Μία …μόνη της Πύλη!

Μοναχούλα καὶ …παραπονεμένη!
Ὄχι, δὲν τὴν ξέχασε κάποιος στὸ πουθενά!
Στὴν Ἰαπωνία τίποτα δὲν ξεχνοῦν τυχαίως κάπου…
Σέβονται τοὺς θεσμούς, τοὺς τιμοῦν καὶ φυσικὰ δὲν ἐπιτρέπουν σὲ κανέναν νὰ τοὺς προσβάλλῃ…

Ὅμως αὐτὴ ἡ Πύλη εἶναι πράγματι στὸ πουθενά!
Γιὰ νὰ φθάσῃ κάποιος ἐκεῖ, χρειάζεται νὰ γίνῃ …ἀκροβάτης! 
Παρ’ ὅλα αὐτὰ στέκει ἐκεῖ…

Περιμένει…

Ὁ μύθος ποὺ συνοδεύει τοὺς βράχους ἔχει σχέσι  μὲ τὴν δημιουργία.
Ἐνδιαφέρουσα σίγουρα ὀπτική, ἐὰν μάλιστα προσέξουμε λίγο τὶς λεπτομέρειες. 

Φιλονόη.

Εὐχαριστῶ τὴν φίλη Σοφία ποὺ μοῦ ἐγνωστοποίησε τὸ θέμα, μετὰ τὴν δημοσίευσιν τοῦ ἄρθρου μου

Οἱ Πύλες. 

Ο Ιζανάγκι και η Ιζανάμι

Ένας μύθος της Ιαπωνίας σχετικός με τη Δημιουργία:

Στην αρχή ήταν το χάος, όμοιο με έναν ωκεανό από λάδι ή με ένα κακοφτιαγμένο αυγό, που ήταν ωστόσο φορέας σπόρων. Απ΄τη σύγχιση αυτή γεννήθηκε κάτι όμοιο με ένα βλαστάρι καλαμιού που θεωρήθηκε όπως μια θεότητα και στο οποίο δόθηκε όνομα. Σχεδόν αμέσως γεννήθηκαν άλλες θεότητες, που ο αριθμός τους ποικίλλει ανάλογα με τις διάφορες αφηγήσεις, που είναι όλες μέτριας σπουδαιότητας και που σε λίγο εξαφανίστηκαν. Συνολικά υπάρχουν επτά γενιές αυτών των δευτερευουσών θεοτήτων, που φανερώθηκαν σε ζευγάρια αδελφού και αδελφής. Το όγδοο και τελευταίο ζευγάρι αυτής της σειράς, πήρε μια σημαντική αλλά εφήμερη σπουδαιότητα. Ήταν με σειρά εμφάνισης ο Ιζανάγκι, ο “Άνθρωπος που προσκαλεί” και η αδελφή του Ιζανάμι, η “Γυναίκα που προσκαλεί”.
Τα δυο αδέλφια προχώρησαν μαζί επάνω στην “πλωτή γέφυρα του ουρανού” και βύθισαν ένα ουράνιο κοντάρι στολισμένο με κοσμήματα στο χαοτικό κύμα που απλωνόταν από κάτω τους, το συντάραξαν ώσπου το υγρό συμπυκνώθηκε και έπηξε. Τράβηξαν τότε το κοντάρι και οι σταγόνες άλμης, ξαναπέφτοντας στον ουρανό σχημάτισαν το νησί Ονογκόρο, δηλαδή το νησί “που πήζει μόνο του”.
Το ζευγάρι κατέβηκε σ’ αυτό το νησί, ενώθηκε και η Ιζανάμι άρχισε να γεννά κάθε είδους θεότητες: την θάλασσα, τα κύματα, τα βουνά και τέλος τον θεό της Φωτιάς, ο οποίος την έκαψε πολύ και πέθανε. Ο Ιζανάγκι αρρώστησε από θυμό και απελπισία και καθώς σουρνόταν γύρω από το στρώμα του θρηνώντας, άλλες θεότητες γεννήθηκαν από τα δάκρυά του. Τότε τράβηξε το σπαθί του και πήρε το κεφάλι του γιου του (θεού της Φωτιάς) που από το αίμα του γεννήθηκαν κι άλλες θεότητες.
Στο σημείο αυτό του μύθου γίνεται ένα σημαντικό γεγονός: Ανίσχυρος να συγκρατήσει την επιθυμία του να ξαναδή την νεκρή αδελφή – σύζυγο, αποφασίζει ο Ιζανάγκι να την επισκεφθεί στον κόσμο του Σκότους, όπου η Ιζανάμι είχε κτίσει έναν πύργο. Ο Ιζανάγκι προσπαθεί να την πείσει να γυρίσει στον επάνω κόσμο, όπου το έργο της δημιουργίας δεν έχει ακόμα τελειώσει. Εκείνη όμως διστάζει και ισχυρίζεται πως είναι πολύ αργά, γιατί έχει φάει τροφές στον κόσμο του Σκότους, εξορκίζει τον αδελφό της να μη την ακολουθήσει και κλείνεται στον πύργο της. Αγνοώντας την παράκλησή της την βρίσκει σε μια φοβερή κατάσταση αποσυνθέσεως, φαγωμένη από τα σκουλήκια, οι σάρκες της σε σήψη να αναδίδουν μια αηδιαστική μυρωδιά, τρομάζει από το θέαμα και φεύγει. Η Ιζανάμι, δυσαρεστημένη που αποκαλύφθηκε σε μια τόσο ταπεινωτική κατάσταση, στέλνει πίσω του τους δαίμονες του κόσμου του Σκότους. Στη φυγή του αυτός ξεριζώνει τα μαλλιά του και τα πετάει πίσω του, γίνονται αμέσως σταφύλια και οι δαίμονες σταματάνε για να χορτάσουν. Η καταδίωξη συνεχίζεται, ο Ιζανάγκι ρίχνει διάφορα για να τους καθυστερήσει. Τέλος η Ιζανάμι στέλνει στα ίχνη του αδελφού της ένα στρατό από χίλιους πεντακόσιους πολεμιστές τους οποίους ο Σεβαστός Αρσενικός τους κρατάει σε απόσταση. Έτσι, στο πέρασμα που χωρίζει τον κόσμο του Φωτός από τον κόσμο του Σκότους, βρίσκει τρία δαμάσκηνα, με τα οποία βομβαρδίζει τους διώκτες του, υποχρεώνοντάς τους να αποτραβηχθούν. Ύστερα κλείνει το Πέρασμα με έναν μεγάλο βράχο και από την κάθε του μεριά η αδελφή του κι αυτός βρίζουν ο ένας τον άλλον. Τον απειλεί ότι θα σκοτώνει κάθε ημέρα στη γη του Φωτός χίλιες ζωντανές υπάρξεις, αυτός δε αποκρίνεται ότι σ’ αυτήν την περίπτωση θα εγκαταστήσει χίλια πεντακόσια σπίτια για τοκετούς, δηλαδή ότι κάθε ημέρα θα γεννιούνται τόσα παιδιά κι έτσι θα αποκατασταθή μια δίκαιη αναλογία μεταξύ γεννήσεων και θανάτων. Τέλος διακόπτει οριστικά με την αδελφή του απαγγέλλοντας τα τυπικά λόγια του διαζυγίου.
Ο μύθος αυτός που προβάλλει τους αντίθετους κύκλους του φωτός και τους σκότους, της γέννησης και του θανάτου, παρουσιάζει προφανείς αναλογίες με τον ελληνικό μύθο του ΟΡΦΕΑ και της ΕΥΡΥΔΙΚΗΣ και ακριβέστερα με τον μύθο της ΠΕΡΣΕΦΟΝΗΣ, που και αυτή έφαγε την τροφή του κόσμου του σκότους και γι’ αυτό δεν μπορεί να γυρίσει στον κόσμο του φωτός.
Ωστόσο, αντίθετα από εμάς, οι Ιάπωνες δεν επωφελήθηκαν από τις δραματικές δυνατότητες, που η κατάσταση έκλεινε μέσα της. Στον ιαπωνικό μύθο η λύση της τελευταίας αυτής καταστάσεως δίνεται με ένα είδος συμβιβασμού. Παρατηρούμε και σε άλλα επεισόδια της ιαπωνικής μυθολογίας τέτοιες λύσεις που γίνονται με πνεύμα συμφιλιώσεως.
Θα πρέπει χωρίς αμφιβολία να αποδοθή το γεγονός σε μια βασική διαφορά ανάμεσα στην ιαπωνική και την ελληνική φιλοσοφία.

πηγή

Leave a Reply