Ἡ σφαγὴ τῶν Ἀργείων ἀπὸ τοὺς Γάλλους

Ἡ Σφαγὴ τῶν Ἀργείων ἀπὸ τοὺς Γάλλους στὶς 4 Ἰανουαρίου 1833.

«Τὸν Σεπτέμβριο, εἴπαμε νὰ φτιάξουμε μία ἐπιτροπὴ καὶ νὰ μοιράσουμε τοὺς ἀτάκτους, λίγους-λίγους ἀνάμεσα στὰ χωριά, νὰ εὑρίσκουν ἕνα πιάτο φαὶ καὶ νὰ μὴν γυρίζουνε ἀσύδοτοι νὰ ληστεύουνε τὸν κόσμο. Στὴν ἐπιτροπὴ ἦταν, ἐκτὸς ἀπὸ μένα, ὁ Νικολάκης ὁ Κριεζιώτης, ὁ Νότης Μπότσαρης, ὁ Δημητράκης Καλλέργης καὶ κανὰ δύο ἄλλοι, καὶ κάναμε ὅ,τι μπορούσαμε γιὰ νὰ σώσουμε τὸν τόπο καὶ τοὺς ἀνθρώπους.

»Τὸν καιρὸ ποὺ ἔγιναν τὰ ἐπεισόδια, ἐγὼ ἤμουν στὴν Τρίπολη, ὁ Καλλέργης, μοῦ φαίνεται, ἦταν στὴν Σπάρτη. Στὸ Ἄργος εὑρίσκετο ὁ Κριεζῆς, ὁ Δημητράκης ὁ Τσιόκρης, ὁ Γενναῖος καὶ κάμποσοι ἄλλοι. Τί ἔκαμε λοιπὸν ὁ Κωλέττης; Ἀπὸ τὸν καιρό, ποὺ διέλυσε τὴν Γερουσία καὶ ἔδιωξε τὸν Αὐγουστίνο, εἶχε φέρη στ’ Ἀνάπλι Γάλλους καὶ ἦταν σὰν στρατὸς κατοχῆς. Στὸ Παλαμήδι ἐκυμάτιζε, ὄχι ἡ ἑλληνική, ἀλλὰ ἡ γαλλικὴ σημαία. Τέτοια κυβέρνησις ἦταν! Νὰ δώσῃ τὰ ἐθνικὰ φρούρια στοὺς ξένους νὰ τὰ κρατοῦν!

»Δύο-τρεῖς ἡμέρες, πρὶν τὸ τέλος τοῦ χρόνου ἔφερε ἄλλους τέσσερους λόχους Γάλλων ἀπὸ τὴν Μεσσηνία, μὲ ἀρχηγὸ τὸν συνταγματάρχη Στόφελ, γιὰ νὰ τηρήσουν τάχατες τὴν τάξη, σὰν ἔλθῃ ὁ Ὄθων. Ἐζήτησε ν’ ἀδειάσουν οἱ στρατῶνες, γιὰ νὰ στρατονισθοῦν οἱ Γάλλοι, καὶ τὰ σπίτια, ὅπου ἔμεναν πρόσφυγες ἀπὸ ὅλην τὴν Ἑλλάδα καὶ πολλὲς οἰκογένειες τῶν ἀγωνιστῶν, ἀπὸ Μακεδονία, Κρήτη καὶ λοιπὰ μέρη, καὶ νὰ πᾷν νὰ ξεχειμωνιάσουν στὰ βουνὰ καὶ στὶς σπηλιές, γιὰ νὰ βολευθοῦν στὰ σπίτια τους, οἱ μπαγιονέτες τοῦ Κωλέττη.

»Ξεκινοῦν, ἀνήμερα τὴν Πρωτοχρονιὰ τοῦ νέου ἔτους 1833, ἀπὸ τὸ Ἄργος ὁ Κριεζιώτης μὲ τὸν Τσιόκρη καὶ πηγαίνουν στ’ Ἀνάπλι, νὰ παραπονεθοῦν γιὰ τούτη τὴν ἀπόφαση. Τοὺς πιάνουν οἱ Γάλλοι καὶ τοὺς δένουν. Τὸ μαθαίνει ὁ Γενναῖος καὶ παραγγέλνει στοὺς Γάλλους, ὅτι θὰ πάη στ’ Ἀνάπλι νὰ ἐλευτερώσῃ τοὺς συντρόφους του. Κι ἂς γένῃ ὅ,τι θέλη. Κι ἔτσι τοὺς ἄφησαν.

»Τὴν ἄλλη ἡμέρα, δύο τοῦ Ἰανουαρίου, οἱ Γάλλοι μπαίνουν στὸ Ἄργος καὶ παίρνουν τοὺς στρατῶνες καὶ ὁ Στόφελ κάνει ἐπίταξη στὸ σπίτι τοῦ Καλλέργη, πετᾶ ὄξω μὲ τὴν βία τὴν γυναίκα του, γιὰ νὰ μείνῃ ὁ ἴδιος καὶ τὸ ἐπιτελεῖο του. Τὸ ἀρχοντικό του Καλλέργη, ὑπερασπίζεται ἕνα παλληκάρι ἀπὸ τὴν Κεφαλλονιά, ἕνας λεβέντης, ἔμπιστός του Καλλέργη, ὁ Σπύρος Καλλισγοῦρος, ὑπολοχαγὸς τοῦ Τακτικοῦ. Τὸν πιάνει ὁ Στόφελ καὶ τὴν ἑπομένη ἡμέρα, τρεῖς του Ἰανουαρίου,  τὸν τουφεκίζει στὸν κῆπο τοῦ σπιτιοῦ.

»Ὁ κόσμος ξεσηκώθηκε, τὰ πράγματα ἀγρίεψαν. Τὴν ἴδιαν ἡμέρα ποὺ ἐτουφέκισαν τὸν Καλλισγοῦρο, ἕνας μεθυσμένος στρατιώτης τοῦ Κριεζιώτου, τσακώθηκε σὲ μία ταβέρνα τοῦ Ἄργους, μὲ μία παρέα Γάλλων καὶ τοὺς πῆραν τὸ κατόπιν οἱ Ἕλληνες, μέχρι τοὺς στρατῶνες. Τώρα ἐμύριζε μπαρούτι. Στὴν μία τὸ μεσημέρι, ὁ διοικητὴς τῶν Γάλλων, διέταξε γενικὴ ἐπίθεση. Ἔφεραν καὶ δύο κανόνια καὶ κτυποῦσαν ἀπὸ παντοῦ τὸ πλῆθος. Οἱ δικοί μας, κάπου 800 στρατιῶτες, αἰφνιδιάσθηκαν καὶ ἔφυγαν νὰ κρυφτοῦν. Οἱ Γάλλοι ἐξέσπασαν στοὺς ἀμάχους. Βγῆκαν στοὺς δρόμους κι ἐσκότωναν ἀδιάκριτα, νέους, γέρους, παιδιά, γυναῖκες. Ἔμπαιναν στὰ σπίτια καὶ ἐκτελοῦσαε, γέροντες καὶ μικρὰ παιδιά. Ἐξεκλήρισαν ὁλόκληρες οἰκογένειες. Διακόσιες καὶ παράνω ἀθῶες ψυχές, πήγαν σὰν τὸ σκυλὶ στ’ ἀμπέλι. Καὶ στὸ τέλος, ἀφοῦ ἐχόρτασαν αἷμα, ἀπηγόρευσαν τὴν ταφὴ τῶν νεκρῶν. Τοὺς παρέχωσαν, ὁμαδικά, ἀκήδευτους, σὲ δύο μεγάλους λάκκους. Ἕναν μέσα στὴν πλατεία καὶ ἕναν ἄλλο, στὸν Ἀϊ-Γιάννη τὸν Πρόδρομο. Οἱ Γάλλοι, οἱ «φιλέλληνες», οἱ «διεφωτισμένοι», οἱ «πολιτισμένοι», ποὺ ἀνεκάλυψαν τὴν καρμανιόλα καὶ τὴν ἔχουν τώρα, στήση, ἐδῶ, δίπλα στὸν Πλάτανο, στὴ Πλατεία, οἱ ἄλλοι «σωτῆρες» μας, οἱ Μπαβαρέζοι, γιὰ νὰ κόψουν, αὔριο, μεθαύριο, καὶ τὰ δικά μας κεφάλια, ἐπειδῆς, δὲν πέσαμε στὰ τέσσερα, νὰ προσκυνήσουμε τὴν ἀφεντιά τους!

»Καὶ νὰ πῇς, ὅτι, ὅσοι δικοί μας ἐσκοτώθησαν, ἤσαν ἐνάντιοι, εἴτε τοῦ Κωλέττη, εἴτε τοῦ Ὄθωνος; Ἄνθρωποι τοῦ Κριεζῆ, τοῦ Μπότσαρη, τοῦ Καλλέργη ἦσαν. Ὁ Κριεζὴς καὶ ὁ Μπότσαρης, μία ζωὴ ὁλόκληρη, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ Ἀγῶνος, ἤσαν τὸ δεξὶ καὶ τὸ ἀριστερὸ χέρι τοῦ Κωλέττη. Τὰ παλληκάρια τους, παιδιὰ δικά του. Ἀπὸ τὴν Ἤπειρο, τὴν Μακεδονία, τὴν Κρήτη, τὴν Ῥούμελη.

»Αὐτὸς τοὺς ἔφερε ἀπὸ τὴν Περαχώρα νὰ πληρωθοῦν ἀπὸ τὸν Ὄθωνα. Ὄχι μόνο, δὲν εἶχαν κάτι ἐναντίον τοῦ βασιλιά, ἀλλὰ περίμεναν, πῶς καὶ πῶς νὰ τὸν ὑποδεχθοῦν καὶ νὰ δικαιωθοῦν, καθὼς ἐπίστευαν. Ἀλλὰ ὁ Κωλέττης, δὲν λογαριάζει φιλίες καὶ αἰσθήματα. Εἶναι ψεύτης καὶ δὲν ἔχει μπέσα. Στὴν πραγματικότητα, ἡ σφαγὴ στὸ Ἄργος ἦταν δικό του ἔργο. Ἤθελε νὰ δείξῃ στὸν Ὄθωνα, σὰν ἐρχόταν, ποιὸς κυβερνᾶ, ποιὸς κάνει κουμάντο στὴν Ἑλλάδα. Νὰ κολλήσῃ δίπλα του, νὰ παριστάνῃ τὸν «Ἡρακλῆ» τοῦ Θρόνου, νὰ πουλᾷ προστασία στὸν βασιλιὰ καὶ νὰ κερδίζῃ.

»Καὶ τὸ σπίτι τοῦ Καλλέργη, ἡ γυναίκα του, ἡ Σοφία, ἡ κόρη τοῦ Ῥέντη, τί τοῦ ἔφταιξε; Ὁ ἴδιος ὁ Δημητράκης ὁ Καλλέργης, σὲ τί τὸν ἐπείραξε; Ἐπειδὴ ἦταν ὑπασπιστὴς τοῦ Καποδίστρια; Ἢ ἐπειδὴ ἦλθε ἀπὸ τὴν Κρήτη, 19 χρονῶν παιδί, στὴν ἀρχὴ τοῦ Ἀγῶνος, μὲ τὰ παλληκάρια του, μὲ τ’ ἀδέρφια του, νὰ πολεμήσῃ γιὰ τήν λευτεριά τῆς πατρίδος; Καὶ ποῦ δὲν ἐπολέμησε αὐτὸς ὁ γενναῖος, ὁ τίμιος, ὁ λεβέντης καὶ μεγάλος πατριώτης ὁπλαρχηγός, ποὺ ἐπιάσθη αἰχμάλωτος στὸ Φάληρο καὶ μαρτύρησε στὰ χέρια τῶν Τούρκων, μέχρι νὰ ἐλευθερωθῇ!

»Ὁ Κωλέττης, σοὺ λέω, δὲν ἔχει ἀκόμη χορτάσει αἷμα. Δὲν ἐμπούχτισε ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ Ὀδυσσέως, τοῦ Καραϊσκάκη, τοῦ Νούτσου, τοῦ Παλάσκα. Ἀπὸ τὸ αἷμα ἀθώων ἀνθρώπων, ποὺ ἔχυσε στὸν ἐμφύλιο τοῦ ’24-’25! Ἀπὸ τὸ αἷμα, ποὺ ἔτρεχε ποτάμι, πέρυσι τέτοιαν ἐποχή, ἐδῶ μέσα στ’ Ἀνάπλι, ἀπὸ τὰ τέρατα τοῦ Γρίβα. Ἀπὸ τὸ ἐχθεσινὸ αἷμα στὸ Ἄργος. Νὰ μὲ θυμηθῇς, ποὺ σ’ τὸ λέω. Ἡ πατρίδα εἶναι ἄτυχη. Ἐξ αἰτίας τοῦ Κωλέττη, θὰ χυθῆ περισσότερο αἷμα στὸ μέλλον. Αὐτὸς εἶναι ὁ Κωλέττης. Μόνον γιὰ τὰ γρόσια καὶ γιὰ τὴν ἐξουσία νοιάζεται. Αὐτὸς πατρίδα καὶ θεὸ ἔχει τὸ κεμέρι του. Πεθαίνει γιὰ ἐξουσία καὶ γιὰ γρόσια. Καὶ βλέπεις, τὰ κατάφερε! Τώρα, κυβερνᾶ μὲ τὴν ἀντιβασιλεία καὶ παίρνει κεφάλια. Μπορεῖ αὔριο καὶ τὰ δικά μας!…»

Ἀντιγραφὴ ἀπὸ τὸ βιβλίο
Ὁ φυλακισμένος τοῦ Ἲτς-Καλὲ
τοῦ Θεοδώρου Δημοσθ. Παναγοπούλου

Πανορμίτης Σπανὸς

 

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply