Οἱ Τρωᾶδες…

Οἱ Τρωᾶδες, ὁ γυναικεῖος θρῆνος σὲ κάθε πόλεμο, κάθε Τροία.

«Ἀρχίζομεν τὸν ἕναν θρῆνον καὶ εἰς ἄλλον πίπτομεν πάλιν».

Ἀνακαλῶντας τὸν στῖχο τοῦ Κάλβου, οἱ Τρωᾶδες εἶναι ἕνα δρᾶμα τοῦ θρήνου. Μὲ αὐτὸν ἀνοίγουν, εἰς αὐτὸν καταλήγουν. Μὲ τὸν θρῆνο τῆς Ἐκάβης ἐπὶ σκηνῆς ἀνοίγει τὸ πρῶτο στάσιμο τῶν Τρωάδων τοῦ Εὐριππίδου, μὲ τὸν θρῆνο μίας Τρωαδίτισσας τῆς φλεγομένης Συρίας ἀνοίγουν καὶ οἱ Τρωᾶδες τῆς Συρίας, στὸ Old Vic τοῦ Λονδίνου. Ἐχει παρατηρηθεῖ ὅτι οἱ Τρωᾶδες εἶναι ἕνα δρᾶμα στὸ ὁποῖον λείπει ἡ δραματικὴ δομή. Ἐὰν ἡ τραγῳδία εἶναι «πρᾶξις τελεία», ἐδῶ ἡ πρᾶξις ἔχει ἤδη συντελεσθεῖ καὶ τὸ δρᾶμα συνίσταται σὲ ἕναν θρῆνο, πού, χωρὶς καμμία ἀναστολή, καμμία ἀνακούφιση, ὅλο βαθαίνει.   Συκγινητικὸ ὅσο κι ἐὰν εἶναι, μὲ τὸν ποιητὴ νὰ ἐπεξεργάζεται μὲ ἀνυπέρβλητο τέχνη τὸ πάθος, ἐνισχύοντας τὴν θρηνώδη ἐντύπωση σὲ ἕνα συσσωρευτικὸ καὶ τελικὸ ἀποτέλεσμα, τὸ δράμα στοχεύει στὸ τελικὸ αὐτὸ κρεσέντο τοῦ πάθους, χωρὶς ὀργανικὴ δραματικὴ δομή. Ἴσως αὐτὸ νὰ ὀφείλεται  στὸ ὅ,τι ἦταν τὸ τρίτο δρᾶμα μίας τριλογίας, μὲ τὴν πλοκὴ νὰ πυκνώνῃ τὰ πρῶτα δύο. Ἐδῶ, ὅμως, ἡ ὁποία δραματικὴ διακύμανσις, ὑποτονικὴ σὰν ἀναφυλλητὸ στὸν ὅλο λυγμὸ τοῦ δράματος, ἀφορᾶ μόνον στὶς ἀπόπειρες κάποιων ἐλπίδων, ὁποίου θολοῦ φωτὸς μέσα στὸ σκότος τῆς ἀσήκωτης καταστροφῆς: ἐὰν τὶς πάρουν στὴν Ἀθήνα, ἢ τὴν πλούσια Θεσσαλία, ἢ τὴν Φθία.

Ἐλπίδες πού, στὴν οἰκτρή τους διάψευση, ὁδηγοῦν σὲ διαδοχικοὺς καταβαθμοὺς ἀπελπισίας τὸ δράμα, καθὼς ὁ Ταλθύβιος φέρνει τὰ νέα τοῦ κλήρου, μὲ τὴν Κασσάνδρα, τὴν παρθένο ἱέρεια, νὰ δίδεται στὸ κρεββάτι τοῦ διψασμένου γιὰ αὐτὴν Ἀγαμέμνονος, καὶ τὴν Ἑκάβη στὸν ἔχθιστο γιὰ αὐτὴν δόλιον Ὀδυσσέα. Τὸ πανηγυρικὸ γιὰ τὸν κλῆρο της γέλιο, τὸν «Ὑμεναῖο» τῆς Κασσάνδρας, τῆς προφήτιδος κατηραμένης νὰ μὴ πιστεύῃ κάποιος, δίδει μίαν ἐπιτομὴ σατιρικῆς εἰρωνείας, προετοιμάζοντας τὸν οἰκτρὸ θάνατο τοῦ βασιλέως τῶν βασιλέων, στὴν ἐπιστροφή του στὶς Μυκῆνες.

Κι ὁ ποιητὴς (θυμίζοντάς μας τὴν ὑπόδειξη τοῦ Ἀριστοτέλους στὴν Ποιητική του ὅτι τὸ δακτυλικὸ μέτρο εἶναι τὸ πιὸ κατάλληλο ἐπικὸ μέτρο) δίδει ἐπικὲς διαστάσεις καὶ συνηχήσεις, στὶς περιγραφές του γιὰ τὸ «ἄλλο τοῦ ἔπους», τὸ «ἄλλο τοῦ πολέμου», ἐπιλέγοντας δακτυλικοὺς πόδες στὴν ποιητικὴ περιγραφὴ τῶν θρηνουμένων ἀπὸ τὰ θύματα, τὶς σκλάβες Τρωάδες, καταστροφῶν τοῦ πολέμου. Καὶ τὸ ἀντιπολεμικό του, μέσα ἀπὸ τὸν σπαρακτικὸ θρῆνο, μήνυμά του/τους: «ἄπολις, ἄτπολις, ἄφιλος, ἄταφος». Καὶ τὸ «α» τὸ στερητικὸ νὰ μὴ συνηχῇ μόνον τὸν πόνο τῆς ἀπωλείας, ἀλλὰ καὶ τὸ πιὸ ἀνοικτὸ ἑλληνικὸ φωνῆεν τοῦ θρήνου, ποὺ κλείνει, ὅπως καὶ στὸ ἀνὰ χείρας δράμα, μὲ τὴν παραίτηση τοῦ πιὸ κλειστοῦ, λυγμικοῦ τῶν φωνηέντων, τοῦ «οὔ». 

Ἀπὸ τὸ «αἰαί, αἰαί», στὸ «ἰοῦ, ἰοῦ»! Ἐπιφωνήματα πού, ἂς μοῦ συγχωρηθῇ, παίρνει μία προσωπικὴ, ἀναπόφευκτα, χροιά, ὑγραίνει τὴν ἄκρη κι αὐτοῦ τοῦ ματιοῦ, ἀφοῦ τὸ παρὸν κείμενόν μας, γιὰ τὶς τρωάδες στὸ Οld Vic τοῦ Λονδίνου, γράφεται 20η Ἰουλίου. Στὴν μνήμη ἐκείνης τῆς ἡμέρας τοῦ καιροῦ τῆς φωτιᾶς καὶ τοῦ βρόνου, τῆς ἀστραπῆς καὶ τῆς λόγχης στὰ μάτια. Τῆς δικῆς μας Τροίης Ἱερᾶς.

Χριστοδούλου Τῖτος

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply