Πρὸ τριῶν καὶ κάτι ἐτῶν λοιπὸν ἔγραφα γιὰ τὴν ἀχρηστία, τὴν ἀνηθικότητα καὶ τὴν ἀδαοσύνη τῶν σημερινῶν (φερομένων ὡς) δημιουργῶν, διαχειριστῶν καὶ κρατικῶν λειτουργῶν, ποὺ ἐνδιαφέρονται μόνον γιὰ ἁρπακτές, ἀλλὰ οὐδέποτε γιὰ νὰ ἀφήσουν πίσω τους κάτι ἀξιόλογον καὶ ἀσφαλὲς γιὰ τὸν τόπο καὶ τοὺς ἀνθρώπους του. Ἐργολάβοι, μηχανικοί, πανεπιστημιακοί, πολιτικοί, δημόσιοι ὑπάλληλοι, μὰ καὶ δικαστικοί, σὲ ἕναν φαῦλο κύκλο ἐξαπατήσεως, διαπλοκῆς καὶ πάντα διαρκοῦς λεηλασίας τῶν δημοσίων ταμείων καὶ τοῦ δημοσίου πλούτου.
Μοναδικό τους κριτήριον νὰ ἁρπάξουν πάλι καὶ πάλι, ἐνᾦ τὰ ἔργα ποὺ παραδίδουν (ὅταν τὰ παραδίδουν) εἶναι τόσο εὐπαθῆ, ὅσο χρειάζεται, συντόμως νὰ ἐκταμιευθοῦν νέα κονδύλια, γιὰ νὰ ἐπιδιορθωθοῦν ἢ νὰ ἐπεκταθοῦν. Συνέχεια