Οἱ γενναῖοι!

«Ἕνα πρωΐ τοὺς βρήκαμε ἀναπάντεχα πεθαμένους.
Κάποιος ψιθύρισε: συμφόρηση· ἄλλος: ἀτύχημα· ἄλλος: αὐτοκτονία.
Τοὺς σκέπασε ὅμως τοὺς ψίθυρους αὐτοὺς ἡ φωνή μας:

Συνέχεια

Φαῖδρος Μπαρλᾶς (1925-1975)


 [Ἐν Ἔτει 2000]
Ὅταν μεγάλωσε,  ἔμαθε πὼς ὁ πατέρας του
ἦταν κι αὐτός,   «τὴ νύχτα ἐκείνη»,
στὸ Πολυτεχνεῖο.  Ἡ θεία του ἡ Λιλή,
ὁ θεῖος του ὁ Μιχάλης,  ἦταν κι αὐτοί,
«τὴ νύχτα ἐκείνη», στὸ Πολυτεχνεῖο.
Ὅλοι οἱ γνωστοί τοῦ μπαμπᾶ,  ὅλες οἱ γνωστές τῆς μαμᾶς,
ἦταν κι αὐτοί,  «τὴ νύχτα ἐκείνη»,  στὸ Πολυτεχνεῖο…
Τώρα, κάθε πρωΐ,  καθώς κατηφορίζει τὴν ὁδό Πατησίων
κι ἀντικρύζει τὴν καγκελλόπορτα  τὴν κλεισμένη «εἰς μνήμην».
στριφογυρίζει στὸ νοῦ του   ἡ ἴδια ἀπορία:
«Πῶς διάβολο χώρεσαν   ὅλοι αὐτοί ἐδῶ μέσα;…»