Ἡ διακήρυξις τῆς Ἐξόδου.

Γράφει ο Δρ Ιωάννης Παρίσης

Τη διακήρυξη της Εξόδου του Μεσολογγίου συνέταξε στις 6 Απριλίου του 1826, ο Νικόλαος Κασομούλης, 29χρονος τότε, καθ’ υπαγόρευση του Επισκόπου Ρωγών Ιωσήφ. Ο Κασομούλης μας δίνει εξαιρετική περιγραφή των γεγονότων στο Μεσολόγγι στο ανεκτίμητο ιστορικό έργο του: ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ, 1821-1833», ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΣΟΜΟΥΛΗ ΑΓΩΝΙΣΤΟΥ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ ΜΑΚΕΔΟΝΟΣ, που εκδόθηκε με επιμέλεια του Γιάννη Βλαχογιάννη.

Ο Ν. Κασομούλης, καταγόμενος από την Δυτική Μακεδονία, υπήρξε ένας από τους κύριους οργανωτές της επανάστασης του Ολύμπου και μετά την αποτυχία της, κατέφυγε στη νότια Ελλάδα κοντά στον καπετάνιο Στορνάρη, τον οποίο και ακολούθησε σε όλες τις μάχες. Οι σκηνές που περιγράφει από την πολιορκία του Μεσολογγίου, όπου πολέμησε και ο ίδιος, χάνοντας μάλιστα και τον αδελφό του Δημήτριο, είναι τόσο παραστατικές που αφήνουν άφωνο τον αναγνώστη και του δημιουργούν ρίγη εθνικής συγκίνησης. Ο Γιάννης Βλαχογιάννης γράφει ότι «θα έφτανε η περιγραφή της πολιορκίας του Μεσολογγίου του Κασομούλη να αναδείξει το όνομά του αθάνατο».

Ο Ν. Κασομούλης, αναφερόμενος στις τελευταίες στιγμές του Μεσολογγίου, γράφει μεταξύ άλλων: «Ἀπὸ τὰ μέσα Φεβρουαρίου 1826 ἄρχισαν πολλαῖς φαμελλιαὶς νὰ ὑστεροῦνται τὸ ψωμί. Μία Μεσολογγίτισσα, ἥτις περιέθαλπεν ἀσθενῆ καὶ τὸν αὐτάδελφόν μου Μῆτρον, ἐτελείωσεν τὴν θροφή της, καὶ μυστικά, μαζὺ μὲ δύο φαμελλιαὶς Μεσολογγίτικες, ἔσφαξαν ἕνα γαϊδουράκι, πωλάρι ποὺ τὸ ἔφαγαν. Ταῖς ηὗρα ὁποὺ ἔτρωγαν, ἐρώτησα ποὺ ηὗραν τὸ κρέας, καὶ τρόμαξεν ἡ ψυχή μου ὅταν ἤκουσα ὅτι ἦτο γαϊδούρι. Μία συντροφιὰ στρατιωτῶν Κραβαριτῶν εἶχεν ἕναν σκύλον καί, κρυφὰ καὶ αὐτοί, τὸν ἔσφαξαν καὶ τὸν μαγείρευσαν. Ἐμαθεύθη καὶ τοῦτο. Ἡμέραν παρ’ ἡμέραν αὐξάνουσα ἡ πεῖνα, ἔπεσεν καὶ ἡ πρόληψις καὶ ὅλα του νὰ τρώγουν ἀκάθαρτα, καὶ ἄρχισαν ἀναφανδὸν πλέον νὰ σφάζουν ἄλογα, μουλάρια, γαϊδούρια καὶ ἀκόμη νὰ τὰ πωλοῦν μία λίρα τὴν ὀκὰ οἱ ἰδιοκτῆται των, καὶ ποὺ νὰ προφθάσουν; Τρεῖς ἡμέραις ἀπέρασαν καὶ ἐτελείωσαν καὶ αὐτὰ τὰ ζῶα…»

Το κείμενο της διακήρυξης της Εξόδου διασώζεται από τον ίδιο τον Νικόλαο Κασομούλη στα απομνημονεύματα του:

«Ἐν ὀνόματι τῆς Ἁγίας Τριάδος»
Βλέποντες τὸν ἑαυτόν μας, τὸ στράτευμα καὶ τοὺς πολίτας ἐν γένει μικροὺς καὶ μεγάλους παρ’ ἐλπίδαν ὑστερημένους ἀπὸ ὅλα τα κατεπείγοντα ἀναγκαία τῆς ζωῆς πρὸ 40 ἡμέρας καὶ ὅτι ἐκπληρώσαμεν τὰ χρέη μας ὡς πιστοὶ στρατιῶται τῆς πατρίδος εἰς τὴν στενὴν πολιορκίαν ταύτην καὶ ὅτι, ἐὰν μίαν ἡμέραν ὑπομείνωμεν περισσότερον, θέλομεν ἀποθάνει ὄρθιοι εἰς τοὺς δρόμους ὅλοι.
Θεωροῦντες ἐκ τοῦ ἄλλου ὅτι μᾶς ἐξέλιπεν κάθε ἐλπὶς βοηθείας καὶ προμηθείας, τόσον ἀπὸ τὴν θάλασσαν καθὼς καὶ ἀπὸ τὴν ξηρὰν ὥστε νὰ δυνηθῶμεν νὰ βαστάξωμεν, ἐνῶ εὑρισκόμεθα νικηταὶ τοῦ ἐχθροῦ, ἀποφασίσαμεν ὁμοφώνως:
Ἡ ἔξοδός μας νὰ γίνη βράδυ εἰς τὰς δύο ὥρας τῆς νυκτὸς 10 Ἀπριλίου, ἡμέρα Σάββατον καὶ ξημερώνοντας τῶν Βαΐων, κατὰ τὸ ἑξῆς σχέδιον, ἢ ἔλθη ἢ δὲν ἔλθη βοήθεια:
Α’. Ὅλοι οἱ Ὁπλαρχηγοὶ οἱ ἀπὸ τὴν δάμπιαν τοῦ Στορνάρη ἕως εἰς τὴν δάμπιαν τοῦ Μακρῆ, μὲ τοὺς ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν των, μία κολώνα, νὰ ῥιχθοῦν εἰς τὴν δάμπιαν τοῦ ἐχθροῦ εἰς τὴν ἀκρογιαλιάν, εἰς τὸ δεξιόν. Ἡ σημαία τοῦ στρατηγοῦ Νότη Βότζιαρη θέλει μείνει ἀνοικτή, ὡς ὁδηγὸς τοῦ σώματος τούτου. Ὁ στρατηγὸς Μακρὴς νὰ τὴν συνοδεύσῃ μὲ εἰδήμονας, ὅπου γνωρίζουν τὸν τόπον.
Β΄. Ὅλοι οἱ Ὁπλαρχηγοὶ οἱ ἀπὸ τὴν δάμπιαν τοῦ στρατηγοῦ Μακρῆ ἕως εἰς τὴν Μαρμαροὺν μὲ τοὺς ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν των, μία κολώνα ὅλοι, νὰ ριχθοῦν εἰς τὸν προμαχῶνα ἀριστερὰ κατὰ τῶν ἐχθρῶν. Ὁ στρατηγὸς Μακρής, μὲ τὴν σημαίαν τοῦ ἀνοικτήν, θέλει εἶναι ὁδηγὸς τοῦ σώματος τούτου, ἀριστερά.
Γ΄. Διὰ νὰ μὴ μπερδευθὴ τὸ Στράτευμα μὲ ταῖς φαμελλιαίς, δίδεται τὸ γεφύρι της δάμπιας τοῦ Στορνάρη, καὶ ὅλοι οἱ φαμελλίται, ἐντόπιοι καὶ ξένοι, νὰ ταῖς συνοδεύσουν καὶ νὰ διαβοῦν ἀπ’ ἐκεῖ. Τὰ δύο γεφύρια εἶναι τὸ μὲν διὰ τὴν δεξιὰν κολώναν καὶ τό της Λουνέττας διὰ τὴν ἀριστεράν.
Δ΄. Κάθε ὁπλαρχηγὸς νὰ σηκώνῃ τοὺς στρατιώτας του ἀνὰ ἕναν ἀπὸ τὸν προμαχῶνα του, ὥστε ὁ τόπος νὰ μείνῃ εὔκαιρος ἕως εἰς τὴν ὕστερην ὥραν.
Ε’. Οἱ ἀπὸ τὴν Μαρμαρούν, ἅμα σκοτειδιάση, νὰ τραβηχθοῦν ἀπὸ ἕνας-ἕνας καὶ νὰ σταθοῦν εἰς τὴν δάμπιαν τοῦ Χορμόβα.
ΣΤ΄. Ὁ Τζιαβέλας, μὲ ὅλον τὸ Βοηθητικὸν σῶμα, νὰ μείνη ὀπισθοφυλακὴ× αὐτὸς μὲ ὅλους θέλει περιέλθει ὅλον τὸν γῦρον τοῦ Φρουρίου νὰ δώση τὴν εἴδησιν εἰς ὅλους καὶ νὰ τοὺς πάρη μαζί του.
Ζ΄. Τὸ σῶμα της Κλείσοβας, ὁδηγούμενον ἀπὸ τοὺς Ὁπλαρχηγούς του, νὰ ἐξἔλθῃ μὲ τὰ πλοιάρια εἰς τὴν μίαν τῆς νυκτός, σιγανά, καὶ ἅμα φθάσῃ εἰς τὴν ξηρὰν νὰ σταθῇ ἕως εἰς τὰς 2 ὥρας, ὅπου θὰ γίνῃ τὸ κίνημα ἀπ’ ἐδῶ, νὰ κινηθῇ καὶ αὐτό.
Ἡ’. Ὁ τόπος, τὸ σημεῖον τῆς διευθύνσεώς μας, θέλει εἶναι ὁ Ἅγιος Σιμεός. Οἱ ὁδηγοὶ θέλουν προσέχει νὰ συγκεντρωθοῦμεν ἐκεῖ ὅλοι.
Θ΄. Οἱ λαγουμτζῆδες νὰ βάλουν εἰς τὰ φυτίλια φωτιά, λογαριάζοντες νὰ βαστάξουν μετὰ τὴν ἔξοδόν μας μία ὥρα ἐπέκεινα. Τὸ ἴδιον νὰ ὁδηγηθοῦν καὶ οἱ εἰς τὰς πυριτοθήκας εὑρισκόμενοι ἀσθενεῖς καὶ χωλοί. Ἠξεύρομεν ὅλοι τον Καψάλην.
Ι΄. Ἐπειδὴ θὰ πληγωθοῦν καὶ πολλοὶ ἐξ ἡμῶν εἰς τὸν δρόμον, κάθε σύνδροφος χρεωστεῖ νὰ τὸν βοηθῇ καὶ νὰ παίρνῃ καὶ τ’ ἅρματά του, καὶ ἐὰν δὲν εἶναι ἐκ τοῦ ἰδίου σώματος.
ΙΑ’. Ἀπαγορεύεται αὐστηρῶς κανένας νὰ μὴ ἀρπάξη ἅρμα συνδρόφου τοῦ εἰς τὸν δρόμον, πληγωμένου ἢ ἀδυνάτου, ἀργυροῦν ἢ σιδηροῦν καὶ φύγη. Ὅπου φανῇ τοιοῦτος, μετὰ τὴν σωτηρίαν μας θέλει δίδει τὸ πρᾶγμα ὀπίσω καὶ θέλει θεωρεῖσθαι ὡς προδότης.
ΙΒ΄. Οἱ φαμελλίται ὅλοι, ἅμα προκαταλάβουν τοὺς δύο προμαχῶνας αἱ ἄλλαι δύο κολώναις, θέλουν κινηθεῖ ἀμέσως, ὥστε νὰ περιστοιχισθοῦν ἀπὸ τὴν ὀπισθοφυλακήν.
ΙΓ΄. Κανένας νὰ μὴ ὀμιλήση ἢ φωνάξη τὴν ὥραν τῆς ἐξόδου μας, ἕως ὅτου νὰ πέση τὸ δουφέκι εἰς τὸ ὀρδὶ τοῦ Κιουταχῆ ἀπὸ τὴν βοήθειαν ὁποὺ περιμένομεν καὶ ἐάν, κατὰ δυστυχίαν, δὲν ἔλθουν βοήθεια, οἱ ὄπισθεν πάλιν θέλουν κινηθῇ ἀμέσως, ὅταν κινηθοῦν αἱ σημαῖαι.
ΙΔ΄. Ὅσοι τῶν ἀδυνάτων καὶ πληγωμένων ἐπιθυμοῦν νὰ ἐξέλθουν καὶ δύνανται, νὰ εἰδοποιηθοῦν ἀπὸ τὰ σώματά των τοῦτο.
ΙΕ’. Τὰ μικρὰ παιδιὰ ὅλα νὰ τὰ ποτίσουν ἀφιόνι οἱ γονεῖς, ἅμα σκοτειδιάση.
ΙΣΤ΄. Τὸ μυστικὸν θέλει τὸ ἔχομεν: «Καστρινοὶ καὶ Λογγίσιοι».
ΙΖ΄. Διὰ νὰ εἰδοποιηθοῦν ὅλοι οἱ Ἀξιωματικοὶ τὸ σχέδιον, ἐπιφορτίζεται ὁ Νικόλας Κασομούλης, γραμματεύς του Στορνάρη, νὰ περιέλθη ἀπὸ τώρα νὰ τοὺς τὸ διαβάση, ἰδιαιτέρως εἰς τὸν καθέναν. Ἐὰν δέ, εἰς αὐτὸ τὸ διάστημα, ἔξαφνα φανῇ ὁ στόλος μας, πολεμῶν καὶ νικῶν νὰ μείνωμεν ἕως ὅτου ἀνταποκριθοῦμεν.
Ἐν Μεσολογγίῳ 10 Ἀπριλίου 1826 »

ἐπισκόπηση

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply