Ῥιψάσπιδες ἢ φυγάδες κυνηγημένοι ποὺ ἀπουσιάζουν…

Εἶχα ἀπὸ καιρὸ δηλώση τὸ τὶ πιστεύω γιὰ ὅλους αὐτοὺς πού, ἐν μέσῳ κρίσεως, μεταναστεύουν, ἀφήνοντας χῶρο καὶ χρόνο σὲ ὅσους ἐπιβουλεύονται τὸν τόπο μας, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα τὴν ἰδίαν τὴν Πατρίδα μας, γιὰ νὰ δράσουν ἀνενόχλητοι καί, καταληκτικῶς, νὰ σφετερισθοῦν κληροδοτήματα αἰώνων καὶ νὰ καρπωθοῦν κόπους ἄλλων.

Ὁπωσδήποτε βέβαια κατανοῶ καὶ τὴν ἀνέχεια καὶ τὶς δυσκολίες ποὺ τοὺς ᾡδήγησαν στὸ νὰ ἐξέλθουν τῆς χώρας, εἴτε τώρα εἴτε παλαιώτερα, καθὼς ἐπίσης καὶ τὶς συναισθηματικές, ἠθικὲς καὶ κοινωνικὲς θυσίες τους. Θὰ μπορούσαμε, γενικολογώντας, νὰ ἰσχυρισθοῦμε πὼς ἔπρεπε (καὶ πρέπει) σκέτο νὰ ἐπιβιώσουν καὶ ἐμπρὸς σὲ αὐτὴν τὴν ἀνάγκη ὅλα λαμβάνουν δευτερεύοντα ῥόλο. Πρὸς τοῦτον, πάντα γενικολογώντας, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε πὼς ᾤφειλαν (καὶ ὀφείλουν) νὰ πράξουν τὰ ἀναγκαία, μὲ κάθε τίμημα, πρὸ κειμένου νὰ παραμείνουν ζωντανοὶ καί, καταληκτικῶς, ἀκόμη καὶ ἐξ ἀποστάσεως, ὅταν κι ἐφ΄ ὅσον τὸ ἐπιθυυμοῦν, νὰ προσφέρουν χείρα βοηθείας στοὺς παραμένοντες ἐντὸς τῶν συνόρων.

Ὅλα αὐτὰ ὅμως παραμένουν καὶ γενικολογίες καὶ θεωρίες, ἐφ΄ ὅσον ἀφ΄ ἐνὸς ἡ δική τους καθημερινότης τοὺς ἀποῤῤοφᾶ ὅλην τὴν ἀναγκαία ἐνέργεια, πρὸ κειμένου, σιγὰ σιγά-ἀλλὰ σταθερά, νὰ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὰ οὐσιώδη προβλήματα τῆς Ἑλλάδος καί, ἀφ΄ ἑτέρου, μὴ ἔχοντας τὴν καθημερινὴ τριβὴ μὲ τὴν ἐδῶ πραγματικότητα, νὰ διατηροῦν τὶς ὁποίες προσωπικές τους ἀπόψεις περὶ τῶν σημερινῶν συνθηκῶν διαβιώσεως τῶν συμπατριωτῶν τους, ποὺ ὅμως ἀπέχουν συνήθως τῆς ἀληθείας.

Εἶναι καὶ  λογικὸν καὶ ἀνθρώπινον καὶ ἀναμενόμενον κάτι τέτοιο. Δὲν εἶναι ὅμως πλέον καὶ τόσο …πατριωτικό, ἐφ΄ ὅσον (ὀρθῶς) σχεδὸν ὅλοι οἱ διαβιοῦντες ἐκτὸς συνόρων συμπατριῶτες μας, λόγῳ μὴ τριβῆς τους μὲ τὰ τῆς ἑλλαδικῆς πραγματικότητος, ἐπικεντρώνονται κυρίως στὰ τοῦ βίου τους περισσότερο, παρὰ στὰ ὑπόλοιπα ζητήματα. Ἐκτιμοῦν δὲ τὰ γεγονότα ἀπὸ ἄλλες ὁπτικές, ποὺ ὅμως δὲν λαμβάνουν ὑπ’ ὄψιν τους ἀρκετὲς παραμέτρους. Παράμετροι ποὺ ὄχι μόνον δὲν ἀποδεικνύουν τὶς ἀπόψεις τους, ἀλλὰ ἐπὶ πλέον, σὲ ἀρκετὰ σημεῖα, τὶς διαψεύδουν. (Βλέπε ἐκτιμήσεις περὶ ἐθνικῶν κινδύνων, Μακεδονικοῦ καὶ λαθρομεταναστευτικοῦ, καθὼς φυσικὰ καὶ κάποιους …ἀφορισμούς, ἀναφορικῶς μὲ τὸ τὶ εἶναι ἢ δὲν εἶναι χρήσιμον, ἀναγκαῖον καὶ ἑνωτικόν. Ἀφῆστε δὲ ποὺ στὸ πλεῖστον τῶν θέσεών τους ἐπικεντρώνονται κυρίως στὰ οἰκονομικὰ ἢ κομματικὰ προβλήματα…)

Φυσικὰ δὲν ἔχει καὶ τόσο μεγάλη σημασία τὸ ἐὰν κάποιοι ἐξ αὐτῶν μποροῦν, βάζοντας τὸ χέρι στὴν τσέπη τους, νὰ συνδράμουν ἐξ ἀποστάσεως οἰκονομικῶς πρὸς ὄφελος τῶν πληγέντων ἀπὸ πολλὰ συμπατριωτῶν τους, ἐφ΄ ὅσον στὴν πραγματικότητα (βλέπε πλημμῦρες Θριασίου Πεδίου καὶ πυρκαϊὲς Ἀνατολικῆς Ἀττικῆς) τὸ χρῆμα λειτουργεῖ ὡς πόλος ἕλξεως κάθε μικροῦ ἢ μεγάλου ἀπατεῶνος, ἐνᾦ οὐδέποτε φθάνει σὲ αὐτὸν ποὺ τὸ χρειάζεται (βλέπε πυροπλήκτους Ἠλείας). Ἀφῆστε δὲ ποὺ τελικῶς ὅλοι μας διαπιστώνουμε πὼς ὅταν παρουσιάζονται δυσκολίες, μεγαλυτέρα ἀξία ἔχει ἡ φυσικὴ παρουσία, παρὰ ἡ οἰκονομικὴ στήριξις. (Τὸ χρῆμα σαφῶς λύει κάποια προβλήματα, ἀλλὰ ἡ ἀνθρωπιὰ τὰ μικραίνει καὶ τὰ μαλακώνει!!!)

Αὐτὸ ποὺ  ἔχει σημασία, ἐπὶ τοῦ παρόντος τοὐλάχιστον, εἶναι ἕνα: πόσο κοντά στούς συμπατριῶτες τους σήμερα αἰσθάνονται πώς παραμένουν ὅλοι αὐτοί; Διότι ἄλλο τὸ φαίνεσθαι καὶ ἄλλο τὸ εἶναι.
Καί, ἐπὶ τοῦ παρόντος, σὲ μίαν ἐποχὴ ποὺ κάθε κρατικὸς πυλὼν καταῤῥέει, ποὺ ὁ κάθε Ἕλλην (εἴτε ὡς ἄτομον εἴτε ὡς μέλος κοινωνίας) καταδιώκεται καὶ λοιδωρεῖται, ποὺ οἱ δολιοφθορεῖς κάθε τύπου καὶ ἐπιπέδου κατέχουν νευραλγικὰ σημεῖα, καθὼς φυσικὰ καὶ τὰ κατάλληλα μέσα, γιὰ νὰ ὁλοκληρώσουν τὸ ἔγκλημα τῆς ἀποδομήσεως καὶ τῆς ἁλώσεως, δὲν ὑπάρχει κάποιος συμπατριώτης μας ποὺ νὰ περισσεύῃ. Ὡς ἐκ τούτου, ὅσοι τὸ ἀντιλαμβάνονται αὐτὸ (ἐλάχιστοι ἐπὶ τοῦ παρόντος), ἀν τὶ νὰ ἐξακολουθοῦν νὰ παραμένουν (κατὰ πῶς πιστεύουν) ἀσφαλεῖς ἐκτὸς συνόρων, ἐπιστρέφουν δειλά-δειλά, γιατὶ ἐδῶ εἶναι περισσότερο ἀπὸ ποτὲ ἀναγκαία ἡ παρουσία τους!!!

«Ἤμουν 15 χρόνια στὴν Ἀγγλία, στὸ ἐξωτερικό. Πρῶτα φοιτητής, μετὰ ἐργαζόμενος ὅπως οἱ περισσότεροι. Γνώρισα πολὺ καὶ διαφορετικὸ κόσμο. Ἀνθρώπους ποὺ πλήγωσα καὶ ἀνθρώπους που μὲ πλήγωσαν, ἀνθρώπους  ποὺ συγχώρησα καὶ ἀνθρώπους  ποὺ μὲ συγχώρησαν. Ὅλα μέσα στὴν ζωὴ εἶναι. Ἐργάσθηκα μοιράζοντας φυλλάδια στὸν δρόμο, σὲ γραφεῖο, μπουγατσατζής, σαντουϊτσάς, ψήστης καὶ τυλικτὴς σουβλακίων. Πέρασα μέσα ἀπὸ ὅλα τὰ στάδια τῆς ἐργασίας, ὑπάλληλος, ὑπεύθυνος, μάνατζερ καὶ ἰδιοκτήτης. Ἔζησα σὲ ὀκτὼ διαφορετικὰ σπίτια, ἀπὸ σάπια ὑπόγεια μέχρι πολυτελῆ διαμερίσματα. Ἔκανα σχέσεις καὶ φίλους καὶ κρατῶ μόνον τὶς ὄμορφες ἀναμνήσεις.

Μιλῶ στὸν ἀόριστο διότι πλέον γύρισα σελίδα, ἐπέστρεψα στὴν Ἑλλάδα! Σὲ ὅσους τὸ λέω μὲ κυττοῦν μὲ ἀπορία μιᾶς καὶ πλέον φυσιολογικὸ θεωρεῖται νὰ φεύγῃς ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα. Σκέφθηκα λοιπὸν νὰ κάνω τὸ ἀντίθετο, σκέφθηκα ὅτι θέλω νὰ ξυπνῶ καὶ νὰ ἀπέχω δύο μόλις λεπτὰ ἀπὸ τὸν φανταστικὸ καφέ, τρία λεπτὰ ἀπὸ τὴν ζεστὴ σπανακόπιτα, πέντε λεπτὰ ἀπὸ τὴν βόλτα μὲ τοὺς φίλους καὶ δέκα λεπτὰ ἀπὸ τὸ παστίτσιο τῆς μαμᾶς. Αὐτῆς τῆς μαμᾶς ποὺ σὲ ὅ,τι κι ἂν ἔκανα ὅσο ζοῦσα στὴν Ἀγγλία ἔνοιωθα τὸ ἀόρατο χέρι της στὴν πλάτη μου νὰ μὲ σπρώχνῃ. Αὐτῆς τῆς μαμᾶς τῆς ἔκανα μόλις ἕνα δῶρο, τῆς ἔσβησα τὸ ἀγγλικό μου νούμερο ἀπὸ τὸ κινητό της ἀλλὰ καὶ τὸ σκάϊπ ἀπὸ τὸν παλαιὸ ὑπολογιστὴ ποὺ τῆς εἶχα ἀφήση. Τῆς ἔκανα ὅμως κι ἕνα ἀκόμη δῶρο: μίαν ἀγκαλία!. Ἐκείνην τὴν ἀγκαλιὰ ποὺ ὀνειρευόταν κάθε βράδυ πρὶν κοιμηθῇ….»

Γύρισα σπίτι!!!

Κι αὐτὴ ἡ συνθήκη εἶναι μία πραγματικότης ποὺ δὲν ἀμφισβητεῖται. Δὲν εἶναι τρελλοὶ αὐτοὶ ποὺ ἐπιστρέφουν, παρὰ μόνον ἁπλᾶ Ἄνθρωποι (μὲ κεφαλαῖον!!!) καὶ Ἕλληνες!!!
Τὸ πόσοι εἶναι οἱ ἐπιστρέψαντες, ἐν μέσῳ μνημονιακῶν συνθηκῶν, οὐδὲ μίαν σημασία ἔχει. Σημασία ἔχει μόνον ἡ ἐπιστροφή τους καί, καταληκτικῶς, ἡ παρουσία τους, ἰδίως τώρα ποὺ φθάνουμε στὸ πέρας τῶν ἐξελίξεων καὶ ἡ ἐν ἐξελίξει κορύφωσις τῶν γεγονότων θὰ ἐπιφέρη ἀκόμη μεγαλυτέρους κλυδωνισμούς.

Βέβαια…  Εἶναι πολλοὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἀδυνατοῦσαν νὰ ἐπιβιώσουν ἐδῶ, εἴτε ὡς χρόνια ἄνεργοι εἴτε ὡς χρόνια …στοχοποιημένοι (ναί, ὑπάρχουν κι αὐτοί!!!). Ἐπέλεξαν λοιπὸν νὰ ἀποχωρήσουν γιὰ νὰ ξανά-πιάσουν τὶς ζωές τους ἀπὸ τὴν ἀρχή, σὲ νέες βάσεις καὶ μὲ νέες, πιὸ ἰσότιμες εὐκαιρίες, ἐνᾦ φεύγοντας, συνήθως, ἔῤῥιψαν καὶ …μαύρη πέτρα πίσω τους, ἐκτοξεύοντας, σὲ κάποιες εἰδικὲς περιπτώσεις, ἀκόμη καὶ  …ἀναθέματα.

Οἱ πρῶτοι ἔφυγαν διότι ἀδυνατοῦσαν νὰ συμβιβασθοῦν μὲ εἰσοδήματα μικρότερα αὐτῶν ποὺ θεωροῦσαν πὼς τοὺς ἀξίζουν, ἀνήμποροι νὰ κάνουν στοιχειώδεις ἐκπτώσεις στὶς οἰκονομικὲς ἀξιώσεις τους, στὸ ἐπίπεδον διαβιώσεώς τους ἢ ἀκόμη καὶ στοὺς προσωπικούς τους στόχους, ἀν τὶ τοῦ νὰ ἐξακολουθήσουν, μὲ τοὺς ὁποίους βαθμοὺς δυσκολίας, νὰ διαβιοῦν ἀνάμεσα στοὺς δικούς τους ἀνθρώπους. Συνήθως εἶναι κάτοχοι σημαντικῶν γιὰ τὴν Πολιτεία ἐξειδικευμένων γνώσεων (ἰατροί, μηχανικοί, νομικοί), ποὺ κατόπιν πολυετῶν σπουδῶν διεπίστωσαν πὼς ἐντὸς τῶν συνόρων δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ …«ἐξαργυρώσουν» αὐτὲς τὶς σπουδές καὶ τὶς γνώσεις τους.
Οἱ δεύτεροι ἔφυγαν διότι ἐπεδιώκετο σαφῶς ἡ φυσική τους ἐξόντωσις.

Καὶ στὶς δύο κατηγορίες ὅμως ἡ ἀπουσία τους ἀπεμείωσε τὴν δυναμικότητά μας ἀλλὰ καὶ μᾶς ἀπεγύμνωσε ἀπὸ συμπολεμιστὲς καὶ συντρόφους. Ἐκ πρώτης ὄψεως, ἐν γνώσει ἢ ἐν ἀγνοίᾳ τους, συνέπραξαν στὸ νὰ ἀποδιαλυθοῦν οἱ κοινωνίες μας, ἀλλὰ στὴν οὐσία ἀπεποιήθησαν τοῦ χρέους καὶ τοῦ δικαιώματος ὑπαρασπίσεως τῆς Πατρίδος. Στὴν πραγματικότητα, φεύγοντας ὅλοι αὐτοί, πῆραν μαζύ τους καὶ τὶς ὁποίες ἐλπίδες συμπράξεώς μας καὶ ἀνακάμψεώς μας, ἐφ΄ ὅσον καὶ οἱ ἴδιοι καταλήγουν ἀπεκομμένοι ἐκ τῶν ἑλληνικῶν δρωμένων καὶ ἐμεῖς δὲν ἀπολαμβάνουμε τῆς συνδρομῆς τους καὶ τῶν ἔργων τους.
Θὰ μπορούσαμε νὰ τοὺς ἀποκαλέσουμε ῤιψάσπιδες ἢ κυνηγημένους φυγάδες, ποὺ ἀπουσιάζουν ἀπὸ τὸ …«προσκλητήριον».
Καὶ στὶς δύο περιπτώσεις, εἴτε ἔτσι εἴτε ἀλλοιῶς, γιὰ νὰ ἀνακάμψουμε ἐν συνόλῳ ἀπαιτεῖται νὰ πληρωθοῦν ἄμεσα τὰ κενὰ ποὺ ἄφησαν πίσω τους. Ποιός ὄμως θά τά καλύψη;

Ἡ πραγματικότης λοιπὸν εἶναι μία: ἡ Πατρίς, ποὺ μᾶς χρειάζεται, δὲν μᾶς ἔχει κοντά της, μὲ ἀποτέλεσμα ἡ ἐκ τῶν ἔσω Ἅλωσίς της νὰ ὁλοκληρώνεται ὁσονούπω. Ὅσο λιγότεροι οἱ παραμένοντες ἐντὸς τῶν συνόρων ὑπερασπιστές της, τόσο μικροτέρα ἡ δυναμική τους καὶ τόσο πιὸ εὔκολα διαβρώνονται ὅλα αὐτὰ ποὺ (στὸ μυαλό μας) συνιστοῦσαν τὴν ἐννοίαν τῆς Πατρίδος. Στὴν πραγματικότητα, γιὰ νὰ ἐπιβιώσουμε ἐμεῖς ὡς ἄτομα (προσωπικὸ ἀναγκαῖον) θυσιάζουμε στὸν βωμὸ τῶν ἀτομικῶν μας φοβιῶν καὶ ἀναφαλειῶν καὶ τὸ μέλλον τῆς Πατρίδος καὶ τὸ μέλλον τῶν συμπατριωτῶν μας (συλλογικὸ ἀναγκαῖον).
Σέ ποιάν Πατρίδα ἀξίζουν τέτοιοι πολῖτες; Σέ μίαν Πατρίδα πού θέλει νά ὑπάρχῃ καί αὔριο ἤ σέ μίαν Πατρίδα πού ἔχει ἤδη τελειώση πρό πολλοῦ;

Αὐτοὶ λοιπὸν οἱ συγκεκριμένοι οἱ πυλῶνες τοῦ κόσμου μας, ποὺ δὲν εἶναι ἐδῶ, ἂν καὶ εἶναι ἀναγκαῖοι, λάμπουν ἐκτὸς συνόρων, διαπρέπουν, ἀναγνωρίζονται καὶ ἐξαργυρώνουν τὶς γνώσεις τους καὶ τὶς ἐμπειρίες τους σὲ περιβάλλοντα σαφὼς πιὸ ἀνθρωποκεντρικά. Ἔχουν πολλὲς δικαιολογίες γιὰ νὰ παραμένουν ἐκεῖ καὶ τὸ σέβομαι.
Σέ ἕνα κράτος, σαφοῦς καὶ ἀπολύτου ἀνθελληνικοῦ χαρακτῆρος, πού καταδιώκει τούς ἰθαγενεῖς καί τούς ὑπηκόους του, ποιός ὁ λόγος ἐξακολουθήσεως τῆς παραμονῆς αὐτῶν τῶν ὑπηκόων ἐντός τῶν ὁρίων του; Ἤ, ἀκόμη χειρότερα, ποιός ὁ λόγος ἐπιστροφῆς τους;
Εὔλογον τὸ ἐρώτημα…

Σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ μηνύματα ποὺ ἔλαβα πρὸ ἐτῶν διαβάζουμε μεταξὺ ἄλλων:

«Ἀπὸ τὸ 1974 ἔβλεπα:

  • Τὸν Καραμανλῆ νὰ ἀθετῇ τὴν ἔγγραφο ὑπόσχεσίν του πρὸς τὸν Γκιζίκη.
  • Τὸν Ἀνδρέα Παπανδρέου νὰ μπάζῃ ἀνεξέλεγκτα Ῥωσσοποντίους.
  • Τὸν ἴδιο νὰ κρατικοποιῇ τὰ πάντα καὶ νὰ δημιουργῇ ἕναν ὑδροκέφαλο δημόσιο τομέα.
  • Τὴν «17η Νοέμβρη» νὰ κτυπᾷ μόνον Ἑλληνικὲς ἑταιρεῖες.
  • Τὸν Ῥάλλη νὰ κτυπᾷ τὸ μονοτονικό.
  • Τὸν Σημίτη νὰ διαλύῃ τὴν κρατικὴ ἐπιχείρισιν γεωτρήσεων, μὲ ἐπιστήμονες κι ἄριστον προσωπικό.
  • Τὸν Σημίτη νὰ ἀφαιρῇ ἀπὸ τὶς ταὐτότητες τὸ θρήσκευμα.
  • Τὸν Σημίτη, σὲ συμφωνίες μὲ τὴν Κίνα, νὰ διαλύῃ Ἑλληνικὲς ἐπιχειρήσεις.
  • Τοὺς ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνες…..»

Ναί, δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα κακῶν χειρισμῶν ἢ ἀτυχῶν συμπτώσεων αὐτὸ ποὺ συμβαίνει σήμερα στὴν χώρα μας, Καὶ προμελετημένο ἦταν καὶ καλοσχεδιασμένον.
Οὔτε μετεπηδήσαμε ἐν μίᾳ νυκτὶ ἀπὸ τὸν ἐθνικοκεντρισμὸ στὸν σοσιαλοκεντρισμό.
Οὔτε μᾶς προέκυψαν τόσοι δημοκράτες (τρομάρα τους) ἀπὸ τὸ πουθενά.
Ἀλλά, παραλλήλως, ὅλοι ἐμεῖς, ἐντὸς κι ἐκτὸς συνόρων, ἄλλος περισσότερο κι ἄλλος λιγώτερο, μὲ τὴν ἀνοχή μας ἢ μὲ τὴν ἀδιαφορία μας ἢ ἀκόμη καὶ μὲ τὶς ὁποίες φοβίες μας, ἐπιτρέψαμε στὸ σημερινὸ ὑβριστικὸ μόρφωμα νὰ γιγαντωθῇ τόσο, ποὺ πλέον νὰ ἀπειλῇ εὐθαρσῶς ἀκόμη καὶ τὸ δικαίωμα τῆς φυσικῆς μας ἐπιβιώσεως.
Θά κανταντήσουμε θλιβεροί ἀπόκληροι καί τελικῶς αὐτόχειρες;
Ἤ μήπως, ἀκόμη καί τώρα, τὴν τελευταία στιγμή, θά πολεμήσουμε ὁ ἕνας δίπλα στόν ἄλλον, γιά νά ξεκινήσουμε ἀπό κάπου (ἐπὶ  τέλους!!!) καί νά ξανακερδίσουμε τήν Πατρίδα μας πού χάνουμε;

Αὐτὸ ποὺ ἔδιωξε (κι ἐξακολουθεῖ νὰ καταδιώκῃ) τόσους συμπατριῶτες μας, ἐδῶ καὶ αἰῶνες, εἶναι τὸ κράτος ἀγαπητοί μου. Δὲν εἶναι ἡ Ἑλλάς. Ὅσο ταὐτίζουμε τὸ κράτος μὲ τὴν ἔννοια τῆς Πατρίδος (καὶ εἰδικῶς τῆς Ἑλλάδος), αὐτοπαγιδευόμεθα σὲ ἕναν ἀέναο κύκλο παρεξηγήσεων. Ἡ Πατρὶς δὲν εἶναι ὁ κάθε κουδουνισμένος χλιμίντζουρας ἀλλὰ οἱ ἄνθρωποι, οἱ ἀναμνήσεις μας, οἱ κόποι μας, οἱ σχέσεις μας, οἱ χαρὲς καὶ οἱ πίκρες μας, ποὺ ἀπὸ κοινοῦ μὲ τὰ ὄνειρά μας, τὶς δράσεις μας καὶ τοὺς ἐν συνόλῳ σκοπούς, ἀποτελοῦν ἕνα «κάτι» συμπαγὲς κι ἀδιαπραγμάτευτον καὶ ἀπροσπέλαστον καὶ ἀνίκητον. Ὅσο δὲ ἑστιάζουμε στὰ κακῶς κείμενα, τόσο ἀπομακρυνόμεθα ἀπὸ τὰ καλῶς κείμενα, ποὺ χρέος μας εἶναι νὰ ἐπιφέρουμε μὲ δικούς μας, ἀτομικούς, ἀγῶνες, μὲ θυσίες καὶ μὲ ζωντανὰ ὀράματα.
Γιά πόσο ἀκόμη θά ἀνεχόμεθα τόν ξενητεμό; Γιά πόσο ἀκόμη θά ὑποχωροῦμε, ἐπιτρέποντας σέ κάθε καταπατητή νά στρογγυλοκάθεται στό δικό μας καλύβι ὠς ἀφεντικό; Γιά πόσο ἀκόμη τέλος πάντων θά μεταθέτουμε στίς ἐπόμενες γενεές τό χρέος τῆς ἀποκαταστάσεως τοῦ Δικαίου καί τῆς Ἰσονομίας στόν δικό μας τόπο;

Ἐπιδρομές, λεηλασίες, δηώσεις ὑπέστημεν κι ἄλλοτε. Καταστροφὲς ἀμέτρητες στὸν τόπο, ὅπως κι ἀμέτρητες γενοκτονίες. Ἔ καί; Τί ἦταν αὐτό πού μᾶς διετήρησε ἐν ζῳῇ ὡς λαό μέσα στούς αἰῶνες, ἐάν ὄχι ἡ συνοχή μας; Ποῦ εἶναι σήμερα ἡ συνοχή μας; Ποῦ εἶναι οἱ, τοὐλάχιστον, μισό ἑκατομμύριο Ἕλληνες πού μετενάστευσαν γιά νά γλυτώσουν ἀπό τίς λαίλαπες; Δέν χωροῦσαν; Δέν ἄντεχαν; Εἶναι δῆλα δή εὔκολότερον τό νά ἐγκαταλείπῃς τόν ἀγῶνα καταλήγοντας ἄπατρις ἀπό τό νά παραμένῃς ἐντός του, ἀγωνιζόμενος, μαζὺ μὲ ὅλους τοὺς ἄλλους, ὑπομένοντας ἀλλὰ καὶ ἀπολαμβάνοντας, μόνον γιά τήν Πατρίδα;

Γιατί συμβιβαζόμεθα ὅμως μέ κάτι λιγώτερο ἀπό αὐτό πού πιστεύουμε ὡς ἀληθές κι ἀναγκαῖον; Μήπως διότι ἔχουμε ἀποδεχθῆ τήν ἧττα; Κι ἐάν ναί, τότε γιατί δέν ἀποποιούμεθα ὁριστικῶς καί τῆς ἑλληνικῆς μας κληρονομίας; Γιατί δέν ἀφαιροῦμε ἀπό τά βιογραφικά μας καί ἀπό τά διαβατήριά μας τόν χαρακτηρισμό τοῦ «Ἕλληνος»;

Φυσικὰ εἶναι δεδομένον πὼς γιὰ νὰ ἐπιτευχθῇ τὸ ὁποιοδήποτε καλὸ στὸν τόπο μας, ὅσο μικρὸ κι ἐὰν εἶναι, θὰ …«πέσουν κορμιά». Οὔτε θὰ μᾶς χαρισθῆ ἡ (οὐσιαστική, ἀλλὰ βεβαιωμένα -καὶ ἐξ ἀνάγκης- ἐπερχομένη) ἑνότης μας, ἔτσι, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ πορευθοῦμε ἐν εἰρήνῃ. Ἀντιθέτως, Καὶ τὶς συγκρούσεις μας θὰ ὑποστοῦμε (ἢ ἀκόμη καὶ τοὺς τεχνηέντως ἐμφυτεμένους «ἐμφυλίους) καὶ τὶς προς-τριβές, ἀλλὰ καὶ τὶς νίκες. Μικρὲς νίκες στὴν ἀρχή, μὰ ἀναγκαῖες γιὰ νὰ ἀπομακρυνθοῦν τὰ στοιχεία τῆς δολιοφθορᾶς καὶ τῆς χειραγωγήσεώς μας.
Μὰ ὅσο περισσότεροι, τόσο καλλίτερα… (Ἐ
κτὸς ἐὰν τὰ δικά σας κορμιὰ εἶναι πιὸ ἀκριβὰ ἀπὸ τὰ δικά μας, ποὺ παραμένουμε ἐντὸς τῶν συνόρων καὶ καθημερινῶς παλεύουμε σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα, μὲ πραγματικὰ καὶ …φανταστικὰ φαντάσματα!!!) 

Φιλονόη.

Σημειώσεις

Κάποτε θὰ ἔγραφα αὐτά:

Ναί, καὶ ἄπατρις καὶ ῥίψασπις καὶ λαγὸς ἀγαπητέ μου ἤσουν καὶ παραμένεις.
Ἐσὺ ἔφυγες κι ἄνοιξες χῶρο γιὰ νὰ ἔλθουν τὰ λαμόγια.
Ἐσὺ παράτησες τὴν Πατρίδα ἀφύλακτη καὶ σήμερα κυβερνοῦν αὐτὰ τὰ κτήνη.
Ἐσὺ πρόδωσες πρῶτα. Ὄχι αὐτοί!
Ξέρεις γιατί;
Διότι δὲν ἤσουν ἐδῶ γιὰ νὰ τοὺς ἀντιμετωπίσῃς.
Διότι ἔφυγες τρέχοντας, κατατρομαγμένος μὴ ἐπιθυμῶντας νὰ ἀγωνισθῇς γιὰ τὴν διάσωσιν τῆς Πατρίδος. 
Μίας Πατρίδος ποὺ ἠρνήθης! Ποὺ ἀπεποιήθῃς!!! Ποὺ ἐγκατέλειψες!!!

Ναί, κι ἄπατρις καὶ ῥίψασπις.
Δὲν τὸ ἀντιλαμβάνεσαι… 
Δὲν πειράζει…Δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει ἄλλως τέ… Ἐσὺ καίγεσαι νὰ σὲ ἀποδεκτοῦμε. Ἐμεῖς ξέρουμε…
Τὸ ἀντιλαμβανόμεθα ἐμεῖς ποὺ μείναμε πίσω. Μισοί, κουτσουρεμένοι, σακατεμένοι, διότι κάτι τύποι σὰν κι ἐσέναν δὲν ἦσαν ἐδῶ, μαζύ μας, γιὰ νὰ ἀγωνισθοῦν καὶ νὰ διεκδικήσουν τὸ δίκαιον.
Διότι ἀφήσατε τὴν πατρίδα στὰ χέρια τῶν ἀετονύχιδων καὶ τώρα ἔρχεσθε νὰ ἐκφέρετε ἄποψιν, γνώμι, κατηγορώντας ἐμᾶς, ποὺ ἐσεῖς ἀποδυναμώσατε ἐγκαταλείποντας τὶς θέσεις σας, γιὰ ὁλιγωρία…
Καὶ μοιράζετε, μὲ πόνο καρδίας ὁμολογουμένως, συμβουλές… Καὶ …«συμπαρίστασθε» ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς σας καταφυγίου, ἐνᾦ στὴν πραγματικότητα ἀπομακρύνεσθε ἀκόμη περισσότερο…

Ἄφησέ το…
Ἄργησες… Καὶ μάλιστα πάρα πολύ.
Ψᾶξε νὰ εὕρῃς πατρίδα κι ἄσε μας ἐμᾶς… Ἐσὺ χάθηκες… Ὄχι ἐμεῖς….
Ἐμεῖς καὶ μάθαμε καὶ ξέρουμε καὶ θὰ τὰ καταφέρουμε… Εἶναι μονόδρομος βλέπεις γιὰ ἐμᾶς…
Γιὰ αὐτοὺς ποὺ ἔφυγαν εἶναι πορεία δίχως στόχο.

Υ.Γ. Κι ἄλλοι ἔφυγαν ἀλλὰ ἐπέστρεψαν. Ἔκαναν τὰ πάντα γιὰ νὰ ἐπιστρέψουν, διότι ἀνάσα δίχως Πατρίδα δὲν εἶναι ἀνάσα.

Σημειώσεις τῆς 19ης Φεβρουαρίου τοῦ 2013

Ἀλλὰ σήμερα δὲν τὰ γράφω. Ὅ γέγονε γέγονε…
Ἀπὸ ἐδῶ καὶ πέρα τὶ κάνουμε ἔχει σημασία…
Ἀπὸ ἐδῶ καὶ πέρα, οἱ ἐπιλογές μας καὶ οἱ πράξεις μας θὰ καθορίσουν τὴν ἀτομική μας πορεία καὶ  μόνον. Ὄχι τῆς Πατρίδος. Ἡ πορεία τῆς Πατρίδος, ὅσο τραβηγμένον κι ἐὰν φαντάζῃ αὐτό, εἶναι προδιαγεγραμμένη. Ἁπλῶς ὅσοι θὰ σπεύσουν νὰ ὑπηρετήσουν τὸν σκοπό Της, θὰ κατανοήσουν…
Τοὺς ἄλλους τοὺς ξεχνᾶμε…

εἰκόνα

 

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

5 thoughts on “Ῥιψάσπιδες ἢ φυγάδες κυνηγημένοι ποὺ ἀπουσιάζουν…

  1. Φιλονόη, ἔχεις δίκιο! Νὰ σοῦ πῶ κάτι ἐνταγμένο στὴν οἰκογενειακή μας παράδοση; Τὸ 1944, λίγο μετὰ τὴν άποχώρηση τῶν Γερμανῶν ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, ἔφθασαν στὴν οἰκογένεια τοῦ Πατέρα μου δέματα ἀπὸ “συγγενεῖς στὴν Ἀμερική”. Καὶ ὁ Πατέρας μου ἁπλῶς τὰ ξαναμπαλάρισε καὶ τὰ ἔστειλε πίσω.
    Αὐτὰ ὡς πρὸς τὸ δέον γενέσθαι, Ὑπάρχει ὅμως καὶ κάτι ἄλλο ποὺ ἐγώ, προσωπικά, θέλω νὰ τονίσω. Ξαναδιαβάζοντας σήμερα -μετὰ καὶ ἀπὸ δική σου παραίνεση- τὸν Προμηθέα Δεσμώτη τοῦ Αἰσχύλου, πρόσεξα ξανὰ τὴν ἀπαίσια ἐπισήμανση τοῦ ποιητῆ: Τίποτα βδελυρότερο ἀπὸ τὴν προδοσία. Αὐτὸ εἶναι τὸ “ἐθνικό μας ἐλάττωμα” – χιλιοτραγουδισμένο μάλιστα (Γκρέκο μασκαρά, Μπαρμπαγιάννη Μακρυγιάννη κ.λπ.). Εὰν αὐτὸ δὲν ξερριζωθῆ ὁριστικὰ καί, ἐὰν χρειαστῆ, βίαια, η συγκρότηση πραγματικής κοινωνίας στὴν Ἑλλάδα θὰ παραμένη ἀνέφικτη καὶ πολλοὶ -συχνὰ οἱ καλλίτεροι- θὰ φεύγουνε ρίχνοντας, μάλιστα, πίσω τους “μαύρη πέτρα”.

  2. Τώρα… αὐτὸ τὸ “ὅλους” σὲ ἐμένα τοὐλάχιστον προκαλεῖ ἀνατριχίλες. Ποιοὺς “ὅλους” δηλαδή, Χρῆστο μου; Τοὺς πασοκοσυριζέους, νεοδημοκράτες καὶ ἀριστεροχριστιανιστές;
    Δὲν ξέρω… εὔχομαι νὰ ἔχης σὺ δίκιο καὶ ὄχι ἐγώ, ἀλλὰ ἡ ἱστορικὴ ἐμπειρία, δεόντως καταγεγραμμένη, ὑπαγορεύει ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο. Ἄνευ γερῆς “μπουγάδας” τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ μεταβληθῆ.

Leave a Reply