Μαστοριὰ καὶ μεράκι: λαϊκὴ παράδοσις καὶ λαϊκότης.

Παράθυρο μέ πέτρινο πλαίσιο στήν ὁδό Ἀντίκα. Τυπική εἶναι ἡ σιδεριά μέ ρόδακες καί λόγχη κατά τά πρότυπα τῆς Κωνσταντι­νουπόλεως.

Ἡ πόλη ἀνοικοδομεῖται τόν 19ο αἰῶνα ἀκολουθῶντας, σέ μεγάλο βαθμό, τά καθιερωμένα πρότυπα τῆς «ἀρχοντικῆς» ἀρχιτεκτονικῆς τῆς Βόρειας καί τῆς Κεντρικῆς Ἑλλάδας. Σέ πλήρη ἀντίθεση μέ τήν στέρηση καί τήν φτώχεια τῶν προηγουμένων τρομερῶν αἰώνων, οἱ πλούσιοι πλέον ἔμποροι καί ναυτικοί νοικοκυραῖοι ἀνοικοδομοῦν, μετά τόν 18ο αἰῶνα, τά σπίτια τους μέ τρόπο πού ὑπερβαίνει τίς ἁπλές στεγαστικές ἀνάγκες. Οἱ μακραίωνες αἰσθητικές παραδόσεις τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀναδύονται καί πάλι καί ἐμφανίζονται ὡς ἐπιλογές τῶν εὐπόρων νέων ρωμαίικων ἀστικῶν στρωμάτων, ἐκφραζόμενες βέβαια σύμφωνα μέ τίς αἰσθητικές ἀντιλήψεις καί τούς τρόπους τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς, τῆς Δύσεως, ἀλλά καί τῆς εὐρύτερης Ἀνατολῆς. Εἶναι σημαντικό καί ἐπίκαιρο τό γεγονός ὅτι ἡ ἀνερχόμενη νέα ρωμαίικη καί ἐμπορευματική τάξη, –παρ’ ὅλη τήν γοητεία πού αἰσθάνεται γιά τόν μεγάλο ἀστικό πολιτισμό τῶν Εὐρωπαίων καί τόν δυτικό εὐρωπαϊκό πολιτισμό–, παραμένει προσηλωμένη στήν μακραίωνη παράδοση τοῦ βυζαντινοῦ κόσμου καί στήν Ἀνατολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Οἱ πλούσιοι ἔμποροι ζητοῦν τήν συνεργασία τῶν λαϊκῶν μαστόρων, οἱ ὁποῖοι ἐνσωματώνουν στήν πλούσια παράδοσή τους τούς τρόπους καί τίς ἀντιλήψεις πού ἔρχονται ἀπό Ἀνατολή καί Δύση, δημιουργώντας μία ὑβριδική ἀρχιτεκτονική. Συνέχεια