Χαρὰ μας ὅταν …ψοφᾷ ἡ κατσίκα τοῦ γείτονος!!!

Εἶναι μερικὲς ἡμέρες τώρα ποὺ ἐδῶ, στὴν γειτονιά μου, μάθαμε γιὰ μίαν πολὺ μεγάλη, σὲ «λεία» κλοπή, ποὺ ἔγινε πρὸ μερικῶν ἑβδομάδων. Περισσότερο ἀπὸ 1.800.000 τὰ …«κέρδη» τῶν «τρωκτικῶν», σὲ χρῆμα καὶ  εἶδος, ἐνᾦ τὸ θῦμα, ἀπελπισμένο, δρᾶ σπασμοδικῶς, ἐφ΄ ὄσον κατὰ δήλωσίν του ἔχασε κόπους μίας ζωῆς. Ὁ ἴδιος ἀπὸ τότε περιφέρεται φωνασκῶντας καὶ ἀπειλῶντας, ὄχι πάντα κατὰ τῶν …«τρωκτικῶν» ἀλλὰ καὶ κατὰ ὁποιουδήποτε θὰ μποροῦσε νὰ δῇ μὲ συμπάθεια τὰ …«τρωκτικὰ» (καί, εἶναι, δυστυχῶς μας, πολλοί!!!), μὰ ἰδίως κατὰ ὁποιουδήποτε θὰ μποροῦσε, θεωρητικῶς, νὰ ἀποτελέσῃ …ἀπειλὴ γιὰ τὸν ἴδιον. (Ὅπως αὐτὸς τὸ ἀντιλαμβάνεται φυσικά!!!)
Καί, βεβαίως, ἅπαντες στὴν περιοχή μας ἔσπευσαν νὰ σχολιάσουν, ἀναλόγως τῆς …ἀντιληπτικῆς τους ἱκανότητος, τὸ συμβάν.

Οἱ περισσότεροι ἐκ τῶν σχολιαστῶν περιεστρέφοντο γύρω ἀπὸ τὸ ἐὰν αὐτὰ τὰ χρήματα εἶχαν ἀποκτηθῆ νομίμως ἢ ὄχι, γύρω ἀπὸ τὸ ἐὰν εἶχαν φορολογηθῆ ἢ ὄχι καὶ γύρω ἀπὸ τὸ ἐὰν ἔπρεπε νὰ παραμένουν στὴν οἰκία τοῦ θύματος ἢ στὴν τράπεζα. Τὸ κοντό του καὶ τὸ μακρύ του ὁ καθείς, ἀλλὰ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἔτρεφε κάποιο συναίσθημα συμπαθείας ἢ συμπονίας γιὰ τὸ θῦμα, ἰδίως μετὰ τὶς ἀποκαλύψεις γιὰ τὸ ὕψος τῶν κλοπιμαίων. 

Πρὶν σᾶς καταθέσω τὶς δικές μου ἀπόψεις, θὰ ἤθελα νὰ σᾶς δηλώσω πὼς τὸ ἐν λόγῳ ἄτομον, ἐδῶ καὶ χρόνια, λόγῳ ἰδιαιτέρως ὑβριστικῶν καὶ προκλητικῶν συμπεριφορῶν του, ἀκραίας θρασύτητός του, μὰ καὶ μεγίστης ὑπεροψίας, συγκατελέγετο στὰ πρόσωπα ποὺ ἀπέφευγα (ἔως ἴσως καὶ ἀντιπαθοῦσα!!!). Παραμένοντας λοιπὸν σὲ ἀποστάσεις …ἀσφαλείας ἐκ τοῦ ἐν λόγῳ κυρίου, εἶχα σὲ μεγάλον βαθμὸ τὴν ἡσυχία μου, ἂν καὶ συχνά-πυκνά, θέλοντας καὶ μή, διεπίστωνα νέες θρασύτητές του καὶ νέες «καταπατήσεις» του, ἐλέῳ ἀδιαφορίας καὶ ὠχαδελφισμοῦ τῶν ὑπολοίπων γειτόνων. Κι ὅταν κάποιες φορὲς ἀπεφάσιζα νὰ τοῦ «χωθῶ» γιὰ τὶς καταπατήσεις του, τότε αὐτομάτως ἢ οἱ γείτονές μας ἐσφύριζαν ἀδιάφορα ἤ ἔπαιρναν τὸ …μέρος του, ἂν κι ἐγνώριζαν πὼς ὁ τύπος γενικῶς ἀδικοῦσε.
Γενικῶς πρόκειται γιὰ ἄτομον ποὺ ὅταν κι ὅποτε τοῦ δίδεται ἡ εὐκαιρία θὰ καταπατήση ὅσον χῶρο, ἀπὸ εὐγένεια ἢ ἀδιαφορία, ἀφήνουν οἱ γύρω του.
Ἀπὸ αὐτὴν ὅμως τὴν συμπεριφορά μου (νὰ τὸν ἀποφεύγω) ἢ νὰ τὸν στιγματίζω καὶ νὰ ἀπαιτῶ νὰ ἀποκαταστqhσῃ τὰ ὄσα κατεπάτησε, ἔως τοῦ νὰ χαρῶ μὲ τὴν ταλαιπωρία του ὑπάρχει ἔνα …μῖσος δρόμος, ποὺ ἀρνοῦμαι συνειδητῶς νὰ τὸν διανύσω.

Πρὸ μερικῶν ἡμερῶν λοιπόν, κατὰ τὴν διάρκεια μίας ἐκ τοῦ …ποδὸς συζητήσεως, μεταξὺ γειτόνων, κάποιος ἀνέφερε καὶ τὸ πάθημα τοῦ ἐν λόγῳ (κατ’  ἐμὲ πάντα) ἀντιπαθητικοῦ γείτονος. Καὶ τότε, μόνον ἀκούγοντας, ἔκπληκτη διεπίστωσα τὰ ἐξῆς:

  • Πρόσωπα ποὺ εἶχαν φιλικὲς (ἔως καὶ πάρα πολὺ φιλικὲς) σχέσεις μαζύ του, ἔσταζαν χολὴ πλέον γιὰ αὐτόν.
    Γιατί; Μά, διότι ὁ τύπος εἶχε χρῆμα, κάτι ποὺ τοὺς ἐνοχλοῦσε πάρα πολὺ καὶ ἦταν αἰτία ἀκόμη καὶ μίσους.
  • Πρόσωπα ποὺ εἶχαν τυπικὲς (ἔως καὶ φιλικὰ τυπικὲς) σχέσεις μαζύ του, ξεπέρασαν τὸ στάδιον τῆς χολῆς ἐναντίον του καὶ ἔφθαναν στὸ σημεῖον νὰ παρουσιάζουν ἔως καὶ σενάρια γιὰ τὸν …θάνατό του, διὰ τοῦ ξύλου ἢ διὰ ὁποιασδήποτε εὐφαντάστου ἀνοησίας ἐσκαρφίζοντο.
    Γιατί; Μά, διότι ὁ τύπος εἶχε χρῆμα πολύ, πολὺ περισσότερο ἀπὸ ὅσο οἱ ἴδιοι ἄντεχαν νὰ διανοηθοῦν.
  • Πρόσωπα τὰ ὁποία τὸν ἀντιπαθοῦσαν (ἔως καὶ τὸν μισοῦσαν) δὲν περιγράφεται τὸ τί ἤθελαν πλέον γιὰ αὐτόν. Πολὺ φοβᾶμαι πὼς τὸ λυντσάρισμά του θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι μία εὐχάριστος, γιὰ αὐτούς, διασκέδασις.
    Γιατί; Μά, εἴπαμε… εἶχε πολὺ χρῆμα ὁ τύπος γιὰ τὶς ἀντοχές τους.

Δύο σημεῖα θέλω νὰ παρατηρήσω ἐδῶ.
Τὰ χειρότερα ποὺ ἄκουσα τὰ ἄκουσα ἀπὸ ἄτομα ποὺ ἤ εἶναι/ἦσαν δημόσιοι ὑπάλληλοι ἢ εἶχαν/ἔχουν νοοτροπία δημοσίου ὑπαλλήλου. Μάλιστα κάποιοι ἐξ αὐτῶν ἐδήλωναν ἀκοικτὰ τὴν ἀριστεροσύνη τους, ἀλλὰ δὲν θὰ ἤθελα νὰ συνδυάσω τὴν δεδηλωμένη τους ἀριστεροσύνη μὲ αὐτὸ τὸ μένος.
Τὸ δεύτερον στοιχεῖον ποὺ διέκρινα ἀπὸ τὶς διάφορες αὐτὲς ἐκδοχές, ἦταν τὸ γεγονὸς τῆς γεννήσεως μίσους μόνον ὅταν ἔμαθαν πὼς ὁ τύπος διέθετε καὶ χρῆμα. Δῆλα δή, ἔως τότε, γιὰ κάποιους ἐξ αὐτῶν, παρὰ τοῦ γεγονότος πὼς (κατ’ ἐμὲ) ὁ τύπος ἦταν τοὐλάχιστον κάφρος (κάτι εὐκόλως ἀντιληπτό, ἀπὸ ἕναν λογικῶς σκεπτόμενον) ἐν τούτοις μποροῦσαν νὰ τὸ  ἀγνοήσουν γιὰ ὄσον καιρὸ τὸν θεωροῦσαν οἰκονομικῶς ἰσότιμό τους. Ὅταν αὐτὴ ἡ ἰσοτιμία ἔπαυσε (στὰ μυαλά τους καὶ μόνον), ἔπαυσε καὶ κάθε τους συμπάθεια καὶ αὐτομάτως μετηλλάχθη σὲ φθόνο, μῖσος ἢ ἀκόμη καὶ σὲ ἐπιθυμία καταστροφῆς καὶ ὁλοσχεροῦς ἀφανισμοῦ του.

Περίεργα ὄλα αὐτά;
Οὐδόλως φυσικά. Εἶναι ἴδιον τοῦ ἀνθρώπου νὰ μισῇ ὅταν ἀδυνατῇ νὰ ἀκολουθήσῃ τὰ βήματα κάποιου ἄλλου, ἰδίως στὰ οἰκονομικὰ δεδομένα. Καί, σᾶς διαβεβαιῶ, πὼς δὲν εἶναι χαρακτηριστικὸ τῆς ἐλληνικῆς κοινωνίας μόνον, ἀλλὰ παγκόσμιον φαινόμενον αὐτό.
Κοινῶς; Δὲν εἴμαστε μόνον ἐμεῖς ποὺ θέλουμε νὰ …ψοφήσῃ ἡ κατσίκα τοῦ γείτονος, ἀλλὰ σχεδὸν κάθε ἀνθρώπινο ὄν, σὲ κάθε γωνιὰ τοῦ πλανήτου, ὅταν συνειδητοποιῇ πὼς κάποιος ἄλλος κατέχει χρῆμα. Ὀ κατέχων τὸ χρῆμα εἶναι ἀντικείμενον μίσους. Οὐδεὶς ἀναρωτᾶται γιὰ τὸ ἐὰν αὐτὸ τὸ χρῆμα ἀπεκτήθη μὲ κόπο καὶ μὲ ἦθος. Τὸ πρόβλημα εἶναι τὸ χρῆμα ποὺ ἔχει ὁ ἄλλος κι ὄχι τὸ πῶς ἀπεκτήθη.
Καί, καταληκτικῶς τὸ πρόβλημα εἶναι οἰ ἄλλοι κι ὄχι ἐμεῖς.

Κι ἀκριβῶς αὐτό, κατ’ ἐμέ, πρέπει νὰ τὸ κυττάξουμε, διότι τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι τὸ ἐὰν ὁ συνάνθρωπός μας ἔχῃ χρῆμα, ἀλλὰ τὸ ἐὰν εἶναι ἠθικός, ἔντιμος καὶ παράγῃ ἔργο χρήσιμο γιὰ τὸ σύνολον. Σαφῶς καὶ  πρέπει νὰ πληρωθῇ κάποιος γιὰ τὶς γνώσεις του καὶ  τὶς ὑπηρεσίες του, ἐὰν αὐτὲς εἶναι ἀναγκαῖες. Σαφῶς καὶ πρέπει νὰ πληρωθῇ καλά, ἐὰν εἶναι ἰδιαιτέρως ἐξειδικευμένες. Ποῦ λοιπόν ὑπάρχει πρόβλημα; Στό ἐάν κάποιος πληρώνεται πολύ γιά τίς ὐπηρεσίες του ἤ στό ἐάν τό δικαιοῦται; Κι αὐτό τί καθρεπτίζει; Μήπως τήν δική μας ἀνικανότητα νά παράξουμε κατά τόν αὐτόν τρόπο κι ἐμεῖς χρῆμα; Δῆλα δή μήπως τελικῶς τό μένος γιά τούς ἔχοντες περιουσία ξεκινᾶ ἀπό τήν δική μας ἀνικανότητα καί μόνον νά γίνουμε ἱκανοί καί χρήσιμοι;
Καί μήπως τελικῶς ὅλη ἠ σημερινή μας κατάντια, ὡς χώρας, ἐκεῖ ἀκριβῶς ἔχει τίς ῥίζες της;

Σαφῶς καὶ ὀφείλουμε νὰ στιγματίζουμε κάθε τρωκτικὸ τοῦ κόσμου μας, μικρὸ ἢ μεγάλο, μὰ καὶ ὅλων τῶν εἰδῶν τὰ σαπρόφυτα. Ἀλλά γιατί νά ἀντιμετωπίζουμε ὡς πρόβλημα κοινωνικό, ἠθικό καί συναισθηματικό τήν περιουσία κάποιου σκέτο, δίχως νά ἐξετάζουμε τό πῶς τήν ἀπέκτησε; Ἤ μήπως χαρακτηρίζει ὡς καλό ἤ κακό κάποιον ἡ ὕπαρξις ἤ μή περιουσίας; Διότι αὐτὸ ἀπεδείχθη, τοὐλάχιστον γιὰ τὴν συγκεκριμένην περίπτωσιν, πὼς ἦταν τὸ πρόβλημα. Ὄχι τὸ ποιὸν τοῦ ἀτόμου, ἀλλὰ τὸ μέγεθος τοῦ πορτοφολιοῦ του..

Ἀπὸ τὴν ἄλλην… .
Ἀκριβῶς ἐπεὶ δὴ τὸ παράδειγμά μας εἶναι μᾶλλον παράδειγμα πρὸς ἀποφυγήν, ἐφ΄ ὄσον τὸ θῦμα, συμπτωματικῶς, εἶναι τοὐλάχιστον κακότροπο, σὲ γενικὲς γραμμές, τότε γιατί αὐτοί πού τόν συμπαθοῦσαν (ἤ ἔστᾦ τόν ἀνήχοντο), μᾶς προέκυψαν οἱ κατ’ ἐξοχήν …«ἐχθροί του»;  Τί ἦταν αὐτό πού τούς ἔκανε νά διατηροῦν ἀπό καλές ἔως τυπικῶς καλές σχέσεις μαζύ του ἔως προσφάτως, τήν στιγμή πού τό ἐν λόγῳ ἄτομον εἶχε μόνον βλακώδεις συμπεριφορές νά ἐπιδείξῃ;;

Ὁπωσδήποτε ἀδυνατῶ νὰ ἀπαντήσω σὲ αὐτὰ σαφῶς, ἐφ’  ὅσον γνωρίζω μόνον τὰ τῶν δικῶν μου σκέψεων καὶ πράξεων. Μπορῶ ὅμως νὰ προβληματισθῶ ἰδιαιτέρως διότι πλέον, ἀπολύτως ἀπροκάλυπτα, τὸ νὰ ψοφήσῃ ἡ κατσίκα τοῦ γείτονος. εἰδικῶς σὲ μίαν κοινωνία σὰν τὴν δική μας, ποὺ θεωρεῖται πτωχοποιημένη, ἀπὸ κατ’ ἐξαίρεσιν συμπεριφορὰ καταντᾶ σκοπὸς συνόλου.
Κι αὐτὸ μὲ πονᾶ. Καὶ μὲ πονᾶ διότι, ἀκόμη καὶ τώρα, ποὺ ὅλα καταῤῥέουν, ἀρνούμεθα νὰ ἀναζητήσουμε τὸ θετικό, ἀλλὰ ἐπικεντρωνόμεθα στὸ ἀρνητικό. Ἀδυνατοῦμε νὰ θαυμάσουμε τὴν ἀριστεία, ὅταν κι ἐφ΄ ὄσον ὑπάρχῃ καὶ κυττᾶμε νὰ δοῦμε πὼς θὰ …«κατεβάσουμε» στὴν ἀνυπαρξία ὁποιονδήποτε στέκεται λίγο ὑψηλότερα ἀπὸ ἐμᾶς, ἀν τί νὰ τὸν θεωρήσουμε ὡς παράδειγμα.
Καί, ἐπὶ  τοῦ πρὸ κειμένου… Ἀδυνατοῦμε νὰ ξεφύγουμε ἀπὸ τοὺς καθῶς-πρεπεισμούς μας, συντηρῶντας ἀνούσιες καὶ περιττὲς σχέσεις (καλὴν ὥρα) ἀλλὰ μόλις ἀποδειχθῇ πὼς κι αὐτὲς ἦσαν ἐπιδερμικότατες σχέσεις συμβιβασμοῦ καὶ ἀνοχῆς, αὐτομάτως ἐξατμίζονται καὶ ἐκδληλώνουμε, ἐκτὸς ἀπὸ μῖσος καὶ χολή, ὅλα τὰ θλιβερὰ ποὺ κουβαλᾶμε.
Τὸ ἁπλούστερον ὄλων, τὸ νὰ συμπονέσουμε ἔναν -ἔστᾦ καφροειδῆ σὲ ἀρκετὲς συμπεριφορές του- συνάνθρωπό μας, γιὰ τὸ  πάθημά μας, οὐδόλως μᾶς ἀπασχολεῖ. Ἀδυνατοῦμε νὰ συνειδητοποιήσουμε πὼς τὸ νὰ συμπονᾷς γιὰ τὸν πόνο τοῦ ἄλλου, ὅποιος κι ἐὰν εἶναι, δὲν δηλώνει ἀδυναμία ἀλλὰ ἀνάγκη.

Δὲν ξέρω γιὰ ἐσᾶς, ἀλλὰ εἰλικρινῶς οὐδέποτε θὰ μποροῦσα νὰ χαρῶ μὲ τὰ παθήματα κάποιου, ἀκόμη κι ἐάν, θεωρητικῶς, ἦταν ὁ μεγαλύτερός μου …ἐχθρός. Ἄλλο τὸ νὰ ἐπιδιώκῃς καὶ νὰ ἐπιζητᾷς τὸ δίκαιον καὶ ἄλλο νὰ χαίρεσαι μὲ τὸ πάθημα τοῦ (ἂς ποῦμε, γιὰ χάριν συντομίας) ἐχθροῦ σου. Αὐτόν, τόν, ὅλο μῖσος δρόμο, ἀρνοῦμαι νὰ τὸν διανύσω.

Φιλονόη

εἰκόνα

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

2 thoughts on “Χαρὰ μας ὅταν …ψοφᾷ ἡ κατσίκα τοῦ γείτονος!!!

  1. Ὄχι, Φιλονόη, κάνεις λάθος. Παντοῦ, πράγματι, διαπιστώνονται τέτοια αἰσθήματα/τέτοια συμπεριφορά, ἀλλὰ ἐδῶ, στὴν Ἑλλάδα, αὐτὰ τὰ συναισθήματα δίνουνε τὸν τόνο καταλυτικῶς. Ἡ πιὸ ἐπικίνδυνη κατηγορία ποὺ μπορεῖ νὰ σοῦ ἀπευθύνη νεοέλλην εἶναι: “Ἐσὺ ἔχεις λεφτά!”
    Εἶναι πολὺ χαρακτηριστικὸ τὸ περιστατικὸ ποὺ γλαφυρῶς περιέγραψες, ἀλλὰ ἐμένα δὲν μοῦ ἔρχονται στὸν νοῦ αὐτὰ ποὺ σὺ λές, ἀλλὰ ὅ,τι ὑποστηρίζει κάποιος γνωστός μου: “Οἱ τωρινοὶ ἕλληνες; Πονηροὶ δοῦλοι! Σὲ γλύφουν ἀναίσχυντα καὶ εἶναι ἕτοιμοι νὰ σὲ χτυπήσουν, μόλις καταλάβουνε ὅτι ἀποδυναμώθηκες”.

Leave a Reply to Δημήτρης ΜιχαλόπουλοςCancel reply