Ἱστορία τῆς Ἀμφιπόλεως μέσα ἀπὸ τὰ νομίσματα

Λαειτεία, Ἑννέα Ὁδοὶ καὶ Ἀμφίπολις

Τί ἦταν αὐτό πού ᾡνόμασε Ἀμφίπολιν τό 437 π. Χ. ὁ Ἀθηναῖος Ἄγνων; Ἐπικρατεῖ ἡ ἄποψις ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ μετονομασία τῶν Ἑννέα Ὁδῶν, ὅμως αὐτὴ δὲν εἶναι ὅλη ἡ ἀλήθεια. Ἡ Ἀμφίπολις περιελάμβανε, ἐκτὸς τῶν Ἑννέα Ὁδῶν καί, ἀκόμη μίαν πόλι, ποὺ εὑρίσκετο σὲ Βισαλτικὸ ἔδαφος καί, ἔκειτο, ἀκριβῶς στὴν ἀπέναντι ἀπὸ τὶς Ἑννέα Ὁδοὺς ὄχθη τοῦ Στρυμῶνος ποταμοῦ. Ἐπρόκειτο γιὰ τὴν Βισαλτικὴ Λαειτία, τὸ ὄνομα τῆς ὁποίας οὐδέποτε ἀπεκαλύφθη καὶ ποὺ πάντα ἡ πορεία της ἦταν ἀνεξάρτητος τῆς πορείας τῶν Ἑννέα Ὁδῶν.

Μέχρι τῆς στιγμῆς ποὺ οἱ δύο πόλεις ᾡνομάσθησαν Ἀμφίπολις, ὑπῆρχε κατὰ κανόνα ἁρμονία στὶς μεταξύ τους σχέσεις. Μόνη παρένθεσις, μπορεῖ νὰ θεωρηθῇ, τὸ διάστημα ἀνάμεσα στὸ 458 καὶ 437 π. Χ., ὅταν καὶ ἴσχυε ἡ συμμαχία Βισαλτῶν – Μακεδόνων μὲ τοὺς Ἀθηναίους. Τότε ὑπῆρξε ἀντιπαλότης, ποὺ τελικὰ ᾡδήγησε στὴν κατάληψη τῶν Ἑννέα Ὁδῶν καὶ στὴν ἵδρυση τῆς ἑνιαίας Ἀμφιπόλεως.

Οἱ ῥόλοι τῶν δύο πόλεων, ἦσαν ἐξ ἀρχῆς διακριτοί. Ἡ ὀχυρὴ ἐκ φύσεως Ἡδονῶν πόλις τῶν Ἑννέα Ὁδῶν, μὲ τὸν κτηνοτροφικὸ χαρακτήρα ἀπὸ τὴν μία καὶ τὸ διαμετακομιστικὸ κοσμοπολίτικο κέντρο λιμάνι Λαειτία ἀπὸ τὴν ἄλλην…

*~*~*~*~*~*~*~*~*

Ὁ «Καστᾶς» τῆς Ἀμφιπόλεως

Κόρη τοῦ βασιλέως τῶν Βισαλτῶν Λυκούργου, ἦταν ἡ Φυλλίς, ποὺ κάποτε, στὶς ἐκβολὲς τοῦ Στρυμῶνος ἐγνώρισε τὸν Δημοφώντα. Τὸ ζευγάρι ἔπρεπε νὰ χωρίσῃ προσωρινῶς, μὲ τὸν Δημοφώντα νὰ ὑπόσχεται τὴν γρήγορη ἐπάνοδό του. Ἡ Φυλλὶς τὸν ἀπεχαιρέτησε καὶ τοῦ ἔδωσε ἕνα κιβώτιο (κίστις ἢ κάστις) ἱερό, λέγοντάς του ὅτι περιεῖχε ἱερὰ ἀντικείμενα καὶ τὰ μυστήρια τῆς λατρείας τῆς Ῥέας. Φαίνεται νὰ ἦταν τότε ἡ πρώτη φορά, ποὺ τὰ μυστήρια ἔφευγαν ἀπὸ τὸν ἱερὸ τόπο τῆς Βισαλτίας. Ἔφυγαν ἀπὸ ποῦ; Ἀπὸ τὸν πατροπαράδοτο ἱερὸ χῶρο τῶν Ἑννέα Ὁδῶν -καὶ μετέπειτα Ἀμφιπόλεως- αὐτὸν πού, ἀκόμη καὶ σήμερα ὀνομάζουμε «ΚΑΣΤΑΣ»!

Εἶναι ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ 100!!! σελίδων ἀφιέρωμα γιὰ τὴν πατρίδα μου ΒΙΣΑΛΤΙΑ. Τίτλος αὐτοῦ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΒΙΣΑΛΤΙΑΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΝΟΜΙΣΜΑ.

Στὸν ἴδιο μῦθο ἀναφέρεται ὅτι ἐπειδὴ ἑννέα φορὲς κατέβηκε ἡ Φυλλὶς στὴν παραλία, γιὰ νὰ προϋπαντήσῃ τὸν Δημοφώντα, ποὺ δὲν ἐρχόταν. Γιὰ αὐτὸ ὀνομάσθη ἡ πόλις Ἑννέα Ὁδοί.
Ὁ κρατήρας ἀποδεικνύει ὅτι δὲν ἔγινε ἔτσι. Κατὰ τὸ τελούμενο τῆς παραδόσεως, ἡ πόλις εἶχε ἀπὸ τὶς ἐννέα Μοῦσες ἤδη τὸ ὄνομά της. Μᾶς τὸ δείχνουν οἱ ἑννέα (9) μπίλιες ἐπάνω στὸ κιβώτιο καὶ τὸ λουλούδι μὲ τὰ ἑννέα ἄνθη ἐμπρὸς ἀπὸ τὴν Φυλλίδα. Τὰ ἡλιακὰ σύμβολα, ποὺ στολίζουν τὸν ἴδιο κρατήρα, ὁμολογοῦν τὴν ἄλλη φύση τοῦ ἱεροῦ τόπου, ποὺ ἦταν ἡ Ἡλιολατρεία.

Ἅμα γράψω βέβαια, ὅτι ὁ Δημοφὼν φορᾷ τὸν παραδοσιακὸ μανδύα γάμου τῶν Βισαλτῶν, εὔλογα θὰ ἐῤῤωτήσετε γιὰ πῶς τὸ ξέρω. Μὴ ξεχνᾶτε ὅτι εἶμαι Βισάλτης!

Υ.Γ. Προέτρεψα στὸ παρελθόν, μίαν ἀπόλυτα «γραφικὴ» ἀλλὰ καὶ ὕποπτο ἀνασκαφικὴ ὁμάδα, νὰ ὑποκληθῇ στὸν χῶρο, νὰ δηλώσῃ ἀναρμοδία καὶ νὰ ἀποσυρθῇ, γιατὶ μόνον ἔτσι, κατ’ ἐμέ, θὰ κατάφερναν νὰ σώσουν τὴν ἀξιοπρέπειά τους. Δὲν τὸ ἔκαναν.

*~*~*~*~*~*~*~*~*

Οἱ Ἑννέα Ὁδοὶ

Τυπικὴ πόλις τοῦ Παγγαίου, ποὺ φιλοξένησε πλῆθος ἀποίκων ἀπὸ πόλεις ὅλων τῶν σημείων τοῦ ὁρίζοντος. Οἱ ἐντόπιοι ἦσαν κύρια Ἤδωνες, ὅμως ὑπῆρχαν καὶ Ἰχναῖοι, Βισάλτες, ὅπως καὶ μικρὴ κοινςοτης νομάδων Λααίων (Τσιγγάνοι τῆς ἐποχῆς). Σὲ ὅλην τὴν δυτικὴ πλευρὰ τοῦ Παγγαίου, ὑπῆρξε τὸ μεγαλύτερο νομισματοκοπεῖο. Ἐκεῖ ἦταν καὶ ὁ κύριος τόπος κοπῆς τῶν Βισαλτῶν, ἀλλὰ καὶ τοῦ Ἀλεξάνδρου Α΄ τῶν Μακεδόνων. Παραδοσιακὰ οἱ κάτοικοι ἦσαν κτηνοτρόφοι καὶ αὐτὸ ἀπετύπωσαν σὲ μερίδα νομισμάτων τους. 

Τὰ χρυσᾶ νομίσματα ποὺ ἔκοψαν οἱ Ἑννέα Ὁδοὶ ἦσαν μεγάλου βάρους (14γρ), δεῖγμα τῆς οἰκονομικῆς εὐρωστίας ποὺ ἀπελάμβανε ἡ πόλις. Ἐπάνω διακρίνεται τὸ μονόγραμμα τῶν Ἐννέα Ὁδῶν.

 

Στοὺς ὁμοθεματικοὺς ἀργυροῦς στατῆρες (8γρ), διακρίνουμε τὸ δίγραμμα ΕΝ.

Ἀπὸ τοὺς ἀποίκους ποὺ δραστηριοποιοῦντο μεταλλευτικὰ στὶς Ἑννέα Ὁδούς, οἱ Χαλκιδαῖοι καὶ οἱ Ἐρυθραῖοι ἀπὸ τὴν Ἰωνία, ἦσαν αὐτοὶ ποὺ τὰ νομισματικὰ ἴχνη, τοὺς ἀποκαλύπτουν περισσότερο. Τὴν θεματολογικὴ ἐπιρροὴ ποὺ ἐδέχθησαν οἱ Ἐρυθραῖοι ἐκεῖ, τὴν μετέφεραν ἀργότερα στὴν πατρίδα τους, ὅταν αὐτὴ ἀπηλευθερώθη ἀπὸ τοὺς Πέρσες (478 π. Χ.).

Ἔτσι ὁ μοναδικὸς ῥόδαξ μὲ τὶς 18 ἀκτίνες τῶν Ἑννέα Ὁδῶν (1) καὶ γενικῶς ὁ ῥόδαξ, ἔγινε τὸ σῆμα κατατεθὲν τῆς Ἐρυθραϊκῆς νομισματοκοπίας (3). 

 

Τὸν ρόδακα ἐκεῖ στὴν Ἰωνία, τὸν συνόδευε ἡ ἐπιγραφὴ Ε Ρ Υ Θ. Κάτι ποὺ γοήτευε τοὺς Ἐρυθραίους ἀποίκους στὸ Παγγαῖο, ἦσαν τὰ φημισμένα ἄγρια ἄλογα.

Βορειοανατολικὰ τῶν Ἐννέα Ὁδῶν, στὴν πόλη Τύντο (παλαιὰ Μεσολακιά), ὅπου ἕδρευε τὸ τοπικὸ φύλο ΤΥΝΤΕΝΟΙ ποὺ εἶναι γνωστὸ μόνον ἀπὸ νομίσματα (2), ἦταν καὶ ὁ κύριος τόπος ἐγκαταστάσεως τῶν Ἐρυθραίων.

Ἐκεῖ γεννήθηκε ἡ παράσταση δαμασμοῦ ἀλόγου (2), σὲ νομίσματα ποὺ ἔκοβαν οἱ Ἐρυθραῖοι, στὸ ὄνομα τῶν Τύντενων. Ὁ τύπος αὐτὸς ἐπανεμφανίσθη ἀργότερα στὴν μητρόπολη Ἐρυθραία, ὅπου ἡ χαρακτηριστικὴ ἀνατομία τοῦ ἀνδρός, μοναδική του εἴδους της καὶ ἡ ὅλη παράστασις φυσικά, διώχνει κάθε ἀμφιβολία γιὰ τὴν μεταβίβαση τοῦ τύπου ἐκεῖ (3).

Αὐτοὶ ὅμως ποὺ μὲ τὴν παρουσία τοὺς σημάδευσαν περισσότερο τὶς Ἑννέα Ὁδούς, ἦσαν οἱ Χαλκιδαῖοι ἄποικοι. Ἀπὸ τὸν 7ο π. Χ. αἰώνα κιόλας, ἦσαν ἐγκατεστημένοι ἐκεῖ καὶ κυρίως βορειώτερα, στὸ σημερινὸ ὕψωμα 133 (Μεσολακκιά). Ἀπὸ ἐκεῖ ἤλεγχαν τὶς ἐμπορικές τους δραστηριότητες, ποὺ περισσότερο εἶχαν νὰ κάνουν μὲ γεωργικὰ προϊόντα. Τὴν δικιά τους τεχνοτροπία ἀναγνωρίζουμε σὲ ὅλα τὰ τοπικὰ νομίσματα (Ἤδωνες – Γέτας, Ἰχναῖοι, Βισάλτες, Ὀῤῥέσκειοι), ἀφοῦ αὐτοὶ ἐδίδαξαν τὴν νομισματοκοπεῖα ἐκεῖ. Σῆμα κατατεθὲν στὰ νομίσματα αὐτά, ἦταν ἡ «ρόδα» (1,2)…

…καθὼς καὶ τὸ μονόγραμμά τους (3).

Γνωρίζοντας πλέον τὶς ἐπικράτειες Ἰχναίων καὶ Ὀῤῥεσκείων, ὅπως καὶ τὴν περιοχὴ δράσεως τῶν Χαλκιδαίων, συνδυαστικὰ προκύπτει, ὅτι ὁ βασιλεὺς Γέτας τῶν Ἡδωνέων (1), ἕδρα του εἶχε τὶς Ἑννέα Ὁδούς. Ἐὰν θεωρήσουμε λοιπόν, ὅτι ἕδρα τοῦ βασιλεώς ἦταν ἡ πρωτεύουσα, τότε αὐτὴ τῶν Ἡδωνέων ἦσαν οἱ Ἐννέα Ὁδοί. Προκύπτει ἀκόμη ἡ περίοδος βασιλείας του, ποὺ ἦταν παράλληλος τοῦ Ἀλεξάνδρου Α΄ (496 – 454 π. Χ.).

Μὲ αὐτὸ ὅμως ποὺ ἦταν στενὰ συνδεδεμένη ἡ πόλις τῶν Ἑννέα Ὁδῶν, ἦταν ἡ Διονυσιακὴ λατρεία. Ἐκεῖ ἦσαν φυλαγμένα τὰ μυστικὰ τῆς λατρείας καὶ ἀπὸ ἐκεῖ νομισματικὰ θέματα ἀπὸ τὸν Διονυσιακὸ θίασο, ἐπέρασαν στοὺς Θασίους κυρίως, ὅπως καὶ σὲ ἄλλα τοπικὰ φύλα. Ἡ σφίγγα, ποὺ καὶ συμβολικὰ ὁ ῥόλος τοῦ φύλακος ταιριάζει στὸ κέντρο τῆς λατρείας, ὑπῆρξε τὸ ἀρχαιότερο νομισματικὸ θέμα τῶν Ἑννέα Ὁδῶν (1,2).

Ἡ οἰκονομικὴ εὐημερία ποὺ ἀπελάμβανε ἡ πόλις, τῆς ἐπέτρεπε νὰ κόβῃ καὶ χρυσὰ νομίσματα (1). Ἦταν κάτι, ποὺ στὴν διάρκεια τοῦ 6ου αἰῶνος π. Χ., μόνον οἱ Ἴωνες στὴν γειτονικὴ Φάγρη καὶ οἱ Θάσιοι στὴν Ὀῤῥέσκεια, ἐπέτυχαν.

Νομίσματα ἀποδεικνύουν, ὅτι στὶς Ἑννέα Ὁδοὺς τελοῦντο τακτοὶ Διονυσιακοὶ ἀγῶνες. Ἔχουμε παραστάσεις μὲ πάλη (3), δρομεῖς (4), κομμένα ἀπὸ Φωκαεῖς ἀποίκους καὶ σατύρους μὲ ἔπαθλα (5) σὲ χρυσό, κομμένα στὴν γειτονικὴ Μύρκινο ἀπὸ τὸν Ἰστιαῖο τὸν Μιλήσιο.

Τσίντσιφος Ἀστέριος

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply