Οἰκονομικὴ κρίσις. Ὀρισμός.

Οἰκονομικὴ Κρίσις – Ὁρισμὸς

Ὁ ὅρος τοῦτος εὑρίσκεται πλέον στὰ χείλη ὅλων τῶν Ἑλλήνων ἀλλὰ καὶ τῶν Εὐρωπαίων. «Ἔχουμε οίκονομικὴκρίση» μᾶς λέγουν οἱ «ἁρμόδιοι».
Τί εἶναι ὅμως  ἡ «οἰκονομία» καὶ διατὶ εὑρίσκεται εἰς «κρίσιν»;

Ὁρισμὸςτῆς «Οἰκονομίας»

Ἐκτιμᾶται ὅτι τὸ προνόμιον ὁρισμοῦ τῆςἐννοίας τῆς λέξεως «οἰκονομία» ἀνήκει εἰς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι  ἐδημιούργησαν τὴνλέξιν, ἤτοι εἰς τοὺς ἀνυπερβλήτους προγόνους μας.
Ἀντιγράφομεν ἐκ τοῦ Μεγίστου Λεξικοῦ τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης τῶν Liddell-Scott καὶ ἐκ τοῦ λήμματος «οἰκονομία»:  ἡ διοίκησις, ἡ  ἐπιστασία οἴκου: Πλάτωνος Ἀπολογία, Πολιτεία, Ξενοφὼν, Ἀριστοτέλους Ἠθικὰ, Πολιτικὰ.

Ἀπὸ ἐτυμολογικῆς ἀπόψεως ἡ λέξις οἰκονομία» συντίθεται ἐκ τῶν λέξεων «οἶκος+νόμος». Ὡς πρὸς τὴν λέξιν «οἶκος» οὐδέν ἔχωμεν νὰ προσθέσωμεν.
Ἡ λέξις, ὅμως, «νόμος» ἀξίζει ἰδιαιτέρας προσοχῆς καὶ πρὸς κατανόησιν τοῦ νοήματός  της ἀνατρέχωμεν,  ἐκ νέου, εἰς τὸ ὁμόνυμον λῆμμα τοῦ Μεγίστου Λεξικοῦ καὶ ἀντιγράφομεν: νόμος      ἐκ τοῦ «νέμω», κυρίως πᾶν ὅ,τι ἔχει ἀπονεμηθῇδοθῇ κατ’ ἀναλογίαν» ·πρώτη χρῆσις ἐγένετῳ  παρ’ Ἡσιόδῳ· ἡ  λέξις δὲν ἐμφανίζεται παρ’ Ὀμήρῳ·

1)      χρῆσις, συνήθεια, καὶ πᾶν ὅτι ἔνεκα τούτων γίνεται νόμος
·β)ἐν Ἀθήναις νόμοι ἐκαλοῦντο κυρίως οἱ τοῦ Σόλωνος· οἱδὲ τοῦ Δράκοντος ἀνομάζοντο θεσμοὶ.

Πρὸ περαιτέρω ἀναλύσεως σημειοῦται ὅτι ἐκ τοῦ ῥηματος «νέμω» προέρχεται καὶ ἡ ὁμογράμματος πρὸς τὸν νόμον λέξις «νομὸς» ἡ ὁποία ἑρμηνεύεται ὡς:  νομὸς     τόπος ἔνθα βόσκονται κτήνη, βοσκὴ ὑλώδης, βοσκὴ δασώδης·

2)      ἡ χλόη, τὰ χόρτα τῆς βοσκῆς·

3)      ἐκ τεταμένον πεδίον λόγων·ΙΙ) κατοικία, τόπος διαμονῆς κληρωθεὶς ἤ ἀπονεμηθεὶς εἰς τίνα, διαμέρισμα, ἐπαρχία·

4)      ἐν Αἰγύπτῳ ἡ χώρα ἦτο διῃρημένη εἰς νομοὺς· οὕτω ἐκαλοῦντο αἱσατραπίαι τοῦ Βαβυλωνιακοῦ καὶ Περσικοῦ κράτους.

Δύο ἀκόμη λέξεις ἀῤῥήκτως συνδεδεμέναι πρὸς τὴν ἐπίμαχον καὶ βεβηλωθείσαν τῆς «οἰκονομίας» εἶναι αἱ: «χρῆμα» καὶ «νόμισμα».

Ἰδοὺ αἱ ἔννοιαι τῶν λέξεων τούτων ὡς αὔται ἀπεδόθησαν ὑπὸ τῶν ἐμπνευστῶν καὶ δημιουργῶν τούτων.

χρῆμα:        πρᾶγμα ὅπερ μεταχειρίζεταί  τις ἤ οὗ ἔχει χρείαν, –ἐντεῦθεν ἐν τῷ πληθυντικῷ — ἀγαθὰ, ἔπιπλα, σκεύη.

νόμισμα:     (ἐκ τοῦ νομίζω) πᾶν ὅ,τι καθιερώθη ἐκ (παλαιᾶς) συνηθείας, τὸ νενομισμένον ἔθος, ἔθιμον, πρᾶγμα οὗ ἡ χρῆσις καθιερώθη· ΙΙ τὸ ἴσχύον ἤ ἐν χρήσει νόμισμα ἐν κράτι τινὶ· ΙΙΙ τὸ πλῆρες νόμιμον μέτρον·  ΙV νόμος (Ἀλκαίου Ἀποσπάσματα  66).

Ἡ  παρουσιασθείσα ἐτυμολογικὴ ἀνάλυσις ἐπιτρέπει τὴν ἐξαγωγὴ τῶν ἀκολούθων προφανῶν συμπερασμάτων:

οἰκονομία     ὅρος ἀναφερόμενος εἰς τὴν διαχείρισιν τῶν τοῦ οἴκου ἐν οἷς καὶ τὸ χρῆμα, νόμισμα, ἀλλὰ καὶ τὰ κτήματα, ζωντανὰ, ἀνθρώπινον δυναμικὸν. Ἐνἄλλοις λόγεσι ἡ οἰκονομία άναφέρεται εἰς τὴν διαχείρισιν τοῦ συνόλου τῶν ἐμψύχων (ἀνθρώπων καὶ ζωντανῶν) καὶ ἀψύχων (ἐν οἷς καὶ τὸ χρῆμα) περιουσιακῶν στοιχείων τοῦ οἴκου. Ἡ διαχείρισις ταύτη ὀφείλει νὰ εἶναι λελογισμένη, νὰ ἐκτελεῖται κατὰ νόμον καὶ κατὰ συνέπειαν κατὰ τρόπον ὠφέλιμον διὰ τὸν οἶκον.

χρῆμα, νόμισμα       ὅροι ἀναφερόμενοι εἰς τὸ πρᾶγμα ἐκεῖνο οὗ  ἡ  χρῆσις καθιερώθη κατ’ ἔθιμον· ὅροι οἵτινες νομίζονται ὡς ἀντιπροσωπεύοντες τὸ νόμιμον μέτρον ἤτοι τὴν  «ἀξίαν» τῶνεἰδῶν.

Τὸ χρῆμα, νόμισμα καθιερώθη προκειμένου νὰ διευκολύνῃ τὰς μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων συναλλαγὰς εἰδῶν παραγομένων καὶ ἀναγκαιούντων ἑκατέρωθεν. Ἡ ἱστορικὴ ἐξέλιξις τοῦ χρήματος ἐκφεύγει τοῦ παρόντος πλὴν ὅμως ὑφίστανται μονίμως ἀναπάντητα διὰ τὸ εὐρὺ κοινὸν δύο θεμελιώδη ἐρωτήματα,  τῶν ὁποίων ἡ παρουσίασις μονίμως ἐκφεύγει τῶν ἁρμοδίων διὰ τὴν ἐνημέρωσίν μας δημοσίων ἤ καὶ ἰδιωτικῆς πρωτοβουλίας ὀργάνων. Τὰ ἐρωτήματα ταῦτα ἔχουν ὡς ἀκολούθως:

·         Πῶς ὁρίζεται ἡ ἀντιστοιχία χρήματος καὶ παραγομένων ἀγαθῶν καὶὑπηρεσιῶν;

·         Ποῖος ἐντέλλεται διὰ τὴν κοπὴν τοῦ χρήματος;

Αἱ ἀπαντήσεις εἰς τὰ ἀνωτέρω ἐρωτήματα πόῤῥῳ ἀπέχουν τῆς οὐσίας καὶ τῶν προαναφερθεισῶν ἐτυμολογικῶν ἑρμηνειῶν. Τὸ προφανὲς εἶναι τὸ χρῆμα πρέπει νὰ κόπτεται εὐθύνῃ τοῦ Κράτους, ἡ δὲ ἀντιστοιχία χρήματος καὶ παραγομένων ἀγαθῶν νὰ καθορίζεται δυνάμει τῶν ἀπαιτουμένων μονάδων παραγωγῆς ἑκάστου ἀγαθοῦ ἤ καὶ ὑπηρεσίας· (ψιλὰ γράμματα). Ἀτυχῶς οὐδεμία τῶν προφανῶν ἀπαντήσεων εἶναι ἀληθὴς ἡ δὲ άλήθεια ἐκφεύγει ἀκόμη καὶ τῶν ἐπισήμων διαχειριστῶν τῆς Ἑλλάδος. Προκειμένου ὁ προβληματισμὸς οὗτος νὰ γίνῃ πλέον κατανοητὸς καλεῖται ὁ άναγνώστης νὰ ἀπαντήσῃ εἰς τὸ ἀκόλουθον ἁπλοῦν ἐρώτημα.

·         Ὑποτεθίστω ἡ ἀναγνώρισις αὔριον ἑνὸς νέου κράτους μηδενικῆς κρατικῆς ὑποστάσεως καὶ προϊστορίας,  ὡς ἐπὶ παραδείγματι τὸ Κουρδιστὰν. Ὑποτεθίστω ἐπίσης ὅτι τὸ κράτος τοῦτο στερεῖται ἀποθεμάτων χρυσοῦ καὶ συναλλάγματος. Τὸ ἐρώτημα εἶναι μὲ ποία βάσιν τὸ κράτος τοῦτο θὰ ὑπολογίσῃ πόσο χρῆμα δικαιοῦται νὰ κυκλοφορίσῃ καὶ πῶς θὰ καθορισθῇ ἡ ἀντιστοιχία τοῦ ἐν λόγῳ νομίσματος πρὸς ἐκεῖνα τῆς διεθνοῦς άγορᾶς;

Ἡ ἀπάντησις άκατανόητος, τουλάχιστον εἰς τὸν γράφοντα. Κάθε νέον κράτος διαθέτει πλουτοπαραγωγικὰς πηγὰς καὶ ἐργατικὸν δυναμικὸν τὰ ὁποῖα ὅμως λογίζονται ὑπὸ τοῦ διεθνοῦς χρηματοπιστωτικοῦ συστήματος μόνον ὡς ἀντικείμενα ὑποθηκεύσεων διὰ τὴν λῆψιν δανείων ὁμοίων ἐκείνων τὰ ὁποῖα ἔλαβεν, πρὸ ἀναγνωρίσεώς της, ἡ Ἑλλὰς ὑπὸ τῶν τραπεζῶν τῆς Ἀγγλίας, τῆς Ἀγγλίας οὔσης, ἐν τῷ προσκηνίῳ καὶ ἐπὶ τῇ βάσει τῶν ἐνεργειῶν καὶ κινήσεών της εἰς τὸ διεθνές πεδίον, παντελῶς ἀντιθέτου τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ άγῶνος καὶ τῆς ἀνεξαρτησίας τῶν Ἑλλήνων καὶ τῆς ἀναγνωρίσεως τῆς Ἑλλάδος ὡς κράτους.

Ἐν κατακλείδι, ἡ Ἑλλὰς ἐξακολουθεῖ νὰ διαθέτῃ, καὶ ἐν μέσῳ κρίσεως, ἄψυχον καὶ ἔμψυχον δυναμικὸν καὶ δὴ εἰς ὅσον βαθμὸν εἶχε καὶ πρὸ αὐτῆς. Διαθέτει ἄρα καὶ τὰς δύο θεμελιώδης παραμέτρους τῆς οἰκονομίας καὶ συνεπῶς εἶναι ἀδύνατον ἡ οἰκονομία της νὰ εὑρίσκεται εἰς «κρίσιν». Ἀντιθέτως ἡ Ἑλλὰς φέρεται ὡς στερουμένη χρημάτων/νομισμάτων προκειμένου νὰ καλύψῃ ὑποχρεώσεις πρὸς πιστωτὰς  ἤ τοκογλύφους.

Ἡ Ἑλλὰς, ἄρα, εὑρίσκεται εὶς χρηματοπιστωτικὴν ἤ νομισματικὴν καὶ οὐχὶ εἰς οἰκονομικὴν κρίσιν. Οὐδὲν τὸ καινοφανές εἰμὴ εἰς τὸν ἀφελὴν Ἑλληνικὸν λαὸν. Ἡ Ἑλλὰς πρὸ τῆς ἀναγνωρίσεώς της ὡς ἀνεξαρτήτου κράτους ἦτοχρεωμένη ἤτοι εὑρίσκετο εἰς χρηματοπιστωτικὴν ἤ νομισματικὴν κρίσιν. Ἐπτώχευσεν πλειστάκις καὶ πλειστάκις άνέκαμψεν δυνάμει τῆς οἰκονομικῆς της ἱσχύος ἤτοι τῶν πλουτοπαραγωγικῶν της ἀγαθῶν καὶ τοῦ ἀνεπαναλήπτου ἀνθρωπίνου δυναμικοῦ της.

Ἡ παρούσα κυβέρνησις ἐπέτυχε νὰ ἀποστερήσῃ τὴν Ἑλλάδα τῶν μέσων ἀνακάμψεών της. Παρητήθη τῶν πλουτοπαραγωγικῶν της πηγῶν καὶ ὑποχρεώνει τὸ ἀνθρώπινον δυναμικόν της εἰςφυγὴν.

Τὸ Μέγιστον Λεξικὸν τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης ὁρίζει τὴν λέξιν «προδοσία» ὡς «τὸ ἐγκαταλείπειν ἐν ἀνάγκῃ». Τὸ λεξικὸν  τοῦ Ἡλίου ὁρίζει τὴν λέξιν «προδίδω» ὡς «παρέχω κρυφίως εἰς τὸν ἐχθρὸν τὴν εὐχέρειαν νὰ βλάψῃ καθ’ οἱονδήποτε τρόπον τὴν πατρίδα μου».

Τὸ τελικὸν συμπέρασμα ἀφίεται εἰς τὸν ἀναγνώστην.

Ἰωάννης Καραδημητρόπουλος

φωτογραφία

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply