Ἔως τώρα μπορούσαμε, μὲ πολλὲς δικαιολογίες, νὰ ἀποφεύγουμε τὴν ἀνάγκη ἐνασχολήσεώς μας μὲ διαδικασίες ἀπαραίτητες, πρὸ κειμένου νὰ ξεφορτωθοῦμε κάθε τί ἄχρηστο καὶ νὰ «ἀπογυμνωθοῦμε» τόσο, ὅσο νὰ νοιώσουμε ἀνάλαφροι κι ἐλεύθεροι. Φροντίζαμε δὲ ἐνίοτε νὰ μεταθέτουμε στοὺς γύρω μας ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ὀφείλαμε νὰ ἀναλάβουμε μόνοι μας. Τώρα πιὰ ὅμως μᾶς τελείωσαν καὶ οἱ δικαιολογίες καὶ τὰ προσχήματα. Τώρα πιὰ ἢ θὰ δράσουμε ἢ ὄχι.
Τί μᾶς συμβαίνει; Κάτι γενικό, καθολικὸ καὶ διαρκῶς ἐξαπλούμενον, τὸ ὁποῖον ὅμως μᾶς ὠθεῖ στὸ νὰ θέσουμε τὶς θεμελειώσεις ἐκεῖνες βάσεις, ποὺ θὰ μᾶς βοηθήσουν νὰ διακρίνουμε κάθε μηχανισμὸ ποὺ μᾶς κρατοῦσε εἴτε ἀκινητοποιημένους εἴτε ἐφησυχασμένους. Διακρίνοντας αὐτοὺς τοὺς μηχανισμούς, αὐτομάτως, δυνάμεθα καὶ νὰ τοὺς ἀκυρώσουμε. Πρόκειται γιὰ μίαν διαδικασία ποὺ θὰ ἐπιτρέψη στὸν Ἄνθρωπο νὰ ἐξέλθῃ τῶν τελμάτων του Ἐλεύθερος. Κάτι ποὺ οὐδόλως σχετίζεται μὲ τὰ ὅσα φαίνονται, παρὰ μόνον μὲ τὰ ὅσα χρειάζονται, ἀληθῶς, γιὰ τὴν Ἀνθρωπότητα.
Τὸ ἀποτέλεσμα τῶν ἔως τώρα ἐπιλογῶν μας εἶναι διακριτὸ καὶ ἀποκαλύπτει πὼς καταλήξαμε, ὡς κοινωνίες, μὰ κυρίως ὡς ἄτομα, νὰ χώνουμε …«κάτω ἀπὸ τὸ χαλί», κάθε μας «βρωμιά», ὀλιγωρία ἢ ἀνηθικότητα, ἀλλὰ νὰ διατηροῦμε, πάσῃ θυσίᾳ, τὰ προσχήματα ποὺ συντηροῦν τὴν εἰκόνα ποὺ οἱ ἄλλοι (νομίζουμε πὼς) βλέπουν σὲ ἐμᾶς. Αὐτή, ἡ τεχνητή μας εἰκόνα, οὐδόλως σχετίζεται μὲ τὴν πραγματική μας, ἀλλὰ κατέληξε νὰ συντηρεῖται μὲ ὅλες μας τὶς δυνάμεις, ἀκόμη καὶ τώρα, ποὺ ἕνα πρὸς ἕνα, ὄλα ἐκείνα τὰ ψευδεπίγραφα καὶ ἐπίπλαστα καταῤῥίπτονται.
Κι ἐνᾦ ὅλα ὅσα θεωρούσαμε γιὰ σημαντικὰ καταῤῥέουν, ἐν τούτοις οἱ πλεῖστοι ἐξ ἠμῶν ἐναγωνίως προσκολλῶνται στὰ ἐπίπλαστα, ἐλπίζοντες πὼς θὰ ἀποφύγουν τήν, ἀναγκαία γιὰ ὅλους μας, ἠθική μας ἐπανεκκίνησιν καὶ ἀναγέννησιν.
Οἱ ἀναβολές, οἱ ἀναστολὲς καὶ οἱ χρονικὲς μεταθέσεις τῶν ἀποφάσεών μας ἔπαυσαν πλέον νὰ μᾶς ἐπιτρέπονται. Ὅσο περισσότερο δὲ ἀποφεύγουμε νὰ καταπιασθοῦμε μὲ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ μᾶς ταλανίζουν, τόσο περισσότερο αὐτὰ ἐπιστρέφουν, ἰσχυροποιημένα, γιὰ νὰ μᾶς ξεβολεύουν καὶ νὰ μᾶς ἀποδεικνύουν πὼς πέρασε ἀνεπιστρεπτὶ ἡ ἐποχὴ ἐκείνη ποὺ μπορούσαμε νὰ τὰ ἀγνοήσουμε, νὰ τὰ προσπεράσουμε καὶ νὰ τὰ ἀποκρύψουμε. Ἔχουμε θέματα, ὑποχρεούμεθα νὰ τὰ ἀντιμετωπίσουμε κι ὄχι νὰ τὰ ἀγνοήσουμε ἢ νὰ τὰ παραπετάξουμε. Ἤ ποὺ θὰ καταπιασθοῦμε, ἐπὶ τέλους, λοιπὸν σοβαρὰ μὲ ὅσα μᾶς κρατοῦν δεσμίους, ἢ τελειώσαμε.
Δυσικά, ἐννοεῖτια πὼς ἀδυνατοῦμε πλέον νὰ ἐξακολουθήσουμε νὰ ἀνεχόμεθα κάθε τί πού, ἔως τώρα, μᾶς …«ὑπεχρέωνε» νὰ τὸ ὑπερασπιζόμεθα, νὰ τὸ ὑπομένουμε ἢ ἀκόμη καὶ νὰ τὸ ἀναπαράγουμε. Κάτι πλέον «ἔσπασε» μέσα μας καὶ αὐτὸ τὸ κάτι, ὅσο ἀπροσδιόριστο ἐννοιολογικῶς κι ἐὰν εἶναι, ἐν τούτοις μᾶς …«σέρνει» στὸ νὰ ξεφορτωθοῦμε, ὁριστικῶς, κάθε τί περιττὸ γιὰ νὰ …ἐλαφρώσουμε, ὅσο τὸ δυνατὸν ἀπὸ τὰ ἄχρηστα βαρίδια καὶ νὰ καταπιασθοῦμε μόνον μὲ τὰ ἀναγκαία.
Μά τί εἶναι ὄλα ἐτοῦτα; Μά τί μᾶς συμβαίνει;
Μά πῶς θά ξεφύγουμε ἀπό τήν ὅλο καί πιό σφικτή μέγγενη πού μᾶς «ἅρπαξε»;
Δὲν θὰ ξεφύγουμε. Δὲν μποροῦμε πλέον νὰ ξεφύγουμε. Καὶ δὲν μποροῦμε πλέον νὰ ξεφύγουμε διότι, πολὺ ἁπλᾶ, δὲν γίνεται νὰ ἐξέλθουμε στὸ Φῶς, ἐὰν πρωτίσθως δὲν ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ κάθε σκότος.
Ἤ, ὀρθότερα… Παύσαμε ὁριστικῶς νὰ καταφέρνουμε νά ἀποφεύγουμε κάτι πού ὑποχρεωτικῶς μᾶς ὁδηγεῖ στό νά ἐνασχοληθοῦμε σοβαρά μαζύ του καὶ ἀφορᾶ στὸν ἀληθῆ κι ἀναγκαῖο ῥόλο τοῦ Ἀνθρώπου καὶ ὄχι σὲ ὅσα πιστεύοντο ἔως τώρα γιὰ ἀνθρώπινος ῥόλος.
Ἤ λοιπὸν θὰ ἐπιλέξουμε συνειδητῶς νὰ ἀνασύρουμε ἀπὸ τὶς ἀσάφειες τὴν ταὐτότητά μας, νὰ ἀναγνωρίσουμε τὸν ῥόλο μας καὶ νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν (ἀναγκαῖο γιὰ τὸν κάθε ἕναν ξεχωριστὰ) δρόμο μας, ἤ, πολὺ ἁπλᾶ, θὰ …ἀποσυρθοῦμε γιὰ νὰ ἀφήσουμε χῶρο σὲ ὅλους ἐκείνους ποὺ ἀπεφάσισαν πὼς δύνανται καὶ θέλουν νὰ τὸ πράξουν.
Ἀποποίηση εὐθύνης
Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.