Σωπαίνει τώρα τὸ στόμα τῆς σιωπῆς
κι᾿ ἀγνάντια τῶν ματιῶν μου παραστέκουν
ζερβόδεξα τῆς πασχαλιᾶς, οἱ ἲσκιοι
οἱ ἲσκιοι τῶν μεγάλων ἰδεῶν
Ὁ μπαμπάς μου,
ἡ μαμά μου,
ἡ ἀδελφή μου κι ἔνας θειός… Συνέχεια
Οἱ σκέψεις μου γέμισαν τὸν φθινοπωρινὸ ἀέρα
σὰν τὰ κιτρινισμένα φύλλα.
Σκέψεις ποὺ διαμορφώθηκαν ἀργὰ καὶ ἀνεπαίσθητα
ὃταν οἱ ξεριζωμένοι αἰῶνες πέρασαν μπροστά μου,
γλιστρῶντας στὸν χρόνο
ἀθέατοι καὶ ἀνέγγιχτοι τοῦ συλλογικοῦ τρόμου
ποὺ τμῆμα του εἲμαστε προσθήκη.
Συνέχεια
Αὐτὴ ἡ χώρα, Ἑλλάδα ποὺ ὀνομάζεται,
ἔχει περίπου δέκα μὲ ἕνδεκα ἑκατομμύρια Ἔλληνες.
Ἐμᾶς… ἐμᾶς ποὺ εἴμεθα Δημοκράτες καὶ ὑπερήφανα Ἐλεύθεροι. Συνέχεια
Αἰχμηρὲς φτεροῦγες ἀγγέλων
κόβουν τὴν ἀναδρομὴ
τῆς μνήμης
στὰ δύο. Συνέχεια
Βάραινε στὰ χέρια του
ὁ θάνατος
καὶ τὰ κορμιά κείτονταν,
δὲν εἶχαν ἄλλη ζωὴ
Συνέχεια