Ἀ­θα­νά­σιος Διά­κος

(ἀ­πό­σπα­σμα)

Ἀθανάσιος Διάκος 1Ὅ­σοι εἶ­στε ἀ­κό­μα ζων­τα­νοί, ἐ­λᾶ­τε ὁ­λό­γυ­ρά μου…
φω­νά­ζει ὁ Διά­κος, κ’ ἔρ­χον­ται… δὲ μέ­νουν πα­ρὰ δέ­κα…
ὁ ἥ­λιος στέ­κει γιὰ νὰ ἱ­δῇ. Κά­θε στιγ­μὴ ποὺ φεύ­γει
τοὺς ἔ­σφιγ­γε στε­νὰ στε­νὰ στὴν ἀγ­κα­λιά του ὁ Χά­ρος.
Συνέχεια

Ἤθελα νἄμουν τσέλιγκας

Ἤθελα νἄμουν τσέλιγκας
Ἤθελα νἄμουν τσέλιγκας, νἄμουν κ᾿ ἕνας σκουτέρης,
νὰ πάω νὰ ζήσω στὸ μαντρί, στὴν ἐρημιά, στὰ δάσα,
νἄχω κοπάδι πρόβατα, νἄχω κοπάδι γίδια,
κ᾿ ἕνα σωρὸ μαντρόσκυλα, νἄχω καὶ βοσκοτόπια,
τὸ καλοκαίρι στὰ βουνά, καὶ τὸν χειμῶ στοὺς κάμπους. Συνέχεια

Σήμερα ἄσε νὰ τραγουδήσῳ (β)

Σήμερα ἄσε νὰ τραγουδήσῳΠέτρα μου· πέτρα κόκκινη·
γερνάει ὁ κόσμος καὶ χωλαίνει·
κι ἐσὺ τὸν κόσμο πιάνεις ἀπ᾿ τὸ χέρι
τοῦ γίνεσαι ὁ σύντροφος,
τοῦ γίνεσαι τὸ ταῖρι,

Συνέχεια

Σήμερα ἄσε νὰ τραγουδήσω (α)

Σήμερα ἄσε νὰ τραγουδήσῳὌνειρό μου χόρεψε
σὲ τραγουδάει ὁ τζίτζικας καὶ ὁ γρῦλλος
σὲ σεργιανάει στὰ λιακοτὰ ὁ μέρμιγκας
ρουφᾶ τὴν δροσοπνοὴ σου ἡ σφῆκα.

Συνέχεια