Δικαίωμα ψήφου.

Τὸ κά­θε πρό­βλη­μα ἔ­χει καὶ τὸ δι­κό του κλει­δὶ κι ἄ­δι­κα ὁ κα­θέ­νας προ­σπα­θῇ νὰ τὸ λύ­σῃ μὲ ἄλ­λο. Τὸ κλει­δί τῆς ὑ­ποθέσεως, ποὺ λέ­ν.

Ἔ­γι­νε ἀ­νά­στα­το τὸ ἐ­κλο­γι­κὸ κέν­τρο ἀ­πὸ ἕ­να τρε­λλού­τσι­κο καὶ χα­ζὸ ἀ­γό­ρι, ποὺ ἤ­θε­λε νὰ ψη­φί­σῃ. Ἔ­ψα­ξαν τοὺς ἐ­κλο­γι­κοὺς κα­τα­λό­γους, ἀλ­λὰ δὲ βρέ­θη­κε γραμ­μέ­νος.

-Ἐμ­πρός, φύ­γε. Πά­ρε δρό­μο, εἶ­πε ὁ δι­κα­στι­κός.

-Ἐ­θύ, κα­τά­φε­ρε νὰ πῇ ἐ­κεῖ­νο. Εἶ­χε πρό­βλη­μα μὲ τὴν γλῶσ­σα του καὶ τὴν ἄρ­θρω­ση. Κά­τι σὰν μουγ­γὸς ἦ­ταν.

-Ἔ­λα Λοῦ­το, σὲ πα­ρα­κα­λῶ νὰ φύ­γῃς, εἶ­πα κι ἐ­γὼ σὰν πιὸ γνώ­στης τῆς δι­α­νο­η­τι­κῆς του κα­ταστάσεως καὶ πε­ρισ­σό­τε­ρο οἰ­κεῖ­ος.

-Ἐ­θὺ νὰ φύ­γῃς, ἔ­λε­γε κι ἐ­πέ­με­νε. Θέ­λω νὰ φή­σω. Νὰ ψη­φί­σω ἐν­νο­οῦ­σε.

Ὁ δι­κα­στι­κὸς ἀ­γα­νά­κτη­σε καὶ δι­έ­τα­ξε τὸν στρα­τι­ώ­τη νὰ τὸν βγά­λῃ ἔ­ξω. Ἐ­κεῖ­νος Συνέχεια