Κακόμοιρα ἄχρωμα ἄοσμα ἀστοιχείωτα ἀνθρωπάκια, ποὺ ζοῦν τὸ ὄνειρὸ των εἰς τὴν ἀνωνυμίαν ἐπιδεικνύοντας ἀνεπιτυχῶς μίαν κατὰ φαντασίαν προσωπικότητα, σπανίως τὸ λεξιλόγιό των ξεπερνᾶ τὰς 200-300 λέξεις καὶ προσπαθοῦν γρυλίζοντας καὶ τρώγοντας Σανὸ (ἕτοιμη σκέψη) ἐκ τοῦ Σανοπωλείου (διαδυκτίου) νὰ ἐπιλύσουν τὰ ὑπαρξιακὰ των προβλήματα.!
Συνέχεια
Ἀρχεῖα ἐτικέττας: Γκολέμης Τᾶσος
Γνώμην ἔχουν ἅπαντες…
Ἀπὸ τὴν μεταπολίτευση καὶ ἐντεῦθεν ὅλες οἱ κυβερνήσεις ἀποτελοῦν ἕναν κεντρκὸ πολυπλόκαμο πυρῆνα μὲ ξεχωριστὸ ὄνομα καὶ δῆθεν ξεχωριστὴ κατεύθυνση, (Πλήν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων)
Ἕναν κεντρικὸ σχεδιασμὸ, μὲ σκοπὸ νὰ ἐλέγξουν τὸ μεγαλύτερο ποσοστὸ τῶν πολιτῶν-ψηφοφόρων.
Ὅλες οἱ κυβερνήσεις ἀκολούθησαν καὶ ἀκολουθοῦν τὸ ἴδιο σχέδιο καἰ ἡ μία σταθερὰ προετοίμασε τὸ ἔδαφος γιὰ τὴν ἐπομένη (συμπεριλαμβανομένης ὁλοκλήρου τῆς Ἀριστερᾶς).
Ἡ γνῶσις μεταβιβάζεται εἰς τοὺς ἀγνοὺς καὶ καθαρούς…
Ἡ γνῶσις μεταβιβάζεται εἰς τοὺς ἀγνοὺς καὶ καθαρούς, εἰς τοὺς ἀξίους καὶ ἱκανοὺς διὰ νὰ συνεχίσουν τὴν πορείαν τῆς ψυχῆς των πέραν τοῦ περιβάλλοντος τῆς Γῆς.
Ὁ Νοῦς νοεῖ τὸν ἑαυτὸν του ὡς κράτιστος καὶ ἡ νόησίς του εἶναι τῆς νοήσεως νόησις.
Συνέχεια
Ἀριστοτέλης, «Μετὰ τὰ Φυσικά». (Ἀπόσπασμα)
Ὁ Νοῦς νοεῖ τὸν ἑαυτὸν του ὡς κράτιστος καὶ ἡ νόησὶς του εἶναι τῆς νοήσεως νόησις.
Δημιουργοῦνται ὁρισμέναι ἀπορίαι σχετικῶς μὲ τὸν νοῦν, διότι θεωρεῖται βέβαιον ὅτι εἶναι τὸ θεϊκότερον τῶν φαινομένων, ἡ ἀπορία ὅμως ποὺ προκύπτει εἶναι εἰς ποίαν κατάστασιν θὰ πρέπη νὰ εἶναι οὕτος διὰ νὰ ἠμπορῇ νὰ ἔχῃ τοιοῦτον χαρακτήρα, δημιουργεῖ ὁρισμένας δυσκολίας.
Διότι ἐάν δὲν νοεῖ τίποτα, τότε εἰς τὶ θὰ ἔγκειται τὸ ἰερὸν μεγαλεῖον του, ἐφ᾿ ὅσον θὰ ὁμοιάζῃ ὡς κοιμώμενος. Ἐὰν, δὲ, νοεῖ, ἀλλὰ ὡς ὅργανον ἄλλου, τὸτε, δεδομένου ὅ,τι ἀποτελεῖ τὴν οὐσίαν του δὲν εἶναι ἡ νόησις ἀλλὰ ὁρισμένη δύναμις, δὲν θὰ εἶναι ἡ ἀρίστη οὐσία, καθὸ ἡ ἀξία του ἔγκειται εἰς τὴν νόησιν. Ἀκόμα, εἶτε ἡ οὐσία του εἶναι νοῦς εἶτε νόησις, τὶ εἶναι αὐτὸ ποῦ νοεῖ; Διότι ἤ νοεῖ τὸν ἑαυτὸν του, ἤ κάτι ἄλλο, ἐὰν νοεῖ κάτι ἄλλο, τὸτε ἤ (νοεῖ) πάντα τὸ ἴδιο πρᾶγμα, ἤ κάτι διαφορετικόν. Συνέχεια
Εἰς Ἀφροδίτην γ’ ( Ὁμήρου )
Τὴν Κυπρογενῆ θὰ ὑμνήσω τὴν Κυθέρειαν
ποὺ δίνει στοὺς θνητοὺς μιλίχια δῶρα
καὶ τὸ ἐρωτικὸ της πρόσωπο
πάντα γελᾷ καὶ λάμψις ἐρωτικὴ τὸ φωτίζει.
Χαῖρε θεὰ τῆς ὄμορφης Σαλαμῖνος
καὶ τῆς θαλάσσης τῆς Κύπρου, δὸς μου τὸ πολυπόθητο ἄσμα.
Ὅμως ἐγὼ καὶ μ’ ἄλλον μου ὕμνο θὰ σὲ μνημονεύσω. Συνέχεια
Ὦ θεία Ἀρμονία!
Τὸ πᾶν εἰς Σὲ (τὸ πᾶν εἰς αὐτὴν) ἀποτελεῖ μορφὴν καὶ πᾶσα μορφὴ τὸ κᾶλλος της περιβεβλημένη Αἰνεῖ τὴν θεὶαν ὑπόστασὶν της! θεῖον Ἄπειρον,
Σὲ Αἰσθάνομαι, διότι ἑντὸς μου Σὲ φέρω.
Εἶμαι ὡς ἦσο ἀρχικῶς Μονάς. Συνέχεια