Λέγει τὸ Δράμα…


Λέγει τὸ Δράμα:

Καὶ ὅμως ἑὰν ἠκολούθῃς κατὰ πόδα τὸν ἄνθρωπον ἐκεῖνον, θὰ τὸν ἤκουες κοπτόμενον εἰς θεωρίας ὑπὲρ τῆς Μεγάλῃς Δημοκρατίας, δι’ ἥς ἕκαστον ὄν ἔχει ἕν σημεῖον ἐπὶ  τῆς γῆς, διὰ νὰ ἴσταται, καὶ ἕν Ζενὶθ εἰς τὸν οὐρανόν, διὰ ν’ ἀτενίζῃ. Ἐρωτῶ: Καὶ δὲν ὑπάρχει Δημοκρατία ἐπὶ τῆς γῆς; Ναί, ὑπάρχει μία, ἀλλὰ καὶ ἐκείνη εἰς μίαν εἰκόνα. Αἱ λοιπαὶ εἶναι τερατώδεις τῆς ἐλευθερίας εἰρωνίαι, ὑπὸ τὸ προσωπεῖον τῶν ὁποίων ὀργιάζουσι Μοναρχικοὶ ὀδόντες, καὶ Συμμορῖες καταξεσχίζοντες πᾶσαν ἐλευθερίαν.
Καὶ εὑρίσκομαι ἀκαριαῖως εἰς μεγάλην Πινακοθήκην, ἔνθα βλέπω κόσμον πολὺν θεωροῦντα εἰκόνα.
Ἄλλοι ἔλεγον:…Τὶ ὡραῖα χρώματα! Τὶ ὡραῖον πλαίσιον! Καὶ ἄλλοι: Τὶί φυσικὸν ἐκεῖνο τὸ βόδιον!
Τὶ ζωηρός ἐκεῖνος ὁ ἀστήρ!
Τὶ φυσικὰ ἐκείνα τὰ ἄχυρα!

Λέγει τότε τὸ Δράμα: Ἀκούεις;
Ὅλοι οὕτοι θεωροῦν τήν εἰκόνα, ἄλλ’ ὅμως, δὲν τὴν βλέπει κάποιος. Ἐρώτησε καὶ τὸν πλησίον σου ἄνθρωπον. Καὶ ἐρωτῶ εὐγενῶς θεατὴν λαμπρῶς ἐνδεδυμένον καὶ σύροντα Σκῦλον ὄπισθεν του ἀπὸ ἁλύσεως στιλπνῆς.
Κύριε Ἄνθρωπε! θά καταδεχθῆς τάχα νὰ ἐξηγήσῃς εἰς ἕν ἀμαθὲς καὶ ἀνόητον πετεινόν τί παριστάνει ἡ θαυμασία αὕτη εἰκών;
Ὁ Ἄνθρωπος ἐστράφη εἰς τὴν φωνήν μου, μὲ παρετήρησε περιφρονητικῶς καὶ δὲν ἀπήντησε.
Τότε ὁ Σκῦλος ἀπήντησεν ἀντ’ αὐτοῦ: Ματαίως περιμένεις ἀπάντησιν· αὐτὸς μόνον εἰς ἐμὲ ὁμιλεῖ, καὶ ὅμως ἐγὼ δὲν τοῦ ἀπήντησα ποτέ. Βλέπεις ὅτι μὲ ἔχει δεμένον;
Πράγματι, δεμένον σὲ βλέπω δι’ ἁλύσεως.
Ἐ λοιπὸν πλανᾶσαι· αὐτὸς εἶναι δεμένος παρ’ ἐμοῦ, καὶ τόν σύρω ὅπου θέλω, Φροντίζω νὰ εἶναι πάντα ἐντὸς τοῦ ποιμνίου.
Εὐτυχὴς εἶσαι, νὰ σύρῃς, ζῷον ἐσύ, ἕναν ἄνθρωπον τόσον λαμπρόν. Ἀλλὰ γνωρίζεις τουλάχιστον τὶ σημαίνει ἡ εἰκών αὐτή;
Ναί· ἐγὼ τὸ γνωρίζω, διότι ἡ θυμοσοφία μου τό ἐξηγεῖ· ἀλλ’ ὁ ἄνθρωπός μου δὲν τὸ γνωρίζει. Παριστάνει τὸν Χριστόν, τὸν θεὸν τῶν ἀνθρώπων, γεννώμενον ἐντὸς σταύλου. Βλέπεις τὰ ἄχυρα ἐκείνα; σημαίνουν ὅτι γεννᾶται εἰς ἄνθρωπος. Βλέπεις καὶ ἐκεῖνο τό ἄστρον; σημαίνει ὅτι ἀναγεννᾶται εἰς θεός.
Αὐτός ὅμως τό γνωρίζει;
Μά…..δέν ὑπάρχει οὐδόλως, πῶς νά γνωρίζῃ τήν ὕπαρξίν του κάποιος πού δέν ὑπάρχει;!
Καί οἱ ἄνθρωποι;
ὁ Σκῦλος μέ κύτταξεν μέ συμπάθειαν καί μέ ἀπεχαιρέτισε.
Κατόπιν κινεῖ τὴν ἅλυσον διὰ τοῦ λαιμοῦ του μετὰ πείσματος καὶ διευθύνεται πρὸς τὴν θύραν, σύρων ὄπισθεν τὸν ἄνθρωπόν του.
Λέγει τότε τὸ Δράμα:
Ἰδὲ ὁ Σκῦλος!. . .
Ἰδὲ ὁ Άνθρωπος!

Τᾶσος Γκολέμης

Leave a Reply