Τὰ ἀρχαία ἑλληνικὰ ἐρωτικὰ ἐπιγράμματα

Τὰ ἀρχαία ἑλληνικὰ ἐρωτικὰ ἐπιγράμματα.
Βασίλειος Ι. Λαζανᾶς

Τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ ἐπίγραμμα -τὸ δηλοὶ ἄλλωστε ἡ λέξις- προέκυψε ἀπὸ τὴν ἐπιγραφή. Ἀπὸ τὴν ἐπιγραφὴ ποὺ ἐχάραζαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες στοὺς τάφους τῶν νεκρῶν, στοὺς τύμβους τῶν πεσόντων, στὰ βάθρα τῶν καλλιτεχνικῶν ἔργων. Στὴν ἀρχὴ ἡ ἐπιγραφὴ δὲν περιελάμβανε παρὰ μερικὰ ἁπλᾶ στοιχεῖα: Τὸ ὄνομα τοῦ θανόντος, τὰ ὀνόματα τῶν πεσόντων, τὸ ὄνομα τοῦ θεοῦ ἢ τοῦ ἥρωος ποὺ ἀπεικόνιζε τὸ καλλιτεχνικὸ ἔργο. Μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ἡ ἐπιγραφὴ ἐμπλουτίζεται. Περιλαμβάνει καὶ ἐγκώμια γιὰ τοὺς θανόντες, ἐπαίνους γιὰ τοὺς πεσόντες, λόγους ἐξυμνητικοὺς γιὰ τοὺς θεοὺς ἢ ἥρωες ποὺ ἀπεικονίζουν τὰ ἔργα τῶν καλλιτεχνῶν. Ἀκόμη καὶ κάτι ἄλλο. Οἱ συνθέτες τῶν ἐπιγραφῶν δὲν χρησιμοποιοῦν πλέον τὸν πεζὸ λόγο, ἀλλὰ τὸν ἔμμετρο. Συνήθως τὸ ἐλεγειακὸ δίστιχο, ποὺ συντίθεται, ὅπως εἶναι γνωστό, ἀπὸ ἕναν ἑξάμετρο κι ἕναν πεντάμετρο. Τέλος κατὰ τὸν 6ον αἰώνα πρὸ Χριστοῦ θὰ συντελεσθῆ μία βασικὴ ἀλλαγή. Ἡ ἐπιγραφὴ δὲν συντάσσεται γιὰ νὰ χαραχθῇ ὁπωσδήποτε. Προορίζεται, μᾶλλον, νὰ ἀποτυπωθῇ καὶ νὰ γραφῇ στὸν πάπυρο. Καὶ κατόπιν, νὰ ἀπαγγελθῆ μὲ συνοδεία μουσικῆς ἢ ἐπὶ τέλους ἁπλῶς νὰ «ἀναγνωσθῇ» καθὼς καὶ τὰ ἄλλα εἴδη τοῦ ποιητικοῦ λόγου.

Τὸ Stein-epigramm (Λίθος-ἐπίγραμμα) μεταβάλλεται, δηλαδή, σὲ Buch-epigramm (Βιβλίο-ἐπίγραμμα), ὅπως λέγει ὁ διάσημος Γερμανὸς φιλόλογος Beckby. Ἔτσι, μὲ τὸν τρόπον αὐτόν, ἀναδύεται ἕνα νέο φιλολογικό, ποιητικὸ εἶδος. Αὐτόνομο, ἀνεξάρτητο, αὐτοτελές: Τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ ἐπίγραμμα. Αὐτὴ ἡ «μικρογραφία» τοῦ ποιητικοῦ λόγου, αὐτὸ τὸ κομψοτέχνημα τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς φιλολογίας. Τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ ἐπίγραμμα θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ ὁρισθῇ: Εἶναι μία βραχύλογος ποιητικὴ σύνθεσις ποὺ σκοπὸν ἔχει νὰ διαιωνίσῃ τὴν μνήμη ἑνὸς ψυχικοῦ ἢ Ἱστορικοῦ συμβάντος ἢ ἑνὸς φαινομένου τοῦ ἐξωτερικοῦ κόσμου. Ἀκόμη εὑρύτερα: Εἶναι ἡ ἀπόδοσις μίας φευγαλέας ἐντυπώσεως, εἶναι ἡ λάμψις ἑνὸς συναισθήματος ἢ μαρμαρυγὴ ἑνὸς στοχασμοῦ.

Ἐὰν ὅλα τὰ εἴδη τοῦ ποιητικοῦ λόγου ἐγεννήθησαν στὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα, ἦταν φυσικὸ νὰ γεννηθῇ καὶ τὸ ἐπίγραμμα. Καὶ τοῦτο γιατί τὸ ἐπίγραμμα εἶναι ἀκριβῶς τὸ φιλολογικὸ ἐκεῖνο εἶδος, πού, κατ’ ἐξοχήν, περικλείει τὴν πεμπτουσία τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πνεύματος.

Ὁ Βάσ. Ι. Λαζανᾶς ἐγεννήθη στὴν Κόρινθο τὸ 1918. Πτυχιοῦχος τῆς Νομικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν καὶ Διδάκτωρ τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Tubingen. Διετέλεσε Διευθυντὴς τοῦ Ἐθνικοῦ Ἱδρύματος Προστασίας Κωφαλάλων καὶ ἐπιθεωρητὴς τοῦ Ὑπουργείου Ὑγείας καὶ Προνοίας. Ποιητής, δοκιμιογράφος, κριτικὸς καὶ μελετητὴς τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς, λατινικῆς καὶ γερμανικῆς κλασικῆς φιλολογίας.
Διακρίσεις: 1. Ἔπαινος τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν (28.12.1972), 2. Βραβεῖο τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν (28.12.1973), 3. Πρῶτο κρατικὸ βιβλίο λογοτεχνίας (1985), 4. Χρυσὸ μετάλλιο πόλεως Κορίνθου (1982).

Διαβάστε τὸ βιβλίο ψηφιοποιημένo δωρεὰν ἐδῶ:

 

ἔρευνα Πανορμίτης Σπανὸς

 

 

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply