Διαβιώντας σὲ μίαν χώρα ὅπου κάθε λογῆς ἅγιοι καὶ «ἅγιοι», ὅσιοι καὶ «ὅσιοι», μάρτυρες καὶ «μάρτυρες», ἥρωες καὶ «ἥρωες» τιμῶνται, ἐκ παραλλήλου μὲ τὶς «ἐθνικὲς» καὶ τὶς ἐθνικὲς ἑορτές, δίπλα διαρκῶς στὶς «παγκόσμιες ἡμέρες» καὶ τὰ «μνημεία παγκοσμίου κληρονομίας» (ποὺ διαρκῶς εἶναι πάντοτε μόνον τὰ δικά μας, ἐφ΄ ὅσον ὅλων τῶν ἄλλων τὰ μνημεία ἀνήκουν στοὺς λαοὺς ποὺ τὰ ἐδημιούργησαν), ἀρχίζω νὰ ἀναρωτῶμαι σοβαρὰ γιὰ τὸ ποιοὶ εἶναι πράγματι οἱ Ἥρωες καὶ οἱ Ἅγιοι ποὺ ὀφείλουμε νὰ τιμοῦμε διαρκῶς, δίχως εἰσαγωγικά, δίχως «ἐὰν» καὶ δίχως ἐρωτηματικά.
Καί, ἀνατρέχοντας στὶς διασωθεῖσες ἱστορικὲς πηγές, ἀνακαλύπτω πώς, εὐτυχῶς, ἔχουμε πολλοὺς τέτοιους μά, δυστυχῶς μας, ἐλαχίστως ἀσχολούμεθα μαζύ των, ἀκόμη κι ἐὰν αὐτὰ τὰ πρόσωπα, παγκοσμίως, εἶναι καὶ ἀποδεκτὰ καὶ προβαλλόμενα, γιὰ τοὺς ὁποίους -ἐντοπίους- λόγους.
Πρὸς τοῦτον ἕνα Προμηθεὺς βασιλεύει στὸ Τόκυον…
Ἀρχεῖα ἐτικέττας: Γεώργιος Καραϊσκάκης
Ἡ σφαγὴ τῶν Ἀργείων ἀπὸ τοὺς Γάλλους
Ἡ Σφαγὴ τῶν Ἀργείων ἀπὸ τοὺς Γάλλους στὶς 4 Ἰανουαρίου 1833.
«Τὸν Σεπτέμβριο, εἴπαμε νὰ φτιάξουμε μία ἐπιτροπὴ καὶ νὰ μοιράσουμε τοὺς ἀτάκτους, λίγους-λίγους ἀνάμεσα στὰ χωριά, νὰ εὑρίσκουν ἕνα πιάτο φαὶ καὶ νὰ μὴν γυρίζουνε ἀσύδοτοι νὰ ληστεύουνε τὸν κόσμο. Στὴν ἐπιτροπὴ ἦταν, ἐκτὸς ἀπὸ μένα, ὁ Νικολάκης ὁ Κριεζιώτης, ὁ Νότης Μπότσαρης, ὁ Δημητράκης Καλλέργης καὶ κανὰ δύο ἄλλοι, καὶ κάναμε ὅ,τι μπορούσαμε γιὰ νὰ σώσουμε τὸν τόπο καὶ τοὺς ἀνθρώπους.
Συνέχεια
Κάποτε στὸν Ἅη-Βλάση
«Τώρα θὰ σὲ δῶ, Μαυρομάτα»
Φεύγοντας ἀπὸ τὸ Μεσολόγγι οἱ Τοῦρκοι τὸ 1823, τράβηξαν νὰ περάσουν ἀπὸ τοῦ Κοράκου τὸ γιοφῦρι (δῆμος Ἀργιθέας).
Ὁ Καραϊσκάκης, ἦταν στὸ μοναστῆρι τῆς Τατάρνας. Μπῆκε στὴν ἐκκλησία καὶ προσευχήθηκε. Συνέχεια
Δύσμοιρη Πατρίδα…
Ἄχθος Ἀρουρης…
Ὁ Μπάμπης Ἄννινος, στὰ «Ἱστορικὰ Σημειώματα», Ἀθῆναι, 1925, γράφει σχετικὰ μὲ τὴν σύλληψη τοῦ Ὀδυσσέως Ἀνδρίτσου:
«Καθ’ ἧν ἐποχὴν διεφυλάττετο δέσμιος ὁ Ὀδυσσεὺς εἰς τὴν μονὴν Δόμπου, οἱ ἐν Πελοποννήσῳ εὑρισκόμενοι ὀπλαρχηγοὶ Ῥουμελιῶται καὶ Σουλιῶται ἀπεφάσισαν νὰ τρέξουν εἰς βοήθείαν αὐτοῦ.
Συνέχεια
Τά τρωκτικά τῆς διανόησης
-Τό εἶδα στήν τηλοψία πρό μηνῶν. Ὅταν μιλοῦσα στήν τηλοψία κάποιο τρωκτικό τῆς διανόησης ἔκανε «Ὤχ».
Καί τί εἶπα παρακαλῶ; Ἄν δέν προσέξουμε τό παρελθόν θά τό βροῦμε μπροστά μας. Συνέχεια
Ὁ ἐπικήδειος ποὺ ἐκφωνήθηκε στὴν κηδεία τοῦ Καραϊσκάκη.
Γεώργιος Αἰνιάν – Λόγος στὴν Κηδεία τοῦ Γ. Καραϊσκάκη
Ἀπό: Ἑκατονταετηρὶς τοῦ στρατάρχου Γεωργίου Καραΐσκάκη 1827-1927, Κωνστ. Ράδου (ἐπιμ.), Ἐκδ. Γρυπαετός, Ἀθῆναι 1927.
Ἡ κηδεία τοῦ Καραϊσκάκη
Ὁ Καραϊσκάκης ἐκηδεύθη τὴν ἑπομένην τοῦ θανάτου του ἐν Σαλαμῖνι, κατὰ ῥητὴν παραγγελίαν του. Ἡ κηδεία του ὑπῆρξε πάνδημος, ἐτελέθη δὲ ἐν βαθυτάτῃ συγκινήσει. Λόγον ἐπικήδειον ἐξεφώνησεν ὁ Γεώργιος Αἰνιάν, ἀδελφὸς τοῦ Δ. Αἰνιᾶνος, γραμματέως καὶ βιογράφου τοῦ Καραϊσκάκη. Ὁ λόγος οὗτος εὑρίσκεται ἐν τῷ ἀρχείῳ τῶν χειρογράφων τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης ὅθεν καὶ παρελάβομεν αὐτόν.
«Φωνὴ ἐν Ραμὰ ἠκούσθη, θρῆνος καὶ κλαυθμὸς καὶ ὀδυρμὸς πολύς, Ραχὴλ κλαίουσα τὰ τέκνα αὐτῆς καὶ οὐκ ἤθελε παραμυθῆναι».
Ἕλληνες!
Τί εἶναι αὐτὴ ἡ σκυθρωπότης ὅπου εἶναι ἐζωγραφισμένη εἰς τὰ πρόσωπά σας; τί σημαίνουν αὐτοὶ οἱ διακεκομμένοι ἦχοι τῆς βαρυφθόγγου καμπάνας καὶ αὐταὶ αἱ μελαναὶ καὶ πένθιμοι στολαὶ εἰς τοὺς δρόμους; τί τρέχουν τεθορυβημένοι ἄνδρες, γυναῖκες καὶ μικρὰ παιδιά; Ὁ Καραϊσκάκης ἀπέθανε. Τοῦτο ἦταν ἡ θλίψις τῶν ἀνδρῶν, τοῦτο ὁ ὀδυρμὸς τῶν γυναικῶν, τοῦτο ὁ στεναγμὸς τῶν μικρῶν παιδίων, τοῦτο τὸ κοινὸν πένθος τῶν Ἑλλήνων.
Δίκαιον ἔχει ὁ λαὸς νὰ κάμῃ νὰ ἀντηχῇ εἰς τὴν πόλιν τῆς Σαλαμῖνος θρῆνος καὶ κλαυθμὸς καὶ ὀδυρμὸς πολύς· δίκαιον εἶναι νὰ κλαίῃ ἡ Ἑλλὰς ὡς ἄλλη Ῥαχὴλ τὸ τέκνον της, τὸν γνήσιον υἱόν της, ἐπειδή, δὲν ἔχει πολλοὺς τούτους κάρρονας.
Ὁ ἀξιοθαύμαστος οὗτος ἀνὴρ—ἀποσιωπῶμεν τὰς πρὸ τῆς ἐνάρξεως τοῦ ἱεροῦ ἡμῶν ἀγῶνος ἐπισήμους ἀνδραγαθίας του—, μόλις εἶδεν ἠνεωγμένον τῆς ἑλληνικῆς ἐλευθερίας τὸ στάδιον, καὶ ἰδοὺ παρουσιάζεται ὡς Συνέχεια