Βασιλικότεροι τοῦ βασιλέως πάντως κατήντησαν αὐτοὶ ποὺ ἔως πρὸ τινός, κι ἐννοῶ πολὺ προσφάτως, ἰσχυρίζοντας πὼς ὅταν θὰ ἔλθουν στὰ πράγματα, θὰ πάρουν τὰ ὑπάρχοντα ἀπὸ τοὺς ἄλλους.
Γείτονάς μας, χρόνια, ἀπειλοῦσε τὴν θεία μου, τὴν καπετάνισσα, πὼς μόλις τὸ ΚΚΕ θὰ ἀναλάβῃ τὴν ἐξουσία, θὰ τῆς πάρουν τὰ σπίτια ποὺ ἔφτιαξε ὁ ἄνδρας της, ὅταν θαλασσοπνίγετο. Ἡ θεία μου τὸν κορόιδευε… Σὲ δύο καρέκλες ὅλην τὴν ἡμέρα ἁπλωμένος ὁ τύπος, μόλις ξεμύτιζε ὁ ἥλιος, ἦταν ἀρακτὸς καὶ ἀπειλοῦσε… Τὴν θεία μου εἶχε βάλῃ στὸ μάτι…
Ἔτρωγε κι ἔπινε χάριν τῶν κορόιδων. Ἡ γυναίκα του καθάριζε σκάλες, τὰ παιδιά του ἔκαμαν θελήματα… Κι αὐτὸς προπαγάνδιζε τὴν δικτατορία τοῦ προλεταριάτου καὶ τοῦ κόμματος…
Νά κλαῖς ἤ νά γελᾶς μέ τήν ἀνισοῤῥοπία;
Πᾶμε τώρα λίγο ἀπὸ τὴν ἀνάποδη νὰ τὸ πιάσουμε…