Θλιβεροὶ ἀποχαιρετισμοὶ

Ἀργὰ τὸ βράδυ, συνήθιζε νὰ μοῦ πετᾷ κουκούτσια στὸ κεφάλι, ἀπὸ ἕναν προῦνο ἐπάνω ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ καθόμουν. Τὸ πρωί, ἂν δὲν μὲ εἶχε ἐπιτύχει τὴν προηγουμένη, ἐφρόντιζε νὰ ῥίξῃ μισομασσημένα δαμάσκηνα στὴν καρέκλα μου, σὲ αὐτὴν καὶ μόνο, ὥστε νὰ τὰ εὑρίσκω καὶ νὰ γνωρίζω τὰ ἀληθινά του αἰσθήματα.

Ἡ ἀντιπαλότητα ἐξεκίνησε στὶς ἀρχὲς τοῦ καλοκαιριοῦ. Τὰ βράδυα, ὁ Τζέρι τῶν ἀγρῶν ἀπελάμβανε τὴν ἀγαπημένη του διαδρομή -πεζούλα, πικροδάφνη, μουρυά, προῦνος, αὐλή. Ὥσπου, μιὰν ἡμέρα ἦλθαν στὸ λαγκάδι παρείσακτοι, ἕνας σκύλος καὶ ἕνας ἄνθρωπος. Τὸ πρόβλημα δὲν ἦταν ὁ ἄνθρωπος ἦταν ἡ Βροχή, τὸ καλόκαρδο θηλυκὸ τσοπανόσκυλο. Ἡ Βροχὴ διεφώνησε μὲ τὸ ἡμερήσιο πρόγραμμα τοῦ Τζέρι.


Κάθε βράδυ, τὸ ἴδιο σκηνικό: Ὁ ἄνθρωπος καθόταν ἥσυχος, ὁ Τζέρι, ἀκριβῶς ἀπὸ ἐπάνω του, ἄρχιζε τὶς ἐναέριες διαδρομὲς καὶ ἡ Βροχὴ λυσσομανοῦσε, γαυγίζοντας ἀσταμάτητα, προσπαθῶντας νὰ σκαρφαλώσῃ στὸ δένδρο νὰ τὸν πιάσῃ. Στὴν ὥρα ἐπάνω ἔλεγες ὅτι ὁ σκύλος θὰ σκάσῃ, θὰ πάθῃ ἀνακοπή, τέτοια ταχύπνοια εἶχε.

Τότε, προσεπάθησα νὰ διώξω τὸν Τζέρι. Τοῦ πετοῦσα μικροαντικείμενα, ἔριχνα νερὸ στὸ δένδρο, τοῦ ἐφώναζα νὰ φύγῃ καὶ γενικά, ὅπως κατάλαβα, ἔκανα κάθε τί ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ τὸν διασκεδάσῃ, γιατί ὄχι μόνο δὲν ἔφυγε ἀλλὰ ἐπέρασε στὴν ἀντεπίθεση. Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ τελείωσαν τὰ πυρομαχικά του, ἡ Βροχὴ ἔπαυσε νὰ ἀσχολεῖται μαζύ του καὶ ἐγὼ σταμάτησα νὰ τὸν προκαλῷ.

Τὰ βράδυα πλησίαζε, ἐπίγειος πιά, στὸ τραπέζι, κοντοστεκόταν δίπλα στὰ πόδια μου, τοῦ ἔλεγα ἕνα δυὸ γλυκόλογα καὶ ἀνταλλάζαμε ματιὲς ἀμοιβαίου σεβασμοῦ, στὰ ὅρια τῆς συμπαθείας. Ἕνα ἀπόγευμα μάλιστα, πρὶν τρεῖς ἡμέρες, ντροπαλὸς καὶ συνεσταλμένος, μὲ ἄφησε νὰ τὸν φωτογραφήσω. Τὸ χάρηκα πολὺ ποὺ ἡ σχέσις μας εἶχε προχωρήσει.

Οὐδέποτε φαντάσθηκα  ὅτι αὐτὸ θὰ ἦταν τὸ τελευταῖο του πορτραῖτο. Τὸ ἑπόμενο πρωὶ ἀκούσθηκε ἕνας σαματᾶς καὶ τὸ ἄψυχο σῶμα του ἀνευρέθη ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα τῆς κουζίνας. Εἶχε προσπαθήσει νὰ μπῇ στὸ σπίτι, τὸν πῆρε εἴδηση ἡ Βροχή, τὸν ἔπιασε καὶ ὁ Τζέρι ἔπαθε συγκοπὴ ἀπὸ τὸν φόβο του -δὲν εἶχε κάποιο σημάδι ἢ δάγκωμα ἐπάνω του.

Λυπᾶμαι ποὺ δὲν ἤξερα τὴν γλῶσσα του. Θὰ τὸν εἶχα προειδοποιήσει ὅτι ἡ Βροχὴ εἶναι τὸ καλλίτερο σκυλὶ τοῦ κόσμου, ἀλλά, δύο πράγματα δὲν θέλει: Νὰ μπῇς στὸν χῶρο της ἀσυνόδευτος ἢ νὰ νομίσῃ ὅτι εἶσαι ἀπειλὴ γιὰ ἕνα παιδί.

Καλὸ ταξείδι, Τζέρι.

Μαθιόπουλος Χαράλαμπος

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply