Μαῦρος ἤλιος τὰ μάτια μου καίει
καὶ τὸ κορμί μου
κυνηγημένον τῆς φωτιᾶς,
φρενιασμένον σὲ ἄμμον σκοτεινὴν γυρνᾶ. Συνέχεια
Ἀρχεῖα ἐτικέττας: Δεσποτάκης Δημήτρης
Καὶ κορμιὰ ντυμένα μὲ στολὲς
Μιὰ τῆς ζωῆς στιγμὴ
Φλεβάρης ἦταν…
παραδωμένος εἰς τῆς ζήλειας τὰ χέρια,
τὴν μιὰ κακιωμένος,
παραδωμένος εἰς τῆς ζήλειας τὰ χέρια,
τὴν μιὰ κακιωμένος,
τὴν γῆ μὲ κρύον λευκὸν ἐστόλιζε
καὶ τὴν ἄλλην μὲ ψεύτην ἥλιον,
γελαστός,
γυροβολοῦσε εἰς τὶς ἀκρογυαλιές.
καὶ τὴν ἄλλην μὲ ψεύτην ἥλιον,
γελαστός,
γυροβολοῦσε εἰς τὶς ἀκρογυαλιές.
Ξανὰ θὰ βαδίσω
Ξανὰ θὰ βαδίσω
– Πιᾶσε σφικτὰ τὸ χέρι μου,
ἀκριὰ νὰ βαδίσῃς τῆς κορυφογραμμῆς,
τοῦ ἄλλου ὄρους,
μιάς καὶ τὸ ἰδικόν μας,
πάει πιᾶς, τὸ ἐδώκανε…
Καὶ ἐγέννησεν Ποίησιν
πέραν τοῦ ὡραίου φωτὸς μακρυὰ
καὶ τῆς ἐγκύου φλογισμένης τῶν Ἑλλήνων γλώσσης.
καὶ τῆς ἐγκύου φλογισμένης τῶν Ἑλλήνων γλώσσης.