Ἐμεῖς εἴμαστε Μεσογειακὸς λαός.

Ἄκουσα κάποιους εὐρωλιγούρηδες (κατὰ Ζουράρι) νὰ λέγουν ὅτι ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες εἴμαστε κομπλεξικοὶ Συριζαῖοι (!) ἐπειδὴ δὲν ὑποστηρίζουμε τοὺς Εὐρωπαίους ἀλλὰ τοὺς Νοτιοαμερικανούς.

Καὶ καλά, ποδόσφαιρο εἶναι, παιχνίδι, ὁ κάθε ἕνας ὑποστηρίζει ὅ,τι κάνει κέφι, Οὔννους, Μολούκους, Μαμελούκους… (Ἐδῶ μέχρι καὶ μὲ γαύρους καταφέρνουμε νὰ συμβιώνουμε.)
Μὴ δίδουμε ὑπερβολικὲς ἰδεολογικὲς προεκτάσεις. Συνέχεια

Οἱ 135 Δασυνόμενες λέξεις.

…πού «τόσο» δυσκόλευαν τούς Ἕλληνες…
(ἀπὸ ἀνάρτησι τοῦ μέλους Σταμάτη Βασιλείου, μετ᾽ εὐχαριστιῶν)

Τὸ Α

Ἅδῃς, ἅγιος, ἁβρός,
αἷμα, ἅμαξα, ἁδρός,
ἅμα, ἁμαρτάνω, ἅπαξ,
ἅλυσις, ἁρπάζω, ἅρπαξ,
ἁψίς, ἁπλώνω, ἁπαλός,
ἅλας, Ἁλικαρνασσός,
αἵρεση, ἅλωση καὶ ἁρμονία,
Αἷμος, ἁγνός, ἁψιμαχία,
ἅρμα, ἁλιεύω, ἁλωνίζω, Συνέχεια

Ὁ σύγχρονος κόσμος πρέπει νὰ καταστραφῇ.

Τὸ Ταχυδρομικὸ Ταμιευτήριο δὲν ἦταν μιὰ τράπεζα. Ἦταν ὁ κουμπαρᾶς τῆς παιδικῆς μας ἡλικίας, τὸ πήλινο γουρουνάκι τῶν παιδικῶν βιβλίων, τὸ παραμύθι τοῦ τζίτζικα καὶ τοῦ μέρμηγκα ποὺ μᾶς ἔλεγε ἡ δασκάλα ὅταν πήγαμε σχολεῖο κι οἱ ἐκθέσεις γιὰ τὴν ἀποταμίευσι στὶς μεγαλύτερες τάξεις, τὸ συνώνυμο τῆς οἰκογενειακῆς νοικοκυροσύνης καὶ τῆς προκοπῆς γιὰ τρεῖς γενιές, ἀπὸ τοὺς παπποῦδες μας ποὺ ὄργωσαν κι ἔφαγαν τὶς κακοτράχαλες πέτρες μέχρι νὰ στήσουν σπιτικό, μέχρις ἐμᾶς. Συνέχεια

Δακρυόεν γελάσασα

Εἰκόνες, φωτογραφίες, παλιὲς κιτρινισμένες σελίδες, τραγουδοῦν ἀκόμη τὴν δόξα τοῦ 1940, ἀντηχοῦν τὴν ἀντάρα τοῦ πολέμου καὶ κουβαλοῦν τὴν μυρωδιὰ τοῦ μπαρουτιοῦ, τὴν μέθη τοῦ θριάμβου καὶ τὸν πόνο τῆς συντριβῆς, τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα…

   Σὲ κάποιες ἀπ᾿ αὐτὲς στάθηκα λίγο παραπάνω. Ὅπως σὲ τούτην ἐδῶ τὴν φωτογραφία. Κάτι γνωστὸ μοῦ ἔφερε στὸν νοῦ. Κάτι γνωστὸ ἀπὸ πολὺ παλιά. Κι εἶδα ξανὰ τὸν παπποῦ Ὅμηρο νὰ τραγουδᾷ τὴν Τροία.

Ὁ Ἕλλην Στρατιώτης
(φωτ. συλλογὴ Βιβλιοθήκης τοῦ Κογκρέσσου τῶν ΗΠΑ)

Συνέχεια

Καὶ κερατᾶς καὶ δαρμένος.

– Ἔμ οἱ Τοῦρκοι νὰ σοῦ φορτώνουν καραβιὲς ὁλόκληρες τοὺς λάθρο σὲ βάρκες-σκυλοπνίχτες καὶ νὰ σοῦ τοὺς πασάρουν ἀβέρτα.
– Ἔμ νὰ βυθίζουν συνήθως μόνοι τους οἱ δουλέμποροι τὶς βάρκες (ὄχι πὼς θέλουν καὶ πολὺ γιὰ νὰ βυθισθοῦν ἀπὸ μόνες τους) καὶ νὰ τὸ σκᾷν, γιὰ νὰ σὲ ἐκβιάσουν νὰ περιμαζέψῃς τοὺς λάθρο καὶ νὰ τοὺς δώσῃς ἄσυλο. Συνέχεια