Οἱ διωγμοὶ τῆς Θράκης.

Σήμερα, μὲ ὁλίγων ἡμερῶν καθυστέρησι, θὰ σᾶς μεταφέρω μίαν ἄλλην πλευρὰ τῆς ἱστορία μας. Αὑτὴν ποὺ λίγοι γνωρίζουν. Τοὺς διωγμοὺς τῆς Θράκης. 

Τὸ κείμενον μεγάλο κι ἀξιόλογο. 

Σᾶς ἀφήνω νὰ τὸ μελετήσετε! Ἀξίζει!

Φιλονόη.

Υ.Γ. Τὰ ἔντονα γράμματα ἀπὸ ἐμένα.

Ημερα μνημης των διωγμων στην Ανατολικη Θρακη

Αγαπητοί Φίλοι και φίλες
Θρακιώτες και Θρακιώτισσες
Πριν από 3 χρόνια καθιερώθηκε από την πανελλήνια ομοσπονδία θρακικών σωματείων η 6 Απριλίου ως ημέρα μνήμης των διωγμών που υπέστησαν οι πρόγονοι μας στην Ανατολική Θράκη την περίοδο 1914-15.
Η Θράκη αποτέλεσε για χιλιάδες χρόνια ένα ενιαίο χώρο, μέσα στον οποίο συμβίωναν διαφορετικοί πολιτισμοί, γλώσσες και θρησκείες. Λίγες μόνο δεκαετίες, ούτε καν μισός αιώνας, χρειάστηκαν για να τριχοτομηθεί και να χάσει την φυσιογνωμία της που κατά βάση χαρακτηρίζονταν για την ελληνικότητα της, όπως παραδέχονται σήμερα η πλειοψηφία των ιστορικών επιστημόνων. Προηγήθηκε λίγα χρόνια πριν το 1885, η βίαιη απόσπαση της Βόρειας Θράκης και η ένταξη της στο νεοσύστατο βουλγαρικό κράτος με τις ευλογίες των Ρώσων και πάντα στα πλαίσια του πανσλαβικού εθνικισμού. Στη συνέχεια ήρθε η σειρά της Ανατολικής Θράκης με το οργανωμένο σχέδιο των Νεότουρκων και με την καθοδήγηση των Γερμανών. Μάλιστα αυτή η ανατροπή συνδυάστηκε με βία, από καθεστώτα που δεν γεννήθηκαν μέσα από δημοκρατικές-επαναστατικές διαδικασίες, αλλά μέσα από τη βία εναντίον ανθρώπων.
Ουσιαστικά οι διεργασίες για την απομάκρυνση του ελληνικού πληθυσμού προσδιορίζονται ήδη από το 1903-4 και εντάθηκαν στα μέσα του 1913 όταν ο στυγνός βουλγαρικός ζυγός αντικαταστάθηκε στη συνέχεια από τις τουρκικές θηριωδίες. Είναι η περίοδος του Α΄βαλκανικού πολέμου και η κατάληψη της Ανατολικής Θράκης από τον βουλγαρικό στρατό. Ο βουλγαροτουρκικός ανταγωνισμός, είχε κύριο στόχο την εξόντωση του ελληνικού στοιχείου, που υπερτερούσε πληθυσμιακά, διότι αποτελούσε το “αγκάθι” για την εδραίωση της βουλγαρικής ή της τουρκικής κυριαρχίας. Ουσιαστικά προετοίμαζαν το κλίμα για την πλήρη φυσική εξόντωση των Ανατολικοθρακών που ολοκληρώθηκε με απόλυτη ακρίβεια το 1922.
Όπως και στη Μ. Ασία λίγο αργότερα έτσι και στην Ανατολική Θράκη οι διωγμοί και η έξοδος των Ελλήνων δεν υπήρξαν απλά και μόνο το επιστέγασμα μιας μαζικής και συλλογικής απόφασης προς απλή διεκπεραίωση. Συντε¬λέστηκαν υπό τη μορφή της φυσικής εξόντωσης χωρίς να συνυπο¬λογιστεί ο τύπος των εκτοπισμών, οι συνθήκες διαβί¬ωσης του ελληνικού στοιχείου στα βάθη της Ανατολίας καθώς και ο αριθ¬μός αυτών που επέζησαν.
Οι συνθήκες, κάτω από τις οποίες διώχτηκαν οι ελληνικοί πληθυσμοί από τους Νεότουρκους, από την ενδοχώρα προς τα παραθαλάσσια αστικά κέντρα της Προποντίδας και του Εύξεινου Πόντου και από εκεί προωθούνταν με ατμόπλοια στα ελληνικά λιμάνια, υπήρξαν σκληρές και απάνθρωπες. Συντελούνταν μέσα σε κλίμα φόβου, πανικού, τρομοκρατίας, διαρκών βιαιοπραγιών και δολοφονικών ενεργειών. Δεν περνούσε μέρα που να μην καταγράφονταν αθώα θύματα, τα οποία συμπλήρωναν τον ατέλειωτο κατάλογο των παθόντων και ολοκλήρωναν την εικόνα της τραγωδίας.
Το σκηνικό αυτό εγκαινιάστηκε αρχικά κατά τη διάρκεια της βουλγαρικής κυριαρχίας και συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση κατά την επανάκτηση της Ανατολικής Θράκης από τους Νεότουρκους. Έτσι ο πρώτος ξεριζωμός των Ανατολικοθρακών δεν ήταν ένα ξαφνικό γεγονός. Απέναντι στην μεθοδευμένη δράση των Τούρκων και Βουλγάρων , ο ελληνικός πληθυσμός ήταν αδύναμος, ανίσχυρος, και ανοργάνωτος. Ουσιαστικά αφημένος στη μοίρα του, μια και δεν αποτελούσε προτεραιότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Παρά το γεγονός πως εκείνη την εποχή πραγματοποιούσε μια σημαντικότατη πολιτιστική ανάπτυξη, υστερούσε όμως τραγικά στο πεδίο της εθνικής οργάνωσης και της ανασύνταξης. Παρ’ όλα αυτά ήταν δεδομένη η θέληση των Ανατολικοθρακών να συμβάλλουν στην εθνική ανασυγκρότηση τους και να αντιτάξουν βία στη βία των Βουλγάρων κομιτατζήδων και των Τούρκων τσετών.
Η βουλγαρική επιθετικότητα και η ανάπτυξη βουλγαρικού ανταρτικού κινήματος στο χώρο της Ανατολικής Θράκης αν και δεν πήρε τις διαστάσεις της μακεδο¬νικής τραγωδίας, δεν πρέπει με κανένα τρόπο να υποβαθμιστούν και να παραγνωριστούν τόσο ως προς τις άμεσες συνέπειες τους στο ελληνικό στοιχείο όσο και ως προς τις εδαφικές διεκδικήσεις των Βουλγάρων στη Θράκη.
Η κατάσταση είχε επιδεινωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό και κινδύνευε να προσλάβει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις εάν δεν προέκυπτε μετά απο πιέσεις η επίσημη ελληνική παρέμβαση με την έλευση των Γ. Κονδύλη και Στυλ. Γόνατα ως προξένων στην Αδριανούπολη. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν είχαν αναπτυχθεί και μέσα στην Ανατολική Θράκη αξιόλογοι γηγενείς αντιστασιακοί πυρήνες.
Ο ρόλος της “Πανελληνίου Οργανώσεως” (1908) και της “Οργανώσεως Κωνσταντινουπόλεως” ήταν καθοριστικός για την εθνική ανασύνταξη και την ανασυγκρότηση του ελληνισμού της Ανατολικής Θράκης. Υπάρχουν διάσπαρτα στοιχεία, τα οποία αποδεικνύουν το εύρος της ελληνικής αντίστασης και αποκαλύπτουν ανάγλυφα τις γενναίες προσπάθειες, που κατέβαλλαν οι πρωτεργάτες της σε κάθε χωριό και κωμόπολη του βιλαετίου Αδριανουπόλεως με σκοπό τον εξοπλισμό του ελληνικού στοιχείου.
Μοιραία, στην περίοδο των Νεότουρκων, ο ελληνισμός της Ανατολικής Θράκης δέχθηκε τις επιπτώσεις του εκτουρκιστικού προγράμματος που αποσκοπούσε στην εθνολογική αλλοίωση και στην αφομοίωση του. Αν δεν παρεμβάλλονταν οι Βαλκανικοί πόλεμοι, το έργο των Νεότουρκων θα ήταν ευκολότερο ειδικά λόγω των τραγικών εσωτερικών διαμαχών που συντάραζαν τότε τις σπουδαιότερες ελληνικές κοινότητες της Ανατολικής Θράκης.
Λιγοστοί ήταν εκείνοι, οι οποίοι διαισθάνονταν τα δεινά που έρχονταν και επιχειρούσαν να σωφρονίσουν τους συμπατριώτες τους, να τους ταρακουνήσουν. Το Σύνταγμα των Νεότουρκων είχε προκαλέσει κλίμα γενικής ευφορίας στους κόλπους του θρακικού και γενικότερα του υπόδουλου ελληνισμού που δυστυχώς υποδαυλιζόταν κατάλληλα και από το ελληνικό κράτος.
Όλοι βαυκαλίζονταν με τα περιλάλητα συνθήματα της ισονομίας και της ισοπολιτείας. Αγνοούσαν ή αδυνατούσαν να προβλέψουν την εκτροπή της κατάστασης. Η απώλεια της Βόρειας Θράκης (Ανατολικής Ρουμελίας) με την ενσωμάτωση της στο βουλγαρικό κράτος (1885) και οι μετέπειτα ανθελληνικοί διωγμοί (1906), δεν φάνηκε να συγκινούν τους επίσημους ελληνικούς κύκλους ούτε όμως ν’ ανασυντάσσουν ενεργά και τους ελληνικούς πληθυσμούς της Ανατο¬λικής Θράκης.
Τα πρώτα ισχυρά σημάδια της επιθετικής συμπεριφοράς των Νεότουρκων έναντι των Ανατολικοθρακών, έγιναν ορατά μετά την περίφημη υπόθεση της ανακάλυψης των όπλων στο Ουζούν-Κιοπρού (Μακρά Γέφυρα) το 1909, γεγονός, το οποίο προκάλεσε σοβαρό διπλωματικό ζήτημα μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας με αποτέλεσμα την ανάκληση του γενικού προξένου Αδριανούπολης Ν. Ξυδάκη.
Είναι η απαρχή μιας στυγνής πολιτικής τρομοκρατίας, διαρκών βιαιοπραγιών σε βάρος των Ανατολικοθρακών. Ο εξοπλισμός των Ελλήνων της Ανατο¬λικής Θράκης κρίθηκε ως ένα πολύ σοβαρό γεγονός από την πλευρά των Νεότουρκων, που εγκυμονούσε όπως έλεγαν άμεσο κίνδυνο για την εδαφική ακεραιότητα της Τουρκίας.
Θεωρούσαν πως η συγκρότηση ένοπλης ελληνικής αντίστασης ειδικά στη Θράκη αποτελούσε άμεσο κίνδυνο για την πρωτεύουσα της οθωμανικής αυτοκρατορίας, για τα τουρκικά συμφέροντα και έπρεπε με κάθε τρόπο να παταχθεί. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο άρχισε από τότε ν’ αποκαλύπτεται ανάγλυφα σε όλο του το μεγαλείο το προσωπείο της νεοτουρκικής κτηνωδίας που ξεπέρασε μερικά χρόνια αργότερα κάθε προηγούμενο.
Η σπουδαία πολιτισμική παρουσία του ελληνισμού στην Ανατολική Θράκη, η πληθυσμιακή υπεροχή του σύμφωνα και με τις τουρκικές στατιστικές, δικαιολογούσαν απόλυτα το περιεχόμενο του νεοτουρκικού προγράμματος.
Ο κύριος στόχος τους ήταν η διασφάλιση της ομοιογένειας και της αριθμητικής κυριαρχίας του μουσουλμανικού στοιχείου στο γεωγραφικό χώρο της Ανατολικής Θράκης μέσω της μεταφοράς συμπαγών μουσουλμανικών πληθυσμών από τη Βοσνία, από την Ερζεγοβίνη και την ελληνική Μακεδονία. Αυτό ήταν το πρώτο στάδιο ενός μακρόπνοου και μακροπρόθεσμου τουρκικού σχεδίου με σκοπό τον εκτουρκισμό των εθνικών μειονοτήτων.
Σχέδιο, το οποίο είχαν από πολύ παλαιότερα οραματιστεί και ενστερνιστεί ανώτατοι κρατικοί αξιωματούχοι και σουλτάνοι χωρίς όμως να πετύχουν ποτέ την υλοποίηση του.
Στα πλαίσια των εδαφικών ανακατανομών που σημειώνονταν στο χώρο της οθωμανικής επικράτειας μετά το 1908, ήταν φυσικό να αντιπαρατεθούν με μεγάλη σφοδρότητα η εθνική ιδέα των Νεότουρκων έναντι της βουλγαρικής και ελληνική Μεγάλης Ιδέας.
Άλλωστε είναι γνωστό ότι στο Συνέδριο των Νεότουρκων στη Θεσσαλονίκη (Σεπτέμβριος 1911) “εξητάσθη το δυνατόν της τοιαύτης η τοιαύτης βιαίας ή εθελουσίας απομακρύνσεως ολοκλήρου του ελληνικού πληθυσμού, από τα εδάφη της Τουρκίας, εφ’ όσον δεν καθίστατο δυνατή η αφομοίωσίς του και συσσωμάτωσίς του εις το τουρκικόν σύνολον”.
Οι νεοτουρκικοί στόχοι υπήρξαν ξεκάθαροι και ουδείς ήταν δυνατό να τους αμφισβητήσει. Απλά δεν είχαν διαμορφωθεί ακόμη οι κατάλληλες περιστάσεις ώστε να επιβληθούν τα τετελεσμένα γεγονότα. Ωστόσο τα αλλεπάλληλα νομοσχέδια που ψηφίζονταν ήδη από το 1909 στην οθωμανική Βουλή περιέσφιγγαν ολοένα και περισσότερο τις εθνικές μειονότητες σε όλα τα επίπεδα (κοινωνικό, εκπαιδευτικό, εκκλησιαστικό κ.λ.π. ) και ιδιαίτερα το ελληνικό στοιχείο, καταργώντας την πολιτική αυτοτέλεια του και σηματοδοτώντας τις επερχόμενες εξελίξεις.
Η δυνατότητα ανάπτυξης συλλογικής αντίστασης εκ μέρους των Ανατολικοθρακων χάθηκε οριστικά και αμετάκλητα μετά το 1910 με τη σιωπηρή συναίνεση του ελληνικού κράτους. Το γεγονός εκείνο επηρέασε καθοριστικά το μέλλον των Ανατολικοθρακων, οι οποίοι δεν διέθεταν την αντίστοιχη πολιτική και εν γένει εθνική οργάνωση των Μακεδόνων.
Στην κρίσιμη και αποφασιστική αυτή εποχή το ελληνικό στοιχείο της Ανατολικής Θράκης έχασε όσα ερείσματα του απέμεναν από την εθνική ανασύνταξη του τα έτη 1908-1909 και αποδιοργανώθηκε εντελώς.
Η άριστη αξιοποίηση της συγκυρίας ήρθε για τους Νεότουρκους με το ξέσπασμα των Βαλκανικών πολέμων και μετά στη διάρκεια του πρώτου Παγκοσμίου πολέμου. Εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία που τους δόθηκε για να ολοκληρώσουν τα σχέδια τους διώχνοντας αρχικά ένα πολύ μεγάλο μέρος των Ανατολικοθρακων από τις πατρογονικές εστίες του και αμέσως μετά να επαναλάβουν το ίδιο πείραμα και με τους Μικρασιάτες.
Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο πως οι ελληνικοί πληθυσμοί της Ανατολικής Θράκης ήταν οι πρώτοι αλύτρωτοι της οθωμανικής αυτοκρατορίας που υπέστησαν πολύ ενωρίτερα από Μικρασιάτες και Ποντίους τις τουρκικές διώξεις εξαιτίας των Βαλκανικών πολέμων.
Τους διωγμούς και τους εκτοπισμούς των Ανατολικοθρακών πληροφορούνταν από ελληνικές εφημερίδες οι Μικρασιάτες αλλά δεν φαντάζονταν ότι σε λίγο καιρό θα επεκτείνονταν και σ’ εκείνους.
Ο πρώτος Παγκόσμιος πόλεμος επισφράγιζε και επίσημα τις πραγματικές προθέσεις των Νεότουρκων έναντι των Ανατολικοθρακών. Πέτυχαν την απομάκρυνση από τις γενέτειρες τους επειδή ο εκτουρκισμός τους όπως σχεδίαζαν είχε αποδειχθεί μια διαδικασία εντελώς ανέφικτη.
Η προσφυγή στη χρήση βίαιων μέσων (βαριά φορολογία, λεηλασία περιουσιών, καθολική στράτευση, ατιμώσεις, σφαγές, διαρπαγές της σοδειάς και εμπορικοί αποκλεισμοί) είχε προκαλέσει κλίμα τρόμου και πανικού στο Ανατολικοθρακικό στοιχείο ενώ οι δοκιμασίες του μέσα από τους αδυσώπητους διωγμούς και εκτοπισμούς ωρίμασαν τον επιθυμητό σκοπό όπως αυτός υπαγορεύονταν από τους επιτελείς του γερμανικού στρατού.
Οι τελευταίοι, είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο, πως υπήρξαν οι ηθικοί αυτουργοί και οι εμπνευστές των διώξεων των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης και της Μ. Ασίας. Θεωρούσαν τους ελληνικούς πληθυσμούς ως αποσταθεροποιητικούς παράγοντες στη διεξαγωγή των πολεμικών επιχειρήσεων και ως ανασχετικές δυνάμεις στην παγίωση της εθνολογικής ομοιογένειας της Τουρκίας.
Με τις σαφείς οδηγίες τους προς τους Νεότουρκους είχαν προλειάνει το έδαφος ώστε οι γηγενείς να μη σκέπτονται τίποτε άλλο παρά μόνο τη φυγή. Η εφαρμογή του σχεδίου είχε ως αφετηρία την εκκένωση της ενδοχώρας εκτός από τα μεγάλα αστικά κέντρα και τη συσσώρευση του ελληνισμού κυρίως σε παραλιακές περιοχές του Εύξεινου Πόντου (Μήδεια, Αγαθούπολη) και της Προποντίδας (Ραιδεστός, Καλλίπολη και άλλα μικρότερα κέντρα) έτσι ώστε η έξοδός και η μεταφορά του με ατμόπλοια στα λιμάνια του ελληνικού κράτους να είναι εύκολη και άμεση.
Οι συνθήκες του ξεριζωμού από τα χωριά και τις κωμοπόλεις της Ανατολικής Θράκης υπήρξαν απερίγραπτες και αναλύονται λεπτομερώς μέσα από τις συγκλονιστικές περιγραφές μητροπολιτών, προξένων και απλών κατοίκων που έζησαν τα γεγονότα.
Ο ξεριζωμός πραγματοποιούνταν άνευ όρων. Με συνοπτικές διαδικασίες περιέρχονταν οι ακίνητες περιουσίες των Ανατολικοθρακών στους μουατζήριδες. Στους ξεριζωμένους δεν επιτρεπόταν να πάρουν τίποτε μαζί τους και αρκετοί, ιδίως ηλικιωμένοι, πέθαιναν από την εξάντληση, την πείνα και τις βιαιοπραγίες κατά την άθλια πορεία προς τις παραλιακές περιοχές από όπου επρόκειτο να επιβιβαστούν σε πλοία για να καταφύγουν στο ελληνικό κράτος.
Καραβάνια ολόκληρα ζωντανών νεκρών κατευθύνονταν στις διόδους της Εξόδου. Σκηνές φρίκης εκτυλίχθηκαν στη διάρκεια της αποσιωπημένης και ελάχιστα μνημονευμένης από την ελληνική ιστοριογραφία, Εξόδου των Ανατολικοθρακών.
Τι να πρωτοϋπολογίσει κανείς; Τις αρπαγές και λεηλασίες σπιτιών και περιουσιών, τους εμπρησμούς, τις τεράστιες ζημιές σε ζώα, σε γεωργικά και βιοτεχνικά εργαλεία, το γκρέμισμα σχολικών και εκκλησιαστικών ιδρυμάτων, τη χρεωκοπία και καταστροφή εμπορικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων; Ή τον εξευτελισμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας με τους μαρτυρικούς βασανισμούς, την αιχμαλωσία, τους βιασμούς γυναικών, το σακάτεμα ανθρώπων στην ακμή της ηλικίας τους, καθώς και την ηθική οδύνη που δοκίμασε ολόκληρος ο ελληνισμός από το κλίμα του τρόμου που επέβαλε ο νεοτουρκισμός και κεμαλικός εθνικισμός; Αυτά όλα έμειναν να τα σκεπάσει η λήθη της Ιστορίας.
Μπορούμε ωστόσο να καταγράψουμε -κι αυτό φυσικά κατά προσέγγιση- τους ανθρώπους που χάθηκαν για πάντα, είτε γιατί σφάγιάστηκαν, είτε γιατί πέθαναν σε συνθήκες αιχμαλωσίας, δουλεύοντας απάνθρωπα στα περιώνυμα “τάγματα”, ή στις ατέλειωτες πορείες και στους τόπους εξορίας, είτε, ακόμη, γιατί εκτελέστηκαν ύστερα από αποφάσεις των τούρκικων δικαστηρίων της “Ανεξαρτησίας”.
Για τον πρώτο ξεριζωμό των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης το βιβλιογραφικό κενό είναι μεγάλο. Πάντως η σημασία της πρώτης προσφυγιάς αν λάβει κανείς υπόψη το μέγεθος της συμφοράς και του ξεριζωμού των παθόντων, θεωρείται τεράστια εφόσον ήδη από τα μέσα του 1913 είχαν εγκαταλείψει την Ανατολική Θράκη σύμφωνα με ανέκδοτη αυστριακή πηγή περίπου 30.000 κάτοικοι.
Οι διαθέσιμες πηγές σχετικά με το μέγεθος των ξεριζωμένων και των εκτοπισμένων Ανατολικοθρακών αποδεικνύουν ακριβώς την πραγματική διάσταση της τραγωδίας μολονότι παρουσιάζουν ορισμένες αντιφάσεις.
Ωστόσο, παρά την ύπαρξη των κενών αυτών, μπορούμε να πούμε με σιγουριά και με βάση την αντιπαραβολή των στοιχείων τα εξης:
ο ελληνορθόδοξος πληθυσμός της Ανατολικής Θράκης πριν ξεκινήσουν όλα αυτά που προανέφερα υπολογίζονταν γύρω στις 365.00. από αυτούς πριν από τον πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο είχαν ήδη εκδιωχθεί 119.938. Στη διάρκεια του παρόμοια τύχη είχαν 96.191, οι οποίοι εκτοπίστηκαν στο εσωτερικό της Μ. Ασίας. Απ’ αυτούς επέστρεψαν 50.000 στις γενέτειρες τους καθώς, οι μισοί περίπου πέθαναν από τις στερήσεις και τις κακουχίες. Παράλληλα στην ενδοχώρα της Αν. Θράκης 15.000 άτομα σφαγιάστηκαν σε επιδρομές Τούρκων ατάκτων στα χωριά.
Συνδυάζοντας τις στατιστικές περίπου 232.299 κατέφυγαν στο ελληνικό κράτος και από αυτούς περίπου 106.493 παλιννόστησαν μέχρι το 1920, ενώ παρέμεναν σ’ αυτό 86.910. Το μέγεθος της συμφοράς δεν μπορεί να αποτιμηθεί με αριθμούς , μόνο.
Η πρόσκαιρη απελευθέρωση της Ανατολικής Θράκης από τον ελληνικό στρατό το 1920 δεν έδειχνε στα μάτια των ταλαιπωρημένων προσφύγων αλλά και όσων έμειναν στην ενδοχώρα πως το μέλλον τους θα ήταν ήρεμο χωρίς καινούργιους διωγμούς και απελάσεις. Η μικρασιατική καταστροφή οδήγησε στην οριστική έξοδο των προγόνων μας από τις πατρογονικές τους εστίες.
Χιλιάδες άνθρωποι από τη Θράκη, μέσα σε 2 μόλις χρόνια έγιναν πάλι πρόσφυγες και κατέληξαν εξαθλιωμένοι σε διάφορες γωνιές του ελλαδικού χώρου και του εξωτερικού.
Η συνέχεια ήταν ακόμη πιο βασανιστική γιατί το κράτος που θα έπρεπε να αναδείξει ένα μέρος αυτής της ιστορικής διαδρομής των προσφύγων στάθηκε απέναντι τους. Από το ελληνοτουρκικό σύμφωνο φιλίας του 1930 μέχρι τις κατά καιρούς πολιτικές ελληνοτουρκικής προσέγγισης.
Η υπογραφή του ελληνοτουρκικού συμφώνου φιλίας του 1930 δεν λειτούργησε μόνο οικονομικά εις βάρος των προσφύγων αφού η συντριπτική πλειοψηφία τους είδε να χάνεται το ενδεχόμενο αποζημίωσης των περιουσιών τους, αλλά λειτούργησε ηθικά και πολιτικά σαν το πρώτο μέσο για την εξαφάνιση του προσφυγικού πληθυσμού, όπως και την εξαφάνιση της μνήμης. 
Όλες αυτές οι πολιτικές αποδείχθηκε ότι έγιναν εις βάρος των προσφυγικών πληθυσμών, και μάλιστα πέρασε σε όλες τις πτυχές τις πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Έτσι η τραγωδία, ενός σημαντικού και ιδιαίτερης αξίας μέρους του ελληνικού λαού συνδυάστηκε με την καταστροφή και τον ακρωτηριασμό της μνήμης και της ταυτότητας.
Όσοι σώθηκαν από τον ακρωτηριασμό της Θράκης, μαζί με τους συγγενείς τους, τις προαιώνιες εστίες τους, τις εκκλησίες και τα σχολεία τους, τις ανθηρές κοινότητες τους, έχασαν και το δικαίωμα στην ιστορική αναφορά, στην προέλευση και τη μνήμη. Η σιωπή και η λήθη ποτέ δε βοηθά στην αδελφοποίηση και την προσέγγιση των λαών και των εθνών και η παραγραφή των αδικημάτων που υπέστησαν ήταν προϋπόθεση για αυτού του τύπου την ελληνοτουρκική φιλία.
«Να ξεχάσουμε» ήταν η παρότρυνση της περιόδου εκείνης. 
Ήταν βάρος που έπρεπε ή να εξαφανισθεί ή τουλάχιστον να μείνει χωρίς ουσιαστικό μέλλον και αυτό μπορούσε να γίνει με την ολοκληρωτική ισοπέδωση του πλούσιου παρελθόντος. Σύντομα ο πρώτος ακρωτηριασμός ακολουθήθηκε και από ένα δεύτερο με τον διασκορπισμό τους σε όλη την Ελλάδα και από έναν τρίτο στη δεκαετία του 1950 και 1960, με τη μετανάστευση σε όλο τον κόσμο.
Στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου η τάση αυτή εντάθηκε και μάλιστα οι Θρακιώτες την έζησαν ακόμη πιο έντονα, αφού η περιοχή που απέμενε τελικά στην Ελλάδα μετά την τριχοτόμηση της ενιαίας Θράκης, μετατράπηκε σε περιθωριακό χώρο όπου τα στρατιωτικά-οχυρωματικά έργα ήταν τα μοναδικά απαραίτητα. Η Θρακική παράδοση και ιστορία περιοριζόταν σε δύο-τρεις χορούς και τραγούδια, και η Θράκη ήταν γνωστή ως τόπος εξορίας για ανεπιθύμητους δημοσίους υπαλλήλους και στρατιωτικούς.
Η πολιτική αυτή ήθελε τη Θράκη παραμεθόρια περιοχή, τόπο συνόρων και εξορίας. Το «θα σε στείλω στον Έβρο» πέρασε από τον κινηματογράφο μέχρι τη λογοτεχνία.
Η μεταπολίτευση άνοιξε έναν άλλο κύκλο ο οποίος όμως, κατά τη γνώμη μου, ήταν πολύ περιορισμένος πολιτισμικά και πολιτικά. Το μοντέλο δεν μπορούσε να λειτουργήσει με τον ίδιο τρόπο, γι’ αυτό και υπήρχε η μεγάλη φυγή της νεολαίας από τα σωματεία. Δεν μπορούσε να προσελκύσει την τρίτη γενιά παρά μόνο σε ένα μικρό κομμάτι του προσφυγικού πολιτισμού.
Το 1989 μετά την αλλαγή των δεδομένων στην ανατολική Ευρώπη δημιουργήθηκε μία νέα πραγματικότητα και στη Θράκη. Μάλιστα αυτό συνδυάστηκε και με το γεγονός πως συλλογικοί θεσμοί των Θρακών και ερευνητές της δεύτερης και τρίτης προσφυγικής γενιάς ανέδειξαν το ζήτημα της γενοκτονίας. Προσπάθεια, η οποία παρά τα εμπόδια και τις δυσκολίες, συνεχίζεται. Οι Θρακιώτες έχουν επιπλέον λόγους για να αναδείξουν και τα υπόλοιπα κομμάτια της ιστορίας τους, αφού μία σειρά από αιτίες δεν άφηναν το Θρακικό πολιτισμό να αναπνεύσει.
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και οι μουσουλμανικές μειονότητες, η μεγάλη μετανάστευση της δεκαετίας του 1960 προς τη δυτική Ευρώπη -κυρίως προς την τότε δυτική Γερμανία- αλλά και προς το εσωτερικό της Ελλάδας, δημιούργησαν καταστάσεις ασφυξίας.
Έτσι σήμερα ολοένα και περισσότεροι Θρακιώτες, σύλλογοι και φορείς κατανοούν πως δεν επιτρέπεται από εμάς τους ιδίους καταρχήν να θυσιάζουμε την ιστορική αλήθεια απέναντι σε οποιαδήποτε σκοπιμότητα από όπου και αν προέρχεται.
Η τακτική της αποσιώπησης των γεγονότων της ιστορίας, άστοχη κατά την γνώμη μου, ήταν ίσως κι’ ένας απ’ τους λόγους που τόσο άσκημα πορεύτηκε η «φιλία» με τους Τούρκους. Ναι να ρίξουμε τον πέπλο της λήθης στο παρελθόν αλλά να ξέρουμε και όχι να κρύβουμε, όλα αυτά που συνέβησαν σε βάρος των προγόνων μας και που ζητούν μετά τόσα χρόνια δικαίωση.
Καθημερινά διαπιστώνουμε την κρίση του πολιτικο-οικονομικού συστήματος μέσα στο οποίο ζούμε. Αυτό και μόνο το γεγονός κάνει τις κυρίαρχες δυνάμεις να εφευρίσκουν συνεχώς νέα ιδεολογικά σχήματα μέσα από τα οποία θέλουν να δημιουργήσουν την ψευδαίσθηση πως ζούμε σε ένα χρόνο και μία ιστορική εποχή χωρίς παρελθόν. Προχωρούν δε ακόμη περισσότερο αξιοποιώντας την τεχνολογική και επιστημονική έκρηξη των τελευταίων δεκαετιών λέγοντας πως ότι συμβαίνει στα σημερινά χρόνια είναι κάτι πρωτόγνωρο και αμετάκλητο και πως το παρελθόν δεν έχει τίποτα να μας διδάξει.
Όταν όμως κάτω από την πίεση για αναψηλάφηση γεγονότων όπως γενοκτονίες, διωγμοί, εθνοκάθαρση πληθυσμιακών ομάδων ή την επιμονή μεγάλων ή μικρών πληθυσμιακών ομάδων να καθορίσουν την ταυτότητα τους και την πορεία τους μέσα στο χρόνο, αναγκάζονται να συνηγορήσουν μέχρι ενός σημείου, καταφεύγουν στη δημιουργία τόπων και επετείων μνήμης με μοναδικό πάντα στόχο τον πολιτικό και ιδεολογικό έλεγχο, όπως και τον έλεγχο της ίδιας της μνήμης πολύ δε περισσότερο να καλλιεργήσουν την λήθη.
Για αυτό και υπήρξαν οι αναζητήσεις και οι διεκδικήσεις, ειδικά από την τρίτη γενιά των προσφύγων που ανέδειξαν κάποιες ψηφίδες του μεγάλου ψηφιδωτού του περιφερειακού Ελληνισμού που καταστράφηκε. Σε αυτούς τους λίγους και θέλω να πιστεύω πως σε λίγα χρόνια θα είμαστε πλειοψηφικό ρεύμα, έμελε να παλέψουν ενάντια στη επίθεση που γίνονταν όλα αυτά τα χρόνια στην μνήμη μας στην ιστορία μας και στον πολιτισμό μας. Διότι η πάλη του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι η πάλη της μνήμης κατά της λήθης» .

Η σημερινή εκδήλωση είναι από μόνη της ένα πολύ σημαντικό γεγονός για όλο τον θρακιώτικο ελληνισμό όπου γης. Υπάρχει όμως ο κίνδυνος να αποτελέσει στην πορεία του χρόνου μια απλή επετειακή εκδήλωση, αποστεωμένη και με κίνδυνο να προστεθεί δίπλα σε όλες τις άλλες παρόμοιες επετείους. Παρόλα αυτά θέλω να πιστεύω πως θα αποτελέσει μία αρχή ένα ξεκίνημα για την οργάνωση εκδηλώσεων πολύπλευρων που θα έχουν σχέση με όλα τα θέματα που απασχολούν σήμερα εμάς τους Θρακιώτες. Κυρίως όμως προέχει να προβάλουμε την ιστορία και τον πολιτισμό μας.Σας ευχαριστώ πολύ που με ακούσατε

ἡ φωτογραφία ἀπὸ Ἀρκολέοντα

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply