ΤΗΝ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΠΟΛΛΟΙ ΑΓΑΠΗΣΑΝ, ΤΟΝ ΠΡΟΔΟΤΗ ΚΑΝΕΙΣ.
Γέμισε η Ελλάδα από εραστές της προδοσίας. Υπηρέτες της νέας τάξης πραγμάτων, θέτουν την χώρα και τους Έλληνες υπό κατοχή.
Ἕνα σημαντικὸ κείμενον, γεμᾶτο ἐλπίδα καὶ βεβαιότητα γιὰ τὴν Νίκη. _Γεμᾶτο ἀνθρωπιά!
Κάτι ποὺ κοντεύουμε νὰ χάσουμε.
Ὅλοι οἱ «ἀγανακτισμένοι» ἀπεφάσισαν νὰ ἐπιλέξουν τὴν σημερινὴ ἡμέρα γιὰ νὰ βγοῦν στὸν δρόμο. Νὰ κράξουν, νὰ γιουχάρουν, νὰ προπηλακίσουν.
Σὰν δὲν ντρέπεσθε ὅλοι σας!
Θα προσέθετα, να την αφήσουμε στα μπαλκόνια και στους εξώστες και μετά την 28η Οκτωβρίου. Ας είναι εκεί ως μία μορφή αντίστασης, την ώρα που η κυβέρνηση θα παραδίδει την δική της σημαία.
Εξάλλου, δεν θεωρώ τυχαία την συγκυρία της ημερομηνίας που επέλεξαν οι “σύμμαχοί” μας Γερμανοί και λοιποί, να στείλουν τον Ράϊχενμπαχ, στην Ελλάδα: παραμονή της 28ης Οκτωβρίου. Αποδεικνύει τον ισχυρισμό πολλών, ότι η Γερμανία ποτέ δεν χώνεψε την ήττα της από τους Έλληνες, γεγονός που θέλει να ωφεληθεί η Μέρκελ, ώστε να ανακάμψει η δημοτικότητά της.
Βάλτε όλοι τη γαλανόλευκη στο μπαλκόνι…Ισως η τελευταία φορά που θά μαστε Συνέχεια
σέ τί διαφέρουν οἱ τότε βάρμαροι ἀπό τούς νεοβαρβάρους, κομματᾶρχες, συνδικαλιστᾶδες, νεοταξῖτες, ἀναρχοαριστερούληδες καί κουκουλοφόρους; Σέ τίποτα! Τό ἴδιο κατούρημα παθαίνουν ὅταν συναντοῦν Ἕλληνες!
Ἔγραφα πρὸ δύο ἡμερῶν στὸ 10.000.000 Ἕλληνες πλὴν ἑνός!: «πλὴν τῆς Φιλονόης», γιὰ κάθε διακήρυξι ποὺ θὰ ἀκολουθήσῃ, ἀναφορικῶς μὲ διαμαρτυρίες στὸ Σύνταγμα κι ἀλλοῦ.
Κάποιοι φίλοι τοῦ ἱστολογίου, ἐδήλωσαν ἐπίσης πλὴν- γιὰ τοὺς ἑαυτούς τους.
Εἶχα κάποτε μίαν γιαγιά, πολὺ ἄξια, ἱκανή καὶ δραστήρια.
Ὅταν ἦταν περίπου 60-65 ἐτῶν, κι ἐν ᾦ μάζευε ἐλιές ἀνεβασμένη σὲ ἕνα δένδρο, σπάει τὸ κλαδί καὶ ἡ γιαγιά εὑρέθῃ μὲ ἔνα θρυμματισμένο πόδι. Ἀπὸ τότε, κι ἔως τὴν στιγμὴ τοῦ θανάτου της, βογγοῦσε, ὑποστηριζόταν ἀρχικῶς ἀπὸ Π κι ἐν συνεχείᾳ ἀπὸ μπαστούνι (τὴν περιβόητο «κατσουνίκα») καὶ ἐγκρίνιαζε μὲ κάθε εὐκαιρία.
Κάποιαν στιγμή, κουρασμένη ἀπὸ τὴν διαρκή της γκρίνια, τῆς λέω:
«Γιαγιά, πάω νὰ ἀνοίξω ἕναν λᾶκκο γιὰ νὰ σὲ χώσουμε. Δὲν ἀντέχεσαι καὶ δὲν ἀντέχεις!»
Δὲν μπορεῖτε νὰ φαντασθεῖτε φυσικὰ τὸ τί ἐπηκολούθησε. Βρισιές, κατᾶρες, ἀπειλές, φωνές, τσιρίδες καὶ στὸ τέλος τὸ καταπληκτικό: «Νὰ πᾶς ἐσὺ νὰ χωθῇς στὸν λᾶκκο. Ἐγὼ ἔχω χρόνους ἐμπρός μου!»
Καί πράγματι εἶχε. Μόνον ποὺ ἐξακολουθοῦσαν οἱ χρόνοι της νὰ εἶναι μαῦροι κι ἄραχνοι ἀπὸ γκρίνια, πόνους καὶ δυσκολίες στὴν κίνησι. (Βέβαια, οὐδεὶς πόνος τὴν ἐμπόδιζε ἀπὸ τὸ νὰ παραμένῃ ἀεικίνητη! Δὲν ξέρω πῶς τὸ κατάφερνε!)
Γιατί σᾶς διηγήθηκα αὐτό τὸ περιστατικό;
Διότι συνέβῃ κάτι πρὸ δύο ἡμερῶν ποὺ μοῦ τὸ θύμισε!