Τὸ βραβεῖο Ἰπεκτσί καὶ ἡ «ἑλληνοτουρκική φιλία»!

Ἡ καλή φίλη Ἑλένη, μοῦ ἔστειλε τὸ παρακάτω κείμενον. Εἶναι μία πραγματική ἀποκάλυψις γιὰ τὸ ποιόν καὶ τὸ εἶδος τῆς «ἑλληνοτουρκικῆς φιλίας» ποὺ στήθηκε γιὰ νὰ ἀποκοιμίσῃ τὸν Ἑλληνικό λαό.

Πρωτεργᾶτες; Οἱ γνωστοί! Θὰ βασισθῶ στὴν καλή θέλησι καὶ τὴν καλή καρδιά τους. Ὅμως ἡ κυρία Μαργαρίτα Παπανδρέου, γιατί τόσο πολύ κόπτεται γιὰ τὰ δικά μας; Ὡς σύζυγος τοῦ συζύγου της; Ὡς Ἕλληνίς πολίτης; Ἢ ὡς κάτι ἄλλο;

Τὸ σημαντικότερον εἶναι στὸ ποιός ἦταν ὁ Ἰπεκτσί καὶ πῶς ἐννοοῦσε τὴν «ἑλληνοτουρκική φιλία»… Κάτι σὰν ἕνα Αἰγαῖο μισό μισό… Κάτι σὰν συνεκμεταλλεύσεις… Κάτι σὰν ὄξω οἱ Ἕλληνες ἀπὸ τὴν Θράκη…

Ἡ μεγάλη εἰρωνία; Προσέξατε τὶς ἡμερομηνίες.. Καὶ παρατηρείσατε τὰ ὅσα γίνονται τώρα στὸ Αἰγαῖον, στὴν Θράκη καὶ στοὺς οὐρανούς μας! Καὶ μετὰ ἐλατε νὰ μοῦ μιλήσετε γιὰ ἀφέλειες καὶ γιὰ μεθοδεύσεις….

Πόσο μὲ πονᾶ ἡ ἀφέλεια (;;;)  κάποιων ποὺ ἐλειτούργησε ὡς μοχλός γιὰ νὰ χάνουμε σήμερα κυριολεκτικῶς τὸ ἔδαφος κάτω ἀπό τὰ πόδια μας! Δὲν ξέρω ἐὰν πλέον μποροῦν νὰ αἰσθανθοῦν ἐνοχές! Καὶ δὲν ξέρω ἐὰν ἔχῃ πλέον κάποιο νόημα… Ἔτσι κι ἀλλοιῶς τὸ ἐργο σὲ λίγο τελείωνει… Κι ὁ κάθε κατεργάρης θὰ πάῃ στὸν δικό του πᾶγκο…

Φιλονόη.

Συγγραφέας:

Θεοφάνης Μαλκίδης

Άρδην τ. 07

Είναι γνωστό εδώ και καιρό ότι σχεδιάζεται μια πολιτική, άλλοι την ονομάζουν εκσυγχρονιστική, άλλοι ρεαλιστική ή της τεχνοκρατικής προσέγγισης και άλλοι πιο συγκεκριμένα μιλούν για αυτήν της Ελληνοτουρκικής φιλίας και προσέγγισης, που σε σύντομο χρονικό διάστημα θα θελήσουν οι οραματιστές της να υλοποιηθεί στα εθνικά μας ζητήματα.

Μπροστάρηδες σ’ αυτήν την πολιτική “ψυχραιμίας, σύνεσης και φιλίας” που έχει πάρει το χαρακτήρα μονόδρομου στην εξωτερική πολιτική, είναι η Επιτροπή του βραβείου Ιπεκτσί. Μια επιτροπή που απονέμει βραβεία και στις δύο πλευρές του Αιγαίου, για την προώθηση της φιλίας μεταξύ των δύο λαών τιμώντας τη μνήμη του Αμπντί Ιπεκτσί που προώθησε, κατά αυτήν, την ειρήνη και την προσέγγιση.
Ο Αμπντί Ιπεκτσί ήταν αρχισυντάκτης της Miliyet και θεωρείται το alter ego του πρωθυπουργού της εισβολής Μπουλέντ Ετσεβίτ.

Ο Ιπεκτσί ήταν donme, δηλαδή Θεσσαλονικιός εβραϊκής καταγωγής, και η οικογένειά του έχει μεγάλη συμβολή στον τεκτονισμό και στην πολιτική στο Οθωμανικό και στο κεμαλικό κράτος. Ο Ιπεκτσί, σύμφωνα με τις απόψεις συναδέλφων του, ήταν ένας κατά δήλωση, μετριοπαθής σοσιαλδημοκράτης, αλλά βαθύτατα εθνικιστής (Miliyeti), είχε δεσμούς με τις ένοπλες δυνάμεις γνωρίζοντας πρόσωπα και πράγματα και μπορεί να χαρακτηρισθεί σύμφωνα με τον Ν. Σαρρή, ως “ο κύριος εκπρόσωπος του πολιτικοστρατιωτικού κατεστημένου της Τουρκίας” |1|.

Δεν είναι τυχαίο που ήταν υποστηρικτής της χούντας που έγινε στις 12 Μαρτίου του 1971 και δήλωνε “ότι ο στρατός έκανε πραξικόπημα για να ενισχύσει τη δημοκρατία”! Οι στενές του σχέσεις με το στρατογραφειοκρατικό, τρομοκρατικό κατεστημένο του κεμαλικού κράτους, τον ώθησαν αργότερα να επεξεργαστεί από πολύ κοντά την εισβολή στην Κύπρο, ωθώντας τον Ετσεβίτ να πάρει τελικά την “αναγκαία” πολιτική απόφαση για την “ειρηνιστική” επιχείρηση. Οι σχέσεις αυτές θα επισημοποιηθούν λίγο καιρό μετά, όταν το 1975 παρέστη ως απεσταλμένος της τουρκικής κυβέρνησης με την ιδιότητα του διπλωμάτη σε συζήτηση για το Κυπριακό |2|.

Για να οδηγήσει τον Ετσεβίτ, τον πρωθυπουργό του Αττίλα, στα ανώτατα πολιτικά κλιμάκια της Τουρκίας, ο Ιπεκτσί είχε “τραβήξει πάρα πολλά επί 10 χρόνια”, όπως είχε εκμυστηρευτεί στον Τούρκο δημοσιογράφο Τζουνέιτ Αρτζαγιουρέκ σ’ ένα ταξίδι τους στην Αμερική, ενώ οι απόψεις του για το Αιγαίο και την Κύπρο είναι οι γνωστές επίσημες τουρκικές, δηλαδή συγκυριαρχία, διχοτόμηση, συνεκμετάλλευση για το αρχιπέλαγος και αποδοχή των τετελεσμένων για τη μεγαλόνησο.

Για το Αιγαίο έγραφε σε άρθρο του στις 21 Αυγούστου του 1976: “…Η Τουρκία υπέγραψε το 1958 συμφωνία με την οποία αποδεχόταν την ύπαρξη υφαλοκρηπίδας των νησιών …Τελικά οι τουρκικές κυβερνήσεις ξύπνησαν όταν μια μέρα βρέθηκε πετρέλαιο στην Θάσο… Δεν χρειάζεται να μπούμε σε λεπτομέρειες για να δείξουμε ότι οι παραλείψεις των τουρκικών κυβερνήσεων δημιούργησαν μεγάλες αδικίες εις βάρος της Τουρκίας… Με μια ματιά στο χάρτη μπορεί κανείς να καταλάβει ότι η ηγεμονία των Ελλήνων στο Αιγαίο δεν στηρίζεται σε κανένα δίκαιο.
Αυτή η κατάσταση πρέπει να αλλάξει, αυτό είναι δεδομένο. Το θέμα είναι αν αυτό θα γίνει με το καλό ή θα χρειαστεί βία. Αυτή είναι η ουσία του θέματος”. Γνωστός φίλος του Ιπεκτσί και συνεργάτης του στις περίφημες συζητήσεις στο Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου της Ζυρίχης, που αποσκοπούσαν στην προσέγγιση μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων δημοσιογράφων για χαμήλωμα εκατέρωθεν των τόνων, κάτι που το έκαναν οι Έλληνες συνάδελφοι τους αλλά οι Τούρκοι δεν τηρούσαν με το πρόσχημα “δεν μπορούμε να ελέγξουμε τον τύπο στην Τουρκία”, ήταν ο Γιαλμάν, ο αντιπρόεδρος της τρομοκρατικής οργάνωσης η “Κύπρος είναι Τουρκική”, που ευθύνεται εν μέρει για τα Σεπτεμβριανά του 1955.

Για την Κύπρο, ο Ιπεκτσί υποστήριζε την εισβολή και ήταν αυτός που τελικά ώθησε τον Ετσεβίτ να προχωρήσει σ’ αυτήν, μια και όπως λέει ο Τούρκος δημοσιογράφος Αρτζαγιουρέκ, στο βιβλίο του “Demokrasinin sonbahari 1977-78” (Φθινόπωρο της Δημοκρατίας): “ο Ιπεκτσί επηρέαζε τόσο τον Ετσεβίτ που συζητούσε όλα τα ζητήματα μαζί του και μάλιστα τον επηρέαζε στην τελική λήψη των αποφάσεων” |3|.

Η Miliyet, επίσημο όργανο του CHP (Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα), σύμφωνα με τον Dogus Aucioglou που γράφει γι’ αυτήν τη στενή σχέση της εφημερίδας και κόμματος, στο βιβλίο του “Επανάσταση και Δημοκρατία”, ξεκίνησε εκστρατεία ενίσχυσης του τουρκικού στρατού αμέσως μετά την εισβολή (24 Ιουνίου 1974), μια εκστρατεία που την ενίσχυσε και η DISK, Ομοσπονδία Εργατικών Επαναστατικών Συνδικάτων με πρόεδρο τον Κεμάλ Τουλκλέρ που δολοφονήθηκε και αυτός λίγα χρόνια αργότερα, περικόπτοντας από κάθε Τούρκο εργάτη, ένα μεροκάματο.

Σε άρθρο του, στις 16 Ιουνίου του 1976, ο Ιπεκτσί εκθείαζε την εισβολή στην Κύπρο και την θεωρούσε νόμιμη, μάλιστα θεωρούσε ότι είχε αργήσει να πραγματοποιηθεί, ενώ για τα γεγονότα (έτσι ονόμαζε την εισβολή) στην Κύπρο έγραφε “πως έδειξαν ότι Τούρκοι και Έλληνες δεν μπορούν να ξαναζήσουν μαζί και το μέτρο που πρέπει να παρθεί για να αποφευχθούν όλοι οι κίνδυνοι πολέμου είναι η πραγματοποίηση μιας γεωγραφικής ομοσπονδίας στο νησί”.

Ο Ιπεκτσί δεν παρέλειψε να γράψει και για την καταπίεση των “Τούρκων” της Θράκης με το άρθρο του “Soyadaslarinizi Bati Trayada tutmanin yolu bu olmanalidir”. (Αυτός θα πρέπει να είναι ο δρόμος για να κρατήσουμε τους αδελφούς μας στη Δυτική Θράκη”) στο περιοδικό Turk Dunyasi (Τουρκικός Κόσμος), Νο 4-14. Το άρθρο βρίσκεται σε ειδική σελίδα του τουρκικού υπουργείου εξωτερικών βιβλιογραφικής βάσης δεδομένων, που εκθέτει τις κεμαλικές θέσεις περί Θράκης, στο διεθνές δίκτυο Internet. Φυσικά το άρθρο, το οποίο για πρώτη φορά έρχεται στην επιφάνεια, έχει αποσιωπηθεί, καλύτερα έχει αποκρυφτεί από την επιτροπή του βραβείου Ιπεκτσί, όπως άλλωστε και όλα τα άλλα, μια και το προσωπείο είναι αυτό του “φιλέλληνα και του δημοκράτη”.

Ο Ιπεκτσί δολοφονήθηκε την 1η Φεβρουαρίου του 1979 από τους φασίστες του Τουρκές, τους γνωστούς και από άλλες πρόσφατες και τρομοκρατικές επιθέσεις, “γκρίζους λύκους” και πιο πιθανός δράστης φέρεται ο Αλί Αγτσά, αυτός που αποπειράθηκε να σκοτώσει και τον Πάπα. Οι “γκρίζοι λύκοι” είχαν την υποστήριξη του Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ (είχε πει στον Ιπεκτσί λίγο πριν τη δολοφονία του, πως “αν υποστήριζες εμάς όσο έκανες με τον Ετσεβίτ τότε θα είχαμε λύσει πολλά προβλήματα της χώρας”) και του Στρατού και είχαν ανοιχτό πόλεμο με το κατ’ όνομα αριστερό κόμμα του Ετσεβίτ, που τασσόταν υπέρ του κοινοβουλευτικού φασισμού |4|, όπως και με Κούρδους και Τούρκους αντικαθεστωτικούς, με αποτέλεσμα, από το 1977 έως το 1980, να σκοτωθούν 3.972 άτομα και να τραυματιστούν 16.940.

Ο Ουγουν Μουμτζού, που δολοφονήθηκε πριν τρία περίπου χρόνια και αυτός, από τις ίδιες τρομοκρατικές ομάδες, σ’ ένα βιβλίο που είχε γράψει και ανέλυε τα γεγονότα, υποστηρίζει ότι ο Ιπεκτσί δολοφονήθηκε επειδή είχε αρχίσει μια σταυροφορία μέσω της Miliyet κατά των λαθρεμπόρων όπλων, “εμπόριο” που, μαζί με αυτό των ναρκωτικών, ανθεί στην Τουρκία και χρηματοδοτεί πολλές “δράσεις” πολιτικών στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, και παράλληλα υποστηρίζει πως ο Ιπεκτσί δολοφονήθηκε, γιατί ήταν τέκτων και εβραϊκής καταγωγής, κάτι που δεν το θέλουν οι “γνήσιοι” Τούρκοι που, ως ρατσιστές και φασίστες, θέλουν καθαρότητα θεωρώντας τον κάθε Εβραίο εχθρό σ’ αυτούς και το Ισλάμ.

Ήδη από το 1979, χρονιά δολοφονίας του Ιπεκτσί, η επίσημη κεμαλική πολιτική προώθησε μια “προσέγγιση” με την Ελλάδα, με ένα σχέδιο που από τη μια μεριά είχε καθαρά εδαφικές διεκδικήσεις, που είχαν ενταθεί με την αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, θέτοντας ειδικά το Αιγαίο υπό διαπραγμάτευση, και από την άλλη διέδιδε ότι και οι δύο λαοί δεν έχουν να χωρίσουν τίποτα μεταξύ τους προωθώντας τη “φιλία”.

Σε όλη την προσπάθεια προώθησης αυτής της “φιλίας” πρωτοστατούσε ο Ιπεκτσί και πλέον ήταν τιμή για κάποιον να παίρνει βραβείο αφιερωμένο στη μνήμη του. Από το 1986 θα πάρει σάρκα και οστά το Βραβείο Ειρήνης και Φιλίας Αμπντί Ιπεκτσί, που απονέμεται σε άτομα και φορείς που προωθούν την ελληνοτουρκική φιλία βαδίζοντας στα χνάρια και στο δρόμο που χάραξε ο “οραματιστής” της, αρχισυντάκτης της Miliyet |5|.

Φέτος τα βραβεία Ιπεκτσί θα απονεμηθούν, μεταξύ των άλλων, στο πρώην πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη που έχει ήδη στο ενεργητικό του την πρόταση αποστρατικοποίησης της Θράκης, στα τέλη του 1991, μια πρόταση που είχε αποδεχτεί η Βουλγαρία γνωρίζοντας την κατάσταση της τότε και είχε απορρίψει η Τουρκία για τους δικούς της λόγους, και έχει προτείνει την συνεκμετάλλευση του Αιγαίου και την προώθηση της ομοσπονδίας στην Κύπρο. Ακόμη, θα τιμηθεί με το βραβείο Ιπεκτσί ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Γ. Παπανδρέου για τις προωθημένες απόψεις του στα θέματα Τουρκίας και για την δεδηλωμένη πρόθεση προσέγγισης και ρεαλισμού στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, όπως και γνωστή Κίνηση για την ειρήνη των δημοσιογράφων στο Αιγαίο.

Η ειρήνη είναι ένα αγαθό που όλοι το ζητούμε και πασχίζουμε να το αποκτήσουμε ή να το διατηρήσουμε. Ο ελληνικός και ο τουρκικός λαός θα πρέπει να βρουν δρόμο φιλίας, συνεργασίας και ειρήνης. Σ’ αυτόν τον δρόμο όμως δεν θα χρειαστούν βοήθεια από επιτροπές και βραβεία που έχουν το όνομα ανθρώπων που είναι λερωμένοι από το αίμα του Κυπριακού Ελληνισμού και άνοιξαν το δρόμο αμφισβήτησης και διεκδίκησης του Αιγαίου και της Θράκης.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Νεοκλής Σαρρής, εφ. Χρόνος (Κομοτηνή) 24/11/1995

2. Αλή Καρδούχος, εφ. Πολιτικά (Μυτιλήνη) 17/3/1995

3. Αλή Καρδούχος, εφ. Πολιτικά (Μυτιλήνη) 24/3/1995

4. Αλή Καρδούχος, εφ. Πολιτικά (Μυτιλήνη) 17/3/1995

5. Φάνης Μαλκίδης, εφ. Ηχώ (Δράμα) 14/4/1995

ἀρδην

Το κτίσιμο της αλληλοκατανόησης με «την άλλη πλευρά»

Γιώργος Μπίστης Τετάρτη,

Το Χρονικό της Ελληνο-Τουρκικής Προσέγγισης

Ο δρόμος μου διασταυρώθηκε για τελευταία φορά με τον δρόμο του τέως Πρέσβη της Τουρκίας στην Ελλάδα Αλί Τουϊγκάν στις 2 Νοεμβρίου 2001, στη 10η Απονομή των Βραβείων Ιπεκτσί, στο Μέγαρο Μελά της Εθνικής Τράπεζας, στην Πλατεία Κοτζιά, κοντά στο Δημαρχείο της Αθήνας. Δεν είναι της περίστασης να αναφέρω πως συνέβη και βρισκόμουνα εγώ εκεί. Αλλά ο Τούρκος διπλωμάτης είχε πάει στην εκδήλωση για να χαιρετίσει τους φίλους της Ελληνο-Τουρκικής προσέγγισης και να συγχαρεί και αυτός τους όσους επελέγησαν να τιμηθούν με τα Βραβεία του 2001 για τη δράση τους στα πλαίσια της προσπάθειας για αναθέρμανση των σχέσεων ανάμεσα στους λαούς των δύο γειτονικών χωρών.

Μιλώντας κατά την τελετή κι έχοντας ως φόντο τις σημαίες της Ελλάδας και της Τουρκίας και τα πορτραίτα του Ελευθέριου Βενιζέλου και του Κεμάλ Ατατούρκ, ο κ. Τουϊγκάν έπλεξε το εγκώμιο της «εκλεκτής», όπως τη χαρακτήρισε, προσωπικότητας του Ακαδημαϊκού κ. Τάσου Αθανασιάδη, που είναι πρόεδρος της Ελληνικής Κριτικής Επιτροπής Ιπεκτσί, τονίζοντας τον «σημαντικό ρόλο» τον οποίο διαδραμάτισε ο τελευταίος για να αποκτήσει ο θεσμός των βραβείων αυτών την αίγλη που έχει σήμερα.

Απηύθυνε επίσης «εγκάρδιο χαιρετισμό» προς τον αρχιτέκτονα κ. Ανδρέα Πολιτάκη, που αποκάλεσε «πατέρα» των Βραβείων Ιπεκτσί, δεδομένου ότι αυτός, «ως απλός Έλληνας πολίτης», έρριψε την ιδέα της ίδρυσης των Ελληνο-Τουρκικών Βραβείων Ειρήνης και Φιλίας στη μνήμη του Ιπεκτσί αμέσως μόλις πληροφορήθηκε τον θάνατό του. Ο κ. Πολιτάκης είχε συγκινηθεί από το γεγονός ότι ο Ιπεκτσί σκοτώθηκε από χέρι Τούρκου εξτρεμιστή μερικές μόνο ημέρες μετά την επιστροφή στη χώρα του από ταξίδι ειρήνης στην Ελλάδα. Όπως μου είχε πει ο ίδιος σε συνέντευξη του 1997, δεν ήθελε «να πάει χαμένη η θυσία του Ιπεκτσί» και διατύπωσε την πρόταση για την ίδρυση βραβείου που να έχει το όνομα του φονευμένου δημοσιογράφου «για να μην απολεσθεί με τον θάνατό του η προσπάθεια που είχε κάνει».

Ήταν στις 2 Φεβρουαρίου του 1979, στο σπίτι που έμενε τότε ο κ. Πολιτάκης στον Πειραιά, πάνω από τη θάλασσα του Σαρωνικού, που «το ειρηνικό πνεύμα του Ιπεκτσί βρήκε μέσα στο χώρο και τον χρόνο τη συνέχειά του» στο πνεύμα του απλού αυτού Έλληνα πολίτη.

Ο κ. Τουϊγκάν δεν είχε καμμιά αμφιβολία για τη σπουδαιότητα και τη χρησιμότητα του θεσμού που ξεκίνησε η πρωτοβουλία Πολιτάκη. Όπως τόνισε: «Τα Βραβεία Ιπεκτσί, ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές μεταξύ των δύο χωρών, συνέχισαν να παίζουν το ρόλο μιας γέφυρας». Επειδή εκείνες ήταν και οι τελευταίες ημέρες του στην Αθήνα, ο Τούρκος πρέσβης εκμεταλλεύθηκε την ευκαιρία κι έκανε έναν απολογισμό του τι επιτεύχθηκε στον τομέα των σχέσεων της χώρας του με την Ελλάδα κατά τα τέσσαρα χρόνια της εκεί θητείας του.

Τα τέλη του 1997, όταν αναλάμβανε τα καθήκοντά του στην Πρεσβεία της Άγκυρας στην Αθήνα, «ήταν μια περίοδος κατά την οποία το κλίμα δεν ήταν πολύ καλό». Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν στις 30 Ιουνίου, 1999 οπότε «ο κ. Παπανδρέου και ο κ. Τζεμ έλαβαν την απόφαση να ξεκινήσει μεταξύ μας μία νέα διαδικασία» η οποία και επιταχύνθηκε από την αλληλεγγύη που υπήρξε στους σεισμούς» που ακολούθησαν. Στα πλαίσια της διαδικασίας αυτής έχει διανυθεί μεγάλη απόσταση. Ο κ. Τουϊγκάν παρατήρησε ότι μέσα σε δύο χρόνια η Ελλάδα και η Τουρκία ολοκλήρωσαν και έθεσαν σε εφαρμογή δέκα συμφωνίες «οι οποίες αποτελούν τη νόμιμη υποδομή των σχέσεών τους».

Μας επεσήμανε επίσης πως στο ίδιο διάστημα ο όγκος των διμερών εμπορικών συναλλαγών έφτασε το ένα δισεκατομμύριο δολάρια, το τουριστικό ρεύμα από τη μία χώρα στην άλλη αυξήθηκε σημαντικά, ιδρύθηκε Ελληνοτουρκικό Εμπορικό Επιμελητήριο, άνοιξε υποκατάστημα Ελληνικής τράπεζας στην Κωνσταντινούπολη, εδραιώθηκε συστηματική συνεργασία μεταξύ πανεπιστημίων των δύο πλευρών και ιδιωτικοί, εξωκυβερνητικοί, οργανισμοί προέβησαν από κοινού σε εκατοντάδες δραστηριότητες.

Έγιναν κι άλλα, πολύ περισσότερα από τις 30 Ιουνίου του 99 μέχρι σήμερα. Τα θυμηθήκαμε και αυτά ακούγοντας τον κ. Τουϊγκάν. Ανάμεσά τους είναι η έναρξη του σχεδιασμού για τη μεταφορά φυσικού αερίου μέσω Τουρκίας και Ελλάδας προς την Ευρώπη, το αγκάλιασμα ενός Τούρκου μπασκετμπολίστα από Έλληνες φιλάθλους, το ξεκίνημα της διαδικασίας καθαρισμού ναρκών «κατά προσωπικού» στα κοινά σύνορα, αποδοτικές διμερείς επισκέψεις σε επίπεδο Υπουργών, η δημιουργία σχέσεων συνεργασίας μεταξύ των Χρηματιστηρίων Αθηνών και Κωνσταντινούπολης και οι προσπάθειες για την από κοινού διοργάνωση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Ποδοσφαίρου το 2008.

Ο χρόνος που είχε παραχωρηθεί στον κ. Τουϊγκάν για την ομιλία του εκείνο το ηλιόλουστο πρωινό ήταν περιορισμένος και προφανώς σε αυτό οφείλεται το ότι παρέλειψε να κατονομάσει μερικές ακόμα πρωτοβουλίες που άσκησαν σημαντική επίδραση στην εξέλιξη των Ελληνο-Τουρκικών σχέσεων. Μια από αυτές ήταν η γενναία απόφαση του Δημάρχου της Ύδρας Κώστα Αναστόπουλου και του Δημάρχου του Ερεγλί, στη Μαύρη Θάλασσα, Χαλίλ Ποσμπιγίτ να αδελφοποιήσουν τους Δήμους τους και μάλιστα κάτω από αντίξοες συνθήκες. Υπήρξαν έκτοτε κι άλλοι τέσσαρες μιμητές του παραδείγματος αυτού. Είναι οι δήμαρχοι Χαλκίδας Χαράλαμπος Μανιάτης, Σαπών Ντίνος Χαριτόπουλος, Μούγλων Οσμάν Γκιουρούν και Ροδεστού Οσμάν Ταμπάχ. Απώτερος στόχος είναι «να μην μείνει Δήμος, μικρός ή μεγάλος, που να μην έχει τον ομόλογο αδελφό του στην άλλη χώρα».

Δεν πρέπει επίσης να παραγκωνιστεί ο σπουδαίος ρόλος τον οποίο διαδραμάτισε στην υπόθεση της Ελληνοτουρκικής προσέγγισης το κίνημα γυναικών που οργάνωσαν η Μάργκαρετ Παπανδρέου και η Ζευνέπ Οράλ. Ούτε βέβαια είναι δυνατόν να ξεχαστούν η Διακήρυξη της 25ης Νοεμβρίου 1986, με την οποία ιδρύθηκε στην Αθήνα η πρώτη Επιτροπή Ελληνο-Τουρκικής Φιλίας και οι συναυλίες που έδωσε ο μεγάλος συνθέτης Μίκης Θεοδωράκης στην Κωνσταντινούπολη με την ευκαιρία του σχηματισμού της αντίστοιχης Τουρκικής επιτροπής λίγες μέρες αργότερα. Λέει μεταξύ άλλων η ιστορική Διακήρυξη: «Η αποκατάσταση σχέσεων φιλίας και συνεργασίας μεταξύ των Λαών της Ελλάδας και της Τουρκίας είναι θέμα ζωτικό και επείγον. Με τη γλώσσα της καρδιάς και της απλής λογικής, της Τέχνης και της Επιστήμης, εμείς κι αυτοί, ανώνυμοι και επώνυμοι, θα γνωρίσουμε ο ένας τον άλλο στην προσπάθεια να γίνει η υπόθεση της Ειρήνης υπόθεση των δύο λαών». Στους 22 γίγαντες των Ελληνικών Γραμμάτων και Τεχνών που υπογράφουν την Διακήρυξη συμπεριλαμβάνονται, εκτός του Μίκη Θεοδωράκη, ο ηθοποιός Στέφανος Ληναίος, ο γλύπτης Μέμος Μακρής, ο συγγραφέας Μέντης Μποσταντζόγλου, ο πολιτικός μηχανικός Ανδρέας Πολιτάκης, ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος, ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών Μιχάλης Σταθόπουλος, ο συνθέτης Σταύρος Ξαρχάκος και η τραγουδίστρια Μαρία Φαραντούρη.

Ανάμεσα στα πιο τελευταία αξιόλογα βήματα που γίνανε είναι η ίδρυση του Ελληνο-Τουρκικού Φόρουμ, το οποίο απαρτίζεται από διακεκριμένες «δεξαμενές σκέψης» των δύο χωρών, οι ανταλλαγές επισκέψεων ανάμεσα σε επιχειρηματίες της Ελλάδας και της Τουρκίας, που διοργάνωσαν από κοινού ο Παναγιώτης Κουτσίκος και ο Σαρίκ Τάρα, οι επισκέψεις ομάδας Ελλήνων και Τούρκων δημοσιογράφων στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης και στο Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, συμπεριλαμβανομένης της συνάντησής μας, στις 7 Οκτωβρίου 2000, με τον Σεβασμιότατο κ. Βαρθολομαίο, ο οποίος αφού τόνισε ότι επικροτεί με θέρμη «κάθε πρωτοβουλία για την ειρηνική συνύπαρξη των διαφόρων πολιτισμών», ευχήθηκε να ευοδωθεί η προσπάθεια προσέγγισης Ελλάδας-Τουρκίας γιατί «η επιτυχία της θα σημάνει καλύτερες μέρες και για το Πατριαρχείο». Επίσης η Διάσκεψη Πολυμέσων που διοργάνωσε η «Φωνή της Αμερικής» τον Μάη του 2000 στη Ουάσιγκτον οδήγησε στην απόφαση ομάδας ηγετών της Τουρκοαμερικανικής κοινότητας να επισκεφθεί για πρώτη φορά την Ελλάδα και ομάδας Ελληνοαμερικανών ηγετών να επισκεφθεί για πρώτη φορά την Τουρκία. Και οι δύο ομάδες γύρισαν στη Ουάσιγκτον με τις καλύτερες εντυπώσεις από την φιλοξενία που τους επιφύλαξε «η άλλη πλευρά».

Μία ακόμα σημαντική πρωτοβουλία είναι η διοργάνωση διαγωνισμών συγγραφής εκθέσεων σε Ελληνικά και Τουρκικά Δημοτικά και Γυμνάσια σχολεία με θέμα τις Ελληνο-Τουρκικές σχέσεις και η καθιέρωση, από το 1997, ειδικών βραβείων για τους νικητές των διαγωνισμών αυτών. Είναι μια πρωτοβουλία με την οποία γίνεται τεράστια επένδυση στην αλληλογνωριμία των νεαρών βλαστών της Ελλάδας και της Τουρκίας για να μην επαναληφθεί αυτό που συνέβη με τις γενιές των γονέων και παππούδων τους που επί μισό αιώνα κρατήθηκαν μακριά από κάθε ουσιαστική γνωριμία με την άλλη πλευρά. Την αλλαγή αυτή φαίνεται να αποζητά, μεταξύ άλλων, η Ασενά Καγιά, μια ενδεκάχρονη παιδούλα του Δημοτικού, που στην τιμημένη με το «Πρώτο Μαθητικό Βραβείο Ιπεκτσί 1999» έκθεσή της, με τίτλο «Ο κόσμος των ονείρων μου», γράφει: «Η αγάπη δεν θέλει διαβατήριο. Η φιλία δεν περνά από τελωνείο. Η ειρήνη δεν χρειάζεται βίζα. Εγώ δεν είχα ποτέ κάποιο φίλο από άλλη χώρα. Δεν είδα ποτέ πως ζουν άλλοι άνθρωποι. Γιατί λοιπόν να δεχθώ ως εχθρούς της ειρήνης ανθρώπους που δεν γνώρισα ποτέ; Επειδή μου το λένε οι άλλοι; Γιατί να αποκλεισθεί η δική μου επιλογή να τους κάνω φίλους;».

(Ημερομηνία μετάδοσης: Πέμπτη, 14 Φεβρουαρίου 2002)

news.com

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply