Ἡ Ἑλληνικὴ λαλιά.

Ἀπὸ τὴν συγκλονιστικὴ ὁμιλία τοῦ Ὀδυσσέως Ἐλύτου γιὰ τὴν Κύπρο μας…
Ὁ Νομπελίστας ποιητής μας σὲ αὐτὴν τὴν λησμονημένη ὁμιλία, ἀναφέρεται στὴν ἐμπειρία του ἀπὸ τοὺς πέντε μῆνες ποὺ ἔζησε στὴν Κύπρο, τὸ καλοκαίρι τοῦ 1970, ἀποδίδοντας μοναδικῶς τὴν ἱστορία καὶ τὴν παλλομένη ταὐτότητά της.

«….Ἀλλά, αὐτὸ εἶναι τὸ θαῦμα. Νὰ δυναμώνῃς καὶ νὰ ἀνδρειεύεσαι τότε ἀκριβῶς ποὺ κινδυνεύεις νὰ χάσῃς αὐτὰ ποὺ ἀγαπᾶς, ὅμως νὰ ξέρῃς πὼς εἶναι δικά σου, καταδικά σου. Καί, νὰ τοὺς δίδῃς τὴν χροιὰ τοῦ ἀκαταλύτου καὶ τοῦ αἰωνίου…

…Μὲ ἔχουν ὀνομάσει, κατὰ καιρούς, ποιητὴ τῆς θαλάσσης, ποιητὴ τῶν νησιῶν καὶ τοῦ ἡλίου. Καί, ὡς ἕνα σημεῖον, εἶμαι. Ἀλλὰ δὲν εἶμαι μόνον αὐτό. Δὲν εἶμαι μόνον αὐτὸ ποὺ ἀντιλαμβάνεται κάποιος, ὅταν ἀκούῃ τέτοιους χαρακτηρισμοὺς καὶ νομίζει ὅτι ἔχει νὰ κάνῃ μὲ ἐντυπώσεις καὶ περιγραφές, μὲ μίαν ἁπλῆ φυσιολατρεία. Τὰ φυσικὰ στοιχεία ἔχουν μίαν δευτέρα καὶ μίαν τρίτη σημασία, ὅπου ἡ γλῶσσα καὶ ἡ ἱστορικὴ μνήμη ἐμπλέκονται καὶ δημιουργοῦν μίαν ἄλλην πραγματικότητα, γιὰ τὶς καθημερινές μας στιγμές, ἀσύλληπτη. Ἀποτελοῦν, θὰ  ἔλεγα, στὴν κλίμακα τοῦ πνεύματος, ἕνα ἀλφάβητο ποὺ μὲ τὴν κατάλληλο χρῆσι του, ἐξαιρετικὰ δύσκολη – πρέπει νὰ τὸ πῶ κι αὐτὸ ἀμέσως -, ξεκλειδώνει τὰ μυστικὰ κι ἀποδίδει τὸ μυστήριο ποὺ μᾶς περιβάλλει, τὸ κάνει προσιτὸ στὴν ψυχή μας. Καὶ ἡ ψυχή μας εἶναι μεγάλη ὑπόθεσις. Ἡ ἀτομική μας ψυχὴ καὶ ἡ ὁμαδική. Γιατί ὑπάρχει καὶ ἡ ὁμαδικὴ ψυχή, ποὺ ἀντιπροσωπεύει κάθε λαὸ στὸ σύνολόν του καὶ στὴν ἰδιοτυπία του. Ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἄποψι ἤθελα νὰ πῶ λίγα πράγματα κι ἐὰν μίλησα στὴν ἀρχὴ γιὰ τὸν ἑαυτό μου -πράγμα ποὺ δὲν συνηθίζω- τὸ ἔκανα γιὰ νὰ φθάσω ἀκριβῶς ἐκεῖ…

…Ὁ Ἑλληνισμὸς εἶναι μία κοινότητα πού, μὲ ποικίλες μορφὲς καὶ κάτω ἀπὸ ποικίλες περιστάσεις ἀντίξοες, δραματικές, ἐξοντωτικὲς κάποτε, κατάφερε, παρ΄ ὅλα αὐτά, νὰ ἐπιβιώσῃ. Δὲν ξέρω ἐὰν ἔχουμε ἄλλο τέτοιο παράδειγμα στὴν ἱστορία. Καὶ τὸ μόνον του ὅπλο, ἀλλὰ ἕνα ὅπλο μοναδικὸ καὶ παντοδύναμον, ἐστάθη ἡ γλῶσσα του. Ἡ «ἑλληνικὴ λαλιά», ὅπως ἔλεγε ὁ Καβάφης, «ὡς τὴν Βακτριανὴ τὴν ἐπήγαμε – ἔως τοὺς Ἰνδούς…»…

Νὰ γιατί εἶμαι ὑπερήφανος ἀσκῶντας μίαν τέχνη ποὺ χρησιμοποιεῖ ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ ὄργανον. Καὶ νὰ γιατί μοῦ ἔδωσε τόσην ἱκανοποίησι ἡ συμβίωσίς μου μὲ τὴν πραγματικότητα τῆς Κύπρου. Γιατί εὑρῆκα τὰ «ἀνάλογα» τῆς γλώσσης αὐτῆς, ἔξω ἀπὸ κάθε ἱστορικὴ ἢ πολιτικὴ σκοπιμότητα, σὲ αὐτὴν τὴν «μνήμη» ποὺ τὴν κουβαλᾶτε καὶ τὴν ἐξωτερικεύετε ὅλοι σας καὶ ποὺ εἶναι μαρτυρία ἑνὸς ἀνεπαναλήπτου πολιτισμοῦ…

Αὐτὸ ποὺ θαυμάζουμε στὴν ἑλληνικὴ τέχνη τῆς ἀκμῆς, δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ ἐπίστευσαν οἱ Δυτικοί, ὅτι ἐσυνεχίσθη μὲ τὴν Ἀναγέννησι… Οὔτε αὐτὸ ποὺ ἐπραγματοποίησαν ἀργότερα μὲ τὰ νεοκλασσικὰ κτίρια ποὺ κοσμοῦν τὶς πρωτεύουσές τους. Εἶναι μία εἰδικὴ αἴσθησις γιὰ τὰ πράγματα καὶ τὶς ἀναμεταξύ των σχέσεις, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν εὐγένεια, εἶτε καταπιάνεσαι μὲ μεγάλα εἴτε μὲ ταπεινὰ ἔργα. Γιὰ τὴν ἀτνίληψί μου -θὰ μποροῦσα νὰ πῶ γιὰ τὴν ἀντίληψι ὁλοκλήρου τῆς γενεᾶς μου- ἡ συνέχεια τοῦ πνεύματος ἐκείνοιυ ἐπραγματοποιήθη ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον ἀπὸ τὸν λαϊκὸ πολιτισμό. Μία ἐσωτερικὴ αὐλὴ σπιτιοῦ, μὲ τοὺς ἀσβεστωμένους τοίχους, τὰ λουλούδια στοὺς τενεκέδες, τὰ πέτρινα σκαλάκια, ἢ ἕνας περίβολος μοναστηριοῦ μὲ τὰ κυπαρίσσια, τὴν στέρνα, τὶς στοὲς καὶ τὰ κελλιά, εὑρίσκονται πολὺ πιὸ κοντὰ στὴν ἀντίληψι ποὺ ἔφτιαχνε τοὺς Ἀπόλλωνες καὶ τὶς νῖκες, τοὺς Ὁσίους καὶ τὶς Θεομήτορες, ἀπ΄ ὅλες τὶς μεγαλοπρεπεῖς κολῶνες καὶ μετῶπες τῶν Εὐρωπαϊκῶν Ἀνακτόρων. Καί, αὐτὸ συνέβη ἐπειδὴ ἀξεδιάλυτα συνυφασμένα, τὸ τοπῖον καὶ ἡ γλῶσσα, ἐπεβίωσαν μέσα στὸ ὁμαδικὸ ὑποσυνείδητο, διετηρήθησαν μέσα στοὺς ὕμνους τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ στὰ Δημοτικὰ Τραγούδια -τὸ παρατηροῦμε αὐτὸ ἐν τελῶς ἰδιαιτέρως στὴν Κύπρο- κι ἔφθασαν ἔως τὶ ἡμέρες μας, εἴτε οἱ καιροὶ ἦσαν καλοὶ εἴτε χαλεποί. Τολμῶ, μάλιστα, νὰ πῶ ὅτι ἐλειτούργησαν πιὸ ὀργανικὰ καὶ πιὸ ἔντονα στὴν δευτέρα περίπτωσι -κάτι ποὺ γεννᾶ τὴν ἀπορία τῶν ξένων καὶ παραμένει γιὰ τὴν ἀντίληψί των ἀκατανόητο.
Πολὺ συχνὰ μοῦ ἔτυχε νὰ μὲ ἐρωτήσουν στὶς συνεντεύξεις: Γιά ποιόν λόγο ἡ ποίησις ἡ ἑλληνική γυρίζει στήν Μοίρα τοῦ φορέως της; Καμμιὰ σχεδὸν ποίησις ξένης χώρας δὲν ἀσχολεῖται μὲ τὴν Ἱστορία καὶ τὴν Μοίρα τοῦ λαοῦ της.
Τοὺς ἀπήντησα: Ἐπειδὴ ὁ Ἑλληνισμὸς ἔζησε πάντοε κοντὰ στὸν κίνδυνο. Ἐπειδὴ ὅ,τι κινδυνεύῃ, ζητᾶς νὰ τὸ διασώσῃς. Ἐπειδὴ νοιώθουμε μόνοι. Ἐπειδή, σὰν πολιτιστικὴ μονάδα δὲν ἔχουμε συγγενεῖς.
Καί, ἐπειδὴ – προσθέτω ἐγὼ τώρα μεταξύ μας- στὸ βάθος μας ἐφοβοῦντο πάντοτε, ὅσο ἀδύναμοι κι ἐὰν ἤμασταν. Καὶ μᾶς πολεμοῦσαν, «Πέλαγο μέγα πολεμᾶ, βαρεῖ τὸ καλυβάκι!», γιὰ νὰ ξανὰ θυμηθῶ τὸν Σολωμό.

Ἤ μήπως αὐτό δέν συμβαίνει σήμερα μέ τήν Κύπρο;

Φυλλίτσα Ἀθηναΐς Ἀναπνιώτου

φωτογραφία

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply