Ἡ Νίκη τῆς Σαμοθράκης

«Ἡ Νίκη, ποὺ κάποιος τὴν εἶχε στήσει στὴν ὑψηλὴ ἀκροθαλασσιά, σ’  ἕναν βράχο στὴν Σαμοθράκη, κατάντικρα στὴν Θράκη καὶ στὴν Μακεδονία, ἀνέβηκε καὶ ἐστάθη στὴν πλώρη ἑνὸς καραβιοῦ καὶ πῆρε τὶς θάλασσες. 
Ἄφησε τὸ νησί της καὶ πάει ἀλλοῦ, μὰ φεύγοντας ἔκρυψε τὸ κεφάλι της νὰ μὴ τὴν ἀναγνωρίσουν οἱ ἄνθρωποι, γιατὶ τὸ πρόσωπό της ἦταν παράξενα λυπημένο ποὺ ἄφηνε τὸ νησί της…. 
Ξέχασε ὅμως νὰ κρύψῃ καὶ τὰ φτερά της, ἐλησμόνησε πὼς τὰ φοροῦσε φεύγοντας….
Καὶ ἀπὸ τὰ φτερά της τὴν ἐγνώρισαν…»
(Ἴων Δραγούμης, «Σαμοθράκη»).

Ἡ Νίκη τῆς Σαμοθράκης κι ἐγὼ συνηντήθημεν γιὰ πρώτην φορὰ ὅταν ἤμουν δεκαεπτὰ ἐτῶν.
Τὴν ἀντίκρυσα στιμωγμένη, σὲ μίαν γωνία, μίας αἰθούσης, ἄς ποῦμε μουσείου, στὴν Σαμοθράκη καὶ ἐταράχθην.
Ἀν καὶ ἐγνώριζα πὼς αὐτὸ ποὺ ἔβλεπα δὲν ἦταν τὸ πρωτότυπον, ἡ συγκίνησις ἦταν ἔντονος καὶ ἡ ἀναστάτωσις μεγάλη. 
Λίγα χρόνια ἀργότερα συνήντησα καὶ τὴν ἀληθινὴ Νίκη στὸ Λοῦβρο. 
Ἀνεβαίνοντας τὴν σκάλα ποὺ ὁδηγεῖ στὸ ἄγαλμα, τὰ πόδια μου ἔτρεμαν, ἡ καρδιά μου ἐπετάριζε, ἡ σκέψις μου εἶχε σταματήσει…. Αὐτὴν τὴν μαγεία μοῦ ἦταν ἀδύνατον νὰ τὴν χωνεύσω, νὰ τὴν ἀποδεκτῶ. Οὔτε καὶ τὴν Νίκη μποροῦσα νὰ ἀντιληφθῶ ὡς ἀπόκτημα τῶν Γάλλων. 
Ἡ ἀπόλυτος ὀμορφιὰ στὰ χέρια αὐτῶν ποὺ ἀν τί νὰ πλένονται παρεσκεύαζαν ἀρώματα!!! 
Ὕβρις!!!

Τὴν πρώτη ἡμέρα ποὺ ἔφθασα στὸ Λοῦβρο τὴν ἐξόδεψα σὲ δύο σημεῖα. Στὴν Νίκη καὶ στὴν Ἀφροδίτη. Τὶς ἐπόμενες ἡμέρες μόνον κατάφερα κάπως νὰ ἡρεμήσω καὶ νὰ δῶ τὰ ὑπόλοιπα ἐκθέματα. 
Ἀπὸ τότε, ἀν καὶ ἐπέτυχα νὰ πάω ἀρκετὲς φορὲς ἀκόμη, πάντα ἡ Νίκη πρωτοστατοῦσε στὸ νὰ μοῦ κλέβῃ τὸν χρόνο.

Ὅλοι αὐτοί, μὲ τοὺς ὁποίους ἐφθάναμε τότε εἰς τοὺς Παρισίους, κατὰ καιρούς, εἶτε γιὰ ἐπαγγελματικοὺς εἶτε γιὰ κάποιους ἄλλους λόγους, ἀνελόνοντο σὲ ἀγορές, σὲ τουριστικὲς βόλτες, σὲ καφενεῖα… Δὲν μποροῦσα ποτὲ νὰ διανοηθῶ πὼς μία πόλις θὰ ἦταν πόλος ἔλξεως γιὰ τὰ καφενεῖα της…
Κι ὅμως…
Ὅταν μάλιστα σὲ μίαν ἐπίσκεψίν μας, πάλι στὸ Λοῦβρο, πρὸ ἑπτὰ ἐτῶν, σὲ μίαν ἔκθεσιν γιὰ τὸν Πραξιτέλη, γιὰ τὴν ὁποίαν οἱ σεβαστοὶ συνέλληνες ὑποτίθεται εἶχαν φθάσει ἔως ἐκεῖ, ἐγκατέλειψα τὴν ὁμάδα γιὰ νὰ ἐπιστρέψω γιὰ λίγες ὧρες κοντὰ στὴν Νίκη καὶ στὴν Ἀφροδίτη, ἐδέχθῃν ἀμέτρητες εἰρωνίες καὶ πειράγματα. Ὅλοι, οἱ συμπατριῶτες, εἰσῆλθον στὴν αἴθουσα τῶν ἐκθεμάτων μὲ τὴν μούρη καὶ βγῆκαν μὲ τὴν ὄπισθεν. Δὲν κατεδέχθησαν νὰ ἀναλώσουν τὸν χρόνο τους γιὰ τὰ μάρμαρα….
Τότε συνειδητοποίησα πὼς ὅλοι αὐτοὶ δὲν πῆγαν στὸ Παρίσι γιὰ νὰ θαυμάσουν τὶς Ἑλληνικὲς ἀρχαιότητες ἀλλὰ μόνον γιὰ νὰ εὕρουν μίαν εὐκαιρία νὰ ξεφύγουν ἀπὸ τὴν ἀθλία καθημερινότητά τους: τὴν ἀνεγκεφαλίτιδα.

Δὲν ξέρω ἐὰν θὰ ξαναδῶ κάποτε τὴν Νίκη ζωντανὴ ἐμπρός μου, ὅπως τότε, τὴν πρώτη φορά… 
Δὲν ἔχει καμμίαν σημασία. 
Σημασία ἔχει πὼς γιὰ ἐμέναν παραμένει ἀγαπημένο σύμβολο. Ἀγαπημένη εἰκόνα. Καὶ πάντα θὰ ξέρω πὼς αὐτοὶ ποὺ ἔκλεψαν ηὗραν εὐκαιρία νὰ τὸ κάνουν ἐπεὶ δὴ ἐμεῖς δὲν διεφυλάξαμε τὶς Θερμοπύλες ὅπως ἔπρεπε.

Φιλονόη. 

Υ.Γ. Τώρα τελευταία μοῦ ἔχει καρφωθεῖ ἀκόμη μία σκέψις. Μήπως τελικῶς ἡ Νίκη, καθῶς φυσικά κι ὅλες οἱ ἀρχαιότητές μας, λειτουργοῦν ὡς μέσα ἐξελληνισμοῦ τους; Μήπως μειώνει τήν βαρβαρότητα καί τήν ἀνοησία;  Μήπως τελικῶς πρέπει νά εἶναι ἐκεῖ κι ὄχι ἐδῶ;

φωτογραφία 

πρώτη δημοσίευσις 12 Φεβρουαρίου 2013

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply