Ἤ τὸ τσιγάρο.
Ἤ ἀκόμη καὶ ἡ καύσις τῶν ξερόκλαδων….
Χά!!!!!!
Πρὸ μερικῶν ἐτῶν, ὁ πατέρας μου, μαζὺ μὲ συνεργᾶτες του, τοποθετοῦσαν τὴν περίφραξιν ἑνὸς οἰκοπέδου.
Καλοκαίρι, μεσημέρι, τὰ πάντα ξερὰ γύρω…
Κάποιαν στιγμὴ μία σπίθα τοὺς ξέφυγε ἀπὸ μίαν ἠλεκτροκολλήσιν .
Θυμᾶμαι λοιπὸν τὸν πατέρα μου νὰ τρέχῃ σὰν ἕνας τρελλὸς Ἰνδιάνος, καὶ μὲ κάθε δυνατὸν μέσον νὰ σβήνῃ τὴν φωτιά.
Συνέχεια