Εὐχόμαστε νὰ μὴν ἦταν καὶ ὁ τελευταῖος ἡγέτης τῆς πολυτραγουδισμένης αὐτῆς γῆς!
«…Ἐλπίζω ὅτι ὅσοι ἐξ ὑμῶν συμμετάσχουν εἰς τὴν Κυβέρνησιν θέλουν γνωρίσει μὲθ᾽ ἐμοῦ ὅτι εἰς τὰς παρούσας περιπτώσεις, ὅσοι εὑρίσκονται εἰς δημόσια ὑπουργήματα δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ λαμβάνουν μισθοὺς ἀναλόγως μὲ Συνέχεια
Ἀρχεῖα ἐτικέττας: ἱστορήματα
Ἡ περιέργεια νίκησε τὸν φόβο
Ἡ περιέργεια νίκησε τὸν φόβο, στὰ πρόσωπα αὐτῶν τῶν παιδιῶν στὴν Ἀγγλία, ποὺ βρῆκαν καταφύγιο σὲ ἕνα χαντάκι, κατὰ τὴν διάρκεια μιᾶς γερμανικῆς ἀεροπορικῆς ἐπιδρομής, τὸ 1940. Συνέχεια
Ἄρωμα …Ἀβάνας στὴν χώρα.
…Η κατάσταση στην Ελλάδα εχει πλέον «άρωμα» Αβάνας και δεν αναφερόμαστε στα πούρα των νεοπλούτων.
Η κατάσταση θυμίζει έντονα την Κούβα της εποχής του Μπατίστα.
Και τότε κάποιοι Κουβανοί «διαπλεκόμενοι» άρπαζαν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους.
Νόμιζαν ότι είναι ασφαλείς έχοντας εξασφαλίσει την προστασία των Αμερικανών και δεν δίσταζαν να τους παραδώσουν γη και ύδωρ.
Το 75% του κεφαλαίου της Κούβας αποτελούσε αμερικανική ιδιοκτησία. Ό,τι δεν ενδιέφερε τους Αμερικανούς το άρπαζαν για λογαριασμό τους οι λακέδες τους.
Ήταν απολύτως σίγουροι ότι δεν κινδύνευαν από τους «πρωτογόνους» γηγενείς.
Ήταν σίγουροι ότι τους αρκούσε η στρατιωτική βοήθεια των Αμερικανών.
Όταν κατάλαβαν τι έγινε, δεν εύρισκαν εισιτήριο για να δραπετεύσουν από την κόλαση.
Σε δεξιώσεις με τα σμόκιν τους πέτυχαν ο Κάστρο και η παρέα του.
Ὠδὴ γιὰ μία διάλεκτο ποὺ ἀργοπεθαίνει…
(Τὸ «σ» διαβάζετε σὰν τὸ ἀγγλικὸ Sh ἤ τὸ γερμανικὸ sch.)
Σιάκι 1953 τῇ χρονίᾳ.
Ἄνοιξιν καιρός. Τὰ σόνεα οὔλεα ἐλίαν ἄμα ὁ κρύος κρύος ἔτονε.
Τὰ δενδρὰ οὔλεα τσάτσαλα ἔτον ἄμαν τὰ τσιτσεκόπα ἐσκάλωσαν ἀπ΄ ἔναν ἔναν νὰ ντοῦνε ὀξοκά.
Ὁ ἦλεν ἐσκῶθεν κατακέφαλα ἐκεῖνον τὴν ἡμέραν καὶ μαναχὰ δύο λιβόπα ἐπαρλάεβαν ἅπαν ἄσο πέραν τῇ μαχαλᾷ. Σίτεαν ἔρχουτον τ΄ ἀὲρ΄ τὸ νεφεσόπον, ἐτιρλάνγκεβαν μίαν ᾅδα μίαν ἄκει θαρεῖς καὶ ἐπροσονειδίαζαν τὸν ἧλεν. Συνέχεια
Τὰ σάββανα δὲν εἶχαν …τσέπες!!!
Οἱ παλαιοὶ στὴν Χίο, θυμοῦνται τὸν ἐφοπλιστή ποὺ πέθαινε ἐπὶ εἴκοσι ἡμέρες, ἀλυκτῶντας σὰν σκυλί, καὶ τὰ οὐρλιακτά του ἀκούγονταν σὲ ὅλο τὸ κέντρο τοῦ νησιοῦ.
Σὲ ὅλη του τὴν ζωή, εἶχε γαμήσει, βιάσει, ἀγοράσει καὶ ταπεινώσει ὅτι πετοῦσε, περπατοῦσε ἢ κολυμποῦσε στὴν γῆ…
Τρία παλληκαράκια εἴχαν κατακλειδώσει οἱ καπετανέοι του στὶς πλῶρες τῶν πλοίων ποὺ ἐβούλιαξαν μετά, γιὰ νὰ ὑπάρξουν οἱ ἀπαραίτητες ἀπώλειες ζωῆς, ποὺ ἀναγκάσαν τις ἀσφαλιστικὲς νὰ πληρώσουν: «ΟΛΙΚΗ ΑΠΩΛΕΙΑ» τὰ σαπάκια τοῦ πολέμου… Συνέχεια
ΣΑΜΠΟΤΑΖ, ἡ ἱστορία μίας λέξεως…
Ἡ λέξη «σαμποτάζ» έχει σχέση μὲ ξύλινα παπούτσια (σαμπό, τσόκαρα), και ἀνεπτύχθη μέσα ἀπὸ τὰ ἐργατικὰ κινήματα τοῦ 19ου αἰῶνος. Ὅμως δὲν προήλθε ἀπὸ κάποια πρακτικὴ παλαιοτέρων ἐργατῶν νὰ πετοῦν τὰ παπούτσια τους σὲ μηχανήματα γιὰ νὰ φρακάρουν τὰ γρανάζια τους. Οὔτε καὶ ὑπάρχει κάποια ἀπόδειξη ὅτι πετάχτηκαν ποτὲ ξύλινα παπούτσια σὲ μηχανήματα.
Κατὰ τὸν J. Spargo (Syndicalism, Industrial Unionism and Socialism, 1913) ἡ γαλλικὴ λέξη sabotage ἐπινοήθη τὸ 1890 ἀπὸ τὸν ἀναρχικὸ Émile Pouget. Ἐνεφανίσθη γιὰ πρώτη φορὰ γραπτῶς σὲ μία ἔκθεση ποὺ ἔγραψε ὁ Pouget μαζὶ μὲ τὸν ἐπίσης ἀναρχικὸ Paul Delassale τὸ 1897 σὲ συνέδριο τῆς Συνομοσπονδίας Générale du Travail στὴν Τουλούζη. Συνέχεια