Εἶναι γεγονὸς πὼς στὴν πλειοψηφία της σήμερα ἡ ἀνθρωπότης ἀντιλαμβάνεται τὸ ἐρχομὸ κάποιου τέλους. Ἑνὸς τέλους ποὺ ὅσο πλησιάζει, τόσο δυναμώνει ἡ παραλογία καὶ τόσο περισσότερο γίνεται διακριτὴ καὶ συνειδητὴ ἡ βεβαιότης τοῦ ἀδιεξόδου. Ὅσο λοιπὸν τὰ ἀδιέξοδα αὐξάνονται, τόσο πιὸ ἔντονες εἶναι οἱ πιέσεις ποὺ δεχόμεθα καὶ τόσο πιὸ βαρὺ τὸ σκοτάδι ποὺ σκιάζει τὴν καθημερινότητά μας. Εἰδικῶς αὐτὴν τὴν περίοδον δέ, σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς ζωῆς μας εὔκολα διακρίνουμε πὼς αὐτὸ τὸ σκότος τείνει νὰ καλύψῃ ἀκόμη καὶ τὴν κάθε ἐσωτερική μας φωνή, πού, κατὰ κάποιον τρόπο, μᾶς συντηροῦσε τὴν …ἐλπίδα. Ὁποιανδήποτε ἐλπίδα, ἀληθῆ ἢ ψευδῆ. Καί τί παθαίνει κάποιος ὅταν ἀπωλέσῃ τήν ἐλπίδα; Τελειώνει μήπως;
Ζοῦμε φυσικὰ σὲ ἐποχὲς τέτοιες ποὺ ἡ διαρκὴς κατάπτωσις τῶν πάντων εἶναι καὶ διακριτὴ καὶ ἐπιβαρυντική, μὰ ἀκριβῶς ἐπεὶ δὴ ὁ διαρκὴς καὶ ἐπιταχυνόμενος ἐκπεσμὸς δὲν ἐπιτρέπει στὸν ἄνθρωπο νὰ «ἐπικοινωνήσῃ» μὲ τὸν ἴδιον τὸν ἑαυτόν του εἰλικρινῶς, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο μὲ τὶς ὁποιεσδήποτε διαισθήσεις του, τελικῶς καταλήγουμε νὰ ἀκολουθοῦμε μουδιασμένοι τὴν Μοίρα μας. Εἰδικῶς ὅμως τώρα, ποὺ ὅλα κι ὅλοι πορεύονται πρὸς ἕνα τέλος προδιαγεγραμμένο, εἶναι περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλην φορὰ ἀναγκαῖον νὰ «ἀνασύρουμε» ἀπὸ τὸ βάθος τοῦ Εἶναι μας ὅλα ἐκείνα τὰ χρήσιμα καὶ τὰ ἀναγκαία, ποὺ θὰ μᾶς ἐπιτρέψουν νὰ ξεπεράσουμε τοὺς «σκοπέλους» καὶ νὰ ἐπανεκκινήσουμε τὸν κόσμο μας σὲ ὑγιεῖς βάσεις.
Πῶς ὅμως θά συμβῆ τοῦτο; Πῶς θά ἀφυπνίσουμε διεργασίες πού ἐδῶ καί αἰῶνες «κοιμοῦνται» ἀνενόχλητες; Πῶς θά καταφέρουμε ἐμεῖς νά «ἐπικοινωνήσουμε» μέ ἐμᾶς, γιά νά διακρίνουμε τά χρήσιμα ἀπό τά περιττά;
Γιὰ νὰ συμβοῦν ὅλα τοῦτα τὰ θαυμαστὰ μὰ καὶ ὀλίγον …ὑποθετικά, δὲν χρειάζεται νὰ κάνουμε κάτι, μὰ νὰ ξανά-μάθουμε κάτι. Καί, τελικῶς, τὸ πρῶτο μας βῆμα ξεκινᾶ μὲ τὸ νὰ ἀντιληφθοῦμε τὸ ποιοὶ ἀκριβῶς εἴμαστε. Γιὰ νὰ ξεκινήσῃ ὅμως αὐτὴ ἡ διαδικασία, δὲν ἀρκεῖ νὰ γνωρίζουμε πὼς εἴμαστε ἔτσι ἢ ἀλλοιῶς γενικῶς, ἀλλὰ ὅλα ἐκεῖνα τὰ γιατί ποὺ μᾶς ὁδήγησαν στὸ νὰ εἴμαστε ἔτσι ἢ ἀλλοιῶς.
Κατόπιν δέ, οὔτως ἤ ἄλλως, ἐὰν θὰ εἴμαστε ἔντιμοι καὶ εἰλικρινεῖς, εἶναι φυσικὸν ἐπόμενον νὰ κατανοήσουμε ὅλα ἐκεῖνα ποὺ μᾶς ὤθησαν στὸ νὰ υἱοθετήσουμε συμπεριφορές, ἀπόψεις καὶ πεποιθήσεις. Ὅμως… Κάθε ἄποψίς μας, κάθε πεποίθησίς μας καί, καταληκτικῶς, κάθε μας συμπεριφορά, θὰ ἀποδειχθῆ πὼς δὲν ἔχουν …λογικὰ αἴτια, ὅπότε τὸ νὰ «φιλτράρουμε» καὶ νὰ πετάξουμε κάθε τί περιττό, εἶναι τὸ ἐπόμενον καὶ αὐτονόητον βῆμα. Καὶ τότε, σιγά-σιγά, ὅταν θὰ ξεκινήσουμε νὰ «ξεφορτωνόμεθα» τὰ περιττά, θέλοντας καὶ μή, θὰ ἀρχίσουμε νὰ παρατηροῦμε καὶ νὰ «ἀφουγκραζόμεθα» κάτι «φωνοῦλες», ποὺ πάντα ἦσαν ἐκεῖ, ἀλλὰ ἐμεῖς δὲν τοὺς ἐδίδαμε σημασία.
Βέβαια… Αὐτὸ ποὺ σίγουρα ἀντιλαμβανόμεθα εἶναι ἕνα: ἡ ἀσάφεια. Γιὰ νὰ παύσῃ αὐτὴ ἡ ἀσάφεια ὅμως νὰ ὑφίσταται πάλι ἐμεῖς κάτι πρέπει νὰ μάθουμε. Κι ἐτοῦτο πάλι σχετίζεται μὲ τὸ πόσο γρήγορα θὰ καταργήσουμε κάθε περιττὸ «φίλτρο» μας, γιὰ νὰ ἐπιτρέψουμε στις δι-αἰσθήσεις μας νὰ γίνουν σαφεῖς καὶ εὐκρινεῖς.
Τὸ ζητούμενον ὅλης αὐτῆς τῆς διαδικασίας δὲν εἶναι τὸ νὰ γίνουμε ἐμεῖς πιὸ ἔξυπνοι ἢ πιὸ μοναχικοὶ ἀπὸ τοὺς γύρω μας, παρὰ μόνον τὸ νὰ ἀπελευθερωθοῦμε ἀπὸ περιττὰ βαρίδια. Διότι, ὅσο περισσότερο «σκαλίζουμε» μέσα μας, τόσο πιὸ συνειδητὴ γίνεται ἡ ἀτομική μας πορεία πρὸς τὴν Ἐλευθερία καὶ τόσο λιγότερο χρειαζόμεθα ὑποστηρίγματα. Ἡ δὲ ἀσάφεια τῆς (δι)-αἴσθησεως παύει νὰ ὑφίσταται, ἐφ΄ ὅσον πλέον, ἀργὰ ἀλλὰ σταθερά, μαθαίνουμε νὰ ἐμπιστευόμεθα τὴν μόνη πηγὴ ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς στηρίξῃ πραγματικὰ καὶ νὰ μᾶς καθοδηγήσῃ μὲ ἀσφάλεια.
Ἀποποίηση εὐθύνης
Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.