Βιβλιοσχολιάζοντας «Τὸ Χαμένο Ἡμερολόγιον τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου»

Κανονικὰ δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ἀσχοληθῶ μὲ ἕνα βιβλίον ποὺ τὸ περιεχόμενόν του εἶναι …μυθοπλαστικό… Ὅμως… πολλὰ τὰ «ὅμως» ποὺ μὲ ᾡδήγησαν καὶ στὸ νὰ τὸ μελετήσω μά, κυρίως, στὸ νὰ σᾶς τὸ παρουσιάσω σήμερα.

Ἂς ξεκινήσουμε λοιπὸν μὲ τὰ ἁπλᾶ..
Συζητᾶμε γιὰ ἕνα μυθιστόρημα – μυθοπλασία, πού, ὅπως διαβάζουμε στὴν περιληπτική του περιγραφή, ἴσως νὰ εἶναι ἀληθὲς ἀλλὰ ἴσως κι ὄχι…

Δὲν θὰ σᾶς ἀναφέρω περισσότερα γιὰ τὸ περιεχόμενον. Ὅπως θὰ διαβάσατε παρακάτω, στὸ περιληπτικὸ σημείωμα, τὸ κεντρικὸ πρόσωπο τοῦ ἔργου εἶναι ὁ Ἄγης, ὁ ὁποῖος κι ἐμπλέκεται σὲ ἀπίστευτες περιπέτειες, πρὸ κειμένου καὶ νὰ ἐπιβιώσῃ (ἔνστικτον) ἀλλὰ καί, σιγά-σιγά, νὰ εὕρῃ τὸν …σκοπό του. Γιατί ὅμως νά ἀφήσῃ τήν ἡρεμία του καί νά ἐμπλακῇ σέ κάτι πού τόν ἀπειλεῖ ὅλο καί πιό βίαια;

Τύμβος Καστά, Αμφίπολη.
Ένα αρχαίο μυστικό μετά από χιλιάδες χρόνια βγαίνει στην επιφάνεια.
Για κάποιους όμως πρέπει να παραμείνει μυστικό πάση θυσία.
Όταν ο Άγης, μέλος της ένοπλης ομάδας φύλαξης, έρχεται άθελά του σε επαφή με το εύρημα, η ζωή του αλλάζει με έναν τρόπο βίαιο και ριζικό.

Βασανιζόμενος από αναμνήσεις και μυστικά του παρελθόντος που αναδύονται σιγά σιγά στο φως, κυνηγημένος από εκπαιδευμένους δολοφόνους, εκτεθειμένος σε δυνάμεις απόκοσμες που σαν μαύρα σύννεφα πυκνώνουν πάνω του, προσπαθεί να φέρει σε πέρας την αποστολή του.

Ποια είναι η αποστολή του;
Το καθήκον του;
Τι του ψιθύρισε η αρχαία φωνή μέσα στον τάφο;
Τι σήμαινε το αλλόκοτο όνειρο που σαν εφιάλτης επαναλαμβανόμενος τού τάραζε τις νύκτες;
Ποιο είναι το Μαύρο Ιερατείο και γιατί ξαμόλησε τα αιμοβόρα σκυλιά του σε ένα άγριο ανθρωποκυνηγητό εναντίον του;
Πώς συνδέονται τα φονικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην όαση Σίβα της λιβυκής ερήμου, στη Βαβυλώνα, στο Βατικανό;
Τι σχέση μπορεί να έχουν όλα αυτά με τον Μέγα Αλέξανδρο; Ποια ήταν η τελευταία εντολή του Μέγιστου λίγο πριν πεθάνει;
Ποιος ο ρόλος θεών και ανθρώπων μέσα σε αυτήν την προαιώνια μάχη μεταξύ φωτός και σκότους που έχει αγγίξει πλέον το ύψιστο σημείο έντασης —την τελική σύγκρουση που θα κρίνει το πεπρωμένο του κόσμου;

(Το περιεχόμενο του βιβλίου αποτελεί αποκύημα της φαντασίας μας ή και όχι…)

Αὐτὸ εἶναι οὐσιαστικῶς τὸ θέμα τοῦ βιβλίου. Αὐτὸ εἶναι ὅμως ἡ μία, ἐκ πρώτης ὄψεως ἀνάγνωσις. Ὅταν ξεκινήσῃ κάποιος νά τό διαβάζῃ τελικῶς καταλήγει νά …ταξειδεύῃ.
Ἀληθής ἤ ψευδής ἡ διήγησις; Ἀδιάφορον. Αὐτὸ ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει εἶναι ὁ κεντρικός της «πυλών». Κι αὐτὸς ὁ «πυλὼν» δὲν σχετίζεται μὲ τὸ ἐὰν ὁ πρωταγωνιστὴς ἢ ἡ περιπέτειά του ἀληθεύουν ἀλλὰ μὲ τὸ γιατί ἕνας ἄνθρωπος τῆς διπλανῆς πόρτας ἐπιλέγῃ νὰ «ἀκυρώσῃ» τὶς συμβατότητές του καὶ νὰ «ἀναγεννηθῇ», πληρώνοντας φυσικὰ καὶ τὰ ἀνάλογα τιμήματα.

Μοῦ ἐτηλεφώνησε λοιπὸν φίλος, πρὸ μερικῶν ἡμερῶν, γιὰ νὰ μοῦ συστήσῃ τὸ ἐν λόγῳ βιβλίο. Διστακτικὴ πάντα μὲ τέτοιους εἴδους ἀναγνώσματα, ἄρχισα νὰ τοῦ παραθέτω τὶς ἀντιῤῥήσεις μου, τὶς ἐνστάσεις μου καὶ τὶς -ἠθικοῦ τύπου κυρίως- διαφωνίες μου, «…γιὰ αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὰ ἀναγνώσματα, ἰδίως γιὰ τὴν ἐποχὴ ποὺ διαβιοῦμε. Κι αὐτὸ ὄχι διότι τὰ θεωρῶ καλὰ ἢ κακά, μὰ διότι πιστεύω πὼς δὲν μᾶς χρειάζεται μία -νέου εἴδους- ἐλπιδοφορία, ἀκόμη καὶ …μεταφυσικοῦ ἐπιπέδου, ποὺ θὰ προέκυπτε ἀπὸ τὰ «ἐνσταλάγματα» τῆς ἀναγνώσεως ἑνὸς τέτοιου βιβλίου.» Τοῦ ἀνέφερα ἐπίσης πὼς «ὑπάρχουν πολλὲς θεωρίες γύρω ἀπὸ τὸν Μέγα Ἀλέξανδρο, ποὺ δὲν θὰ ἤθελα νὰ τὶς υἱοθετήσω, πολλῷ δὲ μᾶλλον νὰ τὶς προτείνω σὲ ἄλλους», καθὼς ἐπίσης καὶ πὼς «ἐὰν δὲν «μετουσιωθοῦμε» ἅπαντες σὲ «Προμηθεῖς» ἤ, ἔστῷ καί, σὲ «Μεγάλους Ἀλεξάνδρους» ἢ σὲ «Ἀνδρίτσους-Λαμπρινοὺς» ἢ ἀκόμη καὶ σὲ «Κολοκοτρώνηδες»…», Ἐλευθερία δὲν θὰ εὕρουμε. Ὁπότε, κατ’ ἐμὲ (ἔλεγα στὸν φίλο) ὅλα αὐτὰ ποὺ καταλήγουν νὰ μεταθέτουν τὴν ἀτομική μας Εὐθύνη στὶς πλάτες ἄλλων εἶναι καὶ κουραστικὰ καὶ μᾶς χρονοκαθυστεροῦν. Ἔτσι κι ἀλλοιῶς», κατέληξα, «μόνον τὰ καλοκαίρια ἀφιερώνω -ὅλο καὶ σπανιότερα- κάποιες λίγες στιγμὲς γιὰ νὰ διαβάσω παρόμοια ἔργα, διότι κατὰ βάθος τὰ θεωρῶ χαμένο χρόνο.» (Κι αὐτὸ μόνον γιὰ νὰ ξεκουρασθῶ…!!!)
Ὁ φίλος μου ἦταν ἔξαλλος. Τελικῶς ἡ συζήτησίς μας κατέληξε σὲ ἄγριο καυγὰ κι ὁ φίλος μου ἔφθασε στὸ σημεῖον νὰ μὲ ἀποκαλέσῃ «ἀκραία» καὶ «φανατικὴ» καὶ «προκατειλημμένη» καθὼς καὶ ἄλλα πολλὰ χαριτωμένα, ἐπάνω στὸν θυμό του. Χαρακτηρισμοὶ  πού, μᾶλλον μὲ προβλημάτισαν, ὅταν ἔληξε ἡ συνῳμιλία μας, ἂν καὶ πιστεύω πὼς γενικῶς εἶμαι δίκαιος ἄνθρωπος. Ὄχι διότι ἐπίστευσα πὼς εἶναι ἀληθεῖς, ἀλλὰ κυρίως γιὰ τὴν δική μου ἀπολυτότητα, ποὺ μὲ ὑπεχρέωνε νὰ ἀρνηθῶ τὴν πρότασίν του. Κι ἀκριβῶς γιὰ αὐτὸν τὸν λόγο, γιὰ τὴν ἀπολυτότητα τῆς (ἀρχικῆς) ἀρνήσεώς μου, ἔπιασα νὰ …λοξο-κυττῶ πρὸς τὸ βιβλίο. Αὐτὸ λοιπὸν τὸ «γδαρσιματάκι», ἡ δοθείσα ἀφορμὴ δῆλα δή, μὲ ὑπεχρέωσε νὰ ἀποφασίσω καὶ νὰ ῥίξω μερικὲς ματιὲς καὶ σὲ αὐτὸ βιβλίο.
Κι εὐτυχῶς ποὺ τὸ ἔκανα….

Τὸ βιβλίο ἔφθασε στὰ χέρια μου τὸ ἀπόγευμα τῆς περασμένης Κυριακῆς κι ἔως τὸ πρωϊνὸ τῆς Δευτέρας τὸ εἶχα τελειώσει. «Ἐβούτηξα» στὶς σελίδες του καί, σχεδὸν μὲ μίαν …ἀνάσα, ἔφθασα ταχύτατα στὸ πέρας του. Καλογραμμένο, δίχως «κοιλιὲς» καὶ «νοητικὰ ἅλματα» καί, κυρίως, μὲ ἐνδιαφέρουσες ἱστορικὲς ἀναφορές, κάτι ποὺ τὸ μετατρέπει αὐτομάτως καὶ σὲ μελέτημα, γιὰ ὅσους ἐπιθυμοῦν νὰ «σκαλίσουν» λίγο παρὰ πέρα. Ὅμως αὐτὰ εἶναι τὰ ἐκ πρώτης ὄψεως συμπεράσματα.

Μέσα ἀπὸ τὶς σελίδες του μοῦ ἔμειναν πολλά, ἀλλὰ μὲ εὐαρέστησε ἰδιαιτέρως τὸ (ἂς ποῦμε κεντρικὸ συμπέρασμα τῶν συγγραφέων): «οὐδὲν τυχαῖον». Συμπέρασμα ποὺ ἐδῶ καὶ χρόνια υἱοθέτησα κι ἐφαρμόζω. Ἀπὸ μίαν πλευρὰ τρόπος ζωῆς μου πλέον, ἐφ΄ ὅσον ἔμαθα (κι ἀκόμη μαθαίνω) νὰ παρατηρῶ μὲ ἄλλην ὁπτικὴ τὰ γεγονότα, τὶς σχέσεις καὶ τοὺς ἀνθρώπους. Κι ὅταν ἕνας ἀναγνώστης, αὐτῆς τῆς στάσεως ζωῆς, ἀνακαλύπτῃ μέσα σὲ ἕνα βιβλίο αὐτὴν τὴν «Ἀρχή», στὴν ὁποίαν καὶ πατᾶ ὅλη ἡ ἀφήγησις τοῦ βιβλίου ποὺ κρατᾶ στὰ χέρια του, τότε ἀντιλαμβάνεται πὼς ἐφ΄ ὅσον «οὐδὲν τυχαῖον», πάλι ἐπέτυχε νὰ εὑρεθῇ στὸ …σωστὸ ἀνάγνωσμα, ποὺ θὰ τοῦ δόσῃ, ἐν καιρῷ, νέες προοπτικές, ἐναλλακτικὲς καὶ διεξόδους. Διότι, κακὰ τὰ ψέμματα… Τὸ «οὐδὲν τυχαῖον» δὲν εἶναι μόνον «μέθοδος»-«σύστημα»-«τεχνικὴ» γιὰ ζητήματα αὐτογνωσίας καὶ αὐτοβελτιώσεως, ἀλλὰ καὶ τὸ κυριότερον «κλειδὶ» γιὰ κάθε μορφῆς ἀναζήτησιν. Ὅλα μας τὰ «γδαρσίματα», συνειδητὰ ἤ μή, σὲ ἕνα «οὐδὲν τυχαῖον» ἑδράζονται. Ὅμως ἀκόμη κι αὐτὰ τὰ «σκαλίσματα» ποὺ μόνοι μας ἐπιλέγουμε νὰ κάνουμε μὲ τοὺς ἑαυτούς μας γιὰ τοὺς ἑαυτούς μας, ὅταν παύσουν νὰ συμβαίνουν ὡς ἀποτέλεσμα συγκρούσεων, πόνου καὶ ἀδιεξόδων, τότε τὸ «οὐδὲν τυχαῖον» γίνεται ὁ μόνος μας Ὁδηγός. Ὁπότε;
Ὁπότε αὐτὸ τὸ κρατᾶμε.
Ὑπάρχουν τόσα πολλὰ ἀκόμη μηνύματα ποὺ δύναται κάποιος νὰ ἀντλήσῃ μέσα ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀνάγνωσιν, ποὺ νομίζω πὼς μόνον ἐὰν τὸ ἐπιχειρήσῃ ὁ καθεὶς μόνος του θὰ διακρίνῃ τὰ …«ἀτομικά» του, ἐὰν φυσικὰ ἔχῃ νὰ λάβῃ κάποια μηνύματα. Καί, βεβαίως, ἐφ΄ ὅσον καὶ τοῦ βιβλίου, ἀλλὰ καὶ ὁ δικός μας Ὁδηγὸς εἶναι τὸ «οὐδὲν τυχαῖον», καλὸ εἶναι στὴν ἄκρη τοῦ μυαλοῦ μας νὰ τὸ κρατήσουμε κι αὐτό.
(Ἂς μὴ προσπαθήσῃ κάποιος …«διὰ τῆς βίας» νὰ τὸ προμηθευθῇ, διότι τελικῶς ἁπλῶς θὰ παρατείνῃ τὴν δική του παραμονὴ στὰ «σίδερα τῆς φυλακῆς του».)

Τί αἴσθημα μοῦ ἔμεινε ὡς «ἐνστάλαγμα»; Βαθειὰ ἱκανοποίησις. Χρόνια εἶχα νὰ διαβάσω μίαν τόσο καλογραμμένη μυθοπλασία. (Μά εἶναι μυθοπλασία τελικῶς;)
Ἐπεὶ δὴ ὅμως ὡς ἄνθρωπος δὲν ἀρέσκομαι στὶς ἐλπιδοφορίες, δὲν θὰ ἀσχοληθῶ μὲ τὸ ἐὰν θά, ἢ δὲν θά, μοιράζονται ἐλπίδες μέσα ἀπὸ τὸ βιβλίο. Εἶναι ἐπουσιῶδες καὶ θὰ συμβῇ μόνον σὲ ὅσους ἀρνῶνται νὰ σταθοῦν Μόνοι τους, ἀναλαμβάνοντας ἐξ ὁλοκλήρου τὴς ἀτομική τους Εὐθύνη, ἀπέναντι στὸ Ἀτομικό τους Καθῆκον. Σὲ ὅλους ὅμως αὐτοὺς ποὺ θὰ διακρίνουν τὸ ἀναγκαῖον καὶ σημαντικὸ ἐκεῖνο ἐρέθισμα, ποὺ θὰ τοὺς κάνῃ νὰ ἀφήσουν διὰ παντὸς τὶς δικαιολογίες καὶ νὰ ἑστιάσουν στὴν Μία καὶ Μόνην Ἀλήθεια τῆς Ζωῆς των, αὐτὸ τὸ ἀνάγνωσμα εἶναι καὶ χρήσιμο κι ἀναγκαῖον.
Καί θά μποροῦσε τελικῶς ἕνα τέτοιο βιβλίο νά μετατραπῇ σέ ἀπαραίτητον ἐρέθισμα πού θά μᾶς βοηθήσῃ νά «σκαλίσουμε» ἐκεῖ πού χρειαζόμεθα πρό κειμένου νά ἀνακαλύψουμε αὐτά πού χρειαζόμεθα;
Τί νά σᾶς πῶ; Δὲν ξέρω τί χρειάζεται ὁ καθεὶς νὰ ἀνακαλύψῃ. Αὐτὸ ποὺ μὲ βεβαιότητα μπορῶ νὰ δηλώσω εἶναι πὼς ἡ συγκεκριμένη ἀνάγνωσις καὶ μὲ ἐνδυνάμωσε καὶ μὲ ἐπείσμωσε καὶ μὲ ἔπεισε γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα τοῦ αὐτό-προσδιορισμοῦ μου, περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλην στιγμὴ τῆς ζωῆς μου.

Ὅμως…  Προσοχή!!!
Ἐπαναλαμβάνω αὐτὸ ποὺ εἶπα στὸν φίλο μου: «ἐὰν δὲν «μετουσιωθοῦμε» ἅπαντες σὲ «Προμηθεῖς» ἤ, ἔστῷ καὶ σὲ «Μεγάλους Ἀλεξάνδρους» ἢ σὲ «Ἀνδρίτσους-Λαμπρινοὺς» ἢ ἀκόμη καὶ σὲ «Κολοκοτρώνηδες»…», Ἐλευθερία δὲν θὰ εὕρουμε. Ὁπότε, κατ’ ἐμὲ ὅλα αὐτὰ ποὺ καταλήγουν νὰ μεταθέτουν τὴν ἀτομική μας Εὐθύνη στὶς πλάτες ἄλλων εἶναι καὶ κουραστικὰ καὶ μᾶς χρονοκαθυστεροῦν…» Τὸ ζητούμενον τελικῶς  δὲν εἶναι νὰ χρησιμοποιήσουμε αὐτὸ τὸ «ἐργαλεῖον» (ὡς «ἐργαλεῖον» τὸ ἀντιλαμβάνομαι πλέον αὐτὸ τὸ βιβλίον), γιὰ νὰ ξανά-ἀφεθοῦμε στὴν Μοίρα μας, παρὰ τὸ νὰ συνειδητοποιήσουμε πὼς ὁ καθεὶς ἐξ ἡμῶν εἶναι ἐπιφορτισμένος μὲ ἕναν «ῥόλο» (κατ’ ἐπιλογήν του!!!), τὸν ὁποῖον κι ὀφείλει ὄχι μόνον νὰ ἐντοπίσῃ ἀλλὰ καὶ νὰ ὑπηρετήσῃ πιστὰ ἔως τὸ τέλος. Αὐτὸ κάνει ὁ πρωταγωνιστὴς καὶ αὐτὸ ἔχουμε ὅλοι μας Χρέος νὰ μιμηθοῦμε. Τὸ ἐὰν λοιπόν, μέσα ἀπὸ μίαν μυθοπλασία, δυνάμεθα νὰ ἐντοπίσουμε τὸ ἱκανὸν κι ἀναγκαῖον ἐρέθισμα, πρὸ κειμένου ἐγερθοῦμε καὶ νὰ ξεκινήσουμε γιὰ νὰ ἀνακαλύψουμε τὶς (πραγματικὲς) δυνατότητές μας, ναί, ἀξίζει νὰ τὸ κάνουμε. Τὸ ἐὰν μετὰ ἀπὸ τὴν «βουτιά» μας σὲ αὐτὴν τὴν μυθοπλασία ἐξέλθουμε …ἴδιοι καὶ χειρότεροι, ἔ, τί νά πῶ; Εἴμαστε ἀνεπίδεκτοι. 

Φιλονόη

Σημείωσις

Ναί, ἤμουν καὶ «ἀκραία» καὶ «φανατικὴ» καὶ «προκατειλημμένη», ὅπως εἶπε ὁ φίλος μου. Καί, τελικῶς, ζητῶ συγγνώμη ἀπὸ τοὺς συγγραφεῖς ἀλλὰ κι ἀπὸ τὸν φίλο μου.

Ἐδῶ τὸ βιβλίον ἀπὸ ὅπου καὶ ἡ εἰκόνα τοῦ ἐξωφύλλου

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply