ Ἰσπανία, κατ’ ἀρχάς, ἀλλὰ ἐπίσης καὶ οἱ Κάτω Χῶρες, ἡ Ἰρλανδία, ἡ Οὐγγαρία καὶ ἡ Νότιος Κορέα. Ἀρκετὲς ἄλλες χῶρες εἶναι σήμερα σχεδὸν σὲ πτώχευση: Ἰρλανδία, Ἑλλάς, Ἰσλανδία, Οὐκρανία καὶ Ῥουμανία.

Ὁ Emmanuel Todd παρατηρεῖ, πολὺ σωστά, ὅτι οἱ ἀρνητικὲς ἐπιπτώσεις ἀπὸ τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο ἀνεβαίνουν ἀπὸ τὸ κατώτερο πρὸς τὸ ἀνώτερο σημεῖο τῆς κοινωνίας. Κατὰ τὴν δεκαετία τοῦ 1980, ἦσαν οἱ ἐργάτες ποὺ ἐπηρεάστησαν περισσότερο ἀπὸ τὴν αὔξηση τῶν ἀνισοτήτων. Στὴν συνέχεια, κατὰ τὴν δεκαετία τοῦ 1990, ἡ παρακμὴ κτύπησε τὶς μεσαῖες τάξεις, ποὺ ἄρχισαν νὰ ὑποφέρουν ἀπὸ τὶς συνέπειες τῆς ἐξαθλιώσεως καὶ τὴν ἐπακόλουθη ἀπώλεια κοινωνικῆς θέσεως. Σήμερα, τὰ κέρδη ἀπὸ τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο ἐπωφελοῦν μόνον τὸ 1% στὴν κορυφὴ τῆς κοινωνίας, ποὺ γίνεται ἀκόμη πλουσιώτερο, ἐνῶ τὰ κενὰ στοὺς μισθοὺς διευρύνονται καὶ τὸ σύνολο τῶν μισθωτῶν γίνεται ὁλοένα καὶ πτωχότερο. «Ἡ ἐμμονὴ τῶν ἐλίτ στὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο», λέγει ὁ Emmanuel Todd, «πλέον προκαλεῖ τὴν κοινωνία στὸ σύνολό της νὰ ὑποφέρῃ».

Οἱ πλέον ἀπειλούμενες ὁμάδες, δὲν εἶναι αὐτὲς ποὺ ἔχουν τὰ λιγότερα προσόντα, ὅπως κάποτε, ἀλλὰ αὐτοὶ τῶν ὁποίων οἱ θέσεις ἐργασίας εἶναι πιὸ εὔκολο νὰ ἀνατεθοῦν ἐξωτερικὰ σὲ ἄλλες χῶρες (outsourcing). Οἱ ὑπέρμαχοι τοῦ ἐλευθέρου ἐμπορίου διόλου δὲν ἐνδιαφέρονται γι’ αὐτό, μιὰ καὶ ἡ μεταφορὰ αὐτὴ αἰτιολογεῖται ὡς πρὸς ἐκείνους, μόνον καὶ μόνον ἐπειδὴ αὐξάνει τὴν ἀνταγωνιστικότητα, ἐπιτρέπονταςστοὺς ἰδιοκτῆτες κεφαλαίων νὰ ἀποκτήσουν ἕνα ἀκόμη, μεγαλύτερο, μερίδιο τοῦ παραγομένου πλούτου. (Εἶναι τὸ ἴδιο ἐπιχείρημα, τὸ ὁποῖο ἐχρησιμοποιήθη γιὰ νὰ δικαιολογήσῃ τὴν παιδικὴ ἐργασία στὸν 19ο αιώνα). «Εἶμαι υπερήφανος νὰ εἶμαι ἕνας ἐργοδότης ποὺ ἀναθέτει ἐξωτερικὰ (outsources) θέσεις ἐργασίας», ἐδήλωσε πρόσφατα ὁ Guillaume Sarkozy, Πρόεδρος τῆς Βιομηχανικῆς Ἑνώσεως Ὑφασμάτων (UIT) καὶ ἀδελφὸς ξέρετε ποιοῦ.

Εἴτε ἄμεσα εἴτε ἔμμεσα, καὶ ἤδη συνειδητοποιημένη ἢ χρησιμοποιουμένη ὡς ἀπειλὴ γιὰ νὰ κατηγορηθοῦν οἱ ἐργασιακὲς συμβάσεις καὶ κοινωνικοὶ κανονισμοὶ ποὺ ἀπεκτήθησαν μέσῳ ἀγώνων στὸ παρελθόν, ἡ ἐξωτερικὴ ἀνάθεσις τῶν ἐπιχειρήσεων πρῶτα ἐπηρέασε τὰ χαμηλῶν προδιαγραφῶν προϊόντα μαζικῆς καταναλώσεως. Στὴν συνέχεια, ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 1980, ἔπληξε τὰ καταναλωτικὰ ηἠλεκτρονικά, τὶς ἠλεκτρικὲς οἰκιακὲς συσκευὲς καὶ τὰ αὐτοκίνητα καί, τέλος, ἀπὸ τὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1990, ἀκόμη καὶ τὰ πιὸ ἐξελιγμένα προϊόντα, καθὼς καὶ τὶς «ἄϋλες» ὑπηρεσίες (ἐπεξεργασία πληροφοριῶν, ἐρμηνεία ἀκτινολογικῶν ἐξετάσεων, κ.λπ.). Ἔτσι, ἡ ἀπόστασις μεταξὺ τῶν τόπων παραγωγῆς και τόπων καταναλώσεως ἔχει γίνει ὁλοένα καὶ μεγαλυτέρα.

Ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὴν γενικὴ ἄποψη, οἱ ληστρικὲς καὶ ἁρπακτικὲς πολιτικὲς τῶν ἀναδυομένων χωρῶν ὄχι μόνον εἶχαν καταστροφικὲς συνέπειες γιὰ τὶς οἰκονομίες τῶν ἀνεπτυγμένων χωρῶν, ἀλλὰ ἐπίσης ἔχουν ἀποσταθεροποιήσει τὶς χῶρες τοῦ τρίτου κόσμου. Οἱ ἀναπτυσσόμενες χῶρες στὴν πραγματικότητα κέρδισαν ἐλάχιστα ἀπὸ τοὺς κανόνες τοῦ Παγκοσμίου Ὀργανισμοῦ Ἐμπορίου. «Ἐν ἀντιθέσει μὲ ὅ,τι συχνὰ ὑποστηρίζεται», γράφει ὁ Jacques Sapir, «τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο δὲν ὑπῆρξε θετικὸς παράγων στὴν ἀνάπτυξη τῶν φτωχοτέρων χωρῶν καὶ ἡ ἐπίδρασίς του στὴν μείωση τῆς φτώχειας ἔχει κραυγαλέα ὑπερεκτιμηθεῖ, σὲ ὅσες περιπτώσεις δὲν ἦταν ἀποτέλεσμα σφαλμάτων ὑπολογισμοῦ». Τὸ ἐπιχείρημα λοιπὸν ὅτι οἱ ἀνισοῤῥοπίες ποὺ παρατηροῦνται σήμερα εὐνοοῦν λίγο πολὺ τοὺς πληθυσμοὺς τῶν λιγότερο ἀνεπτυγμένων ἐθνῶν εἶναι ἀμφισβητήσιμο, δεδομένου ὅτι οἱ ἀνισότητες μεταξὺ χωρῶν ἐξακολουθοῦν νὰ αὐξάνονται. Στὴν πραγματικότητα, τὰ κέρδη ἀπὸ τὶς ἀναδυόμενες χῶρες ἐξυπηρετοῦν πρὸ πάντων τὸν πλουτισμὸ ἑνὸς μικροσκοπικοῦ τμήματος τῆς κοινωνίας, τῶν ὁποίων οἱ περιουσίες ἔχουν κυριολεκτικὰ ἐκτοξευθεῖ κατὰ τὴν διάρκεια τῶν τελευταίων δέκα ἐτῶν.

Ὁ κίνδυνος σήμερα εἶναι αὐτὸς μιᾶς ἀποπληθωριστικῆς σπείρας, ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὴν δραματικὴ αὔξηση τῆς ἀνεργίας καὶ τὴν γενικὴ μείωση τῶν εἰσοδημάτων, ἀλλὰ καὶ ἐπίσης ἀπὸ μία ἰσχυρὴ πτώση τῆς βιομηχανικῆς παραγωγῆς στὶς ἀνεπτυγμένες χῶρες. Ἤδη τὸ 1999, ὁ Maurice Allais, στὸ βιβλίο του La crise mondiale d’aujourd’hui (Ἡ σημερινὴ παγκόσμια κρίσις), προέβλεψε τὴν «γενικὴ κατάῤῥρευση» μιᾶς «διεθνοῦς οικονομίας, βασιζομένης ἐξ ὁλοκλήρου σὲ μία πυραμίδα χρεῶν». Πλησιάζουμε σὲ ἐκεῖνο τὸ σημεῖο.

Ἀπὸ τότε ποὺ ξέσπασε ἡ διεθνὴς οἰκονομικὴ κρίσις, ὄλοι οἱ ἡγέτες τοῦ πλανήτου ἐδήλωσαν ἐπανειλημμένα ὅτι εἶναι ἕτοιμοι νὰ λάβουν «δραστικά» μέτρα γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῆς «ἐπειγούσης ἀνάγκης» καὶ τῆς σοβαρότητος τῆς καταστάσεως. Ἀλλὰ τὴν ἰδία στιγμὴ ἐσυνασπίσθησαν μεταξύ τους γιὰ νὰ δηλώσουν — ὅπως εἴδαμε τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 2009, κατὰ τὴν σύνοδο τῶν G20 στὸ Λονδῖνο καὶ στὴν πιὸ πρόσφατη Ἰταλικὴ σύνοδο κορυφῆς — ὅτι δὲν θὰ πρέπη νὰ ἀμφισβητηθῇ ἡ ἀρχὴ τῆς παγκοσμιοποιήσεως καὶ ὅτι εἶναι ἀναγκαῖο νὰ καταπολεμηθοῦν ὅλες οἱ μορφὲς τοῦ προστατευτισμοῦ. Ὁ κύριος λόγος γιὰ τὴν στάση τους αὐτὴν εἶναι ὅτι ἐνόμιζαν πῶς ἡ κρίσις ὀφείλετο στὴν χρηματοπιστωτικὴ ἀποῤῥύθμιση καὶ ὅτι θὰ ἦταν ἀρκετὴ μιὰ ἐξυγείανσις γιὰ νὰ ἐγγυηθῇ τὴν ἐπιστροφὴ στὴν ὁμαλότητα. Ὡστόσο, στὴν πραγματικότητα, ἡ κρίσις εἶναι ἐπίσης μία συνέπεια τῆς πραγματικῆς οἰκονομίας καὶ προέρχεται ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν ἐγγενὴ φύση τοῦ κυριάρχου οἰκονομικοῦ συστήματος.

Ἀποκηρυχθεὶς ἀπὸ τοὺς ἡγέτες τῶν κρατῶν καὶ κυβερνήσεων, ὁ προστατευτισμὸς ἀποῤῥίπτεται ἐπίσης ἀπὸ τὴν Δεξιὰ (καὶ τὴν Ἀκροδεξιά) ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ εἶναι πιστοὶ στὸ δόγμα τοῦ ἐλευθέρου ἐμπορίου, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἕνα μέγα μέρος τῆς Ἀριστερᾶς καὶ τῆς Ἀκροαριστερᾶς, Τροτσκυστὲς εἰδικότερα, γιὰ τοὺς ὁποίους τὸ πρόβλημα τοῦ προστατευτισμοῦ συγκρούεται ἐντόνως μὲ τὶς διεθνιστικές τους πεποιθήσεις. (Στὶς τελευταῖες εὐρωπαϊκὲς ἐκλογές, ὅπως παρετήρησε ὁ Jacques Sapir, τὸ κόμμα τοῦ Olivier Besancenot ἦταν τὸ μόνο ποὺ ἠρνήθη νὰ ἀντιμετωπίσῃ αὐτὸ τὸ πρόβλημα μὲ ὁποιονδήποτε τρόπο. Ὅσο γιὰ τὸ Σοσιαλιστικὸ Κόμμα, ποὺ νομίζει ὅτι μπορεῖ νὰ ἐπιλύσῃ τὰ προβλήματα αὐτοπεριοριζόμενο στὸν ἀγῶνα του γιὰ μιὰ πιὸ «κοινωνική» Εὐρώπη, θεωρεῖ τὸν προστατευτισμό ἕνα θέμα ταμποῦ). Πιὸ γενικά, εἶναι ὁλόκληρη ἡ Νέα Τάξις, τῆς Δεξιᾶς καὶ τῆς Ἀριστερᾶς, ἡ ὁποία δὲν κουράζεται νὰ βροντάῃ καὶ νὰ ἀστράφτῃ κατὰ τῆς «ἀπειλῆς τοῦ προστατευτισμοῦ», καὶ λέξεις καὶ μόνον ὅπως «φραγμοί», «προστασία», «ῥύθμισις», καὶ οὔτῳ καθεξῆς ἔχουν γίνει γι’ αὐτοὺς συνώνυμα τοῦ ἀπομονωτισμοῦ, τοῦ ἐθνικισμοῦ, ἀκόμα καὶ τῆς ξενοφοβίας. Προφανῶς, γιὰ τὴν ἰδεολογία τοῦ ἐλευθέρου ἐμπορίου, ὁ προστατευτισμὸς εἶναι ὁ διάβολος. Καὶ αὐτὸ ἐκτείνεται πολὺ πέραν τῶν ἀπλῶν οἰκονομικῶν. Ἀπὸ μία συμβολικὴ ἄποψη, στὴν πραγματικότητα, προστατευτισμὸς εἶναι ἕνα φρᾶγμα ἐνάντια στὴν ἀλλαγὴ δίχως ὅρια, ἕνα μέτρο κατὰ τῆς ἀμετρίας καὶ τῆς ὑπερβολῆς, τὸ «γήινο» στοιχεῖο σὲ ἀντιδιαστολὴ μὲ τὸ «ὑγρό» στοιχεῖο.

«Ἡ ἄρνησις νὰ ἀναγνωρίσουν τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο ὡς τὴν αἰτία τῆς παρούσης ἀπογνώσεως», γράφει ὁ Jacques Sapir, «δείχνει ὅτι οἱ ὑπέρμαχοί του ἐγκατέλειψαν τὸν κόσμο τοῦ σοβαροῦ λογισμοῦ γιὰ νὰ εἰσέλθουν σὲ αὐτὸν τῆς μαγικῆς σκέψεως».

Στὴν Γαλλία, ὁ Jacques Sapir εἶναι πιθανῶς ὁ πλέον ἔνθερμος ὑποστηρικτὴς τῆς ἐπιστροφῆς στὸν προστατευτισμό. Δὲν εἶναι ὁ μόνος. Ὁ Emmanuel Todd, ὁ ὁποῖος εἶχε ἤδη ἀποκηρύξει τὸν ἐλευθεροεμπορισμὸ στὸ L’illusion économique (Ἡ οἰκονομικὴ ψευδαίσθησις), ἀναπτύσσει ἐκ νέου τὰ ἴδια ἐπιχειρήματα στὸ τελευταῖο του ἔργο, Après la démocratie (Μετὰ τὴν δημοκρατία). Μαζύ του ἐσυντάχθησαν στὴν ὑπεράσπιση τοῦ προστατευτισμοῦ ὁ Hakim El Karoui καὶ ὁ Jean-Luc Gréau. Οἱ El Karoui, Sapir καὶ Gréau, ἄλλωστε, ἦσαν ὅλοι παρόντες στὴν διάσκεψη σχετικὰ μὲ τὴν κρίση τοῦ διεθνοῦς ἐλευθέρου ἐμπορίου, ποὺ διοργανώθη ἀπὸ τὸ Fondation Res Publica, στὶς 27 Ἀπριλίου 2009 στὸ Παρίσι, ὑπὸ τὴν Προεδρία τοῦ Jean-Pierre Chevènement. Ὁρισμένοι διεθνοῦς φήμης οἰκονομολόγοι ἀρχίζουν ἐπίσης νὰ συσπειρώνονται στὴν ἰδέα τοῦ προστατευτισμοῦ, ὅπως ὁ ἔντονα νεοκλασικὸς Paul Samuelson, ποὺ παρετήρησε προσφάτως ὅτι ἡ Κινεζικὴ περίπτωσις ἔκανε τὴν πεπαλαιωμένη θεωρία τοῦ συγκριτικοῦ πλεονεκτήματος τοῦ Ricardo σκόνη. Ὅσον ἀφορᾶ στὴν κοινὴ γνώμη, ὅλες οἱ μελέτες ποὺ ἔχουν δημοσιευθεῖ τὰ τελευταῖα ἔτη δείχνουν ὅτι ὁ προστατευτισμὸς ὑποστηρίζεται ἀπὸ τὴν πλειοψηφία τῶν Εὐρωπαίων, καὶ εἰδικὰ στὴν Γαλλία, ὅπου τὸ 73% τῶν ἀνθρώπων πιστεύει ὅτι ἡ παγκοσμιοποίησις ἀποτελεῖ ἀπειλὴ γιὰ τὶς θέσεις ἐργασίας. «Ἡ γενικὴ διάθεσις εἶναι μᾶλλον ὑπὲρ τοῦ προστατευτισμοῦ», παρετήρησε ἡ ἐφημερὶς Les Echos πρὶν ἀπὸ δώδεκα ἔτη.

«Ἐν ἀντιθέσει πρὸς ὅλην τὴν ἐλευθεριάζουσα σχολή», παρατηρεῖ ὁ Laurent Cohen-Tanugi, «ἡ παγκοσμιοποίησις δὲν μπορεῖ σήμερα νὰ διαχωρισθῇ ἀπὸ τὴν ἐπιστροφὴ τῆς γεωπολιτικῆς, μὲ ἐκδικητικὲς μάλιστα τάσεις, ἢ ἀπὸ τὶς στρατηγικὲς ἰσχύος, τοὺς ἐθνικισμούς, ἀκόμη καὶ τὶς ἱστορικὲς αὐτοκρατορίες… Αὐτὴ ἡ ἐπιστροφὴ φέρει βαρειὲς ἐπιπτώσεις, κυρίως ἰδεολογικῆς φύσεως: ἡ ἀποπολιτικοποίησις τῶν οἰκονομικῶν κινημάτων, τὸ δόγμα τῆς ἐλευθεριαζούσης παγκοσμιοποιήσεως, ἀπὸ τὴν δεκαετία τοῦ 1980 καὶ μετά, πρόκειται νὰ βρεθῇ ὅλο καὶ περισσότερο σὲ ἀντιπαλότητα μὲ τὴν γεωπολιτικοποίηση τοῦ διεθνοῦς οἰκονομικοῦ χώρου, ποὺ συνεπάγεται ἡ οἰκονομικὴ ἀπογείωσις τεραστίας ἐκτάσεως χωρῶν μὲ τὸ θεμιτὸ κίνητρο τῆς στρατηγικῆς φιλοδοξίας».

Τὰ ἐπιχειρήματα καθ’αυτά, τοῦ ἀντι-προστατευτισμοῦ δὲν εἶναι καινούργια. Ὁ προστατευτισμὸς ἀόμη κατηγορεῖται ὅτι ἐνθαῤῥύνῃ τὸν «ἀπομονωτισμό», ὅτι προκαλεῖ συῤῥίκνωση τοῦ διεθνοῦς ἐμπορίου, ὅτι δημιουργεῖ ἀθέμιτα προνόμια θεσπίζοντας συστήματα παραγωγῆς προστατευόμενα τεχνητὰ ἀπὸ τὰ θετικὰ ἀποτελέσματα τοῦ ἀνταγωνισμοῦ, ὅτι ἀποδυναμώνει τὴν ἀγοραστικὴ δύναμη τῶν πτωχωτέρων μέσῳ ὑψηλοτέρων τιμῶν τῶν προστατευομέβων προϊόντων καὶ οὔτῳ καθεξῆς. Ἀλλὰ τὸ μέγα ἐπιχείρημα εἶναι ἱστορικό: συνίσταται σὲ μιὰ προκατειλημμένη ἐπίκληση τοῦ προστατευτισμοῦ ποὺ ἠσκήθη στὴν δεκαετία τοῦ 1930, ποὺ φέρεται νὰ ἐπιδείνωσε τὶς ἐπιπτώσεις τῆς ὑφέσεως τοῦ 1929, καί, τέλος, ὅτι ὁδήγησε σὲ πόλεμο. Δεδομένου ὅτι ἡ παρούσα κρίσις παντοῦ συγκρίνεται μὲ τὸ 1929, τὸ συμπέρασμα φαίνεται νὰ βγαίνῃ αὐτομάτως.

Στὶς ΗΠΑ, ἡ ἔγκρισις τῆς πασίγνωστης Δασμολογικῆς Πράξεως Smoot-Hawley, ποὺ ὑπεγράφη ἀπὸ τὸν Πρόεδρο Herbert Hoover στὶς 17 Ἰουνίου 1930, ὁδήγησε στὴν θέσπιση τελωνειακῶν δασμῶν ἕως καὶ 52% σὲ περισσότερα ἀπὸ 20.000 προϊόντα. Τρία ἔτη ἀργότερα, ἡ συνολικὴ παραγωγὴ τῆς χώρας ἐμειώθη κατὰ 27%, ἐνῶ οἱ εἰσαγωγὲς ἐμειώθησαν κατὰ 34% καὶ οἱ ἐξαγωγὲς κατὰ 46%. Περισσότερες ἀπὸ 60 χῶρες εἶχαν θεσπίση τότε τελωνειακὰ δασμολόγια ἢ ποσοστώσεις. Ὁ συνολικὸς ὄγκος τοῦ διεθνοῦς ἐμπορίου ἐμειώθη κατὰ 40% τὴν περίοδο 1929 – 1932. Οἱ φιλελεύθεροι οἰκονομολόγοι συμπεραίνουν ἀπὸ αὐτὸ ὅτι μόνον ἐκεῖνα τὰ μέτρα ἐπιδείνωσαν τὴν κρίση: τὸ κλείσιμο τῶν συνόρων ἐλέχθη ὅτι προεκάλεσε τὴν κατάῤῤευση τοῦ διεθνοῦς ἐμπορίου πρὶν ὀδηγήσῃ στὸν πόλεμο. Γι ‘ αὐτὸ καὶ ὁ προστατευτισμὸς ἐστιγματίσθη τόσο ἐντόνως κατὰ τὴν Διάσκεψη τοῦ Bretton Woods, τὸν Ἰούλιο τοῦ 1944, ἡ ὁποία ἔθεσε τὰ θεμέλια τοῦ μεταπολεμικοῦ ἐλευθέρου ἐμπορίου.

Ὅπως εἴπαμε, τὸ ἐπιχείρημα αὐτὸ εἶναι μεροληπτικό. Αὐτὸ ἔχει ἤδη ἀποδειχθεῖ ἀπὸ τὸν Paul Bairoch ὁ ὁποῖος, στὸ Mythes et paradoxes de l’histoire économique (Οἱ μῦθοι καὶ τὰ παράδοξα τῆς οἰκονομικῆς ἱστορίας), κατέδειξε ὅτι τὸ διεθνὲς ἐμπόριο δὲν ἐμειώθη μὲ τὸν ἴδιο ῥυθμό, ὅπως ἡ παραγωγὴ τῶν ἐν λόγῳ χωρῶν, καὶ ὅτι ἡ μείωσις τοῦ διεθνοῦς ἐμπορίου δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἔχει προκαλέσῃ τὴν Ὕφεση. Τὸ ἴδιο κατέδειξε καὶ πιὸ πρόσφατα ὁ Jacques Sapir σὲ ἕνα κείμενο ποὺ ἐδημοσιεύθη στὶς 8 Ιανουαρίου 2009 μὲ τίτλο «Θα ὀδηγήση ἡ παρούσα κρίσις σέ πόλεμο; Ψευδῆ καὶ ἀληθινὰ μαθήματα ἀπὸ τὴν δεκαετία τοῦ 1930». Ὁ Sapir ὑπενθυμίζει ὅτι «τὸ σημαντικὸ μέρος τῆς συρρικνώσεως τοῦ ἐμπορίου ἐπραγματοποιήθη μεταξὺ Ἰανουαρίου 1930 καὶ Ἰουλίου 1932, δηλαδὴ πρὶν ἀπὸ τὴν θέσπιση προστατευτικῶν ἢ αὐταρχικῶν μέτρων σὲ ὁρισμένες χῶρες». Ἐκτὸς αὐτοῦ, ἐὰν τὸ μερίδιο τῶν ἐξαγωγῶν τῶν ἐμπορευμάτων στὸ ΑΕΠ τῶν μεγάλων, βιομηχανικῶν χωρῶν, πράγματι μετεκινήθη ἀπὸ τὸ 9,8% σὲ 6,2%, μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1929 καὶ 1938, θὰ πρέπη νὰ θυμόμαστε ὅτι ἦταν μόνον 12,9% τὸ 1913. Οἱ ὑπέρμαχοι τοῦ ἐλευθέρου ἐμπορίου ξεχνοῦν ἐπίσης ὅτι στὴν δεκαετία τοῦ 1930 τὸ διεθνὲς ἐμπόριο ἀποτελεῖτο οὐσιαστικὰ ἀπὸ πρῶτες ὕλες, ποὺ ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ἀντιπροσώπευαν τὰ δύο τρίτα τοῦ ἐν λόγῳ ἐμπορίου, ἐνῶ σήμερα τὰ δύο τρίτα τοῦ διεθνοῦς ἐμπορίου ἀποτελοῦνται ἀπὸ μεταποιημένα προϊόντα. Στὴν πραγματικότητα, ἡ ἀληθινὴ αἰτία τῆς συρρικνώσεως τοῦ διεθνοῦς ἐμπορίου στὴν δεκαετία τοῦ 1930 δὲν ἦταν ὁ προστατευτισμὸς ἀλλὰ ἡ ἀπότομη αὔξησις τοῦ κόστους μεταφορᾶς καὶ παραδόσεως, ἡ ἐκτεταμένη ἀποδιοργάνωσις τοῦ χρηματοπιστωτικοῦ συστήματος, ποὺ ἐπηκολούθησε μετὰ τὴν συσσώρευση τῶν «ἀνταγωνιστικῶν» ὑποτιμήσεων οἱ ὁποῖες ἀποφασίσθηκαν μετὰ ἀπὸ τὸ λάθος τῆς Οἰκονομικῆς Διασκέψεως τοῦ Λονδίνου, τὸ 1933, καὶ ἡ συῤῥίκνωσις τῆς διεθνοῦς ρευστότητος (ἡ ὁποία ἔπεσε κατὰ 35,7% τὸ 1930 καὶ 26,7% τὸ 1931), καὶ ποὺ ὁδήγησε σὲ μία κρίση ζητήσεως, καταλήγωντας σὲ αὐτὸ ποὺ ὁ John Maynard Keynes ὀνόμασε «ἰσοῤῥοπία τῆς ὑποαπασχολήσεως». Ὅσο γιὰ τὴν Δασμολογικὴ Πράξη Smoot Hawley, τὸ μόνον ποὺ ἐπέφερε ἦταν νὰ ἀνέλθῃ ὁριακὰ τὸ ἐπίπεδο τοῦ προστατευτισμοῦ στὸν κόσμο.

Ἦταν ἠ ἐξέτασις αὐτῆς τῆς κρίσεως τῆς δεκαετίας τοῦ 1930 ποὺ ἔκανε τὸν Keynes νὰ συνειδητοποιήσῃ τὴν σημασία τῆς τροφοδοτήσεως τοῦ διεθνοῦς συστήματος μὲ ρευστότητα, καὶ ποὺ τὸν ὁδήγησε -ἐνῶ ἕως τότε ἦταν μᾶλλον θετικὰ προδιατεθειμένος στὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο- νὰ θεωρήσῃ ὅτι τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο δὲν εἶχε περισσότερα ὀφέλη νὰ προσφέρῃ, καὶ νὰ ταχθῇ ὅλο καὶ περισσότερο ὑπὲρ τοῦ προστατευτισμοῦ, ἰδίως στὸ περίφημο ἄρθρο του τὸ 1933, «National Self-Sufficiency» (Αὐτάρκεια σὲ Ἐθνικὸ ἐπίπεδο). Ὁ Keynes γράφει ἐκεῖ ὅτι «ὁ παρηκμασμένος διεθνὴς ἀλλὰ ἀτομικιστικὸς καπιταλισμός, στὰ χέρια τοῦ ὁποίου περιπέσαμε μετὰ τὸν [Μεγάλο] Πόλεμο, δὲν εἶναι μιὰ ἐπιτυχία. Δὲν εἶναι εὐφυής, δὲν εἶναι ὄμορφος, δὲν εἶναι δίκαιος, δὲν εἶναι ἐνάρετος — καὶ δὲν ἀποφέρει τὰ ἀγαθά».

Ἡ Ἀμερικανικὴ παραγωγὴ τὸ 1938 ἦταν ἀκόμα κατωτέρα ἀπὸ ἐκείνη τοῦ 1929. Γνωρίζουμε ὅτι εἶναι ἡ πολεμικὴ προσπάθεια ποὺ θὰ καταστίση ἐφικτὴ τὴν ἐπανέναρξη τῆς μηχανῆς, σὲ βάρος τῆς ἐκρήξεως τοῦ δημοσίου χρέους, τὸ ὁποῖο δὲν θὰ σταματήση νὰ αὐξάνεται. Εὔλογα θὰ ἀναρωτηθῆ κάποιος ἐὰν ἡ ἐπίμονος ἄρνησις τοῦ καπιταλιστικοῦ συστήματος νὰ περιορισθῇ εἶναι τελικῶς αὐτὴ ποὺ ἀκόμη καὶ σήμερα φέρει τὸν κίνδυνο νὰ προκαλέσῃ πόλεμο (μὲ τὸ Ἰρὰν γιὰ παράδειγμα). Ἔρχεται μία στιγμὴ ὅπου τὸ κεφάλαιο, ἀντιμέτωπο μὲ τὴν φυσικὴ ἐξέλιξη τῆς μειώσεως τῶν ποσοστῶν τοῦ κέρδους, καὶ τὴν ἀδυναμία ἐξευρέσεως νέων ἀγορῶν, μπορεῖ μόνον νὰ ποντάρῃ στὸν πόλεμο γιὰ νὰ ἐξεύρῃ ἕνα νέο ἐρέθισμα, πρῶτον μὲ τὴν μορφὴ τῆς παραγωγῆς ὅπλων, καὶ στὴν συνέχεια μὲ τὴν ἀνασυγκρότηση ποὺ ἐπακολουθεῖ μετὰ ἀπὸ μία μαζικὴ καταστροφή, λόγῳ τῆς συῤῥάξεως.

Μία ἄλλη τακτικὴ τῶν ἐλευθεροεμποριστῶν συνίσταται στὸ νὰ καταγγέλουν τὸν προστατευτισμὸ σὲ ἐθνικὸ ἐπίπεδο. Κατόπιν, δὲν δυσκολεύονται νὰ δείξουν ὅτι ὁ προστατευτισμὸς σήμερα θὰ ἦταν ἀμφότερα ἀδύνατον νὰ ἐφαρμοσθῇ καὶ παραμένει ἀναποτελεσματικός. Τὰ ἔθνη-κράτη, ἀπὸ τὴν ἄποψη τῶν χρηματοοικονομικῶν ῥοῶν καὶ ἀνταλλαγῆς ἐμπορευμάτων, δὲν εἶναι πλέον ἴσα μὲ τὴν διεθνὴ οἰκονομία. Δὲν ἦταν πάντα ἔτσι. Στὸ παρελθόν, ὁ προστατευτισμὸς ὑπῆρξε ἀναμφισβήτητα μιὰ ἀναγκαιότης γιὰ ἀναδυόμενες χῶρες ποὺ ἐπιθυμοῦσαν νὰ οἰκοδομήσουν, ἐλεύθερες ἀπὸ ἕναν ἀνταγωνισμὸ τὸν ὁποῖον δὲν ἦταν ἀκόμη σὲ θέση νὰ ἀντιμετωπίσουν, βιομηχανίες ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ἀντιμετωπίσουν τὸν διεθνὴ ἀνταγωνισμὸ σὲ μεταγενέστερο στάδιο. Ὁ Friedrich List (1789-1846) ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους θεωρητικοὺς τοῦ προστατευτισμοῦ. Γιὰ τὸν List, ποὺ δὲν ἦταν ἀντι-φιλελεέθερος — οἱ θέσεις του εἶναι σαφῶς διακριτὲς ἀπὸ ἐκεῖνες ποὺ ὑιοθέτησε πρὶν ἀπὸ αὐτὸν ὁ Fichte στὸ The Closed Commercial State (Κλειστὸ Ἐμπορικὸ Κράτος) — ὁ προστατευτισμὸς ἀντιπροσώπευε ἕνα ὁπλοστάσιο ἀπὸ μεταβατικὰ μέτρα ποὺ ἐπιτρέπουν τὴν ἐπίτευξη τοῦ ὁρίου, ἀπὸ τὸ ὁποῖο θὰ μποροῦσε νὰ ἀσκεῖται ἀνταγωνισμὸς μεταξὺ χωρῶν σὲ ἀνόθευτη βάση. Δὲν ἔκανε λάθος: ἡ οἰκονομικὴ ἄνοδος ὅλων τῶν μεγάλων βιομηχανικῶν χωρῶν, ἀρχίζοντας μὲ τὶς ΗΠΑ καὶ τὴν Ἰαπωνία, ξεκίνησε στὸ πλαίσιο τῆς προστατευμένης ἀγορᾶς, ἀπὸ τὶς ὁποῖες οἱ ἐπενδυτικὲς στρατηγικὲς θὰ μποροῦσαν νὰ ἀναπτυχθοῦν.

Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι ὁ προστατευτισμὸς εἶναι μόνον γιὰ προσωρινὴ χρήση, καὶ ὅτι θὰ πρέπη νὰ διατηρεῖται μόνον γιὰ χῶρες ποὺ ἀκόμη δὲν μποροῦν νὰ πληρώσουν γιὰ τὴν πολυτέλεια τοῦ ἐλευθέρου ἐμπορίου (πάντα εἶναι ἀπαραίτητο νὰ προστατεύονται οἱ στρατηγικὰ σημαντικὲς βιομηχανίες, γιὰ παράδειγμα). Σήμερα, τὸ ἐρώτημα εἶναι ἐὰν θὰ θεσπισθῇ προστατευτισμὸς σὲ Εὐρωπαϊκὸ ἠπειρωτικὸ ἐπίπεδο. Αὐτὸ παρέχει καὶ μία ἀπάντηση στὸ ἐπιχείρημα ὅτι ὁ προστατευτισμὸς θὰ εἶναι «ἀδύνατον» ἀπὸ ἐδῶ καὶ στὸ ἐξῆς, ἐπειδὴ πρακτικὰ δὲν ὑπάρχουν πλέον ὁποιαδήποτε αὐστηρῶς ἐθνικὰ προϊόντα, λόγῳ τοῦ διεθνοῦς κατακερματισμοῦ τῶν παραγωγικῶν διεργασιῶν καὶ τῆς γεωγραφικῆς διασπορᾶς τῆς ὑπεργολαβίας, ποὺ ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα ἕνα μέρος ἑνὸς αὐτοκινήτου ἢ ἀεροπλάνου νὰ ἔχει κατασκευασθεῖ σὲ μία χώρα, ἕνα ἄλλο μέρος σὲ ἄλλην χώρα, καὶ οὔτῳ καθεξῆς.

Ὁ ῥυθμιστὴς τῶν ὑδάτων ἑνὸς καναλιοῦ δὲν εἶναι ἕνας ὑδροφράκτης: δὲν ἐμποδίζει τὸ ὕδωρ νὰ ῥέῃ ἀλλὰ ἐπιτρέπει νὰ ῥυθμίζεται τὸ ὕψος του. Ὁμοίως, ὁ προστατευτισμὸς δὲν εἶναι αὐτάρκεια. Δὲν εἶναι ὁ θεσμὸς τῶν ἀνυπερβλήτων τειχῶν ποὺ μετατρέπουν χῶρες σὲ ἀπόρθητα φρούρια. Σὲ μιὰ Εὐρώπη, ποὺ ἀπειλεῖται κυρίως ἀπὸ τὸν ἀποπληθωρισμὸ τῶν μισθῶν καὶ τὴν ἐξωτερικὴ ἀνάθεση θέσεων ἐργασίας, ὁ πρῶτος στόχος τοῦ προστατευτισμοῦ θὰ ἦταν νὰ ἐπιτρέψῃ στὴν ἐσωτερικὴ ζήτηση νὰ ἀνακάμψῃ. Μόνον μία προστατευμένη Εὐρώπη μπορεῖ νὰ ἀναζωπυρώσῃ τὴν ζήτηση μέσῳ τῶν μισθῶν. Ὅπως γράφει ὁ Jacques Sapir, «τὸ νὰ αὐξηθοῦν οἱ μισθοὶ χωρὶς νὰ ἀγγίζεται τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο εἶναι εἴτε ὑποκρισία ἢ βλακεία». Γιὰ τὴν Εὐρώπη, τὸ ζήτημα εἶναι νὰ γίνῃ ἕνας χῶρος μὲ οἰκονομικοὺς κανονισμοὺς τέτοιους ποὺ νὰ τὴν προστατεύουν ἀπὸ τὶς πιὸ ἐπιβλαβεῖς ἐπιπτώσεις τῆς οἰκονομικῆς καὶ χρηματοπιστωτικῆς παγκοσμιοποιήσεως δηλαδὴ τὸ ντάμπινγκ τῶν τιμῶν καὶ τὴν ἐξωτερικὴ ἀνάθεση θέσεων ἐργασίας σὲ χῶρες μὲ χαμηλὸ εἰσόδημα, καθὼς καὶ νὰ θέσῃ κανόνες ἀμοιβαιότητος στὸ διεθνὲς ἐμπόριο.

Μόνον ἕνα σύστημα ἐμπορικῆς προστασίας καὶ «ἀντισταθμιστικῶν δασμῶν» μπορεῖ νὰ βάλῃ τέλος στὴν ὑποτίμηση καὶ στὴν ἀνεπαρκὴ ἀμοιβὴ τῆς ἐργασίας, καὶ νὰ προκαλέσῃ τὴν ἄνοδο τῆς ἐσωτερικῆς ζητήσεως καὶ πάλι, ἐλέγχοντας τὶς ἀνταλλαγὲς ἀγαθῶν καὶ ὑπηρεσιῶν μὲ τέτοιον τρόπο ὥστε οἱ εὐρωπαϊκὲς οἰκονομίες νὰ μὴν τιμωρῶνται πλέον ἀπὸ τὶς de facto εὐκαιρίες ποὺ προσφέρονται στὶς χῶρες τῶν ὁποίων οἱ κοινωνικὲς καὶ περιβαλλοντικὲς συνθῆκες παραγωγῆς διαφέρουν ῥιζικῶς ἀπὸ τὶς δικές μας. Ἡ αὔξησις τῶν μισθῶν καὶ ἡ ἀναζωπύρωσις τῆς ζητήσεως μέσῳ τῆς καταναλώσεως μπορεῖ νὰ ἐπιτευχθῇ μόνον μὲ τὴν θέσπιση τῶν μέτρων τῆς τελωνειακῆς προστασίας, ἀντισταθμίζοντας ταὐτοχρόνως τὶς ζημίες, ποὺ ἐνδέχεται νὰ προκύψουν τελικῶς ἀπὸ τὸ κλείσιμο ὁρισμένων ξένων ἀγορῶν.

Ὅσον ἀφορᾷ στὶς ἐμπορικὲς ὑποθέσεις, σίγουρα μπορεῖ νὰ φαντασθῇ κάποιος ἕνα νέο κοινὸ δασμολόγιο, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ σύστημα ἐνέχει τὸν κίνδυνο νὰ δυσκολευθῇ νὰ καθορίσῃ τὸ ἀκριβὲς ἐπίπεδο τῶν ἀντισταθμιστικῶν δασμῶν τοῦ σημερινοῦ συστήματος μὲ τὶς κυμαινόμενες συναλλαγματικὲς ἰσοτιμίες. Οἱ συναλλαγματικὲς ἰσοτιμίες μεταξὺ τοῦ δολλαρίου, τοῦ εὐρὼ καὶ τοῦ γιὲν ποικίλλουν συνεχῶς, καὶ ἕνας τελωνειακὸς δασμὸς σὲ εἰσαγόμενα προϊόντα θὰ μποροῦσε, ὡς ἐκ τούτου, γρήγορα νὰ καταστῇ ἀναποτελεσματικός. Γι ‘ αὐτὸ καὶ τὸ καλλίτερο σύστημα παραμένει ἐκεῖνο ποὺ προτείνεται ἀπὸ τὸν Maurice Allais, τὸ ὁποῖο βασίζεται σὲ ποσοστώσεις εἰσαγωγῆς, ποὺ ἐνδεχομένως θὰ μποροῦσε νὰ ἐξωτερικευθῇ. Ἀπὸ τὴν στιγμὴ πού, γιὰ παράδειγμα, οἱ Κινέζοι κατασκευαστὲς κλωστοϋφαντουργικῶν ὑπερβαίνουν τὴν ποσόστωση τῶν εἰσαγωγῶν τους, θὰ πρέπη νὰ καταβάλουν ἕνα ὁρισμένο ποσὸ στὴν Ε.Ε., ἢ νὰ μεταφέρουν παραγωγικὲς μονάδες πρὸς τὴν Εὐρώπη πρὸ κειμένου νὰ δημιουργηθοῦν νέες θέσεις ἐργασίας ἐδῶ. Μία ἄλλη λύσις θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ἡ θέσπισις ἑνὸς φόρου ἀντι-ντάμπινγκ, ὅπως ἤδη ὑπάρχει γιὰ ὁρισμένα προϊόντα (παράδειγμα, τὰ ποδήλατα ποὺ εἰσάγονται ἀπὸ τὴν Κίνα).

Ἀλλὰ τὰ προστατευτικὰ μέτρα δὲν χρειάζεται νὰ περιορισθοῦν στοὺς δασμοὺς καὶ τὶς ποσοστώσεις εἰσαγωγῶν. Μποροῦν νὰ περιλαμβάνουν ἐπίσης νόμους ποὺ περιορίζουν τὶς ἐπενδύσεις ἀπὸ ξένες ἐπιχειρήσεις, ἐνισχύσεις πρὸς τοὺς παραγωγοὺς ἢ τοὺς ἀγοραστές, ὑποτιμήσεις, κοινωνικὰ ἢ δημοσιονομικὰ μέτρα, θέσπισις τεχνολογικῶν καὶ ὑγειονομικῶν προτύπων, διασφαλιστικὲς ῥῆτρες, καὶ οὔτῳ καθεξῆς. Γιὰ νὰ ἀντιμετωπισθῇ ἐπιτυχῶς ἡ ἑτερογένεια τῶν ἐθνικῶν οἰκονομιῶν στὴν Εὐρώπη, ὁ Jacques Sapir ἐπίσης τάσσεται ὑπὲρ τῆς ἐπιστροφῆς στὰ ἀντισταθμιστικὰ νομισματικὰ ποσὰ ποὺ εἶχαν θεσπισθῆ στὴν δεκαετία τοῦ 1960, ποὺ θὰ ἐπιτρέψουν τὴν δημιουργία ἑνὸς Ταμείου στὸ ὁποῖο οἱ κοινωνικὲς καὶ οἰκολογικὲς ἀνάγκες θὰ συγκλίνουν στὴν καρδιὰ τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως.

Τέλος, ὁ προστατευτισμὸς πρέπει νὰ ἐπεκταθῇ πέραν τῶν καθαρὰ ἀρνητικῶν μέτρων. Ἀρχικά, θὰ μποροῦσε νὰ βοηθήσῃ στὸ νὰ σταματήσῃ ἡ ἐξωτερικὴ ἀνάθεσις τῆς παραγωγῆς, δεδομένου ὅτι ἔχοντας ἐγγύτερα τὶς ἀγορὲς μειώνεται τὸ κόστος καθὼς καὶ οἱ περιβαλλοντικοὶ κίνδυνοι ποὺ προκαλεῖ ἡ ἐξωτερικὴ ἀνάθεσις σὲ πλανητικὸ ἐπίπεδο (γιὰ παράδειγμα, σχεδὸν ὅλα τὰ ἀγγουράκια ποὺ καταναλώνονται στὴν Γαλλία σήμερα παράγονται στὴν Ἰνδίία· οἱ κινεζικὲς φράουλες εἶναι πολὺ φθηνότερες ἀπὸ τὶς ἀντίστοιχες τοῦ Périgord, ἀλλὰ χρησιμοποιεῖται 20 φορὲς περισσότερο πετρέλαιο γιὰ τὴν μεταφορά τους!), κάτι ποὺ θὰ ἐπιτρέψη ἐπίσης καλλίτερο ἔλεγχο τῆς ποιότητος τῶν προϊόντων. Θὰ μποροῦσε ἐπίσης νὰ ὀδηγήσῃ στὴν καθιέρωση μιᾶς πραγματικῆς Εὐρωπαϊκῆς κυριαρχίας σὲ θέματα βιομηχανίας, χάριν τῆς ἐνισχύσεως τῆς συνεργασίας μεταξὺ τῶν μεγάλων βιομηχανικῶν παραγόντων, οἱ ὁποῖοι θὰ μποροῦσαν νὰ συμφωνήσουν σὲ κοινὲς στρατηγικὲς στὸν τομέα τῆς παραγωγῆς καὶ τὴν κατάκτηση ξένων ἀγορῶν. Ὁ προστατευτισμός, μὲ μία λέξη, εἶναι ἡ ὑιοθέτησις μιᾶς προτιμήσεως γιὰ τὴν Εὐρωπαϊκὴ Κοινότητα σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς.

Ὁ ἀντικειμενικὸς σκοπὸς εἶναι νὰ γενικευθῇ ἡ ἀρχὴ τῶν ἐπικεντρωμένων οἰκονομιῶν καὶ νὰ «ῥυθμίζονται οἱ ἐμπορικὲς ἀνταλλαγὲς σὲ ἐπίπεδο μεγάλων γεωγραφικῶν ζωνῶν, ἀρκούντως σημαντικοῦ μεγέθους, γιὰ νὰ ἀποφεύγεται ἡ δημιουργία κατεστημένων συμφερόντων — ὁ κίνδυνος τοῦ προστατευτισμοῦ — ἐνῶ ὁ προστατευτισμὸς νὰ καταστῇ ἕνα μέσον γιὰ τὴν ὀργάνωση τοῦ κίσμου». Ὑπάρχει προφανῶς μιὰ ἰσχυρὰ ἀντιστοιχία μεταξὺ τοῦ προστατευτισμοῦ ὀργανωμένου σὲ ἠπειρωτικὸ ἐπίπεδο καὶ τοῦ κινήματος πρὸς ἕναν πολυπολικὸ κόσμο, ὅπου οἱ διαφορετικοὶ πόλοι ἐπίσης θὰ παίξουν ῥυθμιστικὸ ῥόλο, ὡς πρὸς τὴν παγκοσμιοποίηση ποὺ «τρέχει». Ὁ προστατευτισμός, ὑπὸ αὐτὴν τὴν ἔννοια, εἶναι ὄχι μόνον ἕνα οἰκονομικὸ ὅπλο, ἀλλὰ καὶ ἕνα πολιτικὸ ὅπλο, ποὺ ἐπιτρέπει τὴν ἐπιβολὴ τῶν συνόρων σὲ μιὰ σφαίρα ἐπιῤῥοῆς ἢ σὲ ἕνα πολιτιστικὸ καὶ πολιτισμικὸ (cultural and civilisational) μπλόκ. Ὅπως ἔχει γράψει καὶ ὁ Raphaël Wintrebert, «ἡ «ἐμπορικὴ πολιτική» εἶναι, ἐπάνω ἀπ’ ὅλα, πολιτική, ἄρα καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ὑποβιβασθῇ στὰ τεχνικὰ ζητήματα ποὺ ἀφοροῦν στοὺς ἐμπειρογνώμονες».

Ἡ ὑιοθέτησις τῶν μέτρων αὐτῶν δὲν παρουσιάζει σχεδὸν κάποιο ἰδιαίτερο τεχνικὸ πρόβλημα. Ἀλλὰ εἶναι ἀντιμέτωπη μὲ τὴν παντελὴ ἔλλειψη βουλήσεως ἐκ μέρους τῶν Εὐρωπαίων ἡγετῶν. Οἱ πιὸ ἀποφασισμένοι ὑπέρμαχοι τοῦ ἐλευθέρου ἐμπορίου εὑρίσκονται στὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἐπιτροπή, στὴν καρδιὰ τῶν πολυεθνικῶν, στὴν Παγόσμια Τράπεζα καὶ στὸ ΔΝΤ. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν κοινὴ γεωργικὴ πολιτική, ἡ Εὐρώπη εἶναι σήμερα «ἡ ἤπειρος τοῦ ἐλευθέρου ἐμπορίου σὲ ἕναν κόσμο προστατευτισμοῦ». Αὐτός ὁ ἐλευθεροεμπορικὸς προσανατολισμὸς ἐτεθη σὲ κυρίαρχη θέση ἀπὸ τὴν ἀρχή, δεδομένου ὅτι ἡ Συνθήκη τῆς Ῥώμης τοῦ 1957 προέβλεπε ἤδη τὴν «προοδευτικὴ ἐξάλειψη τῶν περιορισμῶν τοῦ διεθνοῦς ἐμπορίου». Ἡ Συνθήκη τοῦ Ἀμστερνταμ τοῦ 1997 μάλιστα ἐπροχώρησε τόσο πολύ, ὥστε νὰ καταργήσῃ τὸ μόνο ἄρθρο (44[2]) τῆς Συνθήκης τῆς Ῥώμης ποὺ ἀνεφέρετο σὲ «φυσικὴ προτίμηση». Σήμερα, θεωρεῖται ἡ «κοινοτικὴ προτίμησις» ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὶς ῥῆτρες τῶν εὐρωπαϊκῶν συνθηκῶν, καθὼς καὶ τὶς δεσμεύσεις ποὺ ἀνελήφθησαν ἀπέναντι στὸν Παγκόσμιο Ὀργανισμὸ Ἐμπορίου. Γι ‘ αὐτὸ ἡ Εὐρώπη, τὰ τελευταῖα ἔτη, ὑπῆρξε ὁ καλλίτερος μαθητὴς τοῦ ἐλευθεροεμπορισμοῦ ποὺ προωθεῖ ὁ Π.Ο.Ε.: στὴν καρδιὰ τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως, τὸ σύνολο τῶν τελωνειακῶν δασμῶν δὲν ἀντιπροσωπεύει περισσότερο ἀπὸ τὸ 2% τῆς συνολικῆς ἀξίας τῶν συναλλαγῶν (πού, γιὰ νὰ φέρω ἕνα παράδειγμα, ὁδήγησε σὲ ἔλλειμμα τοῦ ἐμπορικοῦ ἰσοζυγίου, σὲ σχέση μὲ τὴν Κίνα ἐπάνω ἀπὸ 80%). Τὸ ἐπίσημο δόγμα τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως εἶναι νὰ δεχθῇ τὴν ἐξαφάνιση ἑνὸς ὁρισμένου ἀριθμοῦ τῶν βιομηχανιῶν ὑψηλῆς ἐντάσεως ἐργατικοῦ δυναμικοῦ, γιὰ νὰ ἐπικεντρωθῇ στὶς βιομηχανίες μὲ ὑψηλὴ προστιθέμενη ἀξία, ἀλλὰ ποὺ ἀπασχολοῦν λίγα ἄτομα. Ὑπὸ τὶς συνθῆκες αὐτές, οἱ θέσεις ἐργασίας στοὺς τομεῖς τῶν καινοτόμων σαφῶς καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἀντισταθμίσῃ τὶς θέσεις ἐργασίας ποὺ χάνονται στοὺς τομεῖς ποὺ ἔχουν ἐγκαταλειφθεῖ. Γι ‘ αὐτὸ καὶ ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωσις οὐδέποτε ἦταν σὲ θέση νὰ διακρίνῃ σαφῶς μεταξὺ τῆς ἀγορᾶς καὶ τῶν μή-ἐμπορικῶν δραστηριοτήτων, ἢ νὰ ἀποφασίσῃ ἐὰν πρέπῃ, ἢ ὄχι, νὰ προστατευθῇ ἔναντι τοῦ ἀνταγωνισμοῦ ἐκείνου ποὺ ἀποδεικνύεται ὅτι εἶναι καταστροφικὸς γιὰ τὰ κράτη μέλη. Δὲν ἀποτελεῖ ἔκπληξη λοιπὸν ὅτι ἡ βιομηχανία της συρρικνώνεται σταθερὰ καὶ ὅτι ἡ μεσαία τάξις της βυθίζεται στὴν φτώχεια.

Ὁ Emmanuel Todd δὲν διστάζει νὰ εἰπῇ ὅτι τὸ μέλλον θὰ εἶναι εἴτε προστατευτισμὸς ἢ χάος — ἢ προστατευτισμὸς μετὰ τὸ χάος. Ὁ Jean-Luc Gréau ἀπὸ τὴν πλευρά του θεωρεῖ ὅτι «ἡ ἐπιστροφὴ ἑνὸς νέου προστατευτισμοῦ εἶναι ἀναπόφευκτη». Ὅσον γιὰ τὸν Jacques Sapir, γράφει ὅτι «ἐν ὄψει τῆς κρίσεως ποὺ ἀναπτύσσεται σήμερα, ὁ συνδυασμὸς τοῦ προστατευτισμοῦ μὲ μιὰ ἐπιστροφὴ σὲ συστήματα κεφαλαιακοῦ ἐλέγχου, τέτοια ποὺ θὰ σταθεροποιήσουν τὴν μετατρεψιμότητα τῶν νομισμάτων, βάσει ἐμπορικῶν συναλλαγῶν ἀγαθῶν καὶ ὑπηρεσιῶν, φαίνεται νὰ εἶναι ἡ μόνη βάσις γιὰ ὁποιανδήποτε λύση, ὅπως καὶ στὴν περίπτωση μετὰ τὴν κρίση τῆς δεκαετίας τοῦ 1930. Ἀλλά, ὅπως καὶ τὸ 1944, μιὰ τέτοια θέσος μπορεῖ νὰ ὑλοποιηθῇ μόνον μὲ ἐναντίωση στὶς ΗΠΑ… Ἡ προάσπισις τῆς οἰκονομικῆς κυριαρχίας δὲν εἶναι συμβατὴ μὲ τοὺς στόχους τῆς Ἀμερικανικῆς πολιτικῆς… Ὡς ἐκ τούτου, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξῃ καμμία μεταῤῥύθμισις καὶ καμμία διέξοδος ἀπὸ τὴν κρίση, παρὰ μόνον μὲ βάση μιὰν ἀντιπαράθεση μὲ τὴν Ἀμερικανικὴ πολιτική».

Τὰ ὁμόφωνα μυαλὰ τῆς Νέας Τάξεως ὡστόσο θὰ συνεχίσουν νὰ λυσσομανοῦν κατὰ τοῦ διαβόλου τοῦ προστατευτισμοῦ, ποὺ συχνὰ περιγράφουν ὡς τὴν «χειρίστη τῶν λύσεων» (Jean-Marie Colombani) καὶ τὸ «θανατηφόρο δηλητήριο τῆς οἰκονομίας» (Claude Imbert). Παρατηρώντας αὐτὴν τὴν ὁμοφωνία, ὁ Emmanuel Todd θεωρεῖ ὅτι εἶναι πλέον εὔκολο νὰ καταδειχθῇ ὅτι τὸ πραγματικὸ ἐμπόδιο ἀναφορικὰ μὲ τὸν προστατευτισμὸ ἔγκειται σὲ μιὰ ἰδεολογικὴ νοοτροπία, ποὺ μπορεῖ νὰ περιγραφῇ ὡς ἐλευθεριακή-φιλελεύθερη: ναρκισσισμός, ἀτομικισμός, ἐμμονὴ μὲ τὰ χρήματα καὶ κατάφωρη περιφρόνησις γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. «Γιὰ ἐμεναν», δηλώνει, «ὁ ἄκρατος ἀτομικισμὸς δὲν εἶναι κάποια ἀρχέγονη ἐμμονὴ στὴν οἰκονομία τῆς ἀγορᾶς, στὴν ἀπόῤῥιψη ὅλων τῶν τελωνειακῶν φραγμῶν· εἶναι ἡ προσήλωσις στὴν ἰδέα τοῦ ἀτόμου ὡς ἀπόλυτος μονάρχης, στὴν ἰδέα ὅτι ἀπαγορεύεται νὰ τοῦ ἀπαγορεύουν, σὲ αὐτὸ τὸ φαινόμενο τῶν ναρκισσιστικῶν συμπεριφορῶν ποὺ ἀνελύθηκαν ἀπὸ τὸν [Christopher] Lasch, κάτι ἐξαιρετικὰ μαζικὸ καὶ διάσπαρτο ταὐτοχρόνως… Ὁ μέγας βαρὺς ἀρνητικὸς παράγων εἶναι αὐτὴ ἡ ἐξατομίκευσις, αὐτὴ ἡ μετατροπὴ τῶν συμπεριφορῶν σὲ ναρκισσιστικές, αὐτὴ ἡ βαρειὰ προκατάληψις κατὰ τῆς συλλογικῆς δράσεως». Ὅμως ὁ ἀτομικισμὸς αὐτός, εἶναι στὴν πραγματικότητα ἑνας ἀτομικο-παγκοσμιοποιητισμός, καὶ ὁ παγκοσμιοποιητισμὸς αὐτὸς εἶναι σύμφωνος μὲ τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο σὲ τέτοιο βαθμό, ποὺ κατατάσσεται στὴν ὅλη ἰδέα «ἑνὸς κόσμου χωρὶς σύνορα», ὅπου τὰ ἔθνη ἀναπόφευκτα θὰ «ἀντικατασταθοῦν». Ὁ Todd ἐπισημαίνει ἀκόμη ὅτι, «σὲ διεθνὲς ἐπίπεδο, τόσο ὁ παγκοσμιοποιητισμὸς ὅσο καὶ ὁ ἀντι-ρατσισμός, συνδέονται ἄμεσα μὲ τὴν κυριαρχία τοῦ ἐλευθέρου ἐμπορίου. Ἡ ἰδέα τοῦ ἀνοίγματος, τῆς ὑπερβάσεως ὅλων τῶν διαφορῶν, ἐκεῖ ὀδηγεῖ».

Ἡ προστατευτικὴ νομοθεσία εἶναι σίγουρα μόνον ἕνα διορθωτικό καὶ μία ἐκδοχὴ τῆς οἰκονομίας τῆς ἀγορᾶς, ὄχι μία ἐναλλακτικὴ λύση στὴν οἰκονομία τῆς ἀγορᾶς. Δὲν ἀμφισβητεῖ θεμελιωδῶς ὅλα τὰ προνόμια τοῦ κεφαλαίου, ἢ τὶς σχέσεις ἐξουσίας στὶς ἐπιχειρήσεις. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο ὁ προστατευτισμὸς εἶναι μιὰ μεταῤῥύθμισις. Ὑπὸ τὶς παροῦσες συνθῆκες, ὀδηγούμεθα σὲ αὐτὸν ἐπειδὴ μεριμνοῦμε γιὰ νὰ ἀποφύγουμε τὰ χειρότερα.

 

Τὸ παραπάνω κείμενο εἶναι ἔνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ νέο βιβλίο τοῦ Alain de Benoist «Στὸ Χεῖλος τῆς Ἀβύσσου» (ἐκδόσεις Arktos, 2015). Ἐὰν σᾶς ἄρεσε, μπορεῖτε νὰ προμηθευθεῖτε τὸ βιβλίο. Πρόκειται γιὰ μία συλλογὴ πραγματειῶν γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῆς διεθνοῦς χρηματοπιστωτικῆς κρίσεως τοῦ 2008 καὶ τῶν ἐπακολούθων συνεπειῶν της.

Ἀπὸ τὸν πρόλογο τῆς ἐκδόσεως:

«Τὸ πρόβλημα μὲ τὶς περισσότερες συζητήσεις περὶ τῆς κρίσεως, τονίζει ὁ de Benoist, εἶναι ὅτι ἐπικεντρώνονται στὴν προσπάθεια νὰ μεταῤῥυθμίσουν τὸ παρὸν οἰκονομικὸ σύστημα, πρὸ  κειμένου νὰ ἀποτρέψουν τέτοιες καταστροφές, ἀπὸ τὸ νὰ ξανασυμβοῦν. Αὐτὸ εἶναι λάθος, λέγει, δεδομένου ὅτι τὸ πρόβλημα στὴν πραγματικότητα ἔγκειται στὴν ἴδια τὴν φύση τοῦ διεθνοῦς καπιταλισμοῦ στὴν σημερινή του μορφή, ἕνα σύστημα ποὺ βάζει τὶς ἀνεξέλεγκτες ἀτομικὲς ἐπιθυμίες ἐπάνω ἀπὸ τὶς ἀνάγκες τῆς κοινωνίας, ποὺ προστατεύει τὸν ὑπερβολικὸ πλοῦτο σὲ βάρος τῆς μεσαίας τάξεως καὶ τῶν φτωχῶν στρωμάτων, καὶ ποὺ προκαλεῖ τόσο μεγάλη δυστυχία καὶ δεινὰ σὲ ὅλον τὸν κόσμο, διευκολύνοντας τὶς πολυεθνικὲς τῶν πλουσιωτέρων χωρῶν νὰ ἐξωτερικεύσουν τὶς θέσεις ἐργασίας τους σὲ ἄλλες χῶρες, ποὺ εἶναι σὲ μειονεκτικὴ θέση, σὲ βάρος καὶ τῶν δύο. Εἶναι τὸ ὅλο σύστημα αὐτὸ τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ ἀμφισβητηθῇ θεμελιωδῶς. Ὁ de Benoist θεωρεῖ τόσο τὴν Δεξιὰ ὅσο καὶ τὴν Ἀριστερά, ἐξ ἴσου ὑπεύθυνες γιὰ τὴν κατάσταση αὐτήν, ἐφ’ ὅσον ἡ ἐπικρατούσα τάσις καὶ στοὺς δύο εἶναι νὰ ἀποδέχονται ἀνεπιφύλακτα τὴν ἰδέα ὅτι ὁ ἐλευθεριακὸς καὶ παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμὸς εἶναι ὄχι μόνον τὸ ὅ,τι καλλίτερο, ἀλλὰ καὶ ἡ μόνη ἐπιθυμητὴ μέθοδος νὰ δομοῦνται οἱ οἰκονομίες παντοῦ στὸν κόσμο σήμερα. Ἐν τῷ μεταξὺ τὸ διεθνὲς χρηματοπιστωτικὸ σύστημα παραπαίει στὸ χεῖλος τοῦ γκρεμοῦ, μὲ τὸ ἀμερικανικὸ χρέος στὰ ὕψη καὶ τὸ εὐρὼ στὰ πρόθυρα τῆς καταῤῥεύσεως. Ὁ de Benoist ἐρευνᾶ ὄχι μόνον τὶς ῥίζες τοῦ πῶς ἐφθάσαμε σὲ αὐτὴν τὴν κατάσταση ἀλλὰ καὶ διατυπώνει προτάσεις ὡς πρὸς τὸ τὶ μπορεῖ νὰ γίνῃ γι’ αὐτήν. Ἡ παρούσα κρίσις δὲν εἶναι ἀπλῶς προσωρινή· εἶναι ἡ ἄμεσος συνέπεια τῆς λογικῆς τοῦ χρηματοπιστωτικοῦ κεφαλαίου, ποὺ ξέρει μόνον ἕνα σύνθημα: περισσότερα! Περισσότερα κέρδη, περισσότερα προϊόντα καὶ περισσότερο ἐμπόριο, ἀκόμη καὶ μὲ κόστος τὰ μέτρα λιτότητος, ποὺ ἔπληξαν τὰ πτωχότερα στρώματα. Ἕνα τέτοιο σύστημα δὲν μπορεῖ νὰ διαρκέσῃ γιὰ πάντα. Ἐδῶ ἐξηγεῖ γιατί.»

«Ὅποιος ἐπικρίνει τὸν καπιταλισμό, ἐνῶ ἐπικροτεῖ τὴν μετανάστευση, τῆς ὁποίας ἡ ἐργατικὴ τάξις εἶναι τὸ πρῶτο θῦμα, καλὰ θὰ κάνη νὰ σωπάσῃ. Καὶ ὅποιος ἐπικρίνει τὴν μετανάστευση, ἐνῶ ἐπικροτεῖ τὸν καπιταλισμό, καλὰ θὰ κάνη νὰ σωπάσῃ ὁμοίως»
– p. 123

Περιεχόμενα

Πρόλογος: τὸ χρῆμα
Ἡ προέλευσις τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως
Τὸ δολλάριο, στὸ ἐπίκεντρο τῆς κρίσεως
Τὸ ἐλεύθερο ἐμπόριο καὶ ὁ προστατευτισμὸς
Θάνατος ἐπί πιστώσει
Δημόσιο χρέος: Πῶς τὰ κράτη ἔχουν καταλήξει νὰ εἶναι κρατούμενοι τῶν τραπεζῶν
Τὸ εὐρῶ θὰ πρέπη νὰ γίνῃ ἕνα κοινὸ νόμισμα
Οἱ μεσαῖες τάξεις καὶ οἱ ἐργατικὲς τάξεις: ἡ πολιτικὴ τῆς φτώχειας
Μετανάστευσις, ὁ ἀποθεματικὸς στρατὸς τοῦ κεφαλαίου
Θά πρέπη νά θεσπισθῇ ἕνα εἰσόδημα τοῦ πολίτου;
Ἐπίλογος: Ἀντιπαράθεσις μὲ τὸ καπιταλιστικὸ σύστήμα
Εὑρετήριον

 

ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ:

Ἐδῶ ὁ de Benoist χρησιμοποιεῖ τοὺς ὅρους free trade, liberal, καὶ protectionism μὲ τὸ στερεότυπο περιεχόμενο ποὺ ἔχει ἐπικρατήσει ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 19ου αἰῶνος καὶ κυρίως σὲ ὅλον τὸν 20ο.

Αὐτὸ τὸ περιεχόμενο δὲν ἀντιστοιχεῖ στὴν πραγματικὴ σημασία τῶν λέξεων αὐτῶν, ἀντιθέτως ἀποτελεῖ τὴν αὐθαίρετη ἀναστροφὴ τῶν σημασιῶν τους μὲ σκοπὸ νὰ προβάλῃ ὡς εὐκταῖο τὸ ἀποτρόπαιο, καὶ ἀποτρόπαιο τὸ εὐκταῖο. Αὐτὸ ὀνομάζεται Προπαγάνδα, καὶ εἰδικὰ Προπαγάνδα τῶν Λέξεων.

Τὸ ἀμερικανικὸ καθεστώς, ποὺ κατὰ τὸν 20ο αἰῶνα πῆρε τὰ ἡνία τοῦ ἀγγλοσαξωνικοῦ προτεσταντικοῦ κόσμου – ἄρα καὶ τῆς προτεσταντικῆς ἀνηθικότητος περὶ θεοποιήσεως τοῦ χρήματος, καὶ τῶν ψευδοαξιῶν τοῦ χρηματοπιστωτικοῦ συστήματος ὑπὲρ πάντων καὶ τῆς κερδοσκοπίας (ἀέρας κοπανιστός, ἁρπακτή) – ἐπεδόθη σὲ μία ἀδιάλειπτη ἐκστρατεία «μάρκετινγκ» τῆς ἰδεολογίας του, ποὺ κάνει τοὺς μηχανισμοὺς προπαγάνδας τοῦ ναζιστικοῦ καὶ σοβιετικοῦ καθεστῶτος μαζὺ νὰ ὡχριοῦν.

Τὶ ἐννοοῦν λοιπόν ὅταν ψελλίζουν:

-free trade

α. Νὰ παρεμποδίζεται καὶ νὰ ἐξαλείφεται κάθε ἐμπόριο, ἐσωτερικὸ ἢ ἐξωτερικό, ὅλων τῶν χωρῶν, ποὺ νὰ ἀντιτίθεται στὰ δικά τους συμφέροντα.

β. Νὰ ἐπιβάλονται ἐπάνω στὶς ἄλλες χῶρες οἱ κανόνες, νομοθεσίες καὶ πολιτικὲς ποὺ ἐξυπηρετοῦν ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον τὰ δικά τους συμφέροντα, ἐνάντια στὰ συμφέροντα τῶν ἄλλων χωρῶν. Οἱ ἴδιοι νὰ μὴν ὑπόκεινται σὲ κάποιον νόμο, ἔλεγχο ἢ τιμωρία, μόνον ὅλοι οἱ ἄλλοι.

γ. Νὰ εἰσβάλουν οἰκονομικὰ σὲ ὁποιανδήποτε ἄλλη χώρα, ἀλλὰ αὐτὴ νὰ μὴν ἔχῃ τὸ ἐλεύθερο νὰ τοὺς κλείσῃ τὴν πόρτα στὰ μούτρα καὶ νὰ τοὺς πετάξῃ ἔξω.

δ. Νὰ παραβιάζονται σύνορα, κατηγορίες, στεγανὰ καὶ διαφορές, μὲ ἐγκαλιταριανιστικὸ τσουβάλιασμα ὅλων τυχαρπάστως. Ἂς ποῦμε ὅτι αὐτὸ εἶναι σὰν νὰ καταργοῦμε τὶς κατηγορίες στὴν πυγμαχία καὶ νὰ μὴν ἔχουμε ἄλλο βαθμίδες ἀπὸ ἐλαφρῶν μέχρι βαρέων βαρῶν, ἀλλὰ νὰ τοὺς βάζουμε ὅλους μαζύ, ὅπως νὰ εἶναι. Περαιτέρω νὰ καταργοῦμε ὅλα τὰ ἀθλάματα καὶ νὰ βάζουμε ὁμάδες ποδοσφαίρου ἀντίπαλες σὲ ὁμάδες κολυμβήσεως ἢ καλαθοσφαιρίσεως, καὶ μάλιστα ἀφήνοντας μία συγκεκριμένη μερίδα νὰ ἀποφασίζῃ τοὺς δικούς της κανόνες καὶ ἀριθμὸ προσώπων στὶς δικές της ὁμάδες, ἐπιβάλλοντάς το αὐτὸ ὡς δῆθεν κοινὸ κανόνα, ποὺ ὅλοι οἱ ἄλλοι θὰ πρέπη νὰ ὑποστοῦν.

Αὐτὸ τὸ μονόπλευρο νταβατζηλίκι/τυραννίδα τὸ ἀποκαλοῦν …. «ἐλεύθερο ἐμπόριο». Γελοῦν καὶ οἱ πέτρες.

-liberal

α. Νὰ ἐπιβάλουν σὲ κάθε ἄλλη χῶρα συγκεκριμένο πακέτο ἰδεολογιῶν, τέτοιων ποὺ διαφθείρουν τὸν κοινωνικὸ ἱστό, προκαλοῦν κοινωνικὲς ταραχὲς καὶ πολιτικὲς δυσέριδες, μὲ σκοπὸ νὰ μποροῦν νὰ ἁλώνουν ἐκ τῶν ἔσω καὶ νὰ ἐλέγχουν ἄλλες χῶρες, ὥστε ἐκεῖνες νὰ μὴν ἐξυπηρετοῦν ἢ νὰ μὴν τολμήσουν νὰ ἐξυπηρετήσουν τὰ δικά τους συμφέροντα.

β. Νὰ μὴν ἀκούγεται κάποια ἄλλη ἄποψις, νὰ μὴν ὑπάρχῃ κάποια ἄλλη δομή, σύστημα κτλ. παρὰ μόνον τὸ δικό τους, παντοῦ. Τὸ μονοπολικὸ παγκόσμιο δόγμα. Πλήρως ἀνελεύθερο. Τὸ ὅτι βαπτίζεται τὸ κρέας ψάρι ἢ τὸ ἀνελεύθερο ἐλεύθερο, δὲν σημαίνει ὅτι γίνεται τέτοιο. Σημαίνει ὅτι ἔχουν ἕνα κάλπικο, πλαστὸ νόμισμα, ποὺ προσπαθοῦν νὰ τὸ περάσουν γιὰ γνάσιο, ἀλλὰ ἐπειδὴ αὐτὸ δὲν γίνεται ἔχουν ἐμπλακεῖ καὶ στὴν ματαιότητα τοῦ νὰ προσπαθοῦν λυσαλλέα καὶ ἀπελπισμένα νὰ ἐξαφανίσουν τὰ γνήσια. Αὐτὸ ἐξηγεῖ καὶ τὴν τάση τῆς ἀπογνωσμένης ἀναστροφῆς ἐννοιῶν.

γ. Ἀσυδοσία, μὲ ἀνευθυνότητα καὶ ἀπαίτηση ἀτιμωρησίας. Ἡ «ἐλευθερία» ποὺ ἐπικαλοῦνται δὲν εἶναι πραγματικὴ ἐλευθερία, ἐκείνη τοῦ ἐλευθέρου καὶ ὑπευθύνου ἀνθρώπου, ποὺ κάνει τὶς ἐπιλογές του καὶ λαμβάνει τὶς συνέπεις, ἀλλὰ ἐκείνη τοῦ άχαλίνωτου κτήνους, ποὺ ἀδυνατεῖ νὰ ἐλέξγῃ τὶς ὁρμές του ἢ νὰ ἀντιμετωπίσῃ τὰ πάθη του, καὶ ποὺ ἀρνεῖται τὴν εὐθύνη, τὴν λογοδοσία καὶ τὴν ποινή. Εἶναι ἡ ἀσυδοσία τοῦ ἐγκληματία γιὰ ἔγκλημα, βιασμό καὶ δολοφονία, ποὺ μάλιστα …«καταπιέζεται» ἐὰν δὲν τὸν ἀφήσουμε νὰ ἐπιδοθῇ σὲ αὐτά, καὶ ποὺ ἀπαιτεῖ κι ἀπὸ ἐπάνω νὰ μὴν ὑποστῇ κάποιαν τιμωρία ἤ κάποιαν ποινή.

-protectionism

α. Ὁ,τιδήποτε ἐμποδίζει τοὺς ἀσυδότους ἐγκληματίες νὰ προβοῦν στὴν τέλεση τῶν ἐγκλημάτων τους.

β. Ὁ,τιδήποτε ἀπειλεῖ τοὺς ἀσυδότους ἐγκληματίες μὲ λογοδοσία, εὐθύνη, τιμωρία.

γ. Ὁ,τιδήποτε ἀποτελεῖ προστατευτικὸ μέσον τῶν θυμάτων κατὰ τῶν ἐγκληματιῶν. Στὸν ἐγκληματία δὲν ἀρέσουν οἱ πόρτες, ποὺ εἶναι κλειδωμένες, ἀντὶ νὰ τοῦ ἀνοίγονται γιὰ νὰ μπουκάρῃ καὶ νὰ ληστέψῃ, δὲν τοῦ ἀρέσουν νὰ ἀμύνονται αὐτοὶ στοὺς ὁποίους ἐπιτίθεται, γιὰ νὰ τοὺς δολοφονήσῃ, δὲν τοῦ ἀρέσουν οἱ συλλογικοὶ ὀργανισμοὶ διώξεως ἐγκλήματος, π.χ. οἱ ἀστυνομικοὶ ποὺ τὸν συλλαμβάνουν, τὰ δικαστήρια ποὺ τὸν καταδικάζουν κ.λπ. Ἡ αὐτοάμυνα τῶν ἄλλων καὶ τὰ μέσα διώξεως τοῦ ἐγκληματία, προφανῶς καὶ δὲν τοῦ ἀρέσουν – εἶναι προστατευτικὰ καὶ τὸν…καταπιέζουν, γι’ αὐτὸ καὶ ὅλα ἐκεῖνα εἶναι «κακά».

Δὲν γνωρίζουμε ἐὰν ὅλη αὐτὴ ἡ βαρειὰ πάθησις θεραπεύεται ἀπὸ τὴν ψυχιατρική, ἀλλὰ σίγουρα θεραπεύεται μὲ τὴν ἀγχόνη.

Μετάφρασις ἀποσπασμάτων
Φρούριον

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply