Ἡ δέησις
Σταλαματιά, σταλαματιὰ τὰ δάκρυά τους πέφτουν
κι’ἡ πλάκα ποὺ τὰ δέχεται ραγίζεται καὶ τρίζει.
Παράπονο τοὺς ἔπιασεν, ὄχι θανάτου φόβος,
καὶ κλαίοντας ὁ Σαμουήλ, εἰς τόνα του τὸ χέρι
τὸ ἱερὸ Ποτήρι του καὶ στ’ἄλλο τὴ λαβίδα,
ἀρχίνησε τὴν κοινωνιὰ τοῦ πλάστη νὰ μεράζῃ.
Ὁ πρῶτος ἐμετάλαβε, μεταλαβαίνει κι ἄλλος,
τὴν ἔδωσε στὸν τρίτονε, κι ὁ τέταρτος τὴν παίρνει,
καὶ φθάνει ὥς τὸν ὕστερο καὶ τοῦ τὴνε προσφέρει.
Κ’ ἐκεῖ ποὺ ἔψαλλ’ ὁ παπᾶς μὲ τὴν γλυκειὰ φωνή του:
«τοῦ δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ
σήμερον υἱὲ Θεοῦ»…
Φωναῖς ἀκούονται, κτυπιές, ἀλαλαγμός, ἀντάρα.
Πλακώσανε οἱ ἄπιστοι· καλόγερε, τὶ κάνεις;..
Ἐσήκωσε τὰ μάτια του ὁ Σαμουὴλ στὸν κρότο
καὶ στάζ’ ἀπ’ τὴν λαβίδα του ἐπάνω στὸ βαρέλι
μιὰ φλογερὴ σταλαματιὰ ἀπ’ τοῦ Θεοῦ τὸ γαῖμα…
Ἀστροπελέκια ἐπέσανε, βροντάει ὁ κόσμος ὅλος,
λάμπει στὰ γνέφ’ ἡ ἐκκλησιά, λάμπει τὸ μαῦρο Κοῦγκι
Τὶ φοβερὴ κεροδοσὰ πώλαβε στὴν θανή του
τὸ Σοῦλι τὸ κακότυχο, καὶ τὶ καπνό, λιβάνι!...
Ἀνέβαινε στὸν οὐρανὸ καὶ τοῦ παπᾶ τὸ ράσο
κι’ ἁπλώθηκε κι ἁπλώθηκε σὰν τρομερὴ μαυρίλα,
σὰν σύγνεφο κατάμαυρο κ’ ἐθόλωσε τὸν ἥλιο.
Κ’ ἐνῶ τ’ ἀνέβαζ’ ὁ καπνός, κ’ ἐνῶ τὸ συνεπαίρνει,
τὸ ράσο πάντ’ ἀρμένιζε κ’ ἐδιάβαινε σὰν Χάρος
κ’ ἐκεῖθεν ὅπου διάβαινε ὁ φλογερός του ἴσκιος,
σὰν νὰ ‘ταν μυστικὴ φωτιά, ἐρόγγισε τὸν λόγγο.
Καὶ μὲ ταῖς πρώταις ἀστραπὲς καὶ μὲ τὰ πρωτοβρόχια
χλωρὸ χορτάρι φύτρωσε, δάφναις, ἐληαῖς, μυρτούλαις,
ἐλπίδες, νίκαις καὶ σφαγαίς, χαραῖς κ’ ἐλευθερία.
Ἀριστοτέλης Βαλαωρίτης
Τί ἐστι οὐσία
Ἀποποίηση εὐθύνης
Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.