«Πᾶμε τώρα, οἱ δύο μας» (ἀναδημοσίευσις).

Εἶχα πολὺ καιρὸ νὰ δῶ τὸν Παναγιώτη.
Τὸν συνήντησα πρὸ μερικῶν ἡμερῶν στὸν δρόμο καὶ σταθήκαμε λίγη ὥρα νὰ κουβεντιάσουμε.
Στὴν ἀρχὴ γενικολογῶντας μιλούσαμε γιὰ τὰ τυπικά… «…
Χαθήκαμε… Τά νέα μας… Πόσα παιδιὰ ἀπέκτησε ἀπὸ τότε ἔως τώρα, πόσο ἡ πίεσις στὴν ζωή του ηὐξήθη… Πόσο ἄλλαξε ἡ ζωή του…»
Ξέρετε…

Καμαρωτός-καμαρωτὸς ὁ Παναγιώτης διότι μόλις εἶχε ἀποκτήση τὸν υἱό του κι ἐφάνταζε λίγο κάπως σὰν …γύφτικο σκεπάρνι.
Ξέρετε… Υἱὸς εἶναι αὐτός…
Μετὰ ἄρχισε νὰ μοῦ μιλᾶ γιὰ τὰ τῆς γενικῆς οἰκονομικῆς καὶ πολιτικῆς καταστάσεως. Πόσο δύσκολα εἶναι γύρω μας τὰ πράγματα…. Γιὰ τὴν ἀνεργία… Γιὰ τοὺς φόρους… Γιὰ τὴν φτώχια…
Ξέρετε…

Πιάστηκα ἀπὸ τὰ λόγια του ξεκινῶντας τὶς ἐρωτήσεις…:
«…Γιατί ὅλοι σας βλέπετε μόνον τήν αἰχμή τοῦ δόρατος; Γιατί δέν βλέπετε τό δόρυ ποὺ μᾶς ἔχει μπῆ τόσο βαθειά, ὡςτε νὰ μὴ βγαίνῃ πλέον;  Δῆλα δή δέν ἔχουμε ἄλλα προβλήματα; Μόνον τό χρῆμα μᾶς πῆραν;»
Πάγωσε! Μὲ κυττοῦσε σὰν νὰ ἢμουν κάποια τρελλή.

«Τί λές;» Μοῦ ἀπαντᾶ. «Τί εἶναι αὐτά πού λές; (καὶ ἡ φωνή του διαρκῶς ὑψώνετο, ἔως τὰ ὅρια τῆς τσιρίδος ἀπὸ ἕνα σημεῖον καὶ μετά!) Τί ἄλλα προβλήματα νά ἔχουμε; Χρῆμα μᾶς λείπει… Ὥρα εἶναι νὰ μοῦ πῇς πὼς εἶσαι κι ἐθνικίστρια! Μήπως καί ῥατσίστρια; Μήπως πιστεύεις πώς ἀνήκῃς στήν ἀρία φυλή; Μήπως θέλῃς νά πάρουμε τήν Πόλι κι ἐσύ; Μήπως νά σκοτώσουμε ὅλους τούς Τούρκους; Μήπως νά ζήσουμε ἐμεῖς καί νά πεθάνουν ὅλοι οἱ πρόσφυγες;»

Χαμογελοῦσα. Πῶς εἶναι δυνατόν νὰ ξέρῃ ἢ πῶς νὰ φαντασθῇ ὁ Παναγιώτης τὸ τὶ εἶμαι.

Ἔχουμε μάθη ὅλοι μας νὰ βάζουμε μίαν ταμπέλα σὲ κάθε τί.
Αὐτὸς εἶναι φασίστας, λέει, διότι δὲν θέλει τοὺς ΛΑΘΡΟεποίκους. Οὐδεῖς ὅμως ἐστάθη νὰ ἀναρωτηθῇ σὲ τί καὶ σὲ ποιόν χρησιμεύουν οἱ ΛΑΘΡΟέποικοι. Μασσοῦν μία καραμέλα περὶ «ἀνθρωπισμοῦ» κι ὅταν στήνουν τὴν γυναίκα τους στὸ παρκάκι γιὰ πιάτσα, φταίῃ τὸ κεφάλαιο, ὁ τραπεζίτης, ὁ GAP, ὁ κακός τους ὁ φλᾶρος, ἀλλὰ ὄχι ἡ ἠλιθιότης τους. Διότι δὲν κατάλαβαν πὼς ὁ ΛΑΘΡΟέποικος πρωτίστως αὐτοὺς θὰ ἀντικαταστήσῃ στὴν φθηνὴ ἐργασία.

Εἶσαι ἐθνικιστής, σοῦ λέν. Ἀνάθεμα ὅμως κι ἐὰν ξέρουν τί σημαίνει αὐτό. Εἶμαι ἐθνικιστής διότι διαβάζω ἱστορία καὶ σοῦ ἀποδεικνύω πόσο ἀμόρφωτος εἶσαι. Ἢ διότι μελετῶ τὴν γλώσσα μου καί ἀξιώνω νά μαθαίνουν τὰ παιδιά μου σωστὰ ἑλληνικά. Βλέπετε, ὅλοι οἱ ἠλίθιοι σοφοὶ τοῦ πλανήτου, ποὺ λειώνουν τὰ μάτια τους στὴν μελέτη, εἶναι ἐθνικιστές. Ξημέρωσε ἕνα πρωϊνό, ἔφαγαν μίαν πετριὰ κι ἔγιναν ἐθνικιστές! Ὄχι λάτρεις τῆς γνώσεως καὶ τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς Ἑλλάδος!!! Ἐθνικιστές! Διότι ἔτσι τοῦ εἶπαν τοῦ μπαγάσα ἀπέναντι. Ὅποιος κατέχει γράμματα, γλώσσα καὶ ἱστορία ἔχει πετριὰ μὲ τὸν ἐθνικισμό.

«Εἶσαι πατριώτης», σοῦ λέν. «Καί εἶναι κακό αὐτό;» άναρωτᾶσαι… «Εἶναι», σοῦ ἀπαντοῦν. «Ὅλος ὁ κόσμος εἴμαστε ἔνα!» Καὶ ξανά προβληματίζεσαι ἐσύ, ὡς κλασσικὸς πλέον χαρακτηρισμένος ἠλίθιος, «εἶναι ἴσα τά δάκτυλά σου;» Εἶσαι ῥατσιστής, οὐρλίαζει ὁ «νονός» σου, ὁ ὁποῖος πολὺ εὔκολα γίνεται καὶ δήμιός σου ἐὰν ἀπαιτηθῇ.

Καί μόνον στόν δρόμο; Στήν γειτονιά; Στίς παρέες; Πρέπει νά ἀνήκῃς κάπου ὁπωσδήποτε. Δέν ἀνήκω καλοί μου ἄνθρωποι σὲ κάποιο κόμμα. Δὲν πιστεύω σὲ κάποιον θεό. Δὲν εἶμαι δεξιός, ἀριστερός ἢ κεντρῶος. Εἶμαι …τίποτα ἀπὸ τοὺς διαχωρισμοὺς καὶ ἐνεργὸ κύτταρον ἀπὸ τὸ Ὅλον στὸν ἀγῶνα ἀναζητήσεως τῆς Ἀληθείας!
Ἢ ὀρθότερα, εἶμαι ὁ ἑαυτός μου.
Δὲν ἀνήκω σὲ ὁμάδες, σὲ μαγαζάκια ἢ σὲ συντεχνίες! Μόνη μου εἶμαι!!!

Δὲν γίνεται ὅμως. Πρέπει νὰ ἀνήκῃς κάπου. Σὲ κάποιο μαντρί. Σὲ κάποιο κλουβί. Σὲ κάποιο ἀφεντικό.
Δὲν ἔχουν τὴν δυνατότητα νὰ ἀντιληφθοῦν πὼς ἀφεντικό μου εἶναι μόνον ὁ ἑαυτός μου. Δὲν νογᾶ… Ἄδειασε…

Ἔτσι λοιπὸν κι ὁ Παναγιώτης. Ὅταν κατάλαβε πὼς τὸν κατάλαβα ἔπιασε τὶς κορῶνες καὶ ἔψαχνε νὰ μοῦ φορτώσῃ τὸ κατάλληλο ὄνομα γιὰ νὰ μὲ ἀνα-βαπτίσῃ! Τέτοιον μονόλογο οὔτε ὁ Σαίξπηρ δὲν θὰ ἔγραφε…. Τόσο καλά!

Τὸν ἄφησα νὰ ἐκτονωθῇ μειδιῶντας. Ἴσως καί νά τό κατάλαβε. Ὅταν μὲ τὸ καλὸ ἔπαυσε, ἀγορεύοντας γιὰ ὥρα, ἀπὸ ἕνα σημεῖον καὶ μετά, ἕναν ἐκστατικὸ μονόλογο …παρανοίας, τοῦ λέω: «νομίζω πὼς πρέπει νὰ κάνουμε ἐπανάστασιν».

Χάθηκε ὁ Παναγιώτης. Τόσην ὥρα προσπαθοῦε νὰ ἐντοπίσῃ κάθε δυνατὴ λεπτομέρεια πρὸ κειμένου νὰ μὲ ἀπογυμνώσῃ ἀπὸ ἐπιχειρήματα, πρὶν κἂν τοῦ τὰ παρουσιάσω καί, ἔξαφνα, τοῦ προέτεινα νὰ …έπαναστατήσουμε!!! Ἐγώ, ἡ …«ἐχθρός του»!!!

«Εἶσαι;» συνεχίζω, «ξεκινᾶμε;»
Ἕτοιμος ἦταν. Ἔλαμψε τὸ μάτι του.
«Πᾶμε» τοῦ λέω. Κοντοστάθηκε. «Ποῦ πᾶμε μόνοι μας;» ἀνερωτήθη.
«Νὰ ἐπαναστατήσουμε» τοῦ ἀπαντῶ. «Μὴ φοβᾶσαι, βαδίζοντας θὰ συναντήσουμε κι ἄλλους, χιλιάδες, ἑκατομμύρια ἴσως. Εἶναι δεδομένον πὼς θὰ νικήσουμε!!!»

Ἔλαμψε ὁ Παναγιώτης! Φωτίστηκε. Ἔκανε ἀκόμη ἔνα βῆμα ὅλος χαρά. Ἕτοιμος ἦταν νὰ ξεκινήσουμε τὴν ἐπανάστασιν κι ὅποιον πάρῃ ὁ Χάρος….

«Μία στιγμή ὅμως» τοῦ λέω «ἔχε ὑπ’ ὄψιν σου πὼς οἱ πρῶτοι νεκροὶ αὐτῆς τῆς μάχης θὰ εἴμαστε ἐσὺ κι ἐγώ. Σὲ αὐτὴν τὴν μάχη θὰ νικήσουμε σίγουρα. Εἶναι βεβαιωμένον! Ἀλλὰ οἱ πρῶτοι ποὺ θὰ ξεκινήσουν θὰ πεθάνουν. Κι ἐφ’ ὅσον θὰ ξεκινήσουμε ἐγὼ κι ἐσύ, θά πεθάνουμε σίγουρα.»

Πάγωσε ὁ Παναγιωτάκης. Κυριολεκτικῶς!
«Ποιός θά μοῦ μεγαλώσῃ τά παιδιά μου» ἐψέλλισε ;

«Αὐτός ποὺ θὰ μεγαλώσῃ καὶ τὰ δικά μου» τοῦ ἀπαντῶ!

«Μὰ τὰ παιδιά μου μὲ χρειάζονται» συνεχίζει, ἔντρομος!

«Καὶ τὰ δικά μου ἐπίσης», τοῦ λέω. «Ὅμως εἶναι σημαντικότερον νὰ τοὺς ἀφήσω ἐλευθέρα Πατρίδα παρὰ πόνο καὶ θάνατο!»
«Ὅταν θὰ τὰ χάσω ὅλα, τότε τὸ μοναδικό ποὺ θὰ ἔχω νὰ παίξω θὰ εἶναι τὸ τομάρι μου! Τότε νὰ ξεκινήσουμε…» ψιθύρισε…
Τέτοιους Παναγιώτηδες θέλουμε! Μόνον τέτοιους.

Γέλασα! Μὲ τὴν καρδιά μου γέλασα! Ἐκεῖ, στὸν δρόμο, ἐμπρὸς στὸν Παναγιώτη τὸν παλληκαρᾶ ποὺ ἤθελε νὰ κάνῃ ἐπανάστασιν δίχως νὰ χαλάσῃ τὸ νύχι…Ἐμπρὸς στὸν Παναγιώτη ποὺ μὲ ἀνεβάπτιζε κατατάσσοντάς με σὲ κατηγορίες, ὁμάδες καὶ κόμματα… Ἐμπρὸς στὸν Παναγιώτη ποὺ ἢξερε τὰ πάντα, ἀλλὰ ἀγνοοῦσε τὸ βασικότερον, τὴν ἀνάγκη!
Ἐκεῖ λοιπόν, μὲ ἕνα μου νεῦμα τὸν ἀπεχαιρέτησα, ξεκαρδισμένη στὰ γέλια, δίχως νὰ σταθῶ νὰ τοῦ ἐξηγήσω τὸ τὶ ἀκριβῶς συνέβῃ! Καὶ δίχως νὰ «καθάρω» τὸν ἑαυτόν μου ἀπὸ τὶς προσβολές του καὶ τὶς ὀνοματοδοσίες του. Ἔτσι τὸν ἐγκατέλειψα. Σὰν νὰ τὸν ἔφτυνα!

Δὲν κατάφερα νὰ κάνω διάλογο μὲ τὸν Παναγιώτη. Εὑρισκόμενοι σὲ διαφορετικὰ μήκη κύματος ἡ ἐπικοινωνία ἦταν ἀνύπαρκτος. Ἀλλὰ κατάφερα κάτι πάρα πολὺ μεγάλο. Νὰ τοῦ ἀποδείξω πὼς καὶ μικρὲς ἰδέες ἔχει, καὶ μικρὰ ὄνειρα καὶ κυρίως πὼς αὐτὸς εἶναι μικρότατος. Ἀνύπαρκτος. Καὶ τέτοιους Παναγιώτηδες ἡ Πατρὶς δὲν χρειάζεται. Τοὺς φτύνει! Ὡς μυγόφτυμα. Ὡς ξερατό!

Ἡ Πατρίς μου, κι ὄχι τοῦ Παναγιώτου, θὰ ἀναγεννηθῇ! Εἶμαι ὁ Φοίνιξε ἐγώ,… Τὸ ξέρω.
Τὸ ξέρω διότι ἀπὸ γεννήσεώς μου ἔνοιωθα πάντα μέρος τῆς Ἑλλάδος. Κύτταρό της… Καὶ ἡ Ἑλλὰς δὲν εἶναι κάτι ἀπὸ αὐτὰ πού, ψευδεπιγράφως μᾶς εἶπαν, μὰ μόνον δρόμος Ἐλευθερίας.
Κι ὁ Φοίνιξ ἀπὸ τὶς στάκτες του ἀναγεννᾶται… Κι ἐγὼ εἶμαι κύτταρον τοῦ Φοίνικος… Τῆς Ἑλλάδος… Κύτταρον τῆς Ἐλευθερίας…!!! Κι ἂς καῶ… Τί σημασία ἔχει; 

Ὁ Παναγιώτης, κι ὅλοι οἱ Παναγιώτηδες, εἶναι τὰ «προσανάμματα» ποὺ θὰ χρειασθοῦμε γιὰ νὰ βάλουμε τὴν φωτιά καὶ νὰ καοῦμε μὲν ἐμεῖς, πρὸ κειμένου νὰ ἀναγεννηθῇ δὲ ἡ Ἑλλάς. Δὲν τὸ ξέρουν. Τὸ ξέρω ὅμως ἐγώ. Τὸ κατάλαβα γιὰ ἀκόμη μίαν φορά.

Τοὺς χρειαζόμεθα τοὺς Παναγιώτηδες. Διαφορετικὰ θὰ πέθαινε ἡ Πατρίς μου…
Ἀλλὰ ἀκριβῶς ἐπεὶ δὴ εἴμεθα κύτταρα τοῦ Φοίνικος, πρέπει νὰ χρησιμοποιηθοῦν ὡς προσανάμματα οἱ Παναγιώτηδες , γιὰ νὰ καοῦμε ἐμεῖς πρὸ κειμένου νὰ ἀναγεννηθῇ ἡ Ἑλλάς.
Μέσα τους τὸ ξέρουν ἀλλὰ τρομάζουν νὰ τὸ παραδεχθοῦν.. Πρὸς τοῦτον κρύβονται πίσω ἀπὸ τὶς μᾶσκες τους.
Ἐμεῖς τὸ ξέρουμε ἐπίσης ἀλλὰ τὸ ἐπιλέξαμε καὶ παραμένουμε ἀμετακίνητοι στὶς ἐπιλογές μας. Γιὰ αὐτὸ καὶ τοὺς τρομάζει ἡ παρουσία μας.

Γιά πόσο ὅμως ἀκόμη θά κρύβονται; Σήμερα; Αὔριο; Μεθαὔριο;
Ἡ Φύσις εἶναι δυνατοτέρα ἀπὸ αὐτούς τοὺς ῥεζίληδες, ποὺ λάθρα καὶ ὑπογείως ἀπέκτησαν (νομοτύπως) λόγο γιὰ κάτι ποὺ οὐδέποτε ἡ Φύσις των τοὺς ἐπέτρεψε νὰ κατανοήσουν.

Φιλονόη

Υ.Γ.1. Δὲν  λογίζω ὡς προσάναμμα κάθε συμπολίτη μου. Μόνον τέτοια κουδούνια σὰν τὸν (κάθε βολεμένο καὶ δειλὸ) Παναγιώτη. Ὁ φόβος εἶναι φυσικό νὰ ἐνυπάρχῃ σὲ ὅλους μας. Σὲ ἄλλους ἰσχυρότερος καὶ σὲ ἄλλους λιγότερο ἰσχυρός ἢ ἐλεγχόμενος. Ὅσοι ἀντιλαμβάνονται αὐτὸ ποὺ ἔρχεται θὰ στέρξουν. Ὅσοι τὸ ἐμποδίσουν ἢ πασκίσουν νὰ τὸ ἀλλοιώσουν θὰ γίνουν προσανάμματα. Ἐκεῖ κολλᾶ ὁ (κάθε) Παναγιώτης.

Υ.Γ.2. Ὁ (κάθε τέτοιος) Παναγιώτης πολὺ εὔκολα θὰ παύσῃ νὰ ἔχῃ προβλήματα ἐὰν ἁρπάξῃ ἕνα καρότο. Ἐὰν κάπου βολευθῇ. Ἐὰν μὲ κάποιον τρόπο καταφέρῃ νὰ ἀποστασιοποιηθῇ ἀπὸ τὸ γενικότερον πρόβλημα. Ἀλήθεια, σέ τί διαφέρουν ὅλοι αὐτοί ἀπό τούς δοσιλόγους τῆς κατοχῆς; 

Υ.Γ.3. Χάρηκα ποὺ εἶδα τὸν Παναγιώτη. Πολὺ χάρηκα. Ἀλλὰ παραλλήλως ἀπογοητεύθηκα. Μπουχέσας ὁ Παναγιώτης. Μπουχέσας!

φωτογραφία

 Α’ δημοσίευσις 21 Νοεμβρίου 2011

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Ἡ ὑποβολὴ σχολίων ἔχει κλείσει.