Ὅλοι (ἐμεῖς) οἱ Ἑλληνόψυχοι, ἀλλὰ καὶ οἱ «ἄλλοι» -ἔδω ποὺ τὰ λέμε- κάθε καλοκαίρι ἀναβαπτιζόμαστε, στὴν ἁγνότητα τοῦ Ἑλληνικοῦ τοπίου, τῆς Θαλάσσας, τοῦ Βουνοῦ καὶ τοῦ Κάμπου (ποὺ λέει ὁ λόγος)…
Κάτι, σ’ αὐτές τις ἔρμες κυτταρικὲς μας μνῆμες (χημικὲς κατὰ τὸ μᾶλλον, ψυχικὲς κατὰ τὸ ἦττον) μεταφυσικὲς ἐν γένει, μᾶς ὠθεῖ σχεδόν, βίαια στην ἀπομάκρυνσί μας ἀπὸ τὸ κλιματιζόμενον ἄστυ.
Ἐντάξει…Εἶναι καὶ ἡ ἐκπεμπομένη δυσωδία ἀπὸ τὴν λυματολάσπη στὶς οἰκολογικὲς χωματερὲς τῶν Ἄνω Λιοσίων, ἡ διαφεύγουσα ὀσμὴ τῶν ἀερίων ὑδρογονανθράκων ἀπὸ τὰ (κατά)πράσινα διϋλιστήρια τοῦ Ἀσπροπύργου, τῆς Ἐλευσῖνος καὶ τῆς Κορίνθου, οἱ «γείτονες» ἀπὸ τὸ καφρικιστάν που «πιάνουν» τὸ παλαιὸ πλατύσκαλο ἀπέναντι καὶ ζουζουνίζουν σάν τις σφῆγκες γύρω ἀπ’ τὸ αἷμα τοῦ λαθραία σφαγμένου σκύλου…Τὰ (γαμημένα) κουνούπια… Ὁ ἀριστερὸς βλᾶκας μὲ τὸ μπουζούκι, ἀπέναντι στὸν δεύτερο, ἡ «call me baby» στὸ ῥετιρὲ μὲ τὰ πασούμια νὰ κτυποῦν κάθε φορά ποὺ τραγουδᾶ τὸ κινητὸ της… Συνέχεια →